Πώς δημιουργούμε Μυστήριο & Σασπένς

Αρχικά να ξεκαθαρίσουμε πως πρόκειται για δύο ξεχωριστούς όρους, οι οποίοι απαιτούν και διαφορετική τεχνική για να αποτυπωθούν και να ενσωματωθούν σε μία ιστορία. Το μυστήριο σχετίζεται με ολόκληρη την πλοκή μας και συμβαίνει όταν καταφέρνουμε να δημιουργήσουμε ερωτήσεις σχετικά με την ιστορία μας. Τι θα γίνει παρακάτω; Τι κρύβεται πίσω από τις πράξεις του χαρακτήρα;

Το σασπένς από την άλλη πλευρά προκαλείται από την αβεβαιότητα. Όταν ξέρεις πως κάτι θα συμβεί, όμως δεν ξέρεις τι. Υποψιάζεσαι, κάνεις υποθέσεις και περιμένεις πώς και πώς να δεις τι από όλα όσα υπέθεσες θα πραγματοποιηθεί στην ιστορία που διαβάζεις. Το σασπένς έχει πιο εφήμερο χαρακτήρα, χρησιμοποιείται για πιο κοντινές σκηνές, ενώ το μυστήριο είναι χαρακτηριστικό που διέπει ολόκληρο το έργο.
Και τώρα που ξεκαθαρίσαμε κάπως τι σημαίνουν αυτοί οι δύο όροι, πάμε να δούμε τρόπους για να δημιουργήσουμε την έκαστη τεχνική.
Το μυστήριο επιτυγχάνεται, όταν ο αφηγητής παραλείπει εσκεμμένα πληροφορίες, προσέχοντας όμως να μη νιώσει ο αναγνώστης παραπλανημένος. Η επιτυχημένη παραπλάνηση έρχεται, όταν εστιάζεις την προσοχή των αναγνωστών σε κάτι άλλο, χωρίς να προδίδεσαι πως το κάνεις επίτηδες. Ακούγεται δύσκολο και είναι, όμως πρέπει να βρεις τη χρυσή τομή μεταξύ των δύο. Ένα κόλπο επιτυχίας είναι να δοθούν πληροφορίες σε ανύποπτο χρόνο, οι οποίες χτίζουν κάποια δεδομένα, τα οποία μπορεί μετά ο συγγραφέας να ανατρέψει. Για παράδειγμα, στη διαστημική όπερα Star Wars, μαθαίνουμε την παραπλανητική πληροφορία πως o πατέρας του Luke δολοφονήθηκε από τον Darth Vader, ενώ στο τέλος ανακαλύπτουμε πως είναι το ίδιο πρόσωπο. Δε μας ενοχλεί αυτή η ανακάλυψη, καθώς έχει δοθεί στην αρχή, την έχουμε σε όλη την ταινία σαν δεδομένο και, όταν ανατρέπεται, έρχεται και το plot twist. Σε δεύτερη σκέψη βέβαια, δεν είχαμε παραπλανηθεί καθόλου, καθώς όντως ο Darth Vader σκότωσε ό,τι υπήρχε από τον Anakin Skywalker μέσα του…
Ένας άλλος τρόπος για να δημιουργήσουμε μυστήριο, που χρησιμεύει περισσότερο και σε άλλα είδη πέραν της αστυνομικής λογοτεχνίας, είναι κρατώντας τον πρωταγωνιστή μας στο σκοτάδι. Ο αναγνώστης μαθαίνει μόνο όσα του διηγείται το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας, οπότε, αν αυτός δεν τα γνωρίζει, δε μένει παρά να τα ανακαλύψουν και οι δύο μαζί στη συνέχεια.
Το σασπένς από την άλλη, επιτυγχάνεται όταν δε δημιουργούμε ξεκάθαρες σκηνές, αλλά την πιθανότητά τους. Τι εννοώ; Σε ένα απλό παράδειγμα, έχουμε ένα ζευγάρι που τσακώνεται και χωρίζει. Ύστερα από αυτό η κοπέλα παίρνει τα κλειδιά του αυτοκινήτου και φεύγει, χτυπώντας την πόρτα πίσω της. Οι αναγνώστες, σε αυτό το σημείο, γνωρίζουν ότι κάτι θα συμβεί, όμως δε γνωρίζουν τι. Ανάλογα, λοιπόν, με το πόσο καλοστημένη είναι η σκηνή και ολόκληρη η ιστορία, μπορούμε να προκαλέσουμε δυνατά συναισθήματα άγχους στον αναγνώστη μας.
Σε ποιο σημείο βάζουμε σασπένς; Καλό είναι να υπάρχει διάσπαρτο σε δόσεις μέσα στο βιβλίο, όμως δεν πρέπει να το παρακάνουμε. Μέτρον άριστον, όπως έχει μαλλιάσει η γλώσσα μου (ή έχουν μουδιάσει τα δάχτυλά μου) να λέω και να γράφω. Ένα έξυπνο σημείο να τοποθετήσουμε το σασπένς μας είναι στο τέλος ενός κεφαλαίου ή μιας θεματικής ενότητας στο βιβλίο μας. Έτσι, αναγκάζουμε τον αναγνώστη να μην μπορεί να κρατηθεί και να γυρίσει και την επόμενη σελίδα, πράγμα που καθιστά την ιστορία μας ενδιαφέρουσα και τι πιο όμορφο από το να σου λένε οι αναγνώστες πως «δεν μπορούσαμε να το αφήσουμε από τα χέρια μας». Είναι η γνωστή τεχνική του cliff hanging και συναντάται επίσης και στο τέλος ενός βιβλίου, όταν αυτό πρόκειται να συνεχιστεί σε δεύτερο μέρος. Για να εντείνουμε το σασπένς της σκηνής, το επόμενο κεφάλαιο δε συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε το προηγούμενο. Ένα φλάσμπακ ή ένα time jump είναι κάποιες ιδέες που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε στο συγκεκριμένο σημείο.
Ένας πιο ιδιαίτερος τρόπος να εκμεταλλευτούμε την τεχνική του σασπένς είναι βάζοντάς το στην αρχή της ιστορίας μας, δίνοντας κάτι από το τέλος της, αφήνοντας τον αναγνώστη να κάνει υποθέσεις καθ’ όλη τη διάρκεια που τη διαβάζει. Δίνουμε σχεδόν το τέλος, χωρίς τον τρόπο με τον οποίο θα καταλήξουμε εκεί, όμως μένουμε πιστοί σε αυτό και δεν το αλλάζουμε. Για παράδειγμα, το Λυκόφως ξεκινά με τη φράση: «Δεν είχα σκεφτεί πολύ το πώς μπορούσα να πεθάνω, αλλά ακόμα και αν το είχα κάνει, δε θα το φανταζόμουν ποτέ έτσι». Αποτέλεσμα; Πρέπει να διαβάσουμε ολόκληρο το βιβλίο, για να καταλάβουμε τι θα συμβεί.
Ένα επιπλέον κλειδί για να επιτύχουμε στη δημιουργία του σασπένς είναι να δημιουργήσουμε έναν συμπαθή πρωταγωνιστικό χαρακτήρα στο βιβλίο μας, με τον οποίο οι αναγνώστες θα θέλουν να περάσουν τον χρόνο τους μαζί του. Έναν χαρακτήρα που θα μπορεί ο αναγνώστης να ταυτιστεί μαζί του. Δε χρειάζεται απαραίτητα να είναι η επιτομή της καλοσύνης, όμως θα πρέπει να αναγκάσουμε το κοινό μας να ανησυχεί καθ’ όλη τη διάρκεια για το τι θα του συμβεί.
Ένας τελευταίος και ύπουλος τρόπος είναι η χρήση του ρολογιού. Ένας χαρακτήρας έχει συγκεκριμένο χρόνο να πράξει κάτι, υπάρχει όντως αντίστροφη μέτρηση στο background, πράγμα που οδηγεί τους αναγνώστες να αγχώνονται μαζί του για το αν θα προλάβει.
Εν κατακλείδι, μη δίνετε τα πάντα στο πιάτο στο αναγνωστικό σας κοινό. Παίξτε μαζί τους, παραπλανήστε τους, δώστε τους στοιχεία και κάντε τους να νομίζουν πως έχουν βρει τη λύση του μυστηρίου και έπειτα κάντε τους έκπληξη με μία ανατροπή. Προσοχή, όμως, μην κάνετε πασιφανείς τις προθέσεις σας, γιατί μετά θα νευριάσουν και θα έχουν και δίκιο.



Αγγελίνα Παπαδημητρίου