Οι Ψιθυριστές (Κεφάλαιο 9)


ΜΠΡΟΟΥΝ

       Από το άνοιγμα της πόρτας παρατηρώ σιωπηλά την Βασάλτη, να στέκεται πάνω από μια γλάστρα μ’ ένα άρρωστο φυτό και να μουρμουρίζει. Το κολλητό τζιν και η στενή μπλούζα της με κάνουν να ξεροκαταπιώ και να δαγκώσω επίτηδες τη γλώσσα μου, για να μην επιτεθεί στον λευκό της λαιμό. Μου είχε λείψει το αίμα της, τα χάδια της, το σώμα της. Όμως είναι τόσο εύθραυστη, που αυτή η ιδέα μόνο αδύνατη μου φαίνεται.
«Τι κάνεις;» την ρωτάω μπαίνοντας τελικά στην κουζίνα σφίγγοντας τις γροθιές μου, για να συγκρατήσω την πείνα, που φουντώνει μέσα μου.
       Η Φύλακας της Γης πετάγεται τρομαγμένη στο άκουσμα της φωνής μου και κουνιέται νευρικά στη θέση της. Από τότε που μπήκε στη μέση η Ρέιβεν, δεν τα πηγαίνουμε καλά. Όσον αφορά τη σχέση μας δηλαδή. Η Βασάλτη έχει γίνει πολύ νευρική και ενοχλήθηκε, που ο Άσερ έδινε περισσότερο προσοχή στη Ρέιβεν απ’ ότι σε εκείνη. Όμως… δε θα περίμενα κάτι διαφορετικότερο από την παλιά μου ερωμένη. Θα μου έκανε πραγματικά εντύπωση, αν έμενε πιστή σε κάτι έτσι για αλλαγή.
       «Προσπαθώ να το θεραπεύσω. Αλλά μάλλον δεν τα καταφέρνω και πολύ καλά». Λέει με χαμηλωμένο βλέμμα. «Οι δυνάμεις μου συγκρίνονται με μικρού παιδιού».
Τα χέρια της τρέμουν από κούραση και προσπαθεί βιαστικά, να τα μπλέξει πίσω από την πλάτη της. Δεν της αρέσει αυτή η κατάσταση. Από μικρή έχει μάθει να παλεύει για τα όνειρά της. Και η ομάδα των Φυλάκων είναι ένα από αυτά. Όμως τώρα τη θεωρούμε κάτι παραπάνω από εύθραυστη και όχι άδικα. Ανέλαβε ένα νέο καθήκον και θα πρέπει να είναι υπεύθυνη. Ακόμα και αν χρειάζεται, να θυσιάσει όσα αγαπά.
       «Η Φλόγα φταίει;» την ρωτάω, αν και γνωρίζω την απάντηση.
       «Ναι, υποθέτω. Τρώει πολύ από την ενέργειά μου, με αποτέλεσμα να μου στερεί τις μαγικές μου ικανότητες». Σφίγγεται από θλίψη. «Πλέον δεν είμαι τίποτα περισσότερο από μια κοινή θνητή. Είμαι άχρηστη…»
       «Όχι, δεν είσαι. Είσαι η Φύλακας της Φλόγας! Ξέρεις, ότι αυτό και μόνο είναι πολύ μεγάλη τιμή για κάποιον». Αποκρίνομαι με ύφος παρηγορητικό. Όχι ότι έχω την διάθεση να την παρηγορήσω για κάτι, όμως δε θέλω να μου κλαίγεται από το πρωί ως το βράδυ για όσα της συμβαίνουν.
       «Με καταστρέφει. Έχει αρχίσει να με τρώει σιγά σιγά. Κι από τη στιγμή που δεν μου μιλάει, έχω την αίσθηση ότι δεν την νοιάζει». Παραδέχεται πικρά η Βασάλτη. «Η Ρέιβεν είναι το παν για εκείνη».
       Ανασηκώνω με το χέρι μου το πρόσωπό της και την κοιτάζω βαθιά στα μάτια. Έχουν χάσει την παλιά τους λάμψη και μοιάζουν θαμπά, λες και η ζωή δεν έχει τίποτα ενδιαφέρον πια.
«Κουράζεσαι περισσότερο, διότι δεν έχεις δίδυμη αδερφή. Άμα είχες, η ενέργεια που θα χρειαζόταν για να τραφεί η Φλόγα, θα συλλεγόταν και από τις δυο σας. Όμως τώρα έχει πέσει όλη πάνω σου». Χαμογελάω στραβά. «Όσο για το ότι δε σου μιλάει… απλά κάνε υπομονή. Η Ρέιβεν την φρόντιζε για δεκαεπτά χρόνια περίπου. Είναι λογικό να πενθεί για τον θάνατό της».
       «Άμα ακούσω κάτι ακόμα για την Ρέιβεν, σου υπόσχομαι ότι θα πυροβολήσω το κεφάλι μου». Φωνάζει εκνευρισμένη η Βασάλτη. «Η Ρέιβεν αυτό, η Ρέιβεν εκείνο, η Ρέιβεν το άλλο. Φτάνει πια. Κουράστηκα να ακούω πια για την Ρέιβεν, την Ρέιβεν και την Ρέιβεν».
       Βάζω τα γέλια και ακουμπάω το μέτωπό του στο δικό της.
«Ζηλεύεις, Βασάλτη;» δαγκώνω παιχνιδιάρικα τα χείλη μου και ψιθυρίζω ακόμη μία φορά το όνομα της Ρέιβεν στο αυτί της αργά και με σιγανή πρόστυχη φωνή.
     Η αντίδρασή της είναι βίαιη. Με χαστουκίζει δυνατά και με σπρώχνει.
«Όχι, δεν ζηλεύω. Όμως δεν μου αρέσει, να θεοποιούν κάποια που έμαθε μόλις δυο μήνες νωρίτερα για την Φλόγα, ενώ όλοι εμείς πολεμάμε χρόνια την Μοργκάνα και προστατεύουμε τους Κόσμους από τη δύναμή της. Είναι άδικο».
       Την κοιτάζω για λίγο ερευνητικά και καγχάζω. Νιώθω ακόμη το χέρι της στο μάγουλό μου. Η Ρέιβεν έχει βγάλει τη βασάλτη εκτός εαυτού. Δε συνηθιζόταν να παίρνει τη δεύτερη θέση. Είχε πάντα τον πρωταγωνιστικό ρόλο ανάμεσα στους Φύλακες. Ως τα μοναδικά κορίτσια εκείνη και η Φλάριον εμείς ως αγόρια, έχουμε καθήκον να τις προστατεύουμε και η Βασάλτη έκανε τα πάντα, για να έχει την προσοχή μας. Βέβαια, αν η Φλάριον ήθελε να την προσέξουν με τον τρόπο που θέλει η Βασάλτη, σίγουρα θα κέρδιζε, αλλά η Φλάριον δεν ενδιαφέρεται για τίποτα άλλο πέρα από τα καθήκοντα του Φύλακα. Είναι βαρετή μερικές φορές, όμως τι να γίνει; Νοιάζομαι για την αδερφή μου.
«Εγώ λέω ότι πρέπει να ηρεμήσεις λίγο και να χαλαρώσεις». Μουρμουρίζω σιγανά και σέρνω τα χέρια μου στη λεπτή της μέση τραβώντας την κοντά μου.
Νιώθω τα κόκαλά της, έτσι όπως έχουν κολλήσει τα σώματά μας. Τις τελευταίες μέρες έχω παρατηρήσει ασφαλώς το πόσο η Βασάλτη έχει αδυνατίσει, όλα διαγράφονται ανησυχητικά κάτω από το απαλό δέρμα της.
       «Σωστά. Για να μην πάθει τίποτα η Φλόγα». Σηκώνει ειρωνικά τα μάτια της στον ουρανό και προσπαθεί να ξεφύγει από τη λαβή μου, όμως είμαι πολύ δυνατότερος.
       «Το ξέρεις ότι μου έχεις λείψει;» ψιθυρίζω πάνω στον λαιμό της ρουφώντας άπληστα το άρωμα, που αναδύει η νεανική της σάρκα.
       Η Βασάλτη μορφάζει ενοχλημένη.
«Πριν ή αφού κοιμήθηκες με την πολυαγαπημένη Ρέιβεν;» ρωτάει κακόκεφα.
       Προσποιούμαι πως τα χάνω.
«Τι; Μα δεν κοιμήθηκα μαζί της. Ούτε που την άγγιξα». Απαντάω νευρικός. Όχι ότι είναι ψέματα. Την είχα μέσα στα χέρια μου και δεν της έκανα τίποτα. Για πρώτη φορά σεβάστηκα κορίτσι και είμαι έκπληκτος γι’ αυτό.
       «Αλήθεια; Τότε γιατί έχεις στο χέρι σου το σημάδι του Ιερού Φιλιού; Απ’ όσο ξέρω δεν εμφανίζεται, αν δεν έχει προηγηθεί κάτι πρώτα».
       «Α, αυτό! Δεν έγινε τίποτα. Μόνο ήπια λίγο από το αίμα της, διψούσα…».
       Η Βασάλτη με αγριοκοιτάζει.
       «Εντάξει…» παραδέχομαι ηττημένος. «Ίσως περισσότερες φορές απ’ όσο έπρεπε, αλλά έχεις τον λόγο μου, ότι δεν έγινε τίποτα μεταξύ μας». Ξύνω νευρικά το σύμβολο του Ιερού Φιλιού στο χέρι μου πριν το χώσω στην τσέπη του τζιν μου. «Δεν σημαίνει όμως κάτι. Η Ρέιβεν δεν ήταν για τα γούστα μου» συμπληρώνω πικρά. Αν δεν ήταν ο δεσμός του Ιερού Φιλιού στη μέση, δε θα ενδιαφερόταν ποτέ για μένα. Απαράδεκτο.
       «Τότε γιατί θα πας να τη βρεις; Μήπως αισθάνεσαι τύψεις για κάτι; Μήπως…»
       Θυμώνω. Έλεγχο μου κάνει, για το αν θα πάω να βρω ένα παλιό μέλος της ομάδας; Η Ρέιβεν δεν έμεινε πολύ μαζί μας, όμως έγινε μέρος μας.
«Δεν είναι δουλειά σου το τι κάνω και τι όχι. Άσχετα με τις διαφορές σας, εγώ θεωρώ σωστό να την πάρω από τα χέρια της Μοργκάνα. Ζωντανή, νεκρή, δεν έχει σημασία! Είναι θέμα τιμής και μόνο. Τιμής για κάθε Φύλακα. Επίσης, θέλω να ξεφορτωθώ το σημάδι του Ιερού Φιλιού. Για να υπάρχει ακόμα, σημαίνει ότι το άλλο μου μισό είναι ακόμα εκεί έξω και με χρειάζεται».
       Η Βασάλτη σταυρώνει τα μπράτσα στο στήθος της και στραβώνει το στόμα της κάνοντας μια γκριμάτσα δυσπιστίας. Την Ρέιβεν ποτέ της δεν την συμπάθησε. Και δεν επρόκειτο να αρχίσει να το κάνει τώρα.
«Τότε γιατί ο Άσερ δεν ενδιαφέρεται να σώσει την καλή του αδερφούλα; Αφού την αγαπάει τόσο… και ανακαλύψαμε ότι είναι ζωντανή, γιατί δεν πάει να την βρει. Γνωρίζεις, ότι δεν άλλαξε τη γνώμη του μετά τα όσα είδαμε; Την ξέγραψε τόσο γρήγορα και αυτό είναι περίεργο, δε νομίζεις;»
       «Πού να ξέρω, τι έχει μέσα στο μυαλό του αυτός ο βλάκας; Αν θέλει να πάει στο Ρασάτ, αντί να έρθει μαζί μας, είναι δικό του πρόβλημα. Κι αφού υπάρχει και το θέμα να μείνει κάποιος πίσω για σένα… ε δεν νομίζω να έχω βολευτεί περισσότερο στην ζωή μου!»
       «Είσαι ένας…» σφίγγει τα χείλη της έξαλλη, μην μπορώντας να βρει την πιο κατάλληλη λέξη για να με χαρακτηρίσει.
Με σπρώχνει, σκέφτομαι πως τώρα θέλει να με χτυπήσει τόσο πολύ, να με βρίσει. Ίσως τότε να ανακουφιστεί από την πικρή γεύση, που αφήνουν τα πειράγματά μου. Είναι αρκετά έξυπνη για να καταλάβει, πως το μόνο που με ενδιαφέρει είναι απλώς η δική μου καλοπέραση.
       «Κι εγώ σε αγαπώ, μωρό μου». Κάνω φιλώντας την ξαφνικά στα χείλη. «Πήγαινε όμως να ξαπλώσεις τώρα, εντάξει; Δεν είναι ανάγκη να κουράζεις τον εαυτό σου» της λέω βλέποντας  να με κοιτά ξέπνοη.
Η επίδραση που έχω πάνω στις γυναίκες, είναι τόσο ανεβαστική. Έπειτα χαχανίζω κοροϊδευτικά και κάνω να φύγω. Ακούω πίσω μου την κοπέλα, να ψελλίζει κάθε βρισιά, που θα μπορούσε να φανταστεί. Έχει τόσο πλάκα μερικές φορές, που την λατρεύω.

Ηλιάνα Κλεφτάκη