Το μαύρο ρόδο (Κεφάλαιο 17)

Παρασκευή 23 Ιουνίου, 21:45
Ημέρα Τρίτη.
Ο επιθεωρητής Γκρέις έκανε υπερωρίες ακόμα ένα βράδυ Παρασκευής και αναλογίστηκε τις υπερωρίες του Σαββάτου και της Κυριακής. Ήταν σίγουρος πως δε θα πληρωνόταν για αυτές, αλλά δεν τον έπαιρνε να παραπονεθεί ξανά στο διοικητή της αστυνομίας σε τόσο μικρό διάστημα. Θα του έλεγε τα παράπονά του τον επόμενο μήνα και όσες φορές χρειαζόταν για να εισακουστούν και είχε σκοπό να πάρει και την επιθεωρήτρια Τζόουνς μαζί του για υποστήριξη.
Αναστέναξε και έστρεψε ξανά το βλέμμα του στη χαρτούρα που είχε μπροστά του. 


Ήταν η αναφορά που έπρεπε να συντάξει για τους επιθεωρητές στο τμήμα των καταγγελιών, καθώς μετά το βίντεο, το οποίο τους έδειξε με τη Φέλτερ να πυροβολεί τον Άγγελο, είχαν αποφασίσει να διεξάγουν μία εξονιχιστική έρευνα προς την αρχιφύλακα.
Κανονικά θα έπρεπε να την υποβιβάσουν ή ακόμα και να την διώξουν από το σώμα για μία τέτοια πράξη, αλλά τα άτομα στις καταγγελίες ήταν φίλοι της Φέλτερ κι έτσι η απόφαση θα καθυστερούσε. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η νεαρή αρχιφύλακας να τεθεί σε διαθεσιμότητα μέχρι νεωτέρας και να την παρακολουθούν είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο.
Ο Γκρέις μάζεψε τα χαρτιά και τα χτύπησε ελαφρά στην επιφάνεια του γραφείου του για να ευθυγραμμιστούν οι άκρες τους. Δεν είχε το κουράγιο για τίποτα παραπάνω εκείνη τη μέρα, ήταν ήδη αρκετά μεγάλη και με πολλές εξελίξεις και στο σπίτι τον περίμεναν πώς και πώς η γυναίκα του, η Λούσι και η θετή του κόρη, η Γαλήνη. Μπορούσε να συνεχίσει με την αναφορά νωρίς το επόμενο πρωί. Ούτως ή άλλως, οι επιθεωρητές των καταγγελιών δε δούλευαν τα σαββατοκύριακα, εκτός από κάποιες πολύ ιδιαίτερες περιπτώσεις.
Κάποιος χτύπησε έντονα την ξύλινη πόρτα του γραφείου του και ο επιθεωρητής απάντησε.
Την εμφάνισή της έκανε η αρχιφύλακας Ναόμι Μπρέιβ, με τα μαύρα της μαλλιά ανάκατα, το πρόσωπό της αναψοκοκκινισμένο σαν να είχε τρέξει μεγάλη απόσταση.
"Κύριε επιθεωρητή, μόλις έγινε ένα τροχαίο στη διασταύρωση των οδών Μουσούρη και Νίκης"
Ο Γκρέις την κοίταξε με μία φαινομενική απάθεια. "Έχουμε ήδη στα χέρια μας μία σοβαρή υπόθεση, δεν έχουμε τη δυνατότητα να ασχοληθούμε και με δεύτερη"
"Αυτό είναι το θέμα, κύριε. Το θύμα από το τροχαίο είναι η φίλη της Βαμβοπούλου, η Ζωή Κίρκου"
"Ευχαριστώ πολύ, Ναόμι που με ενημέρωσες, πρέπει να φύγω", απάντησε ο επιθεωρητής και τινάχτηκε από την καρέκλα του σαν να τον είχε χτυπήσει ηλεκτρικό ρεύμα. Πήρε το σακάκι του και βγήκε φορτσάτος από το αστυνομικό τμήμα, ενώ ταυτόχρονα τηλεφωνούσε στον Άγγελο.
***
Ο νεαρός βρισκόταν εδώ και αρκετή ώρα στο γραφείο του στρατηγού Νέργκααρντ, περιμένοντας την αξιολόγηση της αναφοράς του. Είχε βαρεθεί, καθώς δεν του επιτρεπόταν να το κουνήσει καθόλου από εκείνον τον χώρο. Τις πρώτες φορές αυτή η διαδικασία τον εκνεύριζε, αλλά με τον καιρό τη συνήθισε. Ήταν μία από τις ιδιοτροπίες του στρατηγού και κανείς δεν είχε τολμήσει να πει το οτιδήποτε.
Οπότε, όταν το κινητό του άρχισε να δονείται σαν τρελό μέσα στην τσέπη του παντελονιού του, ο Άγγελος γούρλωσε τα μάτια του από φόβο και από έκπληξη.
"Μπορείς να το σηκώσεις αν επιθυμείς, Αναγνώστου", δήλωσε ήρεμα ο στρατηγός, χωρίς να πάρει τα μάτια του από την αναφορά και ο νεαρός με ένα νεύμα βγήκε από το γραφείο.
Το βλέμμα του έπεσε πάνω στην οθόνη της συσκευής και πιο συγκεκριμένα στο όνομα, το οποίο ήταν γραμμένο σε αυτήν πάνω από τα κουμπιά της κλήσης.
"Κύριε επιθεωρητά"
"Άγγελε, πού βρίσκεσαι αυτή τη στιγμή;"
"Στη Στρατιωτική Ακαδημία, κύριε και πιο συγκεκριμένα στο γραφείο του στρατηγού Νέργκααρντ"
"Θέλω να έρθεις όσο πιο γρήγορα μπορείς στο νοσοκομείο", ήταν περισσότερο σαν παράκληση παρά σαν εντολή.
"Δε γνωρίζω πότε θα με αφήσει ο στρατηγός κύριε", δικαιολογήθηκε ο Άγγελος.
"Πες του ότι είναι επείγον!"
"Ελέγχει την αναφορά μου, δε θα με αφήσει ούτε κι αν του πω πως είναι το τέλος του κόσμου!"
"Τότε άσε εμένα να του μιλήσω! Ο χρόνος είναι πολύτιμος!", απάντησε σχεδόν οργισμένος ο επιθεωρητής και ο νεαρός έσπευσε να πάει το τηλέφωνο στον στρατηγό.
"Στρατηγέ μου, ο επιθεωρητής Γκρέις επιθυμεί να σας μιλήσει"
Ο Νέργκααρντ άφησε κάτω τα χαρτιά που κρατούσε και έκλεισε τη μεγάλη του παλάμη γύρω από το κινητό.
"Παρακαλώ;"
Παύση.
Και μετά: "Εντάξει, επιθεωρητή Γκρέις, θα τον έχεις", είπε και έστρεψε τα γαλανά σαν πάγο μάτια του προς τον Άγγελο.
Έκλεισε το τηλέφωνο και του το παρέδωσε. "Φύγε!"
Ο Άγγελος δεν μπορούσε να πιστέψει στα αυτιά του και απλά χαμογέλασε πριν υψώσει το χέρι του στο μέτωπο για να χαιρετήσει στρατιωτικά. "Μάλιστα, στρατηγέ μου!"
Αυτό που συνέβαινε ήταν αδύνατο να γίνει ακόμα και στα όνειρα! Ο στρατηγός Νέργκααρντ δεν άφηνε τίποτα να του χαλάσει τη συγκεκριμένη ιεροτελεστία, οπότε ήταν θαύμα που επέτρεψε στον Άγγελο να φύγει και να συναντήσει τον επιθεωρητή Γκρέις.
Ο επιθεωρητής Γκρέις!
Ο μοναδικός άνθρωπος που έδειχνε να τον συμπαθεί ο στρατηγός!
Ο Άγγελος είχε παρατηρήσει αρκετές ομοιότητες μεταξύ των αντρών, αλλά ταυτόχρονα ήταν τόσο διαφορετικοί.
Έκλεισε την πόρτα πίσω του και σχεδόν τρέχοντας, βγήκε από την Στρατιωτική Ακαδημία, σπρώχνοντας και πέφτοντας πάνω σε μερικούς που συνάντησε στους διαδρόμους.
Προχώρησε προς το πάρκινγκ, εκεί όπου είχε αφήσει το αυτοκίνητό του και κάθισε στο κάθισμα του οδηγού χωρίς να ανάψει τη μηχανή.
Στο πληκτρολόγιο του κινητού του σχημάτισε τον αριθμό του επιθεωρητή Γκρέις.
"Επιθεωρητής Γκρέις"
"Κύριε, ξεκινάω από την Ακαδημία, πού θα σας βρω;"
"Στην είσοδο του νοσοκομείου", απάντησε ο άντρας και τερμάτισε την κλήση, ενώ ο Άγγελος έβαλε μπροστά τη μηχανή του αυτοκινήτου και ξεκίνησε. Με έναν γρήγορο υπολογισμό, κατέληξε πως θα έφτανε στον προορισμό του το πολύ σε δώδεκα λεπτά, αν όχι δέκα.
***
Βρήκε μία θέση πάρκινγκ ένα τετράγωνο μακριά από την κεντρική είσοδο του νοσοκομείου. Τόσο τυχερός ήταν, καθώς τις περισσότερες φορές, όλες οι θέσεις ήταν πιασμένες σε σημείο που κάποιοι απλά διπλοπάρκαραν.
Κλείδωσε το αυτοκίνητο και έβαλε τα κλειδιά στην τσέπη του.
Ο νεαρός κατευθύνθηκε προς την είσοδο του λευκού κτιρίου και δεν άργησε να εντοπίσει τον επιθεωρητή Γκρέις.
"Άργησες", δήλωσε απλά και έσβησε το τσιγάρο, πατώντας το με τη σόλα του παπουτσιού του και φύσηξε τον καπνό προς το νυχτερινό ουρανό.
"Τι συνέβη, κύριε;"
Του έκανε νόημα να τον ακολουθήσει λίγο παραδίπλα. "Η Ζωή Κίρκου έπαθε τροχαίο ατύχημα", είπε χαμηλόφωνα, "η Χλόη δεν τον γνωρίζει ακόμα αυτό και είμαι σίγουρος πως αν το μάθει, ο νους της θα φτιάξει όλων των ειδών τα σενάρια, τα οποία μόνο καλά δε θα είναι"
"Και τι θέλετε από μένα; Να της ανακοινώσω το νέο;"
Ο Γκρέις έβγαλε ένα δεύτερο τσιγάρο και το κράτησε ανάμεσα στο δείκτη και τον μεσαίο του δεξιού του χεριού. "Ναι. Και θέλω να την έχεις από κοντά. Να μην την αφήσεις από τα μάτια σου, είναι πολύ απρόβλεπτη"
"Μάλιστα, επιθεωρητή", απάντησε ο Άγγελος με σοβαρότητα. Μία σιωπή μερικών δευτερολέπτων έπεσε, την οποία έσπασε ο νεαρός. "Μπορώ να μάθω τις λεπτομέρειες του ατυχήματος;"
Και ο Τόνι Γκρέις του τις είπε.
***
Σάββατο 24 Ιουνίου, 1:20
Ημέρα τέταρτη.
"Δεν είχε λευκή ζάχαρη και γι'αυτό σου έφερα μαύρη", δικαιολογήθηκε ο Άγγελος.
"Δεν πειράζει", απάντησε η κοπέλα και ανακάτεψε τον καφέ της για να διαλυθεί η ζάχαρη. "Χρωστάς μία εξήγηση"
"Όντως, χρωστάω", ήπιε μία γουλιά από το ποτήρι του και συνέχισε. "Το ατύχημα έγινε στις εννιά και μισή, στη διασταύρωση των οδών Μουσούρη και Νίκης. Ο επιθεωρητής Γκρέις πήρε κατάθεση από τη Ζωή, οπότε σε συνδυασμό και με την έρευνα από την ομάδα της Σήμανσης, μπορούμε να έχουμε μία πιο καθαρή εικόνα για το τι συνέβη"
Παύση.
Και μετά: "Τα φρένα ήταν πειραγμένα, στην άσφαλτο υπήρχαν λάδια και από το αντίθετο ρεύμα κάποιος προσπάθησε να την τρακάρει και εν τέλει το κατάφερε"
"Και αυτός που την τράκαρε, πού είναι τώρα;", ρώτησε η Χλόη και η έκφρασή της συννέφιασε. Όλο αυτό ήταν στημένο για να περάσει ένα μήνυμα στην κοκκινομάλλα.
"Έφυγε πριν φτάσει η τροχαία στον τόπο του ατυχήματος", απάντησε ο Άγγελος και πρόσεξε πως οι αρθρώσεις των δαχτύλων της κοπέλας είχαν ασπρίσει τόσο, που δεν ξεχώριζαν από το χρώμα του ποτηριού.
"Μάλιστα..."
Η Χλόη ήπιε μία γουλιά από τον καφέ της, όσο το μυαλό της δούλευε πυρρετωδώς. Ήταν σχεδόν σίγουρη πως το ατύχημα είχε ενορχηστρωθεί από την οργάνωση του Μαύρου Ρόδου, γεμίζοντάς την με περισσότερη οργή, απέχθεια και μίσος προς εκείνη. Δε φτάνει που της είχαν στερήσει την οικογένεια, τα παιδικά της χρόνια και την καλύτερή της φίλη, τώρα έρχονταν να της διαταράξουν και την ήσυχη ζωή την οποία είχε επιλέξει! Αν ήταν δυνατόν!
Και τότε το αίσθημα της εκδίκησης, το οποίο είχε θαφτεί εδώ και καιρό, ήρθε ξανά στην επιφάνεια. Θα τους διέλυε. Δε θα άφηνε τίποτα όρθιο στην οργάνωση και θα σφράγιζε και το Μαύρο Ρόδο.
"Χλόη, σε παρακαλώ, μην πας να κάνεις καμιά βλακεία! Αυτά σ'τα είπα για να έχεις μία εικόνα του τι έγινε!", έκανε ανήσυχος ο νεαρός με τα καστανά μάτια, σαν να διάβασε τις σκέψεις της και την έπιασε από τον ώμο. "Γνωρίζω πως είσαι ταραγμένη, αλλά μην αφήσεις να σε κυριεύσει η οργή! Είσαι καλύτερη από αυτούς!"
Εκείνη άρχισε να κουνάει το κεφάλι της αρνητικά. Πόσο λάθος έκανε ο Άγγελος! Φυσικά και ήταν ίδια με αυτούς, αφού αυτοί την ανέθρεψαν! "Μου φαίνεται πως ξεχνάς ότι μεγάλωσα στην οργάνωση. Σκέφτομαι και δρω όπως όλα της τα μέλη. Και ειλικρινά, θα μου το πληρώσουν αυτό που έκαναν στη Ζωή!"
"Ποιοι θα πληρώσουν; Τι λες Χλόη; Ένα απλό ατύχημα ήταν", ακούστηκε η βραχνή φωνή της Ζωής από το κρεβάτι και η κοκκινομάλλα πετάχτηκε όρθια και σε χρόνο μηδέν βρισκόταν από πάνω της.
"Μιλάμε πολύ δυνατά; Θες να κοιμηθείς; Πώς αισθάνεσαι;", τη βομβάρδισε με ερωτήσεις.
"Μία μία οι ερωτήσεις, σε παρακαλώ!"
"Σε ξυπνήσαμε;"
Η κοπέλα έγνεψε αρνητικά. "Επόμενη ερώτηση"
"Θες να κοιμηθείς;"
"Όχι. Επόμενη ερώτηση", είπε η Ζωή με ένα χαμόγελο.
"Πώς αισθάνεσαι;"
"Εντάξει, έχω δει και καλύτερες μέρες. Τώρα πες μου για τι μιλούσες πριν"
Η κοπέλα έκανε να απαντήσει, αλλά την πρόλαβε ο Άγγελος. "Της έλεγα λεπτομέρειες για το ατύχημα, αλλιώς δε θα με άφηνε σε χλωρό κλαρί"
"Κι εσύ είσαι ο;", ρώτησε η κοπέλα με τα γαλανά μάτια και με το βλέμμα της επεξεργάστηκε το νεαρό από την κορυφή ως τα νύχια. Τα καστανά του μαλλιά ήταν επιμελώς ατημέλητα, τα καστανά του μάτια εξέπεμπαν μία θέρμη και στα λεπτά χαρακτηριστικά του προσώπου του ταίριαζε απόλυτα αυτό το παιχνιδιάρικο χαμόγελο. Ήταν ψηλός, γεροδεμένος και φορούσε ένα απλό μαύρο κοντομάνικο μπλουζάκι, μαύρο παντελόνι, αρβύλες και μαύρα δερμάτινα γάντια. Η ασημένια ταυτότητα που κρεμόταν γύρω από το λαιμό του, συμπλήρωνε το πακέτο.
"Ονομάζομαι Άγγελος Αναγνώστου, είμαι δεκαεννέα ετών και φοιτώ στην Στρατιωτική Ακαδημία"
Η Ζωή στράφηκε προς τη Χλόη. "Πού τον βρήκες;"
"Εγώ; Αυτός! Βλέπεις, έχει αναλάβει να με προσέχει και μου έχει γίνει στενός κορσές"
"Αν δεν ήμουν εγώ, να σου θυμήσω πως ο Ρίκι θα σε είχε βρει", σχολίασε ο Άγγελος και πέρασε το μπράτσο του γύρω από τους ώμους της κοπέλας. "Άσε που δεν αντέχεις μακριά μου"
Η κοπέλα με τα κοντά καστανά μαλλιά χαμογέλασε, αλλά αυτό το χαμόγελο σβήστηκε από τα χείλη της, όταν θυμήθηκε σε τι κατάσταση βρισκόταν η κοκκινομάλλα φίλης της. "Ποιος είναι ο Ρίκι και τι σχέση έχει με την Στρατιωτική Ακαδημία και την υπόθεση που είσαι βασική ύποπτος, Χλόη;"
Εκείνη αναστέναξε και κοίταξε με νόημα το νεαρό. "Θα της τα πω όλα, δικαιούται να γνωρίζει"
Ο Άγγελος έγνεψε καταφατικά, συμφωνώντας με την απόφαση της κοπέλας και η έκφραση του προσώπου του σοβάρεψε. "Θα είμαι ακριβώς έξω από την πόρτα"
"Λοιπόν, από πού να ξεκινήσω;", έκανε η Χλόη αφού ο νεαρός έφυγε από το δωμάτιο.
"Από την αρχή για να μην μπερδευτώ, καλύτερα"
"Ωραία", άρχισε, "γνωρίζεις πως δεν έχω γονείς και πως έμενα σε ορφανοτροφείο μαζί με τη μικρή κου αδερφή μέχρι τα δεκαεφτά μου, ώσπου και αποκτήσαμε αναδόχους γονείς"
Η Ζωή έγνεψε καταφατικά και έκανε νόημα στη φίλη της να συνεχίσει.
"Σχεδόν όλα είναι ψέμματα"
"Ορίστε;"
"Έχω γονείς, οι οποίοι μένουν αυτή τη στιγμή στην Αμερική. Απλά εμένα και τη Γαλήνη μας νομίζουν για νεκρές και αυτό συνέβη, καθώς όταν εγώ ήμουν πέντε ετών και η αδερφή μου δύο, η οργάνωση με το όνομα Μαύρο Ρόδο μας πήρε μακριά τους. Μεγάλωσα στις εγκαταστάσεις της οργάνωσης και μαζί με τη Γαλήνη ανακαλύψαμε ότι έχουμε δυνάμεις. Εκπαιδευτήκαμε, εγώ στην τέχνη του πολέμου και η αδερφή μου στην τέχνη της θεραπείας", έκανε μία παύση και πήρε μία βαθιά ανάσα, αποφεύγοντας να κοιτάξει στα μάτια την κολλητή της.
"Όσο μεγάλωνα, τα κύρια στελέχη της οργάνωσης έβλεπαν πως είχα τη δυνατότητα να ανελιχθώ πολύ ψηλά. Σύμφωνα με αυτούς τα είχα όλα. Με τοποθέτησαν στην καλύτερη ομάδα και όταν έκλεισα τα δεκατέσσερα με όρισαν αρχηγό της. Μέχρι τη στιγμή που με έβαλαν να σκοτώσω και δεν μπόρεσα. Τότε γνώρισα την Ισμήνη"
Η φωνή της έτρεμε και είχε γραπώσει γερά το κάγκελο του κρεβατιού.
***
Πέντε χρόνια πριν στο Μαύρο Ρόδο.
Αυτό ήταν, η συγκάτοικος της Χλόης δεν υπήρχε πια και εκείνη δεν ένιωθε θλίψη ή λύπη. Βασικά δεν ένιωθε τίποτα.
Κάθισε στο άδειο, πλέον, κρεβάτι του κοριτσιού και χάιδεψε με την παλάμη της την κουβέρτα. Άραγε, τι τέλος περίμενε την ίδια;
Θα έπεφτε σε μάχη και νέα ή μεγάλη σε ηλικία και ήρεμα περιτριγυριζόμενη από οικογένεια και φίλους;
Από τις σκέψεις της, την έβγαλε ένα χτύπημα στην πόρτα κι έτσι σηκώθηκε να ανοίξει. Βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με ένα κορίτσι περίπου στο ύψος της, αδύνατο, με μακριά καστανά μαλλιά που έφταναν ως το τέλος της πλάτης της, μεγάλα εκφραστικά καστανά μάτια και φακίδες στο πρόσωπο. Στα χέρια της κρατούσε μία βαλίτσα, η οποία έδειχνε παραγεμισμένη και έτοιμη να ανοίξει από στιγμή σε στιγμή.
"Γειαα! Είμαι η Ισμήνη, χάρηκα", είπε το κορίτσι και έτεινε το χέρι της προς τη Χλόη, η οποία το πήρε. "Είμαι η νέα σου συγκάτοικος, μπορώ να περάσω;"
Η κοκκινομάλλα έγνεψε καταφατικά και έκανε στην άκρη για να περάσει στο δωμάτιο η Ισμήνη.

Ξανθίππη Γιωτοπούλου