Φοίνιξ (Κεφάλαιο 9)

Κυριακή 27 Αυγούστου 3:14

Η κοκκινομάλλα στριφογύριζε στο κρεβάτι της εδώ και πολλή ώρα, αδυνατώντας να κοιμηθεί. Η κουβέντα που είχε προηγουμένως με το Σμαραγδένιο Δράκο την είχε αποσυντονίσει τελείως. Και σαν να μην έφτανε αυτό, την εμφάνισή της είχε κάνει και η δύναμη του Φοίνικα. Τα γρανάζια του μυαλού της δούλευαν πυρετωδώς, με αποτέλεσμα οι σκέψεις της να μην την αφήνουν να βρει λίγη ησυχία και γαλήνη. Αποφάσισε πως δεν ήθελε να μείνει άλλο στο κρεβάτι και βγήκε από το δωμάτιο, με προορισμό εκείνο του Άγγελου. Η πόρτα ήταν ανοιχτή και ο νεαρός κοιμόταν βαθιά, ενώ είχε απλωθεί σε όλη την επιφάνεια του κρεβατιού σαν αστερίας. Το παράθυρο ήταν σε ανάκλιση και ο ίδιος ήταν σκεπασμένος μόνο στη μέση με ένα απλό σεντόνι. Με αθόρυβα βήματα προχώρησε προς το κρεβάτι και άρχισε να ταρακουνάει τον Άγγελο.

«Άγγελε, Άγγελε! Άγγελέ μου!»

Εκείνος μούγκρισε ως απάντηση και μισάνοιξε τα μάτια του.

«Τι έγινε;» είπε με βραχνή φωνή.

«Δε με παίρνει ο ύπνος»

«Και είπες να ξυπνήσεις κι εμάς;» ρώτησε ο νεαρός με τα καστανά μάτια, κερδίζοντας μία απαξιωτική ματιά.

«Να κοιμηθώ μαζί σου;» αποκρίθηκε η κοκκινομάλλα και ο Άγγελος τής έκανε χώρο στο κρεβάτι για να ξαπλώσει. Την έβαλε μέσα στην αγκαλιά του και τη σκέπασε με το σεντόνι.

«Θέλεις να μου πεις τι σε βασανίζει, πριγκίπισσα;»

«Η εμφάνιση του Φοίνικα» απάντησε η κοπέλα χωρίς περιστροφές. «Ποιος είναι ο σκοπός του μετά από έναν αιώνα απουσίας».

«Δεν ξέρω, αλλά θα μάθουμε αργά ή γρήγορα. Γι' αυτό σκέψου κάτι άλλο και προσπάθησε να κοιμηθείς» αποκρίθηκε ο Άγγελος και της χάιδεψε απαλά τα κόκκινα μαλλιά της.

«Ευχαριστώ και συγγνώμη που σε ξύπνησα. Θα προσπαθήσω να κοιμηθώ»

«Δεν πειράζει, Χλόη μου. Και τώρα κοιμήσου και τα συζητάμε αύριο αυτά» της ψιθύρισε γλυκά και της έδωσε ένα φιλί στο μέτωπο. Η Χλόη κούρνιασε πιο πολύ στην αγκαλιά του αγοριού της και τον έσφιξε πάνω της. Το κράτημά του τη χαλάρωνε και την έκανε να νιώθει προστατευμένη και ασφαλής.



Κυριακή 27 Αυγούστου, 9:33

«Τζέιμς, ξύπνα!» είπε ο Κρίστοφερ, έπιασε τον αδελφό του από τον ώμο και τον ταρακούνησε σε μια προσπάθεια να τον ξυπνήσει. «Τζέιμς! Σήκω! Έχουμε δουλειά να κάνουμε!».

«Τι θες, πρωί πρωί, ρε Κρις;» απάντησε ο νεαρός και έτριψε τα μάτια του. «Τζέιμς σήκω και Τζέιμς σήκω!»

«Μικρέ, μην ειρωνεύεσαι! Έχουμε πολλές και σημαντικές δουλειές να κάνουμε!» τον μάλωσε ο Κρίστοφερ και τράβηξε από πάνω του το σεντόνι. «Σήκω!»

«Ωχ! Αμάν πια! Σηκώνομαι!» παραπονέθηκε ο Τζέιμς και σηκώθηκε από το κρεβάτι. Πήγε να φορέσει τα ρούχα της προηγούμενης ημέρας, αλλά ο αδελφός του πρόλαβε και τον σταμάτησε.

«Σου έχω άλλα ρούχα, αυτά είναι βρόμικα και έχουν μερικά σκισίματα από χθες το βράδυ»

Του έτεινε ένα κοντομάνικο και ένα απλό τζιν και ο Τζέιμς τα πήρε και τον ευχαρίστησε. Αφού ντύθηκε κατευθύνθηκε προς την κουζίνα για να κατευνάσει το θηρίο που ονόμαζε στομάχι. Πήρε ένα μπολ και ένα κουτάλι, το γάλα από το ψυγείο, τα δημητριακά και άρχισε να τρώει. Δίπλα του, ο Κρίστοφερ τον παρατηρούσε σιωπηλά.

«Τηλεφώνησα στη μαμά και τον μπαμπά και τους είπα πως θα περάσουμε από εκεί μέχρι της δώδεκα» ανακοίνωσε ο νεαρός με τα πράσινα μάτια και ο μικρός του αδελφός απλά έγνεψε καταφατικά.

«Δεν τους είπες πως θα μετακομίσω εδώ, έτσι;»

«Όχι, αυτό είναι δική σου δουλειά»

«Ωραία»

Ο Κρίστοφερ ανακοίνωσε πως ο Άγγελος τούς είχε δανείσει το αυτοκίνητό του για να μεταφέρουν μερικά πράγματα εκείνη τη μέρα, μιας και ο ίδιος δεν το χρειαζόταν. Μπήκαν μέσα στο όχημα και έβαλαν την ψύξη στο τέρμα, παρόλο που η ώρα ήταν ακόμα δέκα παρά το πρωί. Ακόμα και στα τέλη του καλοκαιριού η ζέστη ήταν υπεραρκετή.

Η διαδρομή διήρκησε δεκαπέντε λεπτά, δεδομένου ότι ο Κρίστοφερ έτρεχε στην άσφαλτο, και όταν πάρκαραν έξω από το σπίτι, η ώρα ήταν δέκα και δέκα.
Δεν πρόλαβαν να χτυπήσουν το κουδούνι και η πόρτα άνοιξε, φανερώνοντας την κυρία Αλεξάνδρα. Τα μάτια της έλαμπαν και στο πρόσωπό της ήταν χαραγμένο ένα ζεστό χαμόγελο.

«Γεια σου, μαμά!» είπαν ταυτόχρονα τα δύο αδέλφια και η γυναίκα παραμέρισε για να περάσουν στο εσωτερικό του σπιτιού.

«Γεια σας, αγόρια μου!» αναφώνησε και φίλησε τον καθένα στο μάγουλο. Εκείνοι απλά χαμογέλασαν, δεν ήταν ικανοί να χαλάσουν τη στιγμή, όσο άβολα κι αν ένιωθαν. Στο κάτω κάτω, ήταν μητέρα τους!

«Περάστε στο σαλόνι! Μη στέκεστε στην πόρτα!»

Κάθισαν στο σαλόνι, όπου και τους περίμενε ο πατέρας τους. Τους χαμογέλασε εγκάρδια και τους χαιρέτησε. Έπινε τον πρωινό καφέ του παρέα με την εφημερίδα, μιας και βρισκόταν σε άδεια από τη δουλειά.

«Λοιπόν, πώς τα περάσατε στα γενέθλια του Τζέιμς;» τους ρώτησε. Τα δύο αγόρια αλληλοκοιτάχτηκαν πριν πάρει το λόγο ο Τζέιμς, χαμογελώντας αμήχανα και τρίβοντας το σβέρκο του.

«Πολύ ωραία! Και το μέρος φανταστικό!».

«Χαίρομαι» χαμογέλασε ο πατέρας τους ξανά στο άκουσμα της απάντησής του. Την ίδια στιγμή ήρθε στον χώρο κι η μητέρα τους, κρατώντας έναν δίσκο με μπισκότα και δύο ποτήρια χυμό.

«Πρωινό φάγατε;»

«Ναι» απάντησαν ταυτόχρονα ο Κρίστοφερ και ο Τζέιμς. Παρόλα αυτά πήραν και οι δύο από ένα ποτήρι χυμό. Γνώριζαν πως, αν δεν έπαιρναν, η μητέρα τους θα τους έβαζε με το ζόρι.

Αφού κουβέντιασαν λίγο περί ανέμων και υδάτων, ο Τζέιμς προτίμησε να μπει στο ψητό. Δεν άντεχε να το κρατάει άλλο μέσα του.

«Μαμά, μπαμπά, θα ήθελα να μετακομίσω στο διαμέρισμα του Κρις»

Οι γονείς του πετάρισαν τα βλέφαρά τους εμφανώς μπερδεμένοι και χαμένοι. «Ω, είναι δική σου απόφαση, παιδί μου, αν θα μείνεις εδώ ή με τον αδερφό σου» πήρε το λόγο η κυρία Αλεξάνδρα. Ένα ζεστό χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπό της, το οποίο μεταδόθηκε και στα πρόσωπα των παιδιών.

«Δεν περίμενα να είναι τόσο εύκολο!» σχολίασε ο Κρίστοφερ τηλεπαθητικά και ο μικρός του αδελφός μόνο που δεν πετάχτηκε μέχρι το ταβάνι από την τρομάρα του. Ναι, δεν τον είχε προειδοποιήσει για τη δική του δύναμη και τώρα προσπαθούσε να μη γελάσει.

«Ωραία, ναι, εννοώ, θα είμαι πιο κοντά στη σχολή και δε θα χρειάζεται να σας ξυπνάω κάθε φορά που θα γυρνάω αργά από κάποια έξοδο» πρόσθεσε, έκανε μία παύση και σηκώθηκε από τον καναπέ. «Αν μου επιτρέπετε, θα πάω να αρχίσω να μαζεύω τα πράγματά μου»

Ο Τζέιμς έκανε νόημα στον Κρίστοφερ να τον ακολουθήσει και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιό του. Έκλεισε την πόρτα πίσω τους και αγριοκοίταξε τον μεγάλο του αδελφό, ο οποίος είχε μία παιχνιδιάρικη λάμψη στα πράσινα μάτια του.

«Θεώρησες περιττό να με προειδοποιήσεις για τη δύναμή σου, έτσι;»

«Συγγνώμη, Τζέιμς, η δύναμη της συνήθειας» γέλασε ο Κρίστοφερ και κάθισε στο κρεβάτι. «Το κάνουμε συνέχεια με τον Άγγελο και τον Μαξ, οπότε παρασύρθηκα»

«Τουλάχιστον δε σε κάρφωσα στη μαμά και τον μπαμπά. Θα μας περνούσαν για τρελούς!» δήλωσε ο νεαρός και άρχισε να τοποθετεί τα ρούχα του στη βαλίτσα, η οποία μέχρι πρωτίστως βρισκόταν κρυμμένη κάτω από το κρεβάτι του. Ο αδελφός του σηκώθηκε από τη θέση του και άρχισε να τον βοηθάει στην τακτοποίηση.

«Πάω να ρωτήσω αν έχουν χάρτινες κούτες για τα υπόλοιπα αντικείμενα» ανακοίνωσε ο νεαρός με τα πράσινα μάτια και βγήκε από το δωμάτιο. Ο Τζέιμς γέμισε τη βαλίτσα και κάθισε πάνω της για να κλείσει. Στη συνέχεια, άρχισε να βγάζει τα βιβλία της σχολής του από τα ράφια και να τα τοποθετεί στην επιφάνεια του γραφείου του. Ο μεγάλος του αδελφός γύρισε στο δωμάτιο με δύο μαύρα καφάσια, γιατί όπως τον ενημέρωσε, δεν είχαν χάρτινες κούτες. Δεν παραπονέθηκε, μια χαρά τους έκαναν και αυτά.

«Καλύτερα να πάμε πρώτα αυτά στο αυτοκίνητο» δήλωσε ο Κρίστοφερ και πήρε τα γεμάτα, πλέον, καφάσια με βιβλία και γραφική ύλη. Ο Τζέιμς τον ακολούθησε σέρνοντας τη βαλίτσα πίσω του. Τοποθέτησαν τα καφάσια στο πορτ μπαγκάζ, ενώ τη βαλίτσα στα πίσω καθίσματα του αυτοκινήτου.

«Κάτι άλλο που θέλεις να πάρεις μαζί σου, Τζέιμς;»

«Αυτά προς το παρόν. Αν θυμηθώ πως θέλω κάτι άλλο, έρχομαι και το παίρνω» κούνησε αρνητικά το κεφάλι του εκείνος. Και τότε θυμήθηκε πως είχε ξεχάσει το πιο σημαντικό του απόκτημα: τις κιθάρες του. Άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου και μπήκε ξανά μέσα στο σπίτι, για να γυρίσει μερικά λεπτά αργότερα, κρατώντας στα χέρια του την κλασική του κιθάρα.

«Μόνο αυτή θα πάρεις;» τον ρώτησε ο Κρίστοφερ

«Σήμερα ναι. Μπορούμε να έρθουμε αύριο για την ακουστική, την ηλεκτρική και τον ενισχυτή;» έκανε ο Τζέιμς και ο αδελφός του γέλασε.

«Θα ρωτήσω τον Άγγελο αν μπορεί να μας δανείσει το αυτοκίνητο και αύριο, λοιπόν!»

Κυριακή 27 Αυγούστου, 10:46

«Είναι παράξενο που ο Φοίνικας επέλεξε να εμφανιστεί τώρα» δήλωσε προβληματισμένος ο Μαξ και ήπιε μία γουλιά από τον καφέ στην κούπα του - Τον είχε φωνάξει ο Άγγελος στο διαμέρισμά του, διακόπτοντας τον πολύτιμο ύπνο του. «Και ειδικά αφού επέλεξε για κάτοχο τον Τζέιμς»

«Εγώ προσωπικά δεν το βρίσκω και τόσο παράξενο, μιας και κατά τη διάρκεια της ζωής μου έχω συναντήσει άλλους τρεις κατόχους για τη δύναμη του Φοίνικα» σχολίασε ο Άγγελος.

«Τότε ίσως μπορέσεις να βοηθήσεις σε αυτό» έκανε η Χλόη. «Χθες το βράδυ, πριν σας φωνάξουμε με τον Κρις, ο Φοίνικας αποκάλεσε τον εαυτό του βασιλιά του κόσμου. Καμιά ιδέα πάνω στη σημασία της φράσης;»

Τα δύο αγόρια φάνηκαν να πέφτουν σε περισυλλογή.

«Βασιλιάς του κόσμου...» μονολόγησε ο νεαρός με τα γαλάζια μάτια. «Για να είμαι ειλικρινής δε μου έρχεται καμιά καλή δικαιολογία για αυτό»

«Άγγελε;»

«Δεν είμαι σίγουρος ακόμα. Μήπως να ρωτήσουμε τον Σμαραγδένιο Δράκο;»

Ο Μαξ συμφώνησε με την πρόταση κι έτσι η Χλόη είπε στον Άνορ να εμφανιστεί. Ο Σμαραγδένιος Δράκος προτίμησε να πάρει την ανθρώπινη μορφή του και στάθηκε μπροστά ακριβώς από τους δυο νεαρούς και την κοπέλα.

«Λοιπόν, Δράκε, τι πιστεύεις πως εννοούσε ο Φοίνικας όταν αυτοαποκαλέστηκε βασιλιάς;» ρώτησε η Χλόη, καθώς οι άλλοι δύο είχαν καταπιεί τις γλώσσες τους από το δέος για τον άντρα που έστεκε μπροστά τους.

«Ο Σαχίρ θέλει να δείξει ότι είναι ικανός αρχηγός, ή τουλάχιστον αυτό ήθελε»

«Σαχίρ...;» έκανε ερωτηματικά ο Μαξ.

«Το πραγματικό όνομα του Φοίνικα» απάντησε ο Άγγελος. «Το είχα ακούσει να το λένε...»



Έκοψε τη φράση του και κοίταξε πανικόβλητος τον Σμαραγδένιο Δράκο. Έπειτα, σηκώθηκε απότομα από τη θέση του, και η Χλόη τον μιμήθηκε.

«Δράκε, την προηγούμενη φορά που εμφανίστηκε ο Φοίνικας, έψαχνε ένα μενταγιόν και ένα φίλτρο»

Ήταν η σειρά του Άνορ να χάσει την αυτοκυριαρχία του και να δείξει κάποιο συναίσθημα. Από την άλλη, ο Μαξ με τη Χλόη αντάλλαζαν μπερδεμένες ματιές.

«Το μενταγιόν της καρδιάς και το φίλτρο της σκέψης» ψέλλισε ο Σμαραγδένιος Δράκος. «Συνεπώς αυτό σημαίνει ότι ο Σαχίρ έχει το βιβλίο της Ζωής»

«Το βιβλίο της Ζωής το έχω εγώ» είπε κι ένευσε αρνητικά ο Άγγελος.

«Συγγνώμη που διακόπτω, αλλά μπορείτε να μας διαφωτίσετε λίγο;» ρώτησε ο Μαξ και έδειξε τον εαυτό του και τη Χλόη.

«Μισό λεπτό» έκανε η κοπέλα. «Νομίζω πως κατάλαβα για ποιο πράγμα μιλάνε».

«Για πες και σε μένα»

«Για την ακρίβεια, θα πω εγώ» δήλωσε ο Σμαραγδένιος Δράκος. «Ο Σαχίρ, ή αλλιώς Φοίνικας, φιλοδοξεί να γίνει κυρίαρχος των πάντων, ακόμα και των θεών. Και αυτό μπορεί να το επιτύχει με τρία αντικείμενα: το μενταγιόν της Καρδιάς, το φίλτρο της Σκέψης και το βιβλίο της Ζωής».

«Άρα, αυτό σημαίνει πως θα χρησιμοποιήσει τον Τζέιμς για να γίνει το δικό του» συνειδητοποίησε η κοκκινομάλλα.

«Πρέπει να ειδοποιήσουμε τον Κρις!» έκανε σχεδόν πανικόβλητος ο Μαξ. Αν ο Φοίνικας είχε τέτοιες βλέψεις, τότε ο Τζέιμς ήταν χαμένος από χέρι.

«Μη βιάζεσαι» τον πρόλαβε ο Άγγελος. «Αν το πούμε τώρα στον Κρις, το πρώτο πράγμα που θα κάνει είναι να το πει στον Τζέιμς. Αλλά εμείς δε θέλουμε να μάθει ο Φοίνικας ότι ξέρουμε τα σχέδιά του»

«Η πιο σωστή κίνηση είναι να αρχίσουμε να προπονούμε τον Τζέιμς, ώστε να μάθει να ελέγχει τη δύναμή του, για να μην τον ελέγχει ο Σαχίρ» πρότεινε η Χλόη και ο Άνορ έγνεψε καταφατικά συμφωνώντας.

«Και ταυτόχρονα να τον έχουμε από κοντά» συμπλήρωσε ο νεαρός με τα καστανά μάτια.

«Ενώ εγώ με τον Κρίστοφερ θα προσπαθήσουμε να μαζέψουμε πληροφορίες για το σχέδιό του» συμπλήρωσε ο Μαξ.

«Ο Σαχίρ θα φροντίσει να κρατήσει τις πράξεις του κρυφές, οπότε κι εμείς θα πρέπει να καταβάλουμε τη διπλάσια προσπάθεια για να τον σταματήσουμε»

«Θα πρέπει να είμαστε υπερβολικά προσεκτικοί και απέναντι στον Τζέιμς» είπε η κοπέλα με τα πράσινα μάτια. «Ας μην ξεχνάμε πως ο Φοίνικας τον διάλεξε για κάτοχο και έχει τη δυνατότητα να δει και να ακούσει ό, τι και αυτός»

«Συνεπώς καλό θα ήταν να αποφευχθεί και η τηλεπαθητική επικοινωνία μαζί του» επηύξησε ο Μαξ κι άφησε την άδεια του κούπα πάνω στο τραπεζάκι μπροστά του. Ο Σμαραγδένιος Δράκος έγνεψε καταφατικά.

«Ναι, διότι έτσι ο Σαχίρ δε θα χάσει ευκαιρία να διαβάσει και τις δικές σας σκέψεις»

«Μαξ, μπορείς να προειδοποιήσεις τα υπόλοιπα Φαντάσματα για τον Φοίνικα;» έκανε ο Άγγελος. «Έχω την αίσθηση ότι το Μαύρο Ρόδο δεν είναι ασφαλές, με την επανεμφάνισή του»

Στο άκουσμα της φράσης, η Χλόη σφίχτηκε και η αναπνοή της έγινε ελαφρώς πιο γρήγορη. Δεν ήθελε να μπλέξει ξανά με εκείνο το ξίφος, αρκετά είχε περάσει εξαιτίας του.

«Πιστεύεις πως θα το αναζητήσει;» ρώτησε ο Μαξ κι ο Σμαραγδένιος Δράκος αποκρίθηκε αινιγματικά:

«Είναι μία πιθανότητα που δεν πρέπει να παραβλέψουμε…»

Ξανθίππη Γιωτοπούλου