Κάθε ιστορία έχει μια αρχή...
Γνωρίστηκαν στο πανεπιστήμιο, ως συγκάτοικοι. Δύο από τα πιο λαμπρά μυαλά που αποφοίτησαν ποτέ από τη Σχολή Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ.
Συναντήθηκαν και πάλι, ως αντίπαλοι, στο Κουάντικο της Βιρτζίνια. Ο Ρόμπερτ Χάντερ ήταν πια ο επικεφαλής της Μονάδας Υπερβίαιων Εγκλημάτων της Αστυνομίας του Λος Άντζελες. Ο Λούσιεν Φόλτερ ο πιο αιματοβαμμένος και επικίνδυνος σίριαλ κίλερ που είχε αντιμετωπίσει ποτέ το FBI.
Τώρα, μετά από τριάμισι χρόνια στην απομόνωση, ο Λούσιεν κατάφερε να δραπετεύσει. Και είναι οργισμένος.
Το μόνο που σκεφτόταν όλα αυτά τα χρόνια ήταν η εκδίκηση. Αυτός που ευθυνόταν για τη φυλάκισή του πρέπει να πληρώσει, πρέπει να υποφέρει. Αυτός... είναι ο Ρόμπερτ Χάντερ.
Και τώρα έφτασε επιτέλους για τον Λούσιεν η στιγμή να βάλει σε εφαρμογή το σχέδιό του.
Γιατί κάθε ιστορία πρέπει να φτάνει σ' ένα τέλος...
Η δέκατη υπόθεση του ντετέκτιβ Ρόμπερτ Χάντερ είναι μια κατάβαση στην κόλαση του μυαλού του πιο Διαβολικού σίριαλ κίλερ που εμπνεύστηκε ο #1 συγγραφέας αστυνομικών θρίλερ Κρις Κάρτερ.
Moonlight Tales
Συνάντηση με τον Κρις Κάρτερ
Έκπτωτοι Δαίμονες (Κεφάλαιο 41)
Η Αρετή γυρνούσε σαν χαμένη μόνη της μέσα στην πόλη χωρίς να μπορεί να ελπίζει σε καμία σωτηρία. Κυλίστηκε στο πάρκο υποφέροντας από φρικτούς βουβούς πόνους σε όλο της το σώμα. Δεν μπορούσε να γυρίσει πίσω στον Γιάννη με άδεια χέρια, ήταν σε κατάσταση αμόκ και κινδύνευε. Ούτε στο σπίτι της δεν τολμούσε να πάει καθώς θεωρούσε πλέον τον Τάσο ικανό για όλα μετά από αυτό το συμβάν στο ξενοδοχείο.
Ήθελε να πεθάνει μα δεν είχε το κουράγιο να το κάνει. Προσπάθησε να κλάψει μα η λευκή σκόνη είχε στεγνώσει τα δάκρυα της. Απέμεινε για ώρες ξαπλωμένη πίσω από κάποιους θάμνους στο πάρκο, αγνοώντας ακόμα και αυτούς τους ερεθισμένους εφήβους που έκαναν ξεδιάντροπα έρωτα δίπλα της.
Το πρώτο φως της μέρας δεν μπόρεσε να διαλύσει την αγωνιώδη αίσθηση που είχε κάνει κατάληψη στο κορμί της. Τα χέρια και τα πόδια της ήταν δύσκαμπτα, τα χείλη μελανιασμένα και οι σάρκα της πονούσε αφόρητα όπου και αν την ακουμπούσαν. Φλόγες θέριευαν μέσα της, έγλειφαν την ψυχή της και έλιωνε σαν ζωντανή νεκρή. Ήταν στιγμές που σκέφτηκε να γυρίσει στο ξενοδοχείο και να υποκύψει στις όποιες ορέξεις του αδερφού της προκειμένου να εξασφαλίσει την μαγική δόση για να θρέψει την άσβεστη εκείνη δίψα.
Αόρατο Πρόσωπο (Επίλογος)
Ο Φιλίπ, δεν είναι μονάχα ένα φανταστικό πρόσωπο. Υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι, σαν τον Φιλίπ, που μειονεκτούν εμφανισιακά και γίνονται συχνά στόχος κακόβουλων σχολίων. Η ψυχολογική κακοποίηση, δεν γνωρίζει φύλο, μήτε ηλικία και μπορεί να αφορά τόσο την εξωτερική εμφάνιση, όσο και τις σεξουαλικές προτιμήσεις, ή οτιδήποτε άλλο καθιστά έναν άνθρωπο στα μάτια των υπόλοιπων, ΄΄διαφορετικό΄΄. Τι το κακό όμως υπάρχει στην διαφορετικότητα; Γιατί να μην εναρμονιστούμε μαζί της αγκαλιάζοντάς την; Εξάλλου, αυτή η διαφορετικότητα είναι που προσδίδει στην ζωή μας νοστιμιά. Θα ήταν βαρετό αν όλοι μοιάζαμε, αν είχαμε τα ίδια κιλά, τον ίδιο σωματότυπο, ντυνόμασταν το ίδιο, ή είχαμε τις ίδιες προτιμήσεις.
Ας μην απορρίπτουμε και ας μην γυρνάμε λοιπόν την πλάτη μας, σε έναν αντίστοιχο Φιλίπ που μπορεί να χρειάζεται την προσωπική μας στήριξη. Ας σκεφτούμε, πώς θα αισθανόμασταν εμείς, κάθε φορά που οι άνθρωποι θα μας απέρριπταν. Κάθε φορά που θα αποζητούσαμε ένα χαμόγελο και μία αγκαλιά κατανόησης και στήριξης και αντί αυτού θα εισπράτταμε μια πλάτη γυρισμένη. Όχι, δεν θα γίνουμε εμείς αυτή η πλάτη. Δεν θα θρέψουμε το τέρας της θλίψης και της οργής σε καμία ανθρώπινη ψυχή. Το βιβλίο αυτό γράφτηκε, σαν ύμνος στην διαφορετικότητα, την οποία η αγάπη και η αποδοχή, μπορούν να την αγκαλιάσουν τέλεια. Προσφέρετε λοιπόν άφθονη αγάπη, προς τον πλησίον σας που το έχει ανάγκη. Μπορεί να είναι μελαμψός, μπορεί να μιλά άλλη γλώσσα, να μην μπορεί να σας δει, ή να μην έχει άκρα να σας κρατήσει.
Αόρατο Πρόσωπο (Κεφάλαιο 10 - Μέρος 3) - Δικαίωση
Μπαίνοντας στο σπίτι άνοιξε όλα τα παράθυρα, αφήνοντας τις χειμωνιάτικες μυρωδιές και την δροσιά να εισέλθουν. Τακτοποίησε τα πάντα και όταν μπήκε στην κρεβατοκάμαρα, είδε μερικά από τα ρούχα του Πιέρ. Άμεσα τα έβγαλε όλα τακτοποιώντας τα σε μία κούτα. Αν δεν έβρισκε τον ίδιο, θα τα άφηνε στην εκκλησία για εκείνους που είχαν ανάγκη. Έχοντας τελειώσει με όλες τις δουλειές, έβαλε στο φούρνο ένα κοτόπουλο με λίγες πατάτες. Δυσκολευόταν να φάει, καμία όρεξη δεν είχε όμως ακολούθησε μηχανικά τη διαδικασία του μαγειρέματος. Το σπίτι μύρισε και πάλι όμορφα, όταν άκουσε μία φωνή.
«Σ'αγαπώ» ήχησε σε όλο το σπίτι και η σκιερή φιγούρα την αγκάλιασε από πίσω. Εκείνη γύρισε και αντίκρυσε έναν Φιλίπ κομματιασμένο.
«Ανησύχησα» του είπε.
«Μην ανησυχείς για εμένα. Είμαι ένα αγρίμι που έχει μάθει να περιφέρεται παραδομένο στην μοναξιά. Έχασα και το τελευταίο μέλος της οικογένειάς μου, όμως έστω και έτσι κέρδισα την αγάπη του. Μου άφησε μία πολύτιμη κληρονομιά που θα την κουβαλώ μέσα μου για πάντα» της είπε και δάκρυα αυλάκωσαν τα μάγουλά του.
Το Φιλί - Εύη Φρυγανά
Το Φιλί
Εύη Φρυγανά
Λίγα λόγια για το βιβλίο:
Σε έναν κόσμο κλεφτών, το μοναδικό αδίκημα είναι να σε πιάσουν.
Δέκα χρόνια πριν…
Η Οκτόμπερ ψάχνει τρόπο να φτιάξει το μέλλον της και να απομακρυνθεί από ένα επικίνδυνο και εχθρικό οικογενειακό περιβάλλον. Ένας κλέφτης προτείνει να της μάθει όσα ξέρει. Εκείνη δέχεται, πιστεύοντας ότι τα προβλήματά της έχουν τελειώσει.
Κάνει λάθος.
Η ζωή του κλέφτη δημιουργεί νέους κινδύνους και εμφανίζει καινούριους εχθρούς, που απειλούν την ύπαρξή της, αν δεν εξαφανιστεί για πάντα.
Θα το έκανε, αν είχε πού να πάει. Ή αν δεν υπήρχε εκείνος.
Δέκα χρόνια μετά…
Έχοντας παραμείνει για καιρό κρυμμένη στις σκιές, η Οκτόμπερ καταφέρνει να επιστρέψει στη Νέα Υόρκη. Με ένα νέο όνομα, μια καινούρια ζωή και τη φήμη της επαγγελματικής της επιτυχίας να την ακολουθούν, πιστεύει ότι θα είναι πια ασφαλής.
Κάνει λάθος.
Μαθαίνει ότι ο άντρας που κάποτε αγάπησε έχει δολοφονηθεί. Και, παρότι ξέρει ότι είναι
παγίδα, δεν έχει άλλη επιλογή από το να εκδικηθεί τον θάνατό του.
Και ας πεθάνει και η ίδια.
Δέκα χρόνια πριν…
Η Οκτόμπερ ψάχνει τρόπο να φτιάξει το μέλλον της και να απομακρυνθεί από ένα επικίνδυνο και εχθρικό οικογενειακό περιβάλλον. Ένας κλέφτης προτείνει να της μάθει όσα ξέρει. Εκείνη δέχεται, πιστεύοντας ότι τα προβλήματά της έχουν τελειώσει.
Κάνει λάθος.
Η ζωή του κλέφτη δημιουργεί νέους κινδύνους και εμφανίζει καινούριους εχθρούς, που απειλούν την ύπαρξή της, αν δεν εξαφανιστεί για πάντα.
Θα το έκανε, αν είχε πού να πάει. Ή αν δεν υπήρχε εκείνος.
Δέκα χρόνια μετά…
Έχοντας παραμείνει για καιρό κρυμμένη στις σκιές, η Οκτόμπερ καταφέρνει να επιστρέψει στη Νέα Υόρκη. Με ένα νέο όνομα, μια καινούρια ζωή και τη φήμη της επαγγελματικής της επιτυχίας να την ακολουθούν, πιστεύει ότι θα είναι πια ασφαλής.
Κάνει λάθος.
Μαθαίνει ότι ο άντρας που κάποτε αγάπησε έχει δολοφονηθεί. Και, παρότι ξέρει ότι είναι
παγίδα, δεν έχει άλλη επιλογή από το να εκδικηθεί τον θάνατό του.
Και ας πεθάνει και η ίδια.
Τον δέκατο μήνα ήρθε στη ζωή, τον δέκατο μήνα κινδυνεύει να πεθάνει.
Η συγγραφέας:
Η Εύη Φρυγανά γεννήθηκε στη Χαλκίδα και σπουδάζει Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Η αγάπη της για τη συγγραφή την οδήγησε τον Αύγουστο του 2013 να ιδρύσει το λογοτεχνικό μπλογκ Moonlight Tales και το ενδιαφέρον της για ό,τι σχετίζεται με τις έρευνες ανθρωποκτονιών να παρακολουθήσει πολυάριθμα σεμινάρια εγκληματολογίας.
Ξεκίνησε να γράφει από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού και το 2016 εκδόθηκε το πρώτο της βιβλίο με τίτλο Αναζήτηση Εκδίκησης. Από τις εκδόσεις Χάρτινη Πόλη κυκλοφορεί το μυθιστόρημα Δείπνο Δολοφόνων και τα βύο βιβλία της σειράς με πρωταγωνίστρια την αρχιφύλακα Λόρεν Γουότερστον: Ο Κήπος με τους Υάκινθους και Ο Τοίχος με τις Ανεμώνες.
Μπορείτε να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα της στη διεύθυνση: www.evifrigana.gr
Έκπτωτοι Δαίμονες (Κεφάλαιο 40)
Δεν υπήρχε κανείς που θα μπορούσε να τους αντισταθεί, ο κόσμος όλος τους ανήκε και αφού η Στέφη ήταν στο πλάι του, δεν είχε να φοβηθεί πια τίποτα.
Κατέβηκαν προς το έρημο κέντρο. Ήταν κατά πολύ περασμένα μεσάνυχτα και τα μόνα ζωντανά πλάσματα, κάποια κακόμοιρα σκυλιά που έτυχαν να βρεθούν στο διάβα τους, αντιμετώπισαν τις συνέπειες της μαστουρωμένης τους οργής.
Η καρδιά του χτυπούσε δυνατά και ανεξέλεγκτα. Τα λιγοστά κοσμήματα που άξιζαν κάποια λεφτά, μέσα σε αυτά και η χρυσή βέρα της μάνας του, σκοτώθηκε για λίγα ακόμα χάπια έκσταση, τέσσερα τσιγαριλίκια και μερικά κουτάκια μπύρας. Έκαναν παθιασμένο έρωτα στην μέση του πάρκου σε κοινή θέα χωρίς να τους νοιάζει αν θα τους δει κανείς, αφήνοντας τα ανεξέλεγκτα άγρια πάθη τους να βρουν διέξοδο πάνω στο απεριποίητο γρασίδι.
Έμειναν για κάμποση ώρα ξαπλωμένοι και ξέπνοοι κοιτώντας το μεγάλο φεγγάρι που έστεκε ακριβώς από πάνω τους καθώς μοιράζονταν το ένα τσιγαριλίκι.
«Πρέπει να φύγουμε από εδώ» είπε η Στέφη.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)