Οι Ξεχωριστοί - Λάχεσις (Κεφάλαιο 8) [18+]

Κάτω στην πισίνα η Κατερίνα μόλις είχε βγει από το νερό και, κρατώντας το αντιηλιακό πλησίαζε τον Γιώργο, που είχε ξαπλώσει στη σκιά. Το κορμί της είχε πάρει ένα σοκολατί χρώμα, σημάδι της συνεχούς σχεδόν παραμονής της στην πισίνα. Έκανε αντίθεση με το πλατινέ κοντό μαλλί της, που είχε φτιάξει μόλις εκείνο το πρωί. Της πήγαινε και ήταν ακόμα πιο όμορφη έτσι. Ο Γιώργος δεν μπορούσε να μην προσέξει τις ορθωμένες από το δροσερό νερό θηλές της και το ανατριχιασμένο σφιχτό δέρμα της, καθώς τον πλησίαζε γεμάτη χάρη, απομεινάρι από τη μικρή παραμονή της στις πασαρέλες. Ο Γιώργος αναστέναξε σιγανά.

«Πίσω μου σ’ έχω, σατανά!» μουρμούρισε κοιτάζοντας το εικοσάχρονο διαβολάκι.

«Θα με βοηθήσετε, κύριε;» τον ρώτησε –τονίζοντας το κύριε– η Kατερίνα προτείνοντας του το μπουκάλι με το αντιηλιακό.

Αυτό το κύριε ακούστηκε στ’ αυτιά του Γιώργου ειρωνικό και χαμογέλασε.

«Κάνε μου τη χάρη και μη με δουλεύεις εμένα, Καιτούλα! Τα κυριλίκια κράτα τα για τη Γιάννα που σε πληρώνει. Εμένα θα με λες Γιώργο, μπαρμπα-Γιώργο ή όπως αλλιώς θες. Εντάξει;» κατέληξε γελώντας.

«Ε, όχι και μπάρμπα! Δεν είσαι και τόσο μεγάλος πια, αν και… Αν και κρίνοντας από τις φωνές της κυρίας μου σε μερικά πράγματα είσαι... μεγάλος!»

Ο Γιώργος την κοίταξε στα μάτια.

Η Κατερίνα είχε ζωγραφισμένο ένα πονηρό ειρωνικό χαμόγελο στο πρόσωπό της.

«Φέρε το μπουκάλι να σου βάλω λάδι και άσε τις κρίσεις... Μεγάλωσες και εσύ και ξεχωρίζεις την ποιότητα του σεξ από τις φωνές» τη μάλωσε ο Γιώργος και σηκώθηκε να ξαπλώσει εκείνη.

Γενικά δεν του άρεσαν τα μαυρισμένα σώματα· πάντα είχε ένα φετίχ με το λευκό δέρμα. Το λευκό δέρμα... και τα κόκκαλα, όπως συνήθιζαν να του κάνουν πλάκα από μικρό οι φίλοι του, υπονοώντας ότι του άρεσαν πάντα οι πολύ λεπτές κοπέλες. Τώρα γιατί και αυτός τρελαινόταν με τη Μόνικα Μπελούτσι –που μόνο κοκαλιάρα δεν την έλεγες– μόνο η επιστήμη μπορούσε να το λύσει.

Ψέκασε με λίγο λάδι όλη την πλάτη της και άρχισε να το απλώνει κάνοντας ελαφρό μασάζ στο σφιχτό δέρμα της Κατερίνας που χεμογελούσε.

«Έχεις δυνατά χέρια. Έκανες ποτέ μασάζ;» τον ρώτησε.

«Ναι, εφτά χρόνια στο Θιβέτ μάθαινα σιάτσου, για να έρθω να το κάνω σ’ εσένα, Κατερίνα μου! Κόψε την πλάκα σου είπα...» της απάντησε γελώντας και εκείνος.

Η Κατερίνα, όμως, που είχε όρεξη για πλάκες, γύρισε το κεφάλι της και τον κοίταξε.

«Γιατί; Θα με δείρεις; Έλα, θείε Γιώργο... Δείρε με, είμαι κακό κορίτσι!» του απάντησε το διαβολάκι σηκώνοντας τους γλουτούς της.

Ο Γιώργος άπλωσε με τις μεγάλες παλάμες του το λάδι στην πλάτη και κατηφόρισε στα πόδια της. Προσπέρασε επιδεικτικά τους προκλητικούς γλουτούς της και συνέχισε. Η Κατερίνα τούς κατέβασε κάνοντας έναν μορφασμό δυσαρέσκειας.

«Γύρνα από την άλλη, καθαρματάκι» της είπε όταν τέλειωσε και με τα πόδια της.

Αμέσως όμως το μετάνιωσε, αφού η Κατερίνα, μόλις γύρισε ανάσκελα, έβγαλε και το μπικίνι του μικροσκοπικού μαγιό που φορούσε. Και σαν να μην έφτανε αυτό, άνοιξε ελαφρά τα πόδια της, αφήνοντας σε κοινή θέα το τελείως ξυρισμένο μαυρισμένο της κέντρο. Τα δύο χείλη της ορθώνονταν σαν ροδοπέταλα παχιά και προκλητικά. Το χειρότερο ήταν πως η μικρή, που απολάμβανε το προκλητικό της παιχνίδι, είχε μόνιμα ένα χαμόγελο αυταρέσκειας στο πρόσωπό της. Ο Γιώργος ήθελε να τη δείρει και να τελειώσει επάνω της ταυτόχρονα. Αλλά δε θα έκανε τίποτα από τα δύο. Η μικρή –στα δεκαεννιά της– ήταν αυτό ακριβώς: πολύ μικρή ακόμα και για το πρώτο από τα τρία επίπεδα των Ξεχωριστών.

«Όπως βλέπεις, μαυρίζω παντού. Πρέπει να βάλουμε αντιηλιακό μη με κάψει ο ήλιος» είπε η Κατερίνα με το πιο αθώο ύφος του κόσμου δείχνοντάς του το ήδη πρησμένο κέντρο της, περιμένοντας την αντίδρασή του.

Ο Γιώργος αποφάσισε να μην της κάνει το χατίρι να δείξει αμηχανία. Πήρε το μπουκάλι, ψέκασε αντιηλιακό παντού και ετοιμάστηκε να το απλώσει.

«Κατερίνα... Έλα, μωρό μου, να σου πω κάτι».

Η Κατερίνα τινάχτηκε σαν ελατήριο ακούγοντας τη φωνή της Γιάννας να τη ζητάει.

«Την επόμενη φορά... θα το τελειώσουμε... θείε Γιώργο» του ψιθύρισε στο αυτί φεύγοντας.

«Τι θέλετε, κυρία;» τη ρώτησε μόλις έφτασε κοντά στη Γιάννα που τότε συνειδητοποίησε πως η Κατερίνα ήταν τελείως γυμνή.

Κοίταξε προς τον Γιώργο και ξερόβηξε πειράζοντάς τον.

«Πρώτα πρώτα άσε τα κυριλίκια. Ο Γιώργος είναι τώρα πια δικός μας. Δε χρειάζεται να παριστάνεις την τυπική υπηρέτρια. Αυτά είναι για όταν έχουμε ξένους.

»Τι θέλω; Θα ήθελα για λίγο να μην είσαι στην πισίνα. Πήγαινε στο δωμάτιό σου να δεις τηλεόραση αν θες ή κάνε μια βόλτα. Εγώ δε θα σε χρειαστώ. Θα κατέβει η Ελβίρα στην πισίνα και... καταλαβαίνεις!» της είπε δείχνοντάς της τον Γιώργο με νόημα.

 Η Κατερίνα φυσικά καταλάβαινε. Η Γιάννα τής ζητούσε να φύγει, για να μην αισθάνεται η Ελβίρα αμηχανία με την παρουσία της. Προφανώς θα έκανε έρωτα με τον Γιώργο στην πισίνα.

«Φυσικά, Γιάννα μου!» απάντησε η μικρή και ξεκίνησε να φύγει αλλά κοντοστάθηκε.

«Γιάννα; Να σε ρωτήσω κάτι; Αν ήθελε και εκείνος, βέβαια, θα σε πείραζε να κάνω έρωτα μαζί του; Τρεις μέρες τώρα έχει γεμίσει το σπίτι σεξ. Σας ακούω συνέχεια, σας έχω δει και μερικές φορές τυχαία να κάνετε και...»

Αχ… Θεέ μου! σκέφτηκε η Γιάννα, φυσιολογικές παρενέργειες είναι αυτές.

Με τα κορίτσια της είχε πολύ ιδιαίτερη και απλή σχέση. Τις άφηνε να κάνουν ό,τι ήθελαν και εκείνες δεν την ενοχλούσαν ό,τι και αν έβλεπαν. Δε θα τις έδιωχνε από το σπίτι κάθε φορά που θα έκανε έρωτα με οποιονδήποτε. Η αλήθεια ήταν, βέβαια, πως με τον Γιώργο δεν ήταν απλό σεξ. Λογικό ήταν να βράσουν οι ορμόνες της μικρής.

Ήταν όμως πολύ μικρή για άντρα Ξεχωριστό. Η Γιάννα φοβόταν πως, αν γνώριζε τόσο νωρίς τόσο ανεβασμένα επίπεδα στο σεξ, μετά ίσως να μην ήθελε να τα ξαναφτιάξει με κανέναν στην ηλικία της. Γι’ αυτό είχαν συμφωνήσει με τον Γιώργο ότι ηλικιακά οι γυναίκες του κυκλώματος θα ήταν από είκοσι οκτώ και επάνω.

«Καλύτερα όχι, Κατερίνα μου, καλύτερα για εσένα, δηλαδή» της απάντησε τελικά μετά από σκέψη.

Γνώριζε πως θα την απογοήτευε, αλλά δε γινόταν αλλιώς. Έπρεπε να υπάρχουν κανόνες και να τηρούνται.

«Είναι μόνο για κυρίες οι οργασμοί, Γιάννα μου; Εγώ είμαι υπηρέτρια;» της απάντησε εκείνη φανερά ταραγμένη.

Δεν το πίστευε στ’ αλήθεια, απλώς ήθελε να πειράξει τη Γιάννα.

Εκείνη έκανε πως δεν κατάλαβε το θυμωμένο ύφος της Κατερίνας. Έτσι και αλλιώς ποτέ δεν τους είχε συμπεριφερθεί σαν υπηρέτριες. Της εξήγησε, λοιπόν, ότι ηλικιακά δεν έπρεπε να γίνει. Έπρεπε να γνωρίσει άντρες με κανονική διαφορά ηλικίας με εκείνη. Να βρει ίσως κάποιον νεαρό Ξεχωριστό, αν μπορούσε. Οι Ξεχωριστοί δε γεννιούνται τριάντα ή τριάντα πέντε χρόνων και επάνω. Έχουν και αυτοί εφηβεία. Απλά δεν είχαν ποτέ κάποια να τους εξηγήσει τι είναι. Η Κατερίνα γνώριζε τη θεωρία και πώς να τους ξεχωρίζει από τον σωρό. Θα μπορούσε να το κάνει, λοιπόν, αποκλείοντας από τη ζωή της τους συνηθισμένους ηλίθιους.

«Αν σας υποσχεθώ πως θα συνεχίσω κανονικά την ερωτική ζωή μου και δε θα επηρεαστεί η σχέση μου με τους άντρες; Τα έχω ήδη με έναν στην ηλικία μου. Θα συνεχίσω με τον Γρηγόρη ό,τι και να γίνει. Δε θα αλλάξει τίποτα, σ’ το υπόσχομαι. Δε γίνεται όμως να ακούω όλη μέρα κραυγές και βογκητά και εγώ να είμαι αποκλεισμένη, να μην κάνω τίποτα! Έχω τρελαθεί να το κάνω μόνη μου και ο Γρηγόρης δεν… τραβάει, όπως ξέρεις!» της απάντησε εκείνη με παρακλητικό ύφος.

Η Γιάννα γέλασε· χωρίς να το ξέρει, η μικρή είχε δεχτεί τον μοναδικό όρο που θα έβαζε η Γιάννα σε όλες τις γυναίκες του κυκλώματος που θα δημιουργούσε. Ίσως τελικά να έπρεπε να κάνει μια εξαίρεση στον κανόνα της ηλικίας για τα δυο κορίτσια της.

Όλη μέρα από εδώ και πέρα θα ακούνε και θα βλέπουν μερικές φορές σεξ μες στο σπίτι. Οι ορμόνες δεν περιορίζονται από τα πρέπει. Η μικρή έχει δίκιο.

«Εντάξει, λοιπόν, τότε, πήγαινε επάνω, κάνε μπανάκι από την κορυφή μέχρι τα νύχια –και κυριολεκτώ– και περίμενέ με. Ελπίζω για αρχή να σου φτάνω εγώ, ε;» της απάντησε με περιπαικτικό ύφος.

Ήξερε καλά πως ήταν εδώ και ενάμιση χρόνο ο κρυφός πόθος των δύο κοριτσιών της. Η Μαριάννα είχε ήδη προσπαθήσει, αλλά δεν είχε περάσει τις εξετάσεις. Ίσως η Κατερίνα να ήταν περισσότερο διαβασμένη στα θέματα των Ξεχωριστών, παρά το νεαρό της ηλικίας της.

«Θα έρθεις και εσύ, έτσι; Πες το μου να πεθάνω!» ρώτησε η Κατερίνα φανερά ενθουσιασμένη.

Η Γιάννα δεν άντεξε. Το αθώο ύφος με το οποίο τα έλεγε αυτά η Κατερίνα την έκανε ακόμη πιο σέξι.

«Αλήθεια, δε μου λες; Τι έχω και με θέλουν και οι γυναίκες; Τώρα τελευταία η Μαριάννα, η Ελβίρα και τώρα και εσύ. Γράφω πουθενά γκέι και δεν τον ξέρω;»

«Μπορώ να μιλήσω ελεύθερα;» τη ρώτησε η μικρή διστάζοντας.

«Φυσικά! Και δε θα με ξαναρωτήσεις ποτέ!» της απάντησε μαλώνοντάς την.

«Εκτός από όμορφη... έχεις... δείχνεις έκφυλη... Στο ίδιο ποσοστό αγγελούδι και πρόστυχη... Ο τρόπος που κοιτάς, τα μάτια, το ύφος, το περπάτημά σου, όλα επάνω σου είναι αισθησιακά. Όποιος σε βλέπει –γυναίκα ή άντρας– θέλει να σε πηδήξει και να σε δείρει ταυτόχρονα... Θέλει να σε λατρέψει τρυφερά και να σε–» Η Γιάννα δεν την άφησε να συνεχίσει, είχε καταλάβει.

«Εντάξει... Ωραία, σταμάτα, φτάνει... Κατάλαβα. Μη συνεχίζεις! Κάνε αυτό που σου είπα και σε λίγο θα έρθω πάνω» της είπε γελώντας και έφυγε προς το δωμάτιό της.

Από το μπαλκόνι της θα μπορούσε να δει ό,τι ήθελε να κάνει η Ελβίρα στην πισίνα χωρίς την άμεση παρουσία της.

Ο Γιώργος είχε ξαπλώσει αναπαυτικά στη σταθερή ξαπλώστρα με το μαλακό αδιάβροχο στρώμα και απολάμβανε την ησυχία του μεσημεριού όταν την είδε! Στην αρχή πίστεψε πως είχε κοιμηθεί και έβλεπε κάποιο υπέροχο όνειρο. Αυτό όμως που εκτυλισσόταν μπροστά στα μάτια του ξεπερνούσε και την πιο τρελή ονείρωξη. Μια διαφορετική Ελβίρα –βγαλμένη κατευθείαν από ερωτική ταινία υψηλής ποιότητας– είχε βγει από το σπίτι. Δεν πήρε τον συντομότερο δρόμο προς εκείνον. Περπατούσε αγέρωχα –αργά γύρω από την πισίνα– κουνώντας τους αγαλματένιους γοφούς της. Τα ατέλειωτα πόδια της ισορροπούσαν πάνω σε δωδεκάποντες σέξι γόβες. Το μόνο που φορούσε ήταν ένα μονοκόμματο διχτυωτό κορμάκι που δεν κάλυπτε τίποτα από το τέλειο κορμί της. Ήταν μια οπτασία και αν ο Γιώργος καθόταν στον ήλιο –και όχι κάτω από την ομπρέλα– θα πίστευε πως είχε πάθει ηλίαση και έβλεπε οράματα. Χρειάστηκε ένα λεπτό –που στον Γιώργο φάνηκε ώρα– για να κάνει τον γύρο της πισίνας και να φτάσει κοντά του.

«Τι είναι, κούκλα μου; Τι... τι κάνεις;» τη ρώτησε προσπαθώντας να κρύψει ανεπιτυχώς την ταραχή του.

Η Ελβίρα δεν απάντησε. Έφτασε δίπλα του στην ξαπλώστρα και κάθισε στα πόδια της, χαμογελώντας του πρόστυχα.

«Τίποτα, μωρό μου. Απλώς δε γινόταν να φύγω χωρίς να σε ευχαριστήσω για ό,τι μου έκανες πριν. Θα μπορούσα;» τον ρώτησε και, πριν προλάβει εκείνος να απαντήσει, συνέχισε:

«Για πες μου τώρα, καύλα μου, ποια δαχτυλάκια είχες βάλει στο μουνάκι μου;» τον ρώτησε πρόστυχα γλείφοντας αισθησιακά τα χείλη της και κοιτώντας τον στα μάτια, καθώς πρόφερε τις λέξεις τονισμένες μία μία.

Ο Γιώργος δε μίλησε· απλώς της έδειξε τα αριστερά του δάχτυλα τοποθετημένα σε midas touch.

Η Ελβίρα χαμογέλασε. Έβγαλε τη γλώσσα της επιδεικτικά, έπιασε το χέρι του και οδήγησε τα δάχτυλά του μες στο στόμα της μουρμουρίζοντας ερεθιστικά. Μετά τα ξαναέβγαλε, τα έφτυσε, έβαλε το μεσαίο δάχτυλο πάνω στη γλώσσα της και άρχισε να το γλείφει, κάνοντάς του εικονικά στοματικό. Μετά έκανε το ίδιο στον δείκτη και στον παράμεσο, τα οποία σάλιωνε και έβαζε στο στόμα της ρουφώντας τα ηχηρά. Ύστερα έβαλε τη γλώσσα της στο κάτω μέρος του στόματός της και άρχισε να γλείφει και τα τρία δάχτυλά μαζί σαν να ήταν αντρικό πέος αναστενάζοντας ηδονικά. Ο Γιώργος είχε μείνει αμίλητος να την κοιτάζει νιώθοντας το μόριό του να φουσκώνει μες στο λεπτό μαγιό που φορούσε. Όλο του κορμί είχε ανατριχιάσει από το θέαμα και την αίσθηση και αυτό φαινόταν καθαρά. Είχε ανατριχιάσει τόσο που έκανε την Ελβίρα να σταματήσει προς στιγμή το παιχνίδι της, για να τον κοιτάξει. Δεν είχε ξαναδεί τέτοια αντίδραση σε άντρα.

«Είναι τόσο ευαίσθητο το αγοράκι μου;» του ψιθύρισε τρυφερά, εντυπωσιασμένη από το θέαμα και ξαναέβαλε τα δάχτυλά του στο στόμα κάνοντάς τους έρωτα με περισσότερο πάθος από πριν.

«Μπράβο, κορίτσι μου, αυτό είναι!»

Η Γιάννα είχε παρακολουθήσει από το δωμάτιό της όλη το τελετουργικό: από την είσοδο της Ελβίρας μέχρι το θέαμα, που δικαίωνε απολύτως τις απαιτήσεις που είχε από τη φίλη της.

«Και τώρα, θα μου πεις ποιο δαχτυλάκι είχες βάλει στο κωλαράκι μου και με τρέλανε έτσι;» ξαναρώτησε η Ελβίρα τον Γιώργο και το ηδονικό τελετουργικό ξανάρχισε από την αρχή, αυτήν τη φορά με τα δάχτυλα του δεξιού χεριού του.

Όλη αυτήν την ώρα το πέος του Γιώργου είχε φτάσει σε πλήρη στύση μες στο μαγιό του. Φαινόταν πεντακάθαρα, μιας και το μεγαλύτερο μέρος του είχε ξεφύγει από το ύφασμα και ξεκουραζόταν επάνω στην κοιλιά του.

«Τι έχουμε εδώ, τρέλα μου; Καύλες; Συμβαίνει κάτι;» τον ρώτησε παιχνιδιάρικα και έσκυψε πάνω στο πέος του φιλώντας το πάνω από το ύφασμα, χωρίς να βάζει χέρια.

Μόλις τέλειωσε με τα φιλιά, άρχισε να του δίνει μικρά δαγκώματα κατά την ανάποδη φορά ως τη βάση του. Ο Γιώργος είχε αρχίσει τώρα να βογκάει σιγανά, τρελαμένος από το θέαμα. Όταν έβαλε το μόριό του στο στόμα της και τα σαρκώδη χείλη της έκλεισαν γύρω του, ο Γιώργος τινάχτηκε πάνω στην ξαπλώστρα, μην αντέχοντας τη γλυκιά αίσθηση.

«Σε θέλω, μωρό μου! Κάνε μου έρωτα!» της είπε και σηκώθηκε να πάει μες στο σπίτι να πάρει προφυλακτικά.

Η Ελβίρα τον σταμάτησε με μία κίνηση και τον ξαναξάπλωσε στη θέση του.

«Το έχω προβλέψει, αγάπη μου!» του είπε και έβγαλε από τη γόβα της ένα προφυλακτικό.

Έσκισε το περίβλημα και έβαλε την άκρη του στην άκρη του φουσκωμένου του πέους. Έπειτα με μία κίνηση του το φόρεσε με τα χείλη και άρχισε να τον παίζει κοιτώντας τον πάντα στα μάτια χαμογελαστή. Ο Γιώργος δεν άντεξε άλλο. Την πήρε αγκαλιά, την ξάπλωσε στη θέση του ανάσκελα και ετοιμάστηκε να μπει μέσα της.

«Όχι από εκεί, μωρό μου!» τον σταμάτησε η Ελβίρα νιώθοντάς τον να ετοιμάζεται να μπει στο υγρό από την προσμονή αιδοίο της. «Από την ώρα που έβγαλες τα δάχτυλά σου από το κωλαράκι μου, φαντάζομαι συνέχεια πώς θα ήταν αν, αντί για τα δάχτυλα, μου έβαζες εκεί μέσα το μεγάλο χοντρό καυλί σου και μου το έσκιζες!»

Ο Γιώργος κοίταξε την Ελβίρα στα μάτια. Η ερωτική έξαψη είχε κάνει τα μάτια της όμορφης γυναίκας να γυαλίζουν και το βλέμμα της φώναζε το πάθος που την είχε κυριεύσει.

«Είσαι σίγουρη, κούκλα μου; Θα προσπαθήσω όσο μπορώ, βέβαια, αλλά στο δικό σου χέρι είναι βασικά το να μην πονέσεις. Πρέπει να είσαι τελείως μα τελείως χαλαρή. Έτσι και σφίξεις τους μυς εκεί κάτω θα πονέσουμε και οι δύο. Πρέπει να με εμπιστεύεσαι απόλυτα και να αφεθείς ολοκληρωτικά» της απάντησε εξηγώντας της αναλυτικά.

Το πέος είναι παχύτερο από δάχτυλο και δεν είναι ευέλικτο όπως εκείνο. Το τελευταίο που ήθελε ο Γιώργος –μετά από το τόσο όμορφο ξεκίνημα– ήταν να την πονέσει και να τα καταστρέψει όλα.

«Είμαι σίγουρη, χαρά μου. Το θέλω! Και αν δεν το δοκιμάσω με εσένα, δε θα το κάνω ποτέ! Αυτό που μου έκανες με τα δάχτυλά σου με έχει ξεσηκώσει!» επέμεινε η Ελβίρα και γύρισε γονατίζοντας στα τέσσερα προτείνοντάς του τους γλουτούς της.

Ο Γιώργος χαμογέλασε αναστενάζοντας. Την έπιασε απαλά και την ξαναγύρισε ανάσκελα στην κλασική στάση.

«Πολλές τσόντες βλέπεις και εσύ, ε; Σε αυτήν τη στάση, η στενή τρυπούλα σου είναι πιο χαλαρή, μωρό μου, και ο κίνδυνος πόνου λιγότερος» της εξήγησε τρυφερά και άρχισε να βάζει ένα ένα τα δάχτυλά του στη στενή είσοδο των γλουτών της, ανοίγοντας τη δίοδο αργά και απολαυστικά για την Ελβίρα, που είχε ήδη αρχίσει να αναστενάζει ερεθισμένη από την υπέροχη αίσθηση που ένιωθε ξανά.

Σηκώθηκε, πήρε στα χέρια του ένα μπουκάλι παιδικό λάδι και πότισε με αυτό τα δάχτυλα και την είσοδο των γλουτών της.

Όταν ένιωσε ότι είχε χαλαρώσει αρκετά, ακούμπησε την άκρη του πέους του στη στενή είσοδο και με αργές κινήσεις άρχισε να μπαίνει μέσα της. Η Ελβίρα είχε αρχίσει να βγάζει βογκητά διακοπτόμενα από έντονους αναστεναγμούς και λαχανιάσματα. Ο Γιώργος έβαλε περίπου πέντε πόντους μέσα της και σταμάτησε. Περισσότερο, μιας και ήταν η πρώτη της φορά, θα ήταν υπερβολή. Ο τυχόν πόνος θα χαλούσε την όμορφη αίσθηση που αισθανόταν η Ελβίρα, κρίνοντας από τους πνιχτούς αναστεναγμούς και τα μουγκρητά της. Εκείνη άνοιξε τα μάτια της και τον κοίταξε.

«Γιατί σταμάτησες, μωρό μου; Θέλω να τον αισθανθώ όλο μέσα μου!» τον προέτρεψε.

«Εσύ θέλεις, μωρό μου, αλλά τις πρώτες φορές δε γίνεται. Πίστεψέ με, αν μπω περισσότερο, θα πονέσεις και θα χαλάσουν τα πάντα. Έχε μου εμπιστοσύνη και υπομονή και θα νιώσεις και τώρα και στο μέλλον υπέροχα... Σ’ το υπόσχομαι» της απάντησε ο Γιώργος.

Κατόπιν άρχισε να κουνιέται παλινδρομικά μέσα της, κρατώντας το πέος του με το αριστερό του χέρι σαν φρένο. Ήταν σίγουρος ότι η Ελβίρα πάνω στην τρέλα της ηδονής θα προσπαθούσε να τον βάλει περισσότερο μέσα της κουνώντας τη λεκάνη της – ό,τι και αν της έλεγε εκείνος. Πραγματικά μετά από μερικές κινήσεις της λεκάνης του, η Ελβίρα είχε αρχίσει να ουρλιάζει σαν άγριο θηρίο σε κλουβί.

«Πονάς, γλυκιά μου;» τη ρώτησε για σιγουριά ανήσυχος, παρακολουθώντας προσεκτικά τις αντιδράσεις της.

«Όχι, αγάπη μου, δε με πονάς, με τρελαίνεις! Συνέχισε, σε παρακαλώ, μη σταματάς, αν πονέσω θα σου πω εγώ!» του απάντησε εκείνη ανυπόμονα.

Ο Γιώργος αυτήν τη φορά για σιγουριά άφησε το πέος του ακίνητο ως προς το μήκος της διείσδυσης και απλώς άρχισε να κουνιέται ελαφρά μέσα της. Η Ελβίρα συνέχιζε να ουρλιάζει και να τον παρακαλεί να μπει περισσότερο μέσα της.

«Σε παρακαλώ, μωρό μου! Μια φορά μόνο... Για λίγο. Βάλ’ το μου τελείως μέσα!»

Ο Γιώργος ετοιμάστηκε να απαντήσει και να της εξηγήσει για άλλη μια φορά πως δε γινόταν, αλλά το μετάνιωσε. Μια γυναίκα σε ερωτική έξαψη πιστεύει πως είναι άτρωτη! Δεν καταλαβαίνει τίποτα. Πραγματικά θα μπορούσε να το βάλει και όλο μέσα της. Με προσοχή θα έμπαινε όσο βαθιά του ζητούσε. Εκείνη την ώρα μπορεί να μην πονούσε – ή για την ακρίβεια να μην την ένοιαζε. Ο Γιώργος, όμως, σκεφτόταν το μετά. Όταν τέλειωναν το σεξ, η αδρεναλίνη και η έξαψη θα έφευγαν και θα έμενε ο πόνος. Έπρεπε να γίνει λίγο λίγο. Να αισθάνεται όμορφα και να μην πονάει. Έτσι μετά από μερικές φορές θα ήταν χαλαρή, δε θα φοβόταν, άρα δε θα σφιγγόταν σε ακατάλληλη ώρα και θα μπορούσε να γίνει ανώδυνα αυτό που του ζητούσε.

Προτίμησε να την κάνει να νιώσει κάτι ομορφότερο, ώστε να ξεχάσει τι γινόταν στο κωλαράκι της. Και τι πιο όμορφο από έναν ακόμα οργασμό. Ο Γιώργος τοποθέτησε τα δάχτυλα του αριστερού του χεριού σε midas touch και τα έβαλε μέσα και επάνω ακουμπώντας κατευθείαν το σημείο της ευτυχίας της. Ο αντίχειράς του έτριβε την περιοχή έξω από τον κόλπο της και όλα ήταν έτοιμα για μια ακόμα μεγαλειώδη έκρηξη ηδονής. Πραγματικά, μόλις τοποθέτησε τα δάχτυλά του μες στο καυτό αιδοίο της, τα παρακάλια και οι κραυγές σταμάτησαν σχεδόν αμέσως και το μόνο που ακουγόταν ήταν ένα συνεχόμενο μουγκρητό διακοπτόμενο από αναστεναγμούς.

«Δε σ’ ακούω πια, μωρό μου. Τι έγινε... Έπαθες τίποτα;» τη ρώτησε με προσποιητή αφέλεια και κούνησε τη λεκάνη του προς εκείνη.

Μια κραυγή ηδονής ακολούθησε την κίνησή του και ο Γιώργος χαμογέλασε τρυφερά. Η Ελβίρα άνοιξε τα μάτια της και τον κοίταξε· τα χείλη της έτρεμαν τώρα από την ένταση που ένιωθε.

«Τώρα που ξέρουμε τι είσαι ικανή να κάνεις, θα το κάνουμε αλλιώς. Όταν αισθανθείς ένα μικρό κάψιμο –σαν να θέλεις να κατουρήσεις– θέλω να σπρώξεις εσωτερικά όσο μπορείς. Θέλω να με κάνεις μούσκεμα με το squirting σου! Θα μπορέσεις, χαρά μου;» τη ρώτησε, εξηγώντας της τι ήθελε από εκείνη.

Η Ελβίρα δεν μπόρεσε να μιλήσει, άνοιξε απλά τα μάτια της και ένευσε θετικά.

Ο Γιώργος έμεινε μια στιγμή ακίνητος απολαμβάνοντας το υπέροχο θέαμα. Το πέος του ήταν μες στη στενή τρυπούλα των γλουτών της, ενώ τρία αριστερά δάχτυλα ήταν μες στο αιδοίο της. Ένωσε τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού και έβαλε την παλάμη του επάνω ακριβώς στην κοιλιά της, χαμηλά, εκεί που εσωτερικά βρίσκονται η μήτρα και οι σάλπιγγες. Ύστερα πίεσε σταθερά την κοιλιά της προς τα κάτω κατεβάζοντας το σημείο G προς τα αριστερά του δάχτυλα. Η συνέχεια ήταν εύκολη. Το αριστερό χέρι αύξησε τον ρυθμό του, το δεξί πίεζε σχετικά δυνατά αλλά σταθερά προς τα κάτω και το πέος του κουνιόταν στην άκρη των γλουτών της. Το είχε πετύχει απόλυτα και το κατάλαβε σχεδόν αμέσως μιας και δε χρειάστηκαν πάνω από πέντε λεπτά, για να φτάσει η Ελβίρα σε ένα ακόμα squrting! Αυτήν τη φορά –παρ’ όλη τη ζαλάδα της–, θυμήθηκε να σπρώξει εσωτερικά και πρόλαβε να ανοίξει τα μάτια της, για να δει τον καυτό οργασμό της να σκάει στην κοιλιά του εραστή της. Καθώς οι σπασμοί της ηδονής δεν την άφηναν να κρατήσει τη λεκάνη της ακίνητη, είδε τον πίδακα να φτάνει μέχρι το στήθος του, ψεκάζοντάς τον!

«Ουάου! Το έκανα πάλι, μωρό μου! Ω, Θεέ μου... Είναι υπέροχο!» Η Ελβίρα ήταν εκστασιασμένη και ευτυχισμένη ταυτόχρονα.

Ο Γιώργος τής χαμογέλασε συγκαταβατικά, βούτηξε τα δάχτυλά του στις σταγόνες ηδονής που έσταζαν ακόμη επάνω του και τα έβαλε στο στόμα της.

«Για να μάθεις και τι γεύση εκτός από χρώμα έχει το squirting σου, μωρό μου! Πώς σου φαίνεται;» τη ρώτησε μετά.

«Ωραίο είναι... Αλμυρό... Σαν... Σαν φυσιολογικός ορός. Σίγουρα είναι καθαρό, ε;» τον ρώτησε γελώντας.

«Ό,τι φτιάχνει η φύση –αν δεν είσαι άρρωστη, βέβαια– είναι καθαρό, κούκλα μου. Το αντρικό σπέρμα –ας πούμε– έχει μέσα του όλα τα βασικά στοιχεία που χρειάζεται η ζωή για να δημιουργηθεί. Θα μπορούσε ποτέ να είναι κάτι βρόμικο; Αν δε σ’ αρέσει η γεύση, αν δε σ’ αρέσει η υφή ή το χρώμα καλώς. Το να το σιχαίνεσαι όμως σαν κάτι βρόμικο είναι τελείως βλακεία! Το ίδιο ισχύει και γι’ αυτό εδώ» της είπε και της ξανάδειξε τη λιμνούλα που είχε κάνει ο οργασμός της στα πλακάκια του κήπου.

Η Ελβίρα έκανε σαν μωρό παιδί που είχε ανακαλύψει το παγωτό.

«Δεν το πιστεύω ότι το έκανα εγώ!» επαναλάμβανε συνέχεια και μετά χαζογελούσε αμήχανα. Ήταν φανερά ευτυχισμένη και ο Γιώργος χαιρόταν πάρα πολύ που την είχε βοηθήσει να το νιώσει. Σηκώθηκε και πήγε για άλλη μια φορά στα ντους να δροσιστεί και να ξεπλυθεί.

Η Ελβίρα κοίταξε το ρολόι της και τότε μόνο συνειδητοποίησε πως είχαν περάσει σχεδόν τρεις ώρες. Όσο όμορφα και αν περνούσε στο σπίτι της Γιάννας, έπρεπε να φύγει. Ο Πέτρος θα ανησυχούσε αν αργούσε και άλλο. Μια πρόβα τού είχε πει πως θα έκαναν και είχαν περάσει τόσες ώρες!

«Γιάννα, τα ρούχα μου, γρήγορα. Θα με σκοτώσει ο άλλος!» της είπε μόλις εκείνη φάνηκε στο χολ.

«Πέρασες καλά, γλυκιά μου;» τη ρώτησε καθώς τη βοηθούσε να βγάλει το κορμάκι και να ντυθεί.

«Το ρωτάς, Γιάννα μου; Θα σου χρωστάω χάρη για πάντα μετά το σημερινό!» της απάντησε και την αγκάλιασε σφιχτά.

«Είσαι πολύ καλή φίλη, Ελβίρα μου, και πολύ καλό παιδί. Να θυμάσαι μόνο τους όρους! Από τη στιγμή που φεύγεις, ξεχνάς τι έγινε εδώ μέσα – ή για την ακρίβεια, κάνεις πως ξεχνάς, μιας και στ’ αλήθεια δε γίνεται».

«Μη φοβάσαι, αγάπη μου. Αρκεί να ξαναγίνει σύντομα, ε;» της απάντησε γελαστά η Ελβίρα.

«Τώρα που είσαι μία –η πρώτη για την ακρίβεια– θα είναι όσο σύντομα θέλεις εσύ. Αργότερα, μωρό μου, θα πρέπει να κανονίζουμε. Υπάρχουν πολλές ακόμα που πρέπει να μάθουν ότι κάτι άλλαξε εδώ μέσα. Θα τις γνωρίσεις σιγά σιγά. Το κύκλωμα θα βασιστεί στην αμοιβαία εχεμύθεια. Η καθεμιά σας θα ξέρει για όλες τις άλλες. Έτσι καμιά σας δε θα μπορεί να κάνει αταξίες, αν κρίνω λάθος και εμπιστευτώ κάποια χωρίς να πρέπει» της είπε και ετοιμάστηκε να την αποχαιρετήσει.

Την ίδια στιγμή, ο Γιώργος έμπαινε στο χολ ψάχνοντας για την Ελβίρα.

«Εδώ είμαι, χαρά μου. Πιστεύεις ποτέ πως θα έφευγα χωρίς να σε χαιρετήσω;»

Η Ελβίρα τον πήρε στην αγκαλιά της –με τα τακούνια που φορούσε ο Γιώργος τής έφτανε στον λαιμό– έσκυψε και τον φίλησε παθιασμένα.

«Αυτό ως προκαταβολή για την επόμενη φορά, άντρα μου!» του είπε και ετοιμάστηκε να φύγει.

«Περίμενε, κουκλίτσα μου, σου έχω ένα δωράκι για τον δρόμο».

Ο Γιώργος άνοιξε μια σακούλα και έβγαλε από μέσα δύο περίεργα γυαλιστερά μπαλάκια, σε μέγεθος λίγο μικρότερο από μπαλάκι του πινγκ πονγκ. Από το κέντρο και των δύο περνούσε κάτι σαν σπάγκος που τα κρατούσε μαζί, αλλά ταυτόχρονα τα άφηνε να κινούνται ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Μέσα τους είχαν σπυριά σαν ρύζι και σε κάθε κίνησή τους δονούνταν.

«Τι είναι αυτά, μωρό μου;» ρώτησε η Ελβίρα με περιέργεια.

«Κατέβασε λίγο το παντελόνι σου, Ελβιράκι, και θα δεις» της απάντησε εκείνος και την περίμενε.

Η Ελβίρα σκασμένη από περιέργεια υπάκουε σ’ αυτό που της ζητούσε. Ο Γιώργος την πλησίασε και τη φίλησε στα χείλη. Η Ελβίρα αναστέναξε ηδονικά και τον κοίταξε γεμάτη έκπληξη, καθώς της έβαζε σιγά σιγά και τα δύο μπαλάκια μες στο υγρό ακόμη αιδοίο της αφήνοντας την άκρη από το σκοινάκι τους να κρέμεται σαν ταμπόν!

«Αυτά είναι δικά σου. Θα σε βοηθήσουν να μην ξενερώνεις στα μεσοδιαστήματα. Τώρα πήγαινε στον Πέτρο και κάνε του έρωτα όπως δεν του έχεις ξανακάνει ποτέ. Εσύ θα τον αλλάξεις. Τώρα που ξέρεις, είναι δικό σου θέμα!

»Πρέπει να μάθεις να είσαι μ’ αυτά χωρίς να το καταλαβαίνει κανείς. Δες το σαν άσκηση για το σπίτι» της απάντησε σοβαρά ο Γιώργος και με ένα πεταχτό φιλάκι την αποχαιρέτησε.

Δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό! σκέφτηκε η Ελβίρα καθώς ξεκίνησε να περπατάει.

Σε κάθε της βήμα το ρύζι κουνιόταν, δημιουργώντας δονήσεις μέσα της. Η Ελβίρα δάγκωσε τα χείλη της, το βάδισμά της ήταν περιοδικά ακανόνιστο λόγω του αισθήματος και η απόσταση μέχρι το αυτοκίνητό της της φάνηκε αιώνας.

«Θα τα καταφέρει, μωρό μου;» Η ερώτηση του Γιώργου έκανε τη Γιάννα να γελάσει.

«Φυσικά και θα τα καταφέρει. Τώρα ήταν το αρχικό σοκ, γι’ αυτό περπατούσε έτσι. Σε λίγο θα τα συνηθίσει και θα το χαίρεται. Πάμε επάνω; Μας περιμένει και η Κατερίνα ξέρεις» του απάντησε η Γιάννα και του εξήγησε γιατί είχε δεχτεί να κάνουν έρωτα στη μικρή βοηθό της.

«Πήγαινε εσύ και έρχομαι, Γιάννα μου. Κάνει πολύ ζέστη σήμερα, έχω τρελαθεί να κάνω μπάνια!» της απάντησε.

Η Γιάννα έκανε πως τον πίστεψε. Μέσα της ήταν βέβαιη πως ο Ξεχωριστός της κάτι είχε ήδη σκεφτεί να τους κάνει.