Η μάχη του έρωτα (Κεφάλαιο 12)

Φόρεσε τις πιτζάμες της και ξάπλωσε κουρασμένη. Ούτε που θυμόταν πόσα πιάτα είχε πλύνει, πόσες φορές σφουγγάρισε το πάτωμα και άλλες πόσες την έβαλαν να μαζέψει τα πεσμένα φύλλα από τον κήπο. Τα χέρια της είχαν πιαστεί και της πονούσε η μέση. Έβαλε τα ακουστικά της να ακούσει λίγη μουσική, μέχρι να την πάρει ο ύπνος.
Ο λαιμός της είχε ξεραθεί. Έψαξε στο δωμάτιο να βρει κανένα ξεχασμένο μπουκάλι με νερό. Αυτή η συνήθεια να μην παίρνει τα απαραίτητα πριν ξαπλώσει, μπορούσε να την τρελάνει. Σηκώθηκε βαριεστημένα και βγήκε να πάει προς την κουζίνα.
Άκουσε μερικά βήματα. Κράτησε την ανάσα της, τέτοια ώρα όλοι είχαν πάει για ύπνο. Μόνο οι φύλακες κυκλοφορούσαν στον κήπο αλλά δεν θα έμπαιναν ποτέ μέσα αν δεν είχαν λόγο να το κάνουν. Μια πόρτα έκλεισε με δύναμη. Φοβήθηκε και κράτησε την ανάσα της για δεύτερη φορά. Ένας δεύτερος κρότος ακούστηκε, αυτή την φορά έμοιαζε με πιστόλι. Έτρεξε χωρίς να το πολυσκεφτεί στον διάδρομο να δει τι συνέβη. Κάτι κακό είχε συμβεί.
Βρήκε τον Φίλιππο ξαπλωμένο στο δάπεδο να παίρνει με το ζόρι τις ανάσες του. Γονάτισε δίπλα του και ακούμπησε το κεφάλι του πάνω της. Τον είδε που προσπαθούσε να μιλήσει και ταυτόχρονα η έκφραση πόνου που είχε ενστερνιστεί.
«Ποιος; Γιατί;» ψέλλιζε ενώ προσπαθούσε να δει που είχε τραυματιστεί. Δεν φαινόταν πουθενά αίμα ή κάποιο τραύμα.
«Ο μπάστα...» δεν πρόφτασε να τελειώσει την φράση του και λιποθύμησε στα χέρια της.
Η Νεφέλη τσίριξε με όση δύναμη της είχε απομείνει. Έπρεπε να τους ξυπνήσει όλους. Έψαξε ψηλαφώντας με το χέρι της να βρει κάποια πληγή ή τέλος πάντων κάτι που να προδίδει τραυματισμό. Δεν μπορούσε να βρει τίποτα. Δεν υπήρχε πουθενά αίμα. Μόνο μια λεπτή τριχωτή βελόνα βρήκε στο δέρμα του.
«Τι έγινε και φωνάζεις στις τρεις το χαρα...» η Χριστίνα πανικόβλητη είχε τρέξει να δει τι συμβαίνει. Όταν είδε τον Ντίνο λιπόθυμο στο πάτωμα τα έχασε. «Τι έγινε; Μίλα μου, σε παρακαλώ!» του έδωσε μερικές χαλαρές φάπες στα μάγουλα, αλλά ο Ντίνος δεν αντίδρασε. «Νεφέλη τι έγινε;»
«Δεν ξέρω κυρία Ξένια. Νερό βγήκα να πάρω και άκουσα κάτι σαν πυροβολισμό. Δεν ξέρω», της έλεγε μέσα στα αναφιλητά της.
«Ένα ασθενοφόρο! Κάποιος να καλέσει ένα ασθενοφόρο!» άρχισε να ψάχνει το σώμα του.
«Δεν είναι τραυματισμένος», της είπε η Νεφέλη μέσα στον παραλογισμό της. «Έχει μόνο μια βελόνα στο δεξί του χέρι»

Η Χριστίνα έψαξε το χέρι του απ' άκρη σε άκρη. Βρήκε την βελόνα και έμεινε παγωμένη να κοιτάζει.

Βασιλική Κυργιαφίνη