Αύρα (Κεφάλαιο 5: Πειραματόζωο)

(Σκάι)

Λίγες στιγμές αργότερα έκλεινα την κομψή, μεταλλική πόρτα ενός δωματίου στο ξενοδοχείο που με είχαν οδηγήσει οι φρουροί. Το δωμάτιο ήταν πολυτελές και γεμάτο αποχρώσεις του μοβ και του ασημί, ταιριάζοντας απόλυτα με την αισθητική στο γραφείο της Βικτώρια.

Δωμάτιο για ηγέτες σκέφτηκα και άρχισα μα εξερευνώ το μέρος. Η αλήθεια είναι πως δεν είχα καμία διάθεση να ψάξω τίποτα, μα έπρεπε να σταματήσω να σκέφτομαι τον Κρις. Με άφησε ολομόναχη με τους ανθρώπους που ο ίδιος θεωρούσε επικίνδυνους και έφυγε χωρίς καν να πει αντίο. Θύμωνα με εκείνον, θύμωνα και με τον εαυτό μου. Τον ήξερα μόνο μια μέρα… Ήταν παρανοϊκό να έχω τέτοιες απαιτήσεις από έναν άγνωστο.

Τις σκέψεις μου σταμάτησε το χτύπημα του ρολογιού. Η αλήθεια είναι πως δεν είχα ιδέα τι μέρα ήταν ή τι ώρα. Κοίταξα τριγύρω, ακολουθώντας πιστά την πηγή του ήχου. Ο διάδρομος της υποδοχής ήταν στολισμένος με πίνακες που απεικόνιζαν αλλόκοτα σχέδια, γραμμές πλεγμένες μεταξύ τους που κάποιος με γνώσεις σίγουρα θα εκτιμούσε. Το χαλί ήταν απαλό και ένιωθα σαν να πετάω αψηφώντας τη βαρύτητα. Το τέλος του διαδρόμου ήταν η αρχή του υπνοδωματίου. Το ταβάνι ήταν στολισμένο με λευκά φώτα, προσεκτικά τοποθετημένα επάνω στο μαύρο χρώμα του. Στη μέση του δωματίου δέσποζε ένα μεγαλοπρεπές κρεβάτι, το οποίο ήταν στρωμένο με σατέν, μοβ σεντόνια και μαύρα μαξιλάρια. Πέρα από αυτό, την παράσταση έκλεβε η τεράστια γυάλινη τζαμαρία, σαν αυτή στο κτίριο που βρισκόμουν στιγμές νωρίτερα. Μπορούσα να δω όλη την πόλη! Οι άνθρωποι έμοιαζαν πολύ μικροί από το ύψος στο οποίο βρισκόμουν.

Εκτός από την υπέροχη θέα, επάνω στην τζαμαρία έλαμπαν τα φωτεινά νούμερα του ρολογιού. Περπάτησα προς την άκρη για να δω καλύτερα και προς μεγάλη μου έκπληξη είδα ότι το ρολόι έλεγε αυστηρά πως είναι έξι το απόγευμα. Κοίταξα έξω για ακόμη μια φορά και παρατήρησα πως ήταν νύχτα. Σίγουρα είχε περάσει λίγη ώρα από τη στιγμή που βγήκα από το νοσοκομείο.

Μπορεί να μη θυμόμουν πολλά, όμως θα μπορούσα να ορκιστώ πως τη μέρα ο ουρανός είναι μπλε. Αυτή η σύντομη παρατήρηση προκάλεσε έναν διαπεραστικό πόνο και έτσι αποφάσισα να μην πιέσω το κεφάλι μου περισσότερο. Αύριο με περίμενε μια μεγάλη μέρα.

Όσο και αν προσπαθούσα να αποτραβήξω τις σκέψεις μου από τον Κρις, εκείνες με αψηφούσαν, ανακαλώντας κάθε μικρή ανάμνηση: το βλέμμα του όταν ήρθε να με πάρει νωρίτερα, τη ζέστη του σώματός του όταν με έφερε κοντά για να μου μιλήσει, το σταθερό χέρι του, που με καθοδηγούσε ανάμεσα στον κόσμο, ακόμη και το κόκκινο χρώμα γύρω του, η αύρα του.

Το υπόλοιπο δωμάτιο ήταν σχετικά άδειο, σχεδόν απρόσωπο. Δύο μεταλλικές πόρτες απέναντι από το κρεβάτι ήταν ανοιχτές και είχα να επιλέξω ανάμεσα στο μπάνιο και στην ντουλάπα. Προχώρησα μηχανικά προς το μπάνιο, το οποίο είχε την ίδια ακολουθία μοβ και μαύρων αποχρώσεων με την κρεβατοκάμαρα. Ο τοίχος στα αριστερά μου ήταν ένας μεγάλος καθρέφτης, που στην άκρη του είχε ένα αντίγραφο της ώρας επάνω δεξιά, καθώς επίσης και μια σειρά από επιλογές μουσικής. Ακριβώς από κάτω δέσποζε ένας μαύρος, μαρμάρινος νιπτήρας, χωρίς όμως να έχει κάποια βάνα για την παροχή νερού. Ακούμπησα τα χέρια μου επάνω στον πάγκο, προσπαθώντας να βρω κάποιον κρυφό μηχανισμό. Ξαφνικά, μια ψηφιακή οθόνη εμφανίστηκε επάνω στην επιφάνεια, η οποία έδειχνε ρυθμίσεις πίεσης του νερού, επιλογή σαπουνιού ακόμη και επιλογή για αιθέρια έλαια. Σε σχέση με το ψυχρό δωμάτιο του νοσοκομείου, το νέο μου δωμάτιο έκρυβε σίγουρα πολλές εκπλήξεις. Στην άλλη άκρη του δωματίου υπήρχε μια πελώρια μαρμάρινη μπανιέρα, στην οποία χωρούσαν σίγουρα αρκετοί άνθρωποι. Προχώρησα προς το μέρος της και άρχισα να ψηλαφίζω ολόγυρα για κάποια νέα ψηφιακή οθόνη. Σχεδόν αμέσως το χέρι μου πέρασε τη μαγική επιφάνεια στα δεξιά της μπανιέρας και εμφανίστηκε το πολυπόθητο μυστικό. Αφού τελείωσα με τις ρυθμίσεις, έβγαλα προσεκτικά τα ρούχα μου, τα ακούμπησα πάνω στον μαρμάρινο πάγκο του νιπτήρα αποφεύγοντας να δω τον εαυτό μου στον καθρέφτη και χάθηκα μέσα στο νερό.

Η μπανιέρα γέμιζε με ένα σχεδόν μοβ διάφανο υγρό που άφηνε μια ευχάριστη μυρωδιά λεβάντας στον αέρα. Περίμενα μέχρι να καλυφθεί το σώμα μου και ύστερα έκλεισα την παροχή. Το κεφάλι μου βούιζε ακόμη από την ένταση της ημέρας και για καλή μου τύχη ήξερα να κρατώ την ανάσα μου κάτω από το νερό.

Ένιωσα ευγνώμων, γιατί κάτω από την επιφάνεια επικρατούσε σιωπή. Το χάος που διαδραματιζόταν μέσα στο κεφάλι μου ηρέμησε και ξαφνικά ένιωσα γαλήνια. Δε σκεφτόμουν απολύτως τίποτα για το παρελθόν μου, ούτε για τα νέα δεδομένα, ούτε καν τον Κρις.

Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα η ανάγκη για οξυγόνο με ανάγκασε να βγω από την απομόνωση, όμως ένιωθα τόσο γαλήνια που τώρα επικρατούσε ηρεμία ακόμη και έξω από το νερό. Βγήκα προσεκτικά από τη μπανιέρα και φόρεσα μια ασημένια σατέν ρόμπα που βρισκόταν κρεμασμένη στο πλάι. Η διπλανή πόρτα από το μπάνιο έκρυβε μια αρκετά ευρύχωρη ντουλάπα, η οποία είχε αποκλειστικά γυναικεία ρούχα. Το μόνο που μπόρεσα να βρω σε πιτζάμες ήταν ένα σατέν βιολετί νυχτικό με σκούρα μοβ δαντέλα.

Άρχισα να αναρωτιέμαι αν σε αυτό το δωμάτιο έμενε μόνο η Βικτώρια, αλλά γρήγορα η σκέψη αυτή σιώπησε, εξαιτίας της πείνας που ανέβηκε σε μορφή βρυχηθμού από το στομάχι μου. Σε έναν μικρό χώρο υπήρχε μια μικρή κουζίνα πλήρως εξοπλισμένη. Για καλή μου τύχη, στην άκρη του υπνοδωματίου υπήρχε ένα μικρό ψυγείο μέσα στον τοίχο, στο οποίο βρήκα αρκετά φαγώσιμα για να καλύψω την ανάγκη μου, χωρίς να χρειαστεί να μαγειρέψω. Παρόλη την πείνα που ένιωθα, ο οργανισμός μου δεν ήταν ακόμη έτοιμος να δεχθεί μεγάλες ποσότητες φαγητού και έτσι σύντομα βρέθηκα στο πολυτελές κρεβάτι, παραδομένη σε έναν βαθύ ύπνο χωρίς όνειρα.

***

Ο ήχος του διακριτικού κουδουνιού της πόρτας σήμαινε πως η ώρα της ξεκούρασης τελείωσε. Σηκώθηκα απότομα, όμως παρατήρησα πως αυτή τη φορά το σώμα μου ήταν σταθερό. Προχώρησα προς την πόρτα και βρήκα τη νοσοκόμα Κάθριν να με περιμένει, κρατώντας μια καινούρια στολή σε καφέ απόχρωση. Δεν είχα πολύ χρόνο να την παρατηρήσω, όμως παρόλο που τα γαλάζια μάτια της ήταν κουρασμένα, δεν έπαυε να είναι μια εντυπωσιακή γυναίκα. Τα καστανά μαλλιά της ήταν δεμένα σε έναν περίτεχνο κότσο, που αποκάλυπτε τις έντονες γωνίες του προσώπου της. Ήταν λίγο πιο ψηλή από εμένα και, παρόλο που ήταν σίγουρα μεγαλύτερη, το σώμα της ήταν ίσως σε καλύτερη κατάσταση από το δικό μου. Σύντομα με επανέφερε στην πραγματικότητα, δίνοντάς μου τη στολή. Έτρεξα γρήγορα στο μπάνιο για να ετοιμαστώ και λίγα λεπτά αργότερα επέστρεψα στο δωμάτιο. Βρισκόταν ακόμη έξω από το δωμάτιο.

«Δε θέλετε να περάσετε μέσα;»

Την προσκάλεσα ευγενικά, προσπαθώντας να ελαφρύνω την ατμόσφαιρα, αλλά εκείνη, χωρίς να αλλάξει έκφραση, έκανε ένα βήμα προς τα εμένα χωρίς να πατάει μέσα στο δωμάτιο και με κοίταξε προσεκτικά με το σοβαρό ύφος της να κρύβει μια δόση περιέργειας.

«Μόνο όσοι έχουν μοβ αύρα μπορούν να μπουν σε αυτό το δωμάτιο».

Πήρε μια αμυντική στάση και εγώ κούνησα το κεφάλι μου απορημένη, όμως αποφάσισα να μη δώσω συνέχεια γιατί από τη στάση της νοσοκόμας καταλάβαινα πως είχαμε αργήσει.

«Δέσε τα μαλλιά σου με αυτό».

Χωρίς να με κοιτάει, ύψωσε το χέρι της κρατώντας ψηλά ένα μαύρο λαστιχάκι μαλλιών. Προχώρησα έξω, το πήρα και, αφού έπιασα τα μαλλιά μου σε μια γερή αλογοουρά, ξεκινήσαμε το ταξίδι μας για το νοσοκομείο.

Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, η νοσοκόμα Κάθριν περπατούσε μπροστά, ενώ πίσω της βρισκόμουν εγώ και ένας από τους δύο φυλακές της Βικτώρια, που μας είχε συναντήσει στην έξοδο του ξενοδοχείου. Τα λόγια της Κάθριν σχετικά με το δωμάτιο με είχαν προβληματίσει. Εφόσον σε αυτό το δωμάτιο μπορούσαν να μπουν μόνο άνθρωποι με μοβ αύρα, πώς είχα καταφέρει όχι μόνο να μπω, αλλά και να περάσω ολόκληρο βράδυ εκεί; Τι συμβαίνει σε όσους μπαίνουν με διαφορετική αύρα και πώς εγώ αποτελώ εξαίρεση;

Οι σκέψεις μου διακόπηκαν απότομα, αφού το ξενοδοχείο ήταν πολύ κοντά στο το νοσοκομείο. Μπήκαμε στη γνώριμη είσοδο και ήλπιζα κρυφά να δω τον Κρις, όμως δεν υπήρχε κανένα σημάδι του εκεί. Ο φρουρός έμεινε πίσω και τώρα εγώ και η νοσοκόμα Κάθριν βρεθήκαμε να ανεβαίνουμε στον όγδοο όροφο. Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα μέρη του νοσοκομείου, αυτός ο όροφος ήταν λευκός, με γυάλινες τζαμαρίες που έβλεπαν μέσα στα δωμάτια. Στο τέλος του διαδρόμου μας περίμενε ο δόκτωρ Ρεν.

«Καλώς όρισες πίσω, Σκάι. Χαίρομαι που συμφώνησες να κάνεις το τεστ. Ελπίζω η διαμονή στο ξενοδοχείο να σου έδωσε δύναμη. Πάμε μέσα τώρα, η βασίλισσα μάς περιμένει».

Ήμουν σίγουρη πως εννοούσε τη Βικτώρια. Το είχε πει και μόνη της άλλωστε, Βικτώρια, ηγέτιδα της Ντάργουιν. Προχωρήσαμε μέσα στον θάλαμο και βρήκαμε τη Βικτώρια να κάθεται αναπαυτικά στη γωνία του δωματίου. Πρόσεξα πως η θέα της κοιτούσε προς ένα κρεβάτι νοσοκομείου σαν αυτό που βρισκόμουν όταν ξύπνησα από το κώμα. Γύρω του υπήρχαν ιατρικά μηχανήματα και στα πλαϊνά κρεμόντουσαν οκτώ σακουλάκια γεμάτα με διαφορετικά υγρά το καθένα.

Η νοσοκόμα Κάθριν έφυγε από το πλάι μου και μετά από μια υπόκλιση μπροστά στη βασίλισσα χάθηκε πίσω από μερικούς υπολογιστές. Πριν ο δόκτωρ Ρεν προλάβει να μιλήσει, η Βικτώρια είχε σηκωθεί και ερχόταν προς το μέρος μας. Φορούσε ένα διαφορετικό φόρεμα σε λιλά απόχρωση από λεπτό ύφασμα, που φάνταζε αραχνοΰφαντο και κινούνταν με χάρη επάνω της σε κάθε της βήμα.

«Σκάι, πόσο χαίρομαι που σε βλέπω. Ελπίζω η διαμονή σου στο ξενοδοχείο να ήταν ευχάριστη. Ένιωσες κάποια ενόχληση κατά τη διάρκεια της νύχτας;»

Τα μάτια της έλαμπαν όπως την πρώτη φορά που με είδε και σε συνδυασμό με τα λόγια της νοσοκόμας Κάθριν το πρωί, κατάλαβα πως η ερώτησή της έκρυβε μια μεγαλύτερη σημασία.

«Το δωμάτιο ήταν υπέροχο, ξεκουράστηκα και νιώθω πολύ καλύτερα! Σας ευχαριστώ, υψηλοτάτη».

Η Βικτώρια φάνηκε ξαφνιασμένη, αλλά η προσφώνηση ήταν αρκετά καλή ώστε να την κάνει να χαμογελάσει και να αποσυρθεί πίσω στην πολυθρόνα της.

Ο δόκτωρ Ρεν με οδήγησε στο κρεβάτι και, αφού ξάπλωσα, ξεκίνησε να συνδέει τα μηχανήματα επάνω μου. Τα λόγια του Κρις αντηχούσαν στο κεφάλι μου, αλλά εκείνος δεν ήταν εδώ πια και εγώ δεν είχα άλλη επιλογή. Έπρεπε να πάρω το ρίσκο αν ήθελα να μάθω περισσότερα. Άλλωστε η Βικτώρια φαινόταν αρκετά επικίνδυνη και το να φέρω αντίσταση ήξερα πως δε θα οδηγούσε πουθενά.

«Σκάι, θέλω να χαλαρώσεις, δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας. Γύρω σου βρίσκονται οκτώ όροι, ένας για κάθε αύρα. Όπως βλέπεις, υπάρχει και ένας κόκκινος, σαν αυτόν που φορούσες όταν ξύπνησες για δεύτερη φορά, θυμάσαι; Νιώθεις μια χαρά τώρα, οπότε πραγματικά δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας. Θα αφήσουμε τους όρους να εισέλθουν μέσα σου με προσοχή και απλά θα παρατηρούμε ποιος όρος φέρνει τα πιο καλά αποτελέσματα. Έτσι ίσως καταφέρουμε να καταλάβουμε τι συμβαίνει με την έλλειψη της αύρας σου και ίσως στην πορεία να ξεκλειδώσουμε και τις αναμνήσεις σου».

Κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά, προσπαθώντας να ηρεμήσω, καθώς τα μηχανήματα πρόδιδαν τα πάντα. Μόλις ο δόκτωρ Ρεν βεβαιώθηκε ότι όλα ήταν έτοιμα, ήρθε ξανά προς το μέρος μου.

«Πάρε αυτό το χάπι, θα βοηθήσει τους ορούς να δράσουν πιο γρήγορα και έτσι δε θα χρειαστεί να μείνεις για πολύ στο κρεβάτι».

Χρειάστηκε όλη μου η συγκέντρωση για να μην ανέβουν οι παλμοί μου στην όψη του μικρού φαρμάκου μπροστά μου. Αυτό το κιτρινωπό στρογγυλό χάπι ήταν το ίδιο με αυτό που μου είχε πει ο Κρις να μην πάρω. Τώρα όμως δεν είχα καμία επιλογή. Έπιασα το φάρμακο από τα γέρικα χέρια του και με δισταγμό το ακούμπησα πάνω στη γλώσσα μου. Άφηνε μια πικρή γεύση, η οποία σύντομα έσβησε, καθώς η ορμή του νερού το παρέσυρε στον οισοφάγο μου με προορισμό το στομάχι μου. Λίγα λεπτά αργότερα τα φώτα άρχισαν να τρεμοπαίζουν. Το κεφάλι μου έγινε βαρύ και ξαφνικά ένιωθα να νυστάζω τρομερά.

«Δόκτωρ Ρεν, δεν αισθάνομαι πολύ καλά».

Δε ξέρω αν ολοκλήρωσα την πρότασή μου. Κάθε αίσθησή μου με είχε εγκαταλείψει και ένιωσα ότι χάνομαι σε έναν βαθύ ύπνο, ακούγοντας τη φωνή της νοσοκόμας Κάθριν, λίγο πριν με αφήσει οριστικά και η αίσθηση της ακοής μου.

«Ξεκινάει η έγχυση».

Ευριδίκη Πετσά