Συνέντευξη με τον Θανάση Αγγέλου

Η συνέντευξη της εβδομάδας είναι λίγο διαφορετική και μεγαλύτερη απ' το συνηθισμένο, καθώς έγινε πρόσωπο με πρόσωπο με τον συγγραφέα. Σκεφτείτε το περισσότερο σαν συζήτηση, παρά σαν ερωτήσεις και απαντήσεις. Ξεκινήσαμε σχεδόν με τις μισές απορίες και καταλήξαμε να εμβαθύνουμε περισσότερο στα θέματα για τα οποία μας μιλούσε ο κύριος Αγγέλου. Ελπίζουμε να την απολαύσετε.


Ο Θανάσης Αγγέλου γεννήθηκε στη Χαλκίδα (03/09/1944) και μεγάλωσε στη Νέα Ιωνία. Αποφοίτησε από το Σμαράγδειο και σπούδασε θέατρο στην Αθήνα στη σχολή του Κωστή Μιχαηλίδη. Έλαβε μέρος και συμπρωταγωνίστησε σε αρκετά κινηματογραφικά και θεατρικά έργα («Ντόμινο», «Ζητείται ψεύτης», «Βασιλιάς Λιρ», «Άμλετ», «Ιφιγένεια», «Πέρσες», «Επιτρέποντες», «Δύσκολος», «Φανή»).



Δίδαξε υποκριτική στη σχολή Κωστή Μιχαηλίδη. Στον κινηματογράφο έπαιξε στις ταινίες: «Τζούμ ταρατατζούμ» του Τζέημς Πάρις, «Kαυτή εκδίκηση» του Τζέημς Πάρις, «Η δίκη των δικαστών» και «Δικτάτωρ καλεί Θανάση» της Φίνος Φιλμ και στην τηλεοπτική σειρά «Τα δίχτυα της Αράχνης» του Τζέημς Πάρις.

Το 1975 πηγαίνει στην Ιταλία και σπουδάζει σκηνοθεσία κινηματογράφου στην UNEVERSITA INTERNAZIONALE DEGLI STUDI SOCIALI στην Ρώμη. Συνεργάστηκε με πολλούς παραγωγούς και σκηνοθέτες. Tο 1976 συνεργάστηκε με τον Ovidio Assoniti για την προετοιμασία του κινηματογραφικού έργου «The last concert» με τους Richard Johnson και Pamela Villoresi. Συνεργάστηκε με τους ηθοποιούς Κλαούντια Καρτνινάλε, Αλμπέρτο Σόντι, Ανί Ζιραντό, Φέμι Μπενούσι, Βιτόριο Γκάσμαν, Αντονέλα Λουάλτνι.

Το 1977 η καλλιτεχνική πολιτιστική ένωση της Ρώμης του απένειμε μαζί με τον Βιτόριο Γκάσμαν το βραβείο Checco Durante για τη διάκρισή τους στην ιταλικό κινηματογράφο. Έναν έπαινο για την ταινία La bravata. Το 1978 τιμήθηκε με το βραβείο Pericle d’ oro στην ταινία «Questo si che e un amore» και το 1979 του απονεμήθηκε από τον Ιταλικό τύπο το βραβείο Nouova Emponta. Το 1978 εμπνεύστηκε την ίδρυση της ιταλοελληνικής συμπαραγωγής. Μαζί με τον Διονύσιο Σπηλιωτόπουλο (σύμβουλος παραγωγών) έφεραν σε επαφή την καλλιτεχνική πολιτιστική ένωση της Ρώμης, «Υπουργείο πολιτισμού» με τον υπουργό βιομηχανίας της Ελλάδος κ. Κονοφάγο και υλοποιήθηκε η πρώτη συμπαραγωγή Μάριο-Τσέκι Γκόρι και Γκρέκα Φιλμ, με την ταινία που γυρίστηκε στη Ρόδο. Αλλά οικονομικές διαφορές σταμάτησαν την προσπάθεια.

Το 1980 επιστρέφοντας στην Ελλάδα, δημιουργεί την διαφημιστική εταιρία Α-Αρτ και το 1989 τον ραδιοφωνικό σταθμό «Ευβοϊκό κανάλι», όπου έγραψε και παρουσίασε έως και το 2012 δεκάδες κοινωνικές εκπαιδευτικές, κωμικές και δραματικές εκπομπές. 

Έχει σκηνοθετήσει: «Πέρσες», «Αντιγόνη», «Ω τι κόσμος μπαμπά» και «Ντάικ».

Το 1965 δημοσιεύονται διηγήματα και ποιήματα του σε περιοδικά και εφημερίδες, ενώ το 1975 γράφει την πρώτη ποιητική συλλογή «Συλλαβίζοντας» .Το 1977 το σενάριο για τον Ιταλικό κινηματογράφο «Αντίστροφη μέτρηση». Ακολουθεί η ποιητική συλλογή «Ενάτη Ημέρα» και δυο θεατρικά έργα, το «Κονιάκ μετά την καταιγίδα» και το «Παγίδα για όνειρα» καθώς επίσης και τα μυθιστορήματα «Το κουμπί», «Εφιαλτικός παράλληλος» και «Βρόμικος ποταμός» σε συνεργασία με τον Νικόλαο Μεταλληνό. Το 2012 γράφει το μυθιστόρημα «Ο ήχος των τενεκέδων» και ακολουθούν «Το πέταγμα της πεταλούδας», «Πειρασμός και σωτηρία» και το θεατρικό «Έσχατο όριο».

Συνέντευξη με τον Θανάση Αγγέλου

1. Το βιογραφικό σας είναι αρκετά εκτεταμένο. Υπάρχει κάτι για το οποίο είστε ιδιαίτερα υπερήφανος;

Όχι. Για να μιλήσω ειλικρινά, όσο υπερήφανος μπορεί να αισθανθεί ένας παπουτσής, που φτιάχνει ένα τέλειο παπούτσι, όσο υπερήφανος μπορεί να αισθανθεί ένας οδοκαθαριστής, όταν καθαρίζει φανταστικά ένα δρόμο, άλλο τόσο θα μπορούσε να είναι ευχαριστημένος και ικανοποιημένος ένας συγγραφέας, όταν τελειώνει ένα βιβλίο. Είναι η δημιουργία που μετράει. Τώρα τι είδους δημιουργία είναι εκείνη, αυτό, θα μου επιτρέψεις να πω, ότι δεν έχει καμία σημασία.

2. Μέχρι στιγμής έχετε γράψει θεατρικά, ποιητικές συλλογές και μυθιστορήματα. Με ποιο απ’ αυτά τα τρία είδη νιώθετε πιο κοντά; Ξεχωρίζετε κάποιο;

Πιο κοντά νιώθω στη συγγραφή μυθιστορημάτων και στα ποιήματα.

3. Διαβάζοντας κανείς τα μυθιστορήματά σας, μπορεί να βρει μοτίβα στα θέματα που πραγματεύεστε. Έχετε μιλήσει για τη διαφθορά και την επαφή με το Θεό, πιο συχνά απ’ όλα όμως ασχολείστε με τον έρωτα. Θεωρείτε την αγάπη σημαντικό στοιχείο στη ζωή ενός ανθρώπου;

Είναι το μοναδικό στοιχείο που από κει μπορούν να γεννηθούν όλα τ’ άλλα.

4. Στα έργα σας συχνά οι περιστάσεις αναγκάζουν τους χαρακτήρες να έρθουν πρόσωπο με πρόσωπο με την αλήθεια και τελικά να δουν τους εαυτούς τους όπως πραγματικά είναι. Σαν άνθρωπος πιστεύετε ότι η αλήθεια είναι απαραίτητη με κάθε κόστος και πως τελικά μπορεί να αλλάξει κάποιον η αποκάλυψή της;

Είναι μια πολύ δύσκολη ερώτηση. Γιατί η αλήθεια είναι μεν αντικειμενική, αλλά έχει τόσες υποκειμενικότητες μέσα, που χάνεσαι. Η αλήθεια όμως είναι αλήθεια και όταν έρχεσαι σε επαφή με την αλήθεια και βλέπεις τον εαυτό σου μέσα σε ένα καθρέπτη, όπως βλέπεις τη μύτη σου, τα μάτια σου, το πρόσωπό σου, βλέπεις τα συναισθήματά σου και από κει και πέρα ξεκαθαρίζεις και λες «δεν είμαι σωστός» -αν έχεις το κουράγιο και το σθένος να το πεις -ή «μπράβο μου!». Πάντως η αλήθεια, άσχετα με την υποκειμενικότητα της, είναι ένα στοιχείο της ζωής, που αν επικρατούσε, δεν θα είχαμε αυτά που έχουμε σήμερα. Είναι ένα στοιχείο απαραίτητο για κάθε άνθρωπο. Εάν θέλει να είναι σωστός. Αν θέλει να είναι «καβαλημένος» σε ένα καλάμι και να το κάνει το αντίθετο του Δον Κιχώτη, τότε δεν παίζει κανένα ρόλο.

5. Τι σας εμπνέει;

Τα πάντα. Από μια καρφίτσα που σε τσιμπάει και βγαίνει μια σταγόνα αίμα, μέχρι μια δροσοσταλίδα που πέφτει από ψηλά στο πέταλο ενός λουλουδιού και μετά την απορροφάει η γη. Το χαμόγελο, η πίκρα, το δάκρυ, ο στεναγμός. Δεν υπάρχει κάτι συγκεκριμένο˙ τα πάντα.

6. Πώς ξεκίνησε το ταξίδι στη συγγραφή για εσάς;

Πολύ δύσκολη ερώτηση. Εγώ γράφω από εννιά χρονών. Οι εμπειρίες όμως είναι παλιότερες, από όταν ήμουν τεσσάρων. Δεν θέλω να επεκταθώ και να μπω σε μια ευσυγκίνητη κατάσταση για το πως ξεκίνησα να πλάθω μέσα μου εικόνες και από τις εικόνες να ξεπετάγεται αυτό που θέλω να πω.

7. Τι θεωρείτε ότι αποκομίζουν οι αναγνώστες διαβάζοντας τα μυθιστορήματά σας;

Θα ‘ταν υπερβολή να μιλήσω για μένα. Απλώς παίρνουν μια ιστορία και μέσα απ’ την ιστορία, εκείνο που τους μένει είναι μια τρυφεράδα, μια γεύση από... το μαλλί της γριάς, που το βάζεις στο στόμα σου και μετά από λίγο διαλύεται.

8. Τι παίρνετε εσείς απ’ τις ιστορίες σας;

Το εβδομήντα τοις εκατό είναι αντίθετα όχι απ’ αυτά που πιστεύω, αλλά απ’ αυτά που κάνω. Τα χρησιμοποιώ όμως και λέω «Κοίτα να δεις, ο Λευτέρης, ας πούμε, στη συγκεκριμένη περίπτωση αντέδρασε έτσι, εσύ γιατί τα βλέπεις ανάποδα;» Αλλά βλέπεις ότι εθελοτυφλούμε, βλέπεις ότι ο εγωκεντρισμός και η πλεονεξία σε αναγκάζουν να κάνεις πράγματα που δεν πιστεύεις. Και καταλήγεις στο ότι ο Θεός έβαλε πολλούς φραγμούς, προκειμένου να φτάσεις εκεί που πρέπει να φτάσεις και πρέπει να χαλιναγωγήσεις τον εαυτό σου, πράγμα που εδώ -δυστυχώς- μπορεί να το λέω, αλλά δεν το 'χω κάνει. Δηλαδή είμαι δούλος πολλών πραγμάτων: της γεύσης, της ηδονής, της όρασης. Όλες οι αισθήσεις μου έχουν ανάγκη την υπερβολή.

9. Σχεδιάζετε τις ιστορίες σας πριν τις γράψετε ή γνωρίζοντας μόνο την αρχή στήνετε ολόκληρο το βιβλίο;

Όταν ξεκινήσω να γράψω, έχω την αρχή και το τέλος. Φυσικά υπάρχουν και τα διαστήματα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το τέλος θα είναι αυτό που έχω σχεδιάσει απ’ την αρχή. Μπορεί να αλλάξει κατά τριάντα τοις εκατό, κατά πενήντα τοις εκατό, κατά εκατό τοις εκατό όμως όχι. Σε όλα τα μυθιστορήματα μου έχει αλλάξει πάντως, δηλαδή δεν είναι ακριβώς αυτό που σχεδίαζα απ’ την αρχή.

10. Πώς αντιμετωπίζετε την κριτική που γίνεται στη δουλειά σας;

Δεν έχω πολλές κριτικές. Πολλές κριτικές είχα όταν δούλευα στον κινηματογράφο και στο θέατρο, αλλά έχω τέτοια αναισθησία (και ευαισθησία ταυτόχρονα), που απλά δεν με ενδιαφέρει. Μου έγινε πρόσφατα μια κριτική, την οποία όμως δεν πήρα πολύ πάνω μου, καθώς είδα την υπερβολή μέσα της. Οπότε η κριτική, οποιαδήποτε κριτική, κρύβει από πίσω πολλά πράγματα. Γίνεται από σκοπιμότητα, είτε για να σε πικράνει, είτε για να σε ευχαριστήσει. Δεν ξέρω πως θα το έπαιρνα αν σε μυθιστόρημά μου μου γινόταν κριτική από επαγγελματία κριτικό. Δηλαδή αν ο Γεωργουσόπουλος έκανε μια κριτική σε ένα βιβλίο μου, θα τη σκεφτόμουν πάρα πολύ. Και λέω για τον Γεωργουσόπουλου, επειδή εκείνος μου είχε κάνει κριτική στο θέατρο.

11. Αυτό που λέτε για την «ευαισθησία» και την «αναισθησία», ίσχυε και στην αρχή, όταν ήσασταν πρωτοεμφανιζόμενος;

Όχι, τότε με ενδιέφερε  να γράφουν καλά πράγματα για μένα.

12. Τι είναι πιο σημαντικό για έναν συγγραφέα: η φαντασία ή η γνώση της γλώσσας;

Η φαντασία. Η γνώση της γλώσσας είναι ένα μέσο που μπορείς α εκφράσεις τη φαντασία. Μπορείς να την εκφράσεις και με τη νοηματική. Σημασία για μένα έχει να σου δώσω να καταλάβεις αυτό που θέλω. Τώρα αν χρησιμοποιήσω δωδεκασύλλαβο, δεκαπεντασύλλαβο, ρεαλισμό ή σουρεαλισμό, αυτό για μένα δεν μετράει. Όπως γράφει ο καθένας. Η γνώση της γλώσσας όμως έχει ένα προτέρημα: μπορείς να είσαι πιο συγκεκριμένος. Το παν για μένα είναι η φαντασία.

13. Αντίστοιχα: πάθος ή συγκροτημένη σκέψη;

Εάν δεν παντρέψεις το πάθος με τη συγκροτημένη σκέψη, θα φτιάξεις πιλάφι. Πρέπει να χαλιναγωγείς και τη φαντασία και το πάθος, διαφορετικά θα είσαι ένα πουλάρι ασύδοτο στον κάμπο, που θα τρέχει από χλωρασιά σε χλωρασιά και δεν θα κάνει τίποτα. Δηλαδή τα γκέμια της φαντασίας και του πάθους πρέπει να τα έχεις στα χέρια σου.

14. Το μυθιστόρημα «Βρώμικος Ποταμός» το γράψατε σε συνεργασία με τον Νικόλαο Μεταλληνό. Περιγράψτε μας την εμπειρία.

Ήταν μια τεραστία εμπειρία. Βασικά, το ξεκινήσαμε με το σκεπτικό ότι το ένα κεφάλαιο θα το γράφω εγώ και το άλλο εκείνος, μετά δεν τα καταφέραμε, γιατί έγραφα μόνο εγώ. Οπότε στην συνέχεια απλώς συζητούσαμε την ιστορία κάθε Σάββατο και συνέχιζα έπειτα να γράφω μόνος μου. Ωστόσο το περίεργο ήταν πως ό,τι έγραφα το σκεφτόταν αυτός. Μία φορά ήταν στην Ολλανδία και με πήρε τηλέφωνο στις έξι το πρωί για να μου πει τι είχε σκεφτεί. Τότε  του διάβασα δύο σελίδες από τη συνέχεια του βιβλίου, για να διαπιστώσει ότι ήταν αυτό που μόλις μου είχε περιγράψει, το οποίο είχα γράψει την προηγούμενη ημέρα.

15. Έχετε βραβευτεί πολλές φορές, τόσο για την δουλειά σας ως ποιητής, όσο και σαν συγγραφέας. Το γεγονός αυτό δημιουργεί κάποια πίεση μέσα σας όσον αφορά τις μελλοντικές δουλειές σας;

Όχι. Γράφω αυθόρμητα. Και αν θα κοιτάξετε πάντα η καινούρια δουλειά είναι καλύτερη απ’ την προηγούμενη, γιατί χρησιμοποιώ την ίδια φαντασία με άλλο τρόπο γραφής. 

16. Γιατί παίρνετε μέρος σε διαγωνισμούς ποίησης και λογοτεχνίας;

Δεν θα το πιστέψετε: για πλάκα.

17. Τι είναι η τέχνη για σας;

Τέχνη είναι ο τσαγκάρης, όπως είπα προηγουμένως. Όλα είναι τέχνη. Τώρα αν είναι «καλές» τέχνες ή «κακές» τέχνες, όπως τις έχουν ονομάσει, είναι άλλο θέμα. Θέλει φαντασία για να φτιάξεις το καλούπι του παπουτσιού. Τέχνη είναι όταν ο μόδιστρος φτιάχνει αυτό που έχει στο μυαλό του. Τέχνη είναι η ποίηση, η λογοτεχνία και η σκηνοθεσία. Τέχνη είναι και του ηθοποιού. Εγώ δεν ξεχωρίζω τις τέχνες. Η τέχνη είναι τέχνη. Δεν λέω αυτή είναι καλύτερη και αυτή είναι χειρότερη, εφόσον είναι χρήσιμη στην ανθρωπότητα.

18. Τι θα συμβουλεύατε έναν άνθρωπο που ξεκινάει τώρα το γράψιμο;

Παράλληλα να έχει και μια άλλη δουλειά. Γιατί με το γράψιμο και μόνο θα μείνουν τα κείμενά του στο μπαούλο, όσο καλός και αν είναι ο συγγραφέας. Υπάρχουν περιπτώσεις που έγιναν διάσημοι μετά τον θάνατό τους. Οπότε αυτή είναι η συμβουλή μου: να έχει μια άλλη δουλειά για να μπορεί να συνεχίσει να γράφει και παράλληλα όλο τον ελεύθερο χρόνο του να ασχολείται με το γράψιμο.

19. Το Moonlight Tales δημιουργήθηκε για να δώσει την ευκαιρία σε νέους έλληνες λογοτέχνες να μοιραστούν την ιστορία τους με το αναγνωστικό κοινό. Θεωρείτε ότι μια τέτοια πρωτοβουλία μπορεί να βοηθήσει τους πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς;

Το να δημοσιευθεί το έργο ενός συγγραφέα δεν έχει κανένα νόημα, αν ο ίδιος δεν μπορεί να ακούσει την κριτική του αναγνωστικού κοινού. Αν λοιπόν υπάρχει η δυνατότητα σχολίων απ’ όσους θα διαβάσουν το κείμενό του συγγραφέα, τότε ναι, βέβαια μπορεί να βοηθήσει.

20. Έχετε παίξει σε πολλές θεατρικές παραστάσεις, όπως και σε πολλές κινηματογραφικές ταινίες. Παράλληλα όμως, έχετε σκηνοθετήσει και αρκετά έργα. Τι σημαίνει η ιδιότητα του ηθοποιού και του σκηνοθέτη για σας;

Βασικά η ιδιότητα του σκηνοθέτη είναι να εμβαθύνει στο θεατρικό έργο. Εάν ο συγγραφέας δεν υπάρχει, να μπορέσει μέσα απ’ το σενάριο να δει τι θέλει να πει και από κει και πέρα να μεταδώσει στον ηθοποιό αυτά που πρέπει να πει, αλλά και πως πρέπει να τα πει. Να κάνει αφαιρέσει και προσθέσεις, πάντα όμως μέσα στο πνεύμα του συγγραφέα. Οι παραφράσεις, που συχνά βλέπουμε, είναι ανοησίες, για μένα. Ο ηθοποιός από την άλλη, θα πρέπει να υποδυθεί τον ρόλο είτε τεχνικά, είτε εγκεφαλικά, είτε συναισθηματικά, ώστε ο θεατής να μπει μέσα στο πνεύμα και να καταλάβει τις ευαισθησίες που περιγράφονται. Αν γελάει, αν κλαίει, αν χαίρεται... όλα αυτά πρέπει να τα νιώσει ο θεατής.

Το ευτύχημα είναι ότι στη ζωή όλοι είναι ηθοποιοί. Όλος ο κόσμος παίζει θέατρο καθημερινά. Μπορείς να το καταλάβεις. Και είναι και σκηνοθέτης ταυτόχρονα πριν ξεκινήσει, ας πούμε, μια συζήτηση με κάποιον: πώς θα το κάνει, πώς θα το πει, τι θα γίνει και τα λοιπά. Μην με ρωτάτε λοιπόν για την ιδιότητα του ηθοποιού και του σκηνοθέτη. Είμαστε όλοι και σκηνοθέτες και ηθοποιοί στη ζωή μας: σκηνοθετούμε και παίζουμε ταυτόχρονα.

21. Τι διαφορά θα λέγατε ότι υπάρχει ανάμεσα στην ποίηση και τη συγγραφή; Ποια απ’ τις δύο τέχνες προσφέρει μεγαλύτερη διέξοδο έκφρασης σε σας;

Εκείνο που μπορεί να περιγράψει κανείς με μια εικόνα, με μια σελίδα, η ποίηση έχει τη δυνατότητα να το εκφράσει σε έναν, το πολύ δυο στίχους. Η συμπύκνωση λοιπόν των εννοιών δημιουργεί και τη δυσκολία της κατανόησης. Η συγγραφή νομίζουμε ότι είναι πιο εύκολη γιατί γράφεις τα πάντα με κάθε λεπτομέρεια. Η ποίηση δεν είναι έτσι. Στην ποίηση πρέπει να βγάλεις το απόφθεγμα και να μπορέσεις να το δώσεις με όσο το δυνατόν λιγότερες λέξεις. Τώρα το μεγαλείο της ποίησης, το να μπορεί να συμπιέσει τις σαράντα σελίδες μέσα σε τριάντα στίχους, είναι πραγματικά δημιουργία. Αλλά και αυτός που θα διαβάσει τους τριάντα στίχους και καταλάβει τις σαράντα σελίδες –είναι και αυτό μια ικανοποίηση. Εγώ δεν μπορώ να ξεχωρίσω το ένα από το άλλο. Και τα δύο λένε αυτό που θέλουν να πουν και μπορούν να πουν και το ίδιο πράγμα. Άλλο είναι να πας στη Θεσσαλονίκη με τα πόδια και να δεις όλες τις ακρογιαλιές, όλες τις διαφορές του πράσινου, τις βαρκούλες να κουνιούνται, τους φάρους και άλλο να πας στη Θεσσαλονίκη με το αεροπλάνο και να τα δεις όλα αυτά, αλλά περισσότερο με τη φαντασία, παρά πραγματικά.

22. Θεωρείτε ότι είναι απαραίτητο αυτό που έχει γράψει ο ποιητής να είναι ίδιο με αυτό που έχει καταλάβει ο αναγνώστης ή απλά έχουν σημασία τα συναισθήματα που θα προκληθούν στον καθένα;

Θα ήταν εγωιστικό να πω πως ό,τι έχω γράψει, αυτό και θέλω να καταλάβει. Από την άλλη όμως γράφω κάτι να για να το καταλάβει ο αναγνώστης. Γράφοντας κάτι, ο αναγνώστης μπορεί να το πάει πολύ πιο μακριά απ’ ότι εγώ ή πολύ πιο κοντά. Κάποτε, ένας ποιητής –δεν θυμάμαι το όνομά του- είχε γράψει για την ιτιά, που την έπαιρνε ο αέρας, την λύγιζε, αλλά άντεξε μεσ’ τον χειμώνα. Όταν λοιπόν κατέβηκε από το τραίνο στην πλατφόρμα έπεσαν όλοι οι δημοσιογράφοι πάνω του και του έλεγαν: «Φανταστικό το ποίημα σου, έχει την έννοια της ανθρώπινης ύπαρξης, που σε χτυπούν οι πάντες, αλλά στο τέλος ξανασηκώνεσαι», για να τους πει ο ποιητής «Εγώ για μια ιτιά έγραψα». Θέλω να πω με αυτό ότι ο αναγνώστης μπορεί να το πάρει και να το πάει όπου θέλει και θα είναι ευχής έργον αν το κάνει. Από την άλλη όμως, εγώ θέλω να του πω κάτι συγκεκριμένο, το οποίο αν το καταλάβει, εγώ θα είμαι ικανοποιημένος. Αν καταλάβει κάτι διαφορετικό και το εξελίξει, εγώ πάλι ικανοποιημένος θα ‘μαι, γιατί θα του δώσω το έναυσμα να κολυμπήσει.

23. Θα είστε ικανοποιημένος παρότι δεν θα ξέρετε που έχει φτάσει ο καθένας και δεν θα είστε μέρος του «ταξιδιού»;

Το να είμαι μαζί του στο ταξίδι δεν με απασχολεί. Εγώ μόνο το έναυσμα δίνω. Από κει και πέρα αν αυτός ανοίξει έναν δικό του ορίζοντα, είναι γι αυτόν προσωπικά, είναι για την ψυχή του, την ευτυχία του, τη χαρά του, το μυαλό του. Απ’ αυτό το σημείο γεννάει καινούριες ιδέες, τις οποίες θα τις δώσει, θα τις πάρουν άλλοι και θα τις εξελίξουν. Η σκέψη και ο λόγος του ποιητή (και του συγγραφέα) δεν είναι παρά μια σπίθα που πέφτει στο βαμβάκι της ψυχής του άλλου. Το αν θα πάρει φωτιά και πως θα κάψει το δάσος, εάν θα καεί μέσα του, είναι άλλου παππά ευαγγέλιο. Απλά ο ποιητής, κατά τη γνώμη μου, δίνει τη σπίθα. Τώρα το πως θα τη χρησιμοποιήσεις εσύ, είναι δικό σου θέμα. Μπορείς να τη χρησιμοποιήσεις για να ανάψεις το τσιγάρο σου ή για να μαγειρέψεις για να φάνε τα παιδιά σου ή να ζεστάνεις τα χέρια της γιαγιάς. Δεν ξέρω τι θα την κάνεις. Εγώ δεν μπορώ να ακολουθήσω το δικό σου ταξίδι, γιατί φαντάσου να ακολουθήσω τη σκέψη όλων όσων θα διαβάσουν ένα ποίημα μου. Θα τρελαθώ.

24. Έχετε κάποια ιδιαίτερη συνήθεια όσον αφορά στη συγγραφή, κάποια συγκεκριμένη ώρα ας πούμε;

Όχι, προς Θεού. Δεν έχω συγκεκριμένη ώρα που γράφω. Είθισται να γράφω το βράδυ, από τις εννιά μέχρι τις πέντε το πρωί... μπορεί και έξι κι εφτά., γιατί αυτή την ώρα έχω χρόνο και ησυχία, αλλά έχω κι ένα κακό. Ενώ οδηγώ και σκέφτομαι, δεν έχω ένα χαρτί μαζί για να γράψω κάτι και έχω χάσει πάρα πολλά πράγματα εξαιτίας αυτού. Ένας φίλος μου, ο Αλέκος ο Σακελάριος, είχε ένα πακέτο τσιγάρα και με ένα πολύ μικρό μολύβι θα μπορούσε να γράψει δύο ολόκληρες σελίδες εκεί πάνω. Άκουγε και έγραφε. Εγώ έχω την τάση ν’ ακούω, αλλά δεν έχω το μολύβι και το χαρτί. Δεν το παίρνω μαζί μου. Για να επιστρέψω όμως στην ερώτηση, δεν έχω καμιά ιδιαίτερη συνήθεια. Απλά όταν κάθομαι γυρίζω ένα κουμπί, διαβάζω την τελευταία σελίδα που έχω γράψει μέχρι στιγμής και μετά συνεχίζω.

25. Πώς είναι όταν δεν μπορείτε να γράψετε; Το παθαίνετε ποτέ;

Ναι, βέβαια. Και αυτές τις στιγμές γίνεσαι, δυστυχώς, πιο σκληρός, πιο βίαιος ή γίνεσαι απαθής και την άλλη μέρα το πρωί σβήνεις τα καμώματα της νύχτας που λέμε και διορθώνεις ό,τι χρειάζεται. Ευτυχώς, δεν έχω πολλές τέτοιες στιγμές.

26. Συνηθίζετε να δουλεύετε πάνω σε δύο ιστορίες ταυτόχρονα; Και αν ναι, γιατί;

Τώρα δουλεύω πάνω σε τέσσερις. Πρόσφατα τελείωσα ένα θεατρικό και το έστειλα για διόρθωση. Ταυτόχρονα όμως γράφω μια ποιητική συλλογή και δύο μυθιστορήματα και το ένα δεν έχει καμία σχέση με το άλλο. Αυτό γίνεται γιατί ο συγγραφέας έχει την ανάγκη της διαφυγής. Έχεις ανάγκη να ξεφύγεις, να κολυμπήσεις ταυτόχρονα στη θάλασσα και στον αέρα.

27. Διαβάζετε;

Όχι. Διάβαζα πάρα πολύ μέχρι τα τριάντα μου χρόνια. Από κει και πέρα, δεν ξέρω γιατί, αλλά σταμάτησα να διαβάζω. Μιλάμε για χιλιάδες βιβλία. Εγώ είμαι επιρρεπής. Εάν διαβάσω κάτι, χωρίς να θέλω να το μιμηθώ, θα αρπάξω ορισμένα πράγματα και αυτό δεν μ’ αρέσει. Ίσως αυτός είναι ένας λόγος που δεν διαβάζω. Ένας άλλος λόγος είναι ότι, χωρίς να το θεωρώ χάσιμο χρόνου γενικά, είναι ως προς τη συγγραφή.

28. Ποια είναι η άποψή σας για τις επιλογές του αναγνωστικού κοινού στην Ελλάδα και πως κρίνετε τα θέματα με τα οποία ασχολούνται στα βιβλία τους οι διάσημοι συγγραφείς του εσωτερικού;

Χωρίς να θέλω να τους κατηγορήσω, πιάνουν τον σφυγμό του αναγνώστη με σκοπό την πώληση βιβλίων. Δεν τους έχω διαβάσει, μόνο ίσως δυο τρεις και αυτούς επειδή μου δίνει βιβλία τους η γυναίκα μου για να της πω τη γνώμη μου. Γενικά δεν μου λένε τίποτα. Θα μου πεις, τα δικά σου λένε τίποτα; Τα δικά μου είναι δικά μου.

29. Ποια η σχέση σας με τους θαυμαστές και αναγνώστες των βιβλίων σας;

Καμία. Γνωρίζω αρκετούς, αλλά ποτέ δεν τους ρωτώ. Έχω εκατοντάδες μη αναγνωσμένα μηνύματα στον υπολογιστή και είναι ζήτημα να έχω ανοίξει δέκα απ’ αυτά. Δεν ανοίγω γιατί δεν θέλω να ακούω το μακρύ και το κοντό του καθενός. Επίσης εμένα δεν έχουν πωληθεί πολλά βιβλία μου.

30. Θεωρείτε ότι ένας καλλιτέχνης πρέπει να τοποθετείται δημόσια για κοινωνικά θέματα ή είναι στην ευχέρεια του καθενός αν θα πει την γνώμη του, δεδομένου ότι μπορεί να μην είναι αυτό που «θέλει» να ακούσει ο κόσμος;

Επειδή όλοι θεωρούν τον εαυτός τους «καλλιτέχνη» και επειδή όλοι θέλουν να λένε την γνώμη τους και αν κοιτάξεις στην τηλεόραση, ο καθένας λέει ό,τι θέλει, καλύτερα κάποιος να σιωπά και αν δεν είναι εκατό τοις εκατό σίγουρος γι αυτό που λέει, να μην ανοίγει το στόμα του, να μην γράφει και να μην εκδίδει. Γιατί αυτό που εκδίδεις εσύ, μπορεί να το πάρει ο άλλος και να του γίνει βίωμα˙ να το πάρει και να το αναμασήσει, να θεωρήσει ότι είναι σωστό και στην πραγματικότητα να είναι το μεγαλύτερο λάθος. Αν λοιπόν ο συγγραφέας- καλλιτέχνης δεν είναι εκατό τοις εκατό σίγουρος ότι αυτό που γράφει ή λέει είναι σωστό και ανθρώπινο, δεν έχει δικαίωμα να το κάνει. Ξέρεις σε πόσα πράγματα έχω βουλώσει το στόμα μου. Δηλαδή στην ύπαρξη του Θεού για παράδειγμα. Εγώ πιστεύω στην ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία, αλλά αποφεύγω να το εκφράσω, όχι επειδή δεν το πιστεύω αρκετά, αλλά δεν έχω δικαίωμα να επηρεάσω εσένα που έχεις μια μουσουλμανική καταγωγή, ας πούμε. Δεν έχω δικαίωμα να μπω μέσα στην ζωή σου. Και δεν πρέπει να το κάνω. Ας πούμε, για θέματα ηθικής, υπάρχουν πολλοί που γράφουν άρες μάρες κουκουνάρες. Ένας συγγραφέας πρέπει αυτό που λέει να το πιστεύει ακράδαντα, γιατί σε περίπτωση που το διαβάσει κάποιος και το υιοθετήσει, θα πρέπει να του κάνει καλό, όχι κακό. Έχω σκίσει πολλές σελίδες λόγω αυτού.

31. Πιστεύετε όμως ότι αυτό μπορεί να γίνει πάντα, δεδομένου ότι οι χαρακτήρες που γράφουμε σίγουρα έχουν κάποια κοινά με μας, αλλά κατά κύριο λόγο είναι διαφορετικοί άνθρωποι;

Χαρακτηριστικά δικά μου δεν έχει κανένας ήρωάς μου. Αυτό είναι γεγονός αναμφισβήτητο. Πουθενά δεν έχω τοποθετήσει τον εαυτό μου σαν ήρωα ή σαν κομμάτι του ήρωα ή σαν μια στιγμή του ήρωα. Ωστόσο ένας ήρωάς μου μπορεί να είναι ελεεινός, τρισάθλιος, από την απέναντι πλευρά όμως θα είναι το αντίδοτο, που θα τον επισκιάσει. Δεν είναι ότι τα βλέπει όλα καθαρά, λευκά και τρισεύγενα. Αν πάρεις το βιβλίο μου «Εφιαλτικός Παράλληλος», όπου, για να σου δώσω να καταλάβεις, είναι ένας συγγραφέας, ο οποίος διαπιστώνει στη μέση του βιβλίου ότι άλλα γράφει και άλλα κάνουν οι χαρακτήρες του και αναγκάζεται να μπει μέσα στο βιβλίο για να διαπιστώσει τι συμβαίνει και βλέπει ότι ένας εξ’ αυτών είναι κακός και παίρνει αυτός την θέση του καλού για την τον εξοντώσει, δείχνω το καλό μέσω του κακού.

32. Πάνω σε τι δουλεύετε το τελευταίο διάστημα;

Τελείωσα το θεατρικό, όπως σας είπα και τώρα έχω την ποιητική συλλογή και  δύο μυθιστορήματα, τα οποία πιστεύω ότι μέχρι το τέλος τους χρόνου θα έχουν εκδοθεί. Το ένα μιλάει για τον κόσμο στις στοές των Αθηνών και το άλλο για έναν άνθρωπο που φεύγει από το σπίτι του, εξαιτίας του μεγάλου του έρωτα.

Θέλουμε να ευχαριστήσουμε τον Θανάση Αγγέλου για τη συνέντευξη που μας έδωσε και να του ευχηθούμε τα καλύτερα για το μέλλον.

Ακολουθούν οι περιλήψεις των βιβλίων του, οπότε αν σας κίνησε το ενδιαφέρον τα όσα μας είπε και θεωρείτε ότι θέλετε να διαβάσετε το βιβλίο του "Πειρασμός και Σωτηρία", πάρτε μέρος στον διαγωνισμού του Moonlight Tales για να κερδίσετε 1 αντίτυπο, πατώντας εδώ.






Μυθιστορήματα: 


Πειρασμός και Σωτηρία:

Ο Ιωνάς ένας μποέμ ζωγράφος και ειδικός στις αντιγραφές κλασσικών έργων, έζησε συγκινήσεις και απόλαυσε αδυναμίες. Αγάπησε και πρόδωσε, αγάπησε και σκότωσε τον άνθρωπο ως εαυτόν. Καταπάτησε τις δέκα εντολές. Απαρνήθηκε τα πιστεύω του, υποτάχτηκε και μίσησε τα πάθη του. Βούλιαξε στη ανομία. Κλείστηκε σε μοναστήρι, κονταρομάχησε με τους πειρασμούς ανέβηκε την κλίμακα της εσωτερικής ανάτασης, γνώρισε τη δύναμη του Θεού, και έλαβε συγχώρεση. Δεν δίστασε όμως να πετάξει τα ράσα για να λατρέψει το μεγάλο παιδικό του έρωτα τη Νεφέλη. Το παρελθόν τον κυνήγησε, τον έσπρωξε στο έγκλημα. Αγωνίστηκε, πάσχισε, συγκρούστηκε και με κατάθεση ψυχής δικαιώθηκε. Κέρδισε όμως τη λύτρωση;






Εφιαλτικός Παράλληλος:

Μετά την ανταρσία των πρωταγωνιστών ο συγγραφέας εισχωρεί στην υπόθεση του μυθιστορήματος να επιβάλει την τάξη. Τι ήταν όμως εκείνο που παραποίησε την υπόθεση του μυθιστορήματος και το σπουδαιότερο ποιος αλλοίωσε τους χαρακτήρες? Ο Βλάσης ισχυρίζεται πως αυτός έδωσε ενδιαφέρον στο ανιαρό έργο του συγγραφέα και η Αγνή τον ενοχοποιεί, φορτωμένη υποχρεώσεις, πλήρωνε ακριβά κάθε επιθυμία της. Το δίλημμα της να διαλέξει έναν από τους δύο την αποπροσανατόλιζε. Η χαρά να επιθυμεί το Μάρκο και να απολαμβάνει όσα της πρόσφερε ο Βλάσης τη μάγευε. Μια ανεξήγητη όμως στιγμή χαράχτηκε στη μνήμη της , και παρόλο τον παραλογισμό της ένδειξης κατάλαβε ότι κάτι θα έρεπε να κάνει κι αυτή για να κερδίσει την ελευθερία της.




Ο Ηχως των Τενεκέδων:

Από τενεκέδες άλλο τίποτα, έχει γεμίσει ο κόσμος από τη ρυπογόνο βρώμα τους και τον εφιαλτικό τους ήχο. Όσο ψηλά κι αν φτάσει ένας ντενεκές, όσο λούστρο κι αν δεχθεί, όπως ο Κύμον της ιστορίας μας, είναι δύσκολο να εγκαταλείψει τη μεταλλική συμπεριφορά της λαμαρίνας. Διωγμένος από το ορφανοτροφείο που τον είχαν πετάξει, ξεκίνησε από το τίποτα, και με έναν καλοστημένο εκβιασμό κατάφερε να βγάλει την ουρά του από τα σκέλια και να φτάσει στο ύπατο οικονομικό βάθρο των ντενεκέδων. Ένας ντενεκές δε φέρνει τη σήψη έλεγε, το δρόμο στρώνουν άλλοι μεγαλύτεροι και κατευθυνόμενοι ντενεκέδες που κρατούν και παίζουν την τύχη του τόπου στα χέρια τους. Παρόλο τις νουθεσίες που είχε από το γέρο μουσικό και την αγάπη της Μυρτώ δεν κατάφερε να ξεπεράσει τις αδυναμίες του ντενεκέ μέχρι την τελευταία του στιγμή. Γυμνός υμνούσε την ηθική ενώ ταυτόχρονα ερωτοτροπούσε με τα έκφυλα βίτσια της διαστροφής. Συνειδητά μαγείρευε στο ίδιο τσουκάλι αξίες και αχρειότητες για να υιοθετεί την εκδίκηση και να δικαιολογεί την απληστία του. Κάποτε είχε παίξει λέει, κορώνα γράμματα με το Θεό και τον κέρδισε, γι αυτό έριξε λάδι στη φωτιά, έτσι για να δείξει στον εαυτό του ποιος ήταν, τι έκανε, τι μπορούσε να κάνει, και τι δεν έκανε.

Το Κουμπί:

Ο καθένας έχει το κουμπί του, άλλος μεγάλο, μικρό, χρωματιστό κουμπί και άλλος μεταλλικό ή πέτσινο πολλοί κρύβουν φιλντισένιο κι άλλοι φορούν ολόχρυσο. Όλοι έχουν το κουμπί τους μέσα από το σακάκι, το φορούν κατάσαρκα και κρύβουν την αδυναμία τους. Ο Αλέξανδρος από το τίποτα αναρριχήθηκε εύκολα, εκμεταλλεύτηκε το κουμπί του καθενός και έφτασε ψηλά. Με την πρώτη ματιά η Ελισάβετ είχε στα χέρια της το κουμπί του Αλεξάνδρου. Ο έρωτας όμως έχει κουμπί; Εδώ απαντά η ματαιοδοξία. Το κοστούμι της επίγνωσης πάντως δεν έχει κουμπιά.







Το Πέταγμα της Πεταλούδας:

Ο ξαφνικός πυροβολισμός της Άλεξ κατάστηθα από τους υπόπτους, άλλοι είχαν συμφέρον και άλλοι σοβαρό λόγο να τη δολοφονήσουν. Ποιος όμως ήταν ο παρολίγον δολοφόνος; Εκείνο που μπέρδευε περισσότερο τον αστυνόμο Φέκα, ήταν η ομοιότητα Άλεξ και Ισμήνης, παρόλο το διαφορετικό χαρακτήρα τους. Οι φιλοσοφικές αναζητήσεις της Άλεξ ήταν τα αναγυρέματα για να δώσει απαντήσεις στην ανακάλυψη του Θεού της. Η συνύπαρξη του καλού και του κακού, την έμπαζε στη δαιδαλώδη εκείνη διαδικασία αναζήτησης δίχως μίτο. Σε αντίθεση με την Ισμήνη που ήταν ένα υποχείριο του Γιάγκου με όλα τα κουσούρια μιας γυναίκας του υποκόσμου. Η άποψη του Δρόσου ότι η ομοιότητα του έγκειτο στη διδασκαλία που έλαβαν από τον ίδιο Θιβετιάνο δάσκαλο δεν ευσταθούσε. Κατά την ομολογία του ο δάσκαλος στον αστυνόμο ανάφερε πως δε γνώριζε καμία Ισμήνη. Το πέταγμα της πεταλούδας, τα μεταξωτά της φτερά και η λάμψη της, οδήγησαν τον αστυνόμο στη λύση της ομοιότητας που τελικά δεν υπήρχε. Η Άλεξ μετά τον τραυματισμό της και όσο βρισκόταν σε κώμα στο νοσοκομείο έπαιξε θαυμάσια το ρόλο της Ισμήνης και όταν συνήλθε μετά το θάνατο της Ισμήνης έδειξε στον αστυνόμο ποιος ήταν ο παρολίγο δολοφόνος της.

Βρόμικος Ποταμός:
(σε συνεργασία με τον Νικόλαο Μεταλληνό)

Στο πυρηνικό διάβα του 21ου αιώνα με όλα τα επιστημονικά επιτεύγματα, και τη διάνυση των εκατομμυρίων χιλιομετρικών στο διάστημα για την ανακάλυψη άλλων πλανητών και κόσμων αναρωτιέσαι πόσες φορές ο καθένας από εμάς κατάφερε να εισχωρήσει μία πιθαμή μέσα του για την ανακάλυψη της δύναμης που κρύβει. Οι δοκιμασίες που σκορπά η ζωή, πέρα από ταλαιπωρίες γεμίζει γνώση, δύναμη και πίστη, για να πετύχεις όσα δε μπορείς να φανταστείς, ό,τι μπορείς να πετύχεις. Το ακατόρθωτο, είναι το φορτίο επάνω στο σημείο στήριξης. Το υπομόχλιο η δύναμις του νου και η ελάχιστη ισχύ μετατοπίζει τον ογκόλιθο. Ένας μοχλός το παν κινεί, αρκεί το θέλω να συμπορευτεί με το πιστεύω και να γεννοβολήσει τη δύναμη για τη μετακίνηση του φορτίου.




Ποιητικές Συλλογές:


Ενάτη Ημέρα:

Βουτηγμένος μέσα στο αχανές περιβόλι της Εδέμ, δίχως τα όρια της αρχής και του τέλους, αναρωτιέσαι πώς και πού πρέπει να διαβαίνεις. Γιατί όποιος στο βρόντο περπατεί, ή λάσπες, ή είναι γνωστό τί άλλο μπορεί να πατεί. Και το δίλημμα αντιπαλεύει μέσα σου, σε ποιους πειρασμούς πρέπει να ενδώσεις και ποιους να αποφύγεις. Γιατί ο γλυκός είναι απαγορευμένος και ο πρέπον άνοστος. Η παράδοση υπαγορεύει στον κανόνα και ο κανόνας επιφορτίζει με άγραφους νόμους τη συνείδηση, να ξυπνά ερινύες στο παραπάτημα. Αυτές οι σκέψεις σε σπρώχνουν να αραδιάζεις γραμμές και να αναρωτιέσαι, αν οι κανόνες είναι μέσα στο παιχνίδι της αλλοτρίωσης, ή τα κριτήρια είναι ανάλογα με πού και ποιος τα υιοθετεί.

Ορίζοντες:

Το σήμερα στιγματίστηκε από τη σκληρότητα της εγωλατρίας. Διψά για πράσινες οσμές δολαρίων, με την ανοχή χρεωκοπημένων συνειδήσεων που ψευδορκούν αβασάνιστα, συνηγορούν ασύστολα και ξεπλένουν ονείδους στον χείμαρρο του παραστατικού. Η επιβίωση μετανάστης στην πατρίδα της, ζητιανεύει ελπίδα μ' ένα τσεκούρι κατά νου να κόψει γόρδιους. Τα συναισθήματα φθίνουν, ξυπόλητα στις καρβουναποθήκες αναζητούν χαμένες οντότητες και γανώνουν ψευδαισθήσεις για το πειστήριο του "υπάρχω". Από Θεού η απαντοχή γαληνεύει καρδιές, φιλεύει προσδοκίες. Η Κτήσις Του έχει δρόμο ακόμα.

Συλλαβίζοντας:

Βιώματα απλά και ταπεινά, εμπειρίες κοινές και εικόνες καθημερινές μετουσιώνονται από την ευαισθησία και τη δημιουργική δύναμη του νέου ποιητή σε σκέψεις και ανησυχίες που σε κάνουν να στέκεσαι μπρος τους στοχαστικός και να εύχεσαι αυτή η εκκίνηση να οδηγήσει σε καινούριους και πλατιούς δρόμους. ΔΗΜ. ΒΕΑΚΗΣ


Ταξίδι Παράλληλο:

Ένα ταξίδι μαζί, ένα μακρινό ταξίδι ψυχής σε μια πιθαμή. Ένας έρωτας, ένα μίσος, μια καλοσύνη, η αδικία, η χαρά και ο πόνος, μαζί με όλα τα συναισθήματα αμπαλαρισμένη σε ένα δισάκι, στον πηγαιμό μιας δρασκελιάς από την καρδιά, γύρω από όλους εμάς. Οι ματαιοδοξίες, οι πλεονεξίες, η εγωλατρία και τα πάθη της καθημερινότητας μας έχουν ζέψει στο αλέτρι του θέλω. Η αχορταγιά του κομφορμισμού επιβάλλεται ανεξέλεγκτα και καταστροφικά από τα τραστ για να μας εξουσιάζουν. Οι μεγάλοι να επιβάλλονται στις αρχές, αυτές στους ιθύνοντες και οι ιθύνοντες σε εμάς. Η ρεμούλα, η υπεξαίρεση, οι άνευ αντικρύσματος αρπαγές με τη νομιμοποίηση της ασυλίας βαφτίζονται νομότυπες και παίζουν με πληρωμένο διαιτητή σε γήπεδο με απαγορευμέη είσοδο. Η ποίηση, ένα ταξίδι όλοι μαζί, χέρι χέρι με μια γυροβολιά μέσα από σχολειά, σπίτια, εκκλησίες, υπουργεία, καταγώγια, οίκους ανοχής, μέσα από συνειδήσεις, λογικές, τάσεις ιδεών, κλισάρει αποφθέγματα, ορθώνει ανάστημα και προβάλλει αυτό που βγαίνει κραυγή από μέσα της. Ανάμεσα τους εσύ, εγώ, ο μόνος άνθρωπος που ακόμα ζει και αναπνέει με έναν ακόμη σκοπό μιας αλήθειας που διαπερνάει τη φθαρτή σάρκα και απλώνει το χέρι να αγγίξει το άφθαρτο, αμόλυντο της ψυχής. Εκεί χάνεσαι στους βυθούς σαν σταγόνα βροχής, σαν το χάδι ενός ανέμου που ζητάει να αγγίξει το δάκρυ του κόσμου και να το σβήσει. Ακόμη κι αν ξηράνει το δέρμα κι ας μιλήσει σκληρά η φωνή, η πνοή βγαίνει με κόπο και γράφει στους τοίχους μηνύματα αγάπης, ομόνοιας, συνένωσης. Οι παλμοί γίνονται ένα και ο κόσμος μια αλυσίδα, θαρρείς, στον ορίζοντα μιας εξέλιξης μιας νέας γενιάς που κρύβει η κάθε αναγέννηση θαμπά πίσω από τις κουρτίνες της. Αβέβαιο το μέλλον! Μόνο βέβαιο ο πόθος της ανθρώπινης σου υπόστασης να ψάχνει να ενωθεί με το Θείο και να ανυψωθεί σε μια θέση όπου η θέα βλέπει λίγο παραπάνω καθαρό ουρανό, λίγη παραπάνω ελπίδα, λίγη ανθρωπιά στα μάτια του συνανθρώπου. Μέσα από εκείνον δεν γεννιέσαι κάθε μέρα;

ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΕΡΓΑ:

Έσχατο Όριο:

Ένας σκληροπυρηνικός συνδικαλιστής, από τα σκληρά καρύδια εκείνα που δε το βάζουν εύκολα κάτω. Μετά το χωρισμό του με τη γυναίκα του, απέκτησε όλα τα κακά του αθεράπευτου κακορίζικου γουρουνιού. Πωρωμένο κομματόσκυλο βουτούσε όσα περισσότερα του επέτρεπε η απληστία, η θέση και οι γνωριμίες του. Δε δίσταζε να αλλάζει παρατάξεις για να έχει τα πόστα και να εξυπηρετεί τους χωριανούς του με το αζημίωτο. Δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα κάθαρμα, ένα ελεεινό τομάρι που έβρισκε θύματα να ικανοποιεί τη λαιμαργία του και την ανασφάλειά του. Μια έκτακτη ομιλία όμως που αναγκάστηκε να κάνει για την αρρώστια των αμπελώνων, λόγω απουσίας του γεωπόνου, τον προσγείωσε αναγκαστικά. Οι αναδρομές στο παρελθόν, η κριτική στα παράδοξα φαινόμενα των πολιτικών η κάλυψη που τους παρείχε στα ανορθόδοξα νταλαβέρια τους, οι μίζες, η αρπαγή εκατομμυρίων, οι εφιαλτικές αποφάσεις τους για τις ανελέητες λεηλασίες που έκαναν εις βάρος του λαού και προ πάντων η κριτική της κόρης του για τη δική του συμπεριφορά, του άλλαξαν ρότα και πεποιθήσεις. Αντί για τη φυλλοξήρα του αμπελιού μίλησε για τη φυλλοξήρα του ανθρώπινης ασθένειας και αγανακτισμένος τα βάζει με τους πολιτικούς. Οργίζεται με τις μίζες του, το άγριο φαγοπότι τους, τις υπεξαιρέσεις εκατομμυρίων και στην αδικία που ασκείται στην Ελλάδα από τους συνεταίρους τις Ευρωπαϊκής Ένωσης. Καταριέται τα μνημόνια, τα διεθνή νομισματικά ταμεία, τους Γερμανούς και φουρκίζεται με το λαό που μοιρολατρεί για την κατάντια του, και αντί να αφυπνιστεί, κάθεται με απάθεια στην πολυθρόνα και περιμένει να τον σώσουν οι άλλοι.