Άνοιξε τα μάτια του, νιώθοντας ένα σούβλισμα
στην μέση του και μούδιασμα στην μισή πλευρά του κεφαλιού του. Δεν θυμόταν πότε
ήταν η τελευταία φορά που ήταν ξεμέθυστος ή που μπορούσε να σταθεί στα πόδια
του σαν άντρας. Είχε χάσει κάθε επαφή με το περιβάλλον, κάθε ελπίδα, κάθε του
δύναμη. Ένιωθε αδύναμος να παλέψει και συγχρόνως την καρδιά του να σπάει σε
χιλιάδες κομμάτια. Ένα γιατί τον βασάνιζε που και που. Ένα γιατί που
τριγυρνούσε στο μυαλό του και τον τρέλαινε.
Άνοιξε το ραδιοφωνάκι που είχε μαζί του και
κατά καιρούς μάθαινε τα νέα του έξω κόσμου. Δυνάμωσε την ένταση όταν άκουσε την
χαρακτηριστική φωνή της κοπέλας που έλεγε τις ειδήσεις.
«Σε κατάσταση σοκ βρίσκεται η αστυνομία,
μιας κι ο άγνωστος κουκουλοφόρος όπως τελικά αποδείχθηκε, έχει απαγάγει
πράγματι την κόρη του Δούκα. Άγνωστο παραμένει αν η νεαρή κοπέλα βρίσκεται καλά
στην υγεία της…» τα λόγια βούιζαν μέσα στο κεφάλι του. Προσπάθησε να βάλει στην
σειρά τις λέξεις.
«Η Νεφέλη», πετάχτηκε όρθιος και προσπάθησε
να βρει την ισορροπία του. «Το κοριτσάκι μου», μονολογούσε. Άρπαξε τα πράγματα
του και βγήκε έξω από το υπόγειο με δύο δρασκελιές. Κοίταξε γύρω του να βρει
έξοδο. Δεν μπορούσε να συντονιστεί με το περιβάλλον γύρω του. Βγήκε στον δρόμο
και σταμάτησε το πρώτο ταξί που πέρασε.
«Που πάμε κύριε;»
«Στο αστυνομικό τμήμα, στα κεντρικά», του
είπε ανυπόμονος. «Εγώ θα σε σώσω αγάπη μου», ψέλλισε και άφησε την πλάτη του να
ξεκουραστεί πίσω στο κάθισμα.
Μισή ώρα ήταν κολλημένοι στην κίνηση της
πόλης. Κόντεψε να δείρει τον ταξιτζή που δεν είχε βρει ακόμα τρόπο να κάνει το
αμάξι να πετάει. Μόλις αντίκρισε την όψη του γνωστού κτιρίου, άφησε ένα καλό
ποσό στον οδηγό ως ψυχική οδύνη και βγήκε φουριόζος.
Έπρεπε να προλάβει!
Μπήκε στα γραφεία με νευρικό βήμα και
κατευθύνθηκε στην αίθουσα συσκέψεων απ’ όπου ακουγόταν ομιλίες. Κλώτσησε την
πόρτα και μπήκε άγρια μέσα.
«Αναστήθηκε!» ψέλλισε ο διευθυντής που τον
κοιτούσε τρομαγμένος.
«Τι στοιχεία έχετε μέχρι στιγμής;» μαλάκωσε
το βλέμμα του και κάθισε στην πρώτη καρέκλα που βρήκε εύκαιρη, σαν να μην είχε
φύγει ποτέ.
Τα βλέμματα των συναδέλφων, τον κοιτούσαν
παραξενεμένα. Εκείνος όμως είχε επιστρέψει αποφασισμένος να δώσει ένα τέλος σε
αυτή την ιστορία. Έπρεπε να δουλέψει ψυχρά και ακανόνιστα όπως έκανε πάντα, να
βρει ξανά το αστυνομικό δαιμόνιο που αυτή η μικρή είχε καταφέρει να του
ισοπεδώσει. Έπρεπε για μια φορά να φερθεί ώριμα και να προστατέψει όσους αθώους
κινδύνευαν και ειδικότερα εκείνη.
«Ξέρεις, δεν είναι καλή ιδέα Ντίνο να
μπλεχτείς ξανά σε αυτή την υπόθεση. Η συναισθηματική σου κατάσταση δεν θα
βοηθήσει κανέναν μας, ούτε τη Νεφέλη φυσικά», ο διευθυντής μιλούσε γρήγορα,
φοβούμενος την αντίδραση του Ντίνου. Ήξερε πολύ καλά πόσο ιδιόρρυθμος ήταν και
επίσης πόσο ερωτευμένος. Το έβλεπε στα μάτια του.
«Μην φοβάσαι!» απάντησε ο Ντίνος ψύχραιμα.
«Είμαι ή δεν είμαι ο νούμερο ένα μυστικός αστυνομικός που υπάρχει αυτή την
στιγμή στην Ελλάδα;»
«Είσαι», του απάντησε ο διευθυντής
προσπαθώντας να καταλάβει τον συλλογισμό του.
«Τότε άφησε με να το αποδείξω!» γύρισε προς
τους υπόλοιπους και τους κοίταξε με ένα χαμόγελο. «Χάνουμε πολύτιμο χρόνο με
τις φλυαρίες σας κύριε διευθυντά!» σηκώθηκε και άρπαξε ένα μολύβι. Κάτι
σχεδίασε σε μια άσπρη κόλλα και το έδειξε στους υπόλοιπους.
«Τι;»
«Αυτό που είδατε!»
«Δεν υπάρχει περίπτωση Ντίνο να συναινέσω
σε αυτό! Είναι αυτοκτονία, το καταλαβαίνεις;» εξαγριώθηκε ο διευθυντής.
«Είναι ο μόνος τρόπος!»
«Ντίνο σοβαρέψου! Αυτό που λες δεν μπορεί
να γίνει! Δεν σου δίνω άδεια!»
«Θα γίνει κύριε διευθυντά, είτε μου δώσετε
άδεια, είτε όχι! Μια αθώα κοπέλα βρίσκεται στα χέρια ενός άγνωστου εγκληματία,
ο οποίος απειλεί να την σκοτώσει. Αν εσάς δεν σας ενδιαφέρει, νοιάζει εμένα και
δεν θα μείνω με σταυρωμένα τα χέρια»
«Ντίνο λογικέψου γαμώτο!» τον πλησίασε ο
διευθυντής ξεφυσώντας.
«Δεν ήρθα για να μου βάλετε μυαλό, αλλά για
να κάνετε το καθήκον σας! Και αυτή την φορά θα το κάνετε, έτσι όπως πρέπει.
Στήσαμε ολόκληρο κόλπο για να παγιδεύσουμε τον Δούκα, σπατάλησε το κράτος πάνω
από 600 εκατομμύρια γι’ αυτήν την αποστολή σε μια περίοδο που τα ταμεία είναι
μείον. Σήμερα κινδυνεύει μια κοπέλα και κατά πενήντα τοις εκατό, έχουμε την
ευθύνη της. Αν εσείς αντέχετε να παρακολουθείτε άπραγος, κάντε το! Εγώ θα
αντιδράσω όμως!»
«Εντάξει! Πρέπει όμως να γίνει με πολύ προσοχή!
Ντίνο φοβάμαι για τα αποτελέσματα!»
«Αυτή η δουλειά μου έχει μάθει ένα πράγμα:
ή όλα ή τίποτα. Και το όλα για εμένα είναι η Νεφέλη. Και αν αναρωτιέστε, ναι
είμαι ερωτευμένος μαζί της και δεν θα αντέξω να χάσω για δεύτερη φορά την ψυχή
μου!»
«Ωραία, τότε τρέξε να βρεις τον φίλο σου
τον Γιώργο! Κάποιος τον πήρε τηλέφωνο να πάει στο ξενοδοχείο Αστέριον», δεν
περίμενε να ακούσει κάτι περισσότερο, απλά έφυγε.
Βασιλική Κυργιαφίνη