Παιχνίδια Εξουσίας (Κεφάλαιο 8)

«Πες μου ότι έχεις να πεις και σήκω και φύγε!» σταύρωσα το χέρια μου και του έριξα το πιο εχθρικό μου βλέμμα. Η Τζόναθαν ανασήκωσε το φρύδι του.
«Έτσι φέρεσαι στο αφεντικό σου;»
«Ώστε τώρα είσαι το αφεντικό μου; Μήπως θες να υποκλίνομαι στην μεγαλειότητα σου;» έκανα μια βαθιά υπόκλιση και τον αγριοκοίταξα για ακόμα μια φορά.  Ο Τζόναθαν με πλησίασε. Πήρε ένα από τα λουλούδια που είχε φέρει το οποίο έμοιαζε με καφέ μαργαρίτα και σήκωσε το χέρι του όταν ήταν αρκετά κοντά μου. Τοποθέτησε το λουλούδι μέσα στα μαλλιά μου και η γλυκιά μυρωδιά του πλημμύρισε τα ρουθούνια μου. Τα δάχτυλα του ταξίδεψαν στο λαιμό μου και εγώ έκανα ένα βήμα προς το μέρος του χωρίς να το συνειδητοποιήσω.
«Πως μπορεί να είμαι τόσο χαζός;» μουρμούρισε με τα γαλάζια του μάτια να κολλάνε στο στόμα μου. Ο αντίχειρας του χάιδεψε τα χείλη μου. Έμεινα σιωπηλή καθώς ο θυμός μου είχε αρχίσει να εξαφανίζεται. Έσκυψε προς το μέρος μου, η γλώσσα του άφησε ένα υγρό μονοπάτι στο λοβό του αυτιού μου.
«Μου έλειψες» ψιθύρισε. Περίμενα ότι θα με φίλαγε αλλά δεν το έκανε, ούτε απομακρύνθηκε όμως.  Το χέρι του συνέχισε να χαϊδεύει το λαιμό μου. Θυμήθηκα το κορμί του, το γυμνό κορμί του από πάνω μου και τότε σταμάτησα να σκέφτομαι οτιδήποτε άλλο. Σηκώθηκα στις μύτες των ποδιών μου και κόλλησα το στόμα του στο δικό του. Το πάθος που μοιραζόμασταν και οι δυο ξετυλίχθηκε όπως ένα κουβάρι μαλλί. Τον άρπαξα από τα μαλλιά και τον τράβηξα δυνατά, ο Τζόναθαν μούγκρισε και με σήκωσε. Πέσαμε πάνω σε ένα παλιό γραφείο. Τα χέρια του βρέθηκαν μέσα από το πουκάμισο μου, το φιλί του βάθυνε και εγώ παραδόθηκα. Παραδόθηκα χωρίς να με  νοιάζει τίποτα. Ένιωσα τους μυς του στομαχιού του καθώς πιεζόταν πάνω μου. Η κατάσταση μεταξύ μας ήταν ανεξέλεγκτη ή τουλάχιστον αυτό πίστευα πριν ο Τζόναθαν απομακρυνθεί.
«Πρέπει να έχουμε κάποιους κανόνες» είπε και πέρασε το χέρι του μέσα από τα μαλλιά του.  Σηκώθηκα από το γραφείο και ίσιωσα την πλάτη μου. Άνοιξα το στόμα μου αλλά δεν πρόλαβα να μιλήσω.
«Αρχικά, θα προγραμματίζουμε τις συναντήσεις μας από πριν και θα κρατάμε επαφή» με κοίταξε και εγώ δάγκωσα το κάτω χείλος μου. Ήταν το μοναδικό είδος συγνώμης που θα εισέπραττα από αυτόν τον άντρα. Σταύρωσα τα χέρια μου και έγειρα το κεφάλι μου.
«Πολύ καλά, ποιοι θα είναι οι άλλοι κανόνες;»
«Δεν θα έχουμε ερωτικές σχέσεις με άλλους» το είπε απότομα, μέσα από τα σφιγμένα του δόντια και κατάλαβα πως προσπαθούσε να συγκρατήσει το θυμό του.
«Δεν μπορείς να απαιτήσεις κάτι τέτοιο από εμένα, αν θυμάσαι καλά θα είμαι δικιά σου αν κερδίσεις το στοίχημα και αυτό δεν έχει συμβεί ακόμα» το σαγόνι του συσπάστηκε καθώς αναγνώριζε την αλήθεια των λόγων μου.

«Και εσύ δεν μπορείς να δεσμευτείς με κάποιον άλλον μέχρι να τελειώσει το στοίχημα. Αν κερδίσω θα μου ανήκεις. Μόνο σε εμένα και σε κανέναν άλλο και όλοι ξέρουν πως ο Μέισον σε θέλει για γυναίκα του.»
«Δεν έχω σκοπό να παντρευτώ μην ανησυχείς.» απάντησα λακωνικά.
«Δηλαδή δεν θα έχεις πρόβλημα αν πηγαίνω με άλλες;» ρώτησε, ανασηκώνοντας τα φρύδια του. Προσπάθησα να κρύψω την ενόχληση μου στην σκέψη. Όχι, δεν ήθελα να πηγαίνει με άλλες αλλά δεν μπορούσα να του δώσω αυτό που ήθελε. Θα του έδινε πολύ δύναμη πάνω στο άτομο μου.
«Μπορείς να πηγαίνεις με όποια θες» ανασήκωσα αδιάφορα τους ώμους μου. Το βλέμμα του σκοτείνιασε και με πλησίασε.
«Δεν σε πειράζει ότι θα τους βγάζω τα ρούχα, θα διατρέχω τα δάχτυλα μου στο κορμί τους;»  σήκωσε το χέρι του και το έσυρε από το λαιμό μέχρι το στέρνο μου.  Ξεκούμπωσε επιδέξια τα κουμπιά.
«Μμμμμ... μετάξι και σάρκα...» μουρμούρισε, το χέρι του ήταν ζεστό και μόλις ακούμπησε τη ρόγα μου σκλήρυνε αμέσως. Πήρα μια κοφτή ανάσα και ο Τζόναθαν συνέχισε ακάθεκτος. «Δεν σε πειράζει που θα μπαίνω μέσα τους, που θα φωνάζουν το όνομα καθώς έρχονται σε οργασμό;»
Ένιωσα να υγραίνω, όχι γιατί φανταζόμουν τον Τζόναθαν με τις άλλες γυναίκες αλλά γιατί φανταζόμουν τον Τζόναθαν μαζί μου. Όμως εκείνος με βασάνιζε και μπορεί ο θυμός να είχε παραμεριστεί αλλά δεν τον είχα ξεχάσει.
«Ναι, αυτό κάνουν συνήθως οι γυναίκες όταν έρχονται σε οργασμό. Το ίδιο έκανα και εγώ όταν με έφερε ο Μέισον σε οργασμό.»  Το χέρι του πάγωσε και σταμάτησε να με χαϊδεύει. Τα δάχτυλα του σφίχτηκαν σε γροθιά και κινήθηκε προς την πόρτα. Ένιωσα ένα de javu, με εκείνον να φεύγει. Προσπάθησα να μην νιώσω ενοχή για ότι είχα ξεστομίσει αλλά ήταν σχεδόν αδύνατο.
«Έλα αύριο από την έπαυλη.» έπιασε το πόμολο. «Φόρεσε κόκκινα» με άφησε μόνη στο δωμάτιο να αναρωτιέμαι τι θα γινόταν στην συνέχεια.



Τζόναθαν

Δεν είχα ξανά θυμώσει τόσο πολύ στην ζωή μου. Έπρεπε να φύγω  από το σπίτι της πριν έκανα κάτι που θα μετάνιωνα. Η ώρα είχε περάσει, οι δρόμοι ήταν σκοτεινοί και γεμάτοι με  λάκκους και ο οδηγός μου είχε αποφασίσει να πέσει σε όσους υπήρχαν.
«Άσε με εδώ Λέοναρντ» φώναξα μόλις αναγνώρισα το σπίτι. «Μην με περιμένεις» είπα μόλις βγήκα. Ο Λέοναρντ έκανε μια μικρή υπόκλιση με το κεφάλι του και τράβηξε τα γκέμια των αλόγων. Χτύπησα με δύναμη την πόρτα.  
«Τζον;» η γυναίκα μπροστά μου φόραγε έναν σκούρο μπλε φόρεμα. Το λαιμό της στόλιζαν μαργαριτάρια. Τα ξανθά μαλλιά της ήταν πιασμένα με χρυσές φουρκέτες.
«Είσαι μόνη σου;» κοίταξα μέσα από την πόρτα. «Την φοράς ακόμα;»
«Ναι Τζον, τι συμβαίνει;»
«Την φοράς ακόμα;» επέμεινα. Το βλέμμα της φωτίστηκε καθώς συνειδητοποίησε τι την ρώταγα. Έσκυψε και σήκωσε το φόρεμα της. Ψηλά, στο μηρό ήταν δεμένη μια χρυσή κορδέλα.  Την άρπαξα από την μέση και κόλλησα με βία το στόμα μου στο δικό της. Ανταποκρίθηκε αμέσως, η γλώσσα της πάλεψε με την δικιά μου. Έσκισα τα κορδόνια του κορσές της, την ένιωσα να ανασαίνει γρήγορα καθώς την κατεύθυνα στο τραπέζι.
«Γύρνα» διέταξα. Εκείνη υπάκουσε, ήταν συνηθισμένη σε αυτού του είδους την βία, αυτό της άρεσε άλλωστε. Σήκωσε το φόρεμα της και η θέα της χρυσής κορδέλας με ερέθισε ακόμα περισσότερο. Σήκωσε το χέρι μου και της χαστούκισα στον κώλο. Η Σάρα βόγκηξε.
«Σου αρέσει;» ρώτησα « Τι θες να σου κάνω;»
«Να με πάρεις από πίσω» είπε αμέσως. «Όπως μου αρέσει»
Κατέβασα το παντελόνι μου και το πέος μου ξεπρόβαλλε σε πλήρη στύση. Οι μικρές μπλε φλέβες πετάγονταν. «Ήσουν κακό κορίτσι;» την χτύπησα με δύναμη στο μηρό άλλη μια φορά. Εκείνη ακούμπησε το κεφάλι της στο τραπέζι και αναστέναξε από ηδονή.
«Ναι»
«Και τι κάνουμε στα κακά κορίτσια» την άρπαξα από τα ξανθά μαλλιά και την τράβηξα, το χέρι μου ζούλιξε το στήθος της. Την ένιωσα να τρέμει.
«Τα τιμωρούνε» ψιθύρισε. «Σε παρακαλώ πάρε με, δεν μπορώ άλλο» Μπήκα τόσο βίαια μέσα της που ούρλιαξε, την είδα όμως να χαμογελάει μετά και συνέχισα ακάθεκτος.

«Χτύπα με» παρακάλεσε η Σάρα. Κάθε φορά που έμπαινα βαθιά μέσα της το χέρι μου δημιουργούσε ένα κόκκινο αποτύπωμα στο κώλο και τους μηρούς της. Βογκούσε έχοντας κλειστά τα μάτια της. Όταν ένιωσα την κορύφωση να είναι κοντά αύξησα τον ρυθμό μου. Το τραπέζι κόντευε να αναποδογυρίσει από την ωμότητα της πράξης μας. Όταν τελειώσαμε μαζί η Σάρα κατέρρευσε στην ξύλινη επιφάνεια. Της φίλησα τον ώμο και την σήκωσα για να την πάω στο κρεβάτι της. Ο θυμός και όλη η ένταση είχαν εξανεμιστεί αφήνοντας πίσω της μια γαλήνια κούραση και ένωσα αίσθημα πληρότητας. Για πρώτη φορά ύστερα από εβδομάδες χαμογέλασε με την καρδιά μου. 

Αγγελίνα Παντελή