Η ζωή είναι ένα εκκρεμές που κινείται μεταξύ πόνου και απελπισίας - Άρθουρ Σοπενχάουερ
Ο Πέτρος έμεινε αρκετή ώρα ακόμα. Αποφάσισαν να παραγγείλουν κάτι για να φάνε, μιας και με όσα είχαν διαδραματιστεί νωρίτερα η Μελίνα δεν είχε προλάβει να μαγειρέψει. Γευμάτιζαν μέσα στην σιωπή, ανταλλάσσοντας αμήχανα βλέμματα μεταξύ τους, λες και πρώτη φορά βρίσκονταν μαζί. Ο Πέτρος, αν και είχε καταλάβει ότι πριν έρθει κάτι είχε γίνει ανάμεσα τους, δεν έθιξε το θέμα. Προτίμησε λοιπόν να αφήσει ασχολίαστο το περίεργο κλίμα μεταξύ τους. Μέσα του ήλπιζε ότι ήταν για καλό, ένα βήμα πριν τα ξανά φτιάξουν...
Κατά τις δώδεκα ο Πέτρος, αφού αγκάλιασε για τελευταία φορά την Μελίνα και της υποσχέθηκε πως θα ερχόταν και αυτός αύριο μαζί τους, έφυγε. Πρώτα όμως έριξε ένα επίμονο βλέμμα στον Ιάσονα όλο νόημα. Τόσο καιρό προσπαθεί να του βάλει μυαλό. Τόσες συζητήσεις, άλλες απλά έντονες κι άλλες να καταλήγουν σε καβγά, ο Πέτρος όμως δεν τα παράτησε ποτέ. Ελπίζει ότι θα καταφέρει να σώσει τον γάμο τους κι ο Ιάσονας θα καταλάβει το λάθος του. Δεν θα νιώσει ήσυχος μέχρι να τους δει ξανά ευτυχισμένους...
Η Μελίνα έκλεισε την πόρτα. Στάθηκε για λίγο αμίλητη, σκεφτική... Χωρίς να του ρίξει ούτε ένα βλέμμα, τον προσπέρασε με σκοπό να πάει στο δωμάτιο της. Αυτό που είχε προηγηθεί μεταξύ τους της είχε δημιουργήσει ανάμεικτα συναισθήματα. Μα πάνω απ’ όλα, την είχε πιάσει απροετοίμαστη...
«Περίμενε!» γράπωσε το χέρι της φέρνοντας την κοντά του. Κόλλησε το σώμα της πάνω του και το ελεύθερο χέρι του τυλίχτηκε γύρω από την μέση της, ενώ άφηνε ένα μικρό φιλί στο δεξί της μάγουλο.
«Θέλω να πάω επάνω... Άσε με!» προσπάθησε να απελευθερωθεί εκείνη αλλά ο Ιάσονας την έφερνε όλο και πιο κοντά του. Η στάση του της δημιουργούσε αμηχανία. Γιατί την είχε φιλήσει, αναρωτιόταν. Στο μυαλό της μέσα όλα ήταν τόσο μπερδεμένα. Μέχρι πριν λίγες ημέρες δεν μιλούσαν και τώρα έφτασαν να φιλιούνται... Τι γίνεται;
«Μελίνα...» την γύρισε μπροστά του και σήκωσε το πιγούνι της. Τα μάτια του συνάντησαν τα δικά της. Τα χέρια του χάιδευαν τα μάγουλα της, με εκείνη να αφήνεται σε κάθε του άγγιγμα κλείνοντας παράλληλα τα μάτια της. «Συγγνώμη...» της είπε κι εκείνη άξαφνα τα άνοιξε!
Γιατί της ζητούσε συγγνώμη; Γιατί τώρα; Αφού δεν ήξερε... Δεν του είχε πει τίποτα! Γιατί της ζητούσε συγγνώμη, τότε; Διάφορα τέτοια ερωτήματα αρχίσαν να την βασανίζουν. Το μυαλό της έπλαθε σενάρια. Γι’ αυτό την είχε φιλήσει; Επειδή αισθανόταν ενοχές;
«Τι... Τι λες;» ρώτησε κι έκανε ένα βήμα πίσω για να τον κοιτάξει καλύτερα. Η έκπληξη στο πρόσωπό της ζωγραφιζόταν έντονα στα χαρακτηριστικά της. Έκπληξη; Απορία; Ενόχληση; Ούτε η ίδια δεν μπορούσε να καταλάβει τι ένιωθε την δεδομένη στιγμή.
«Μελίνα, εγώ... Εγώ φταίω για...» το βλέμμα του έπεσε στα χέρια της, εκεί που βρίσκονταν τα σημάδια της. Και τότε κατάλαβε... Ένιωθε ενοχές. Την λυπόταν! Κατά βάθος την λυπόταν...
«Παράτησε με!» φώναξε θυμωμένα. «Ξέρω ότι με λυπάσαι... Δεν θέλω να με λυπάσαι. Για τα δικά μου σημάδια είμαι υπεύθυνη μόνο εγώ! Εγώ τα έκανα όλα λάθος! Όλα είναι δικό μου λάθος... Με ακούς; Όλα! Μην τολμήσεις... Σταμάτα να με λυπάσαι! Προτιμώ να είσαι θυμωμένος μαζί μου. Αυτό, όχι δεν το αντέχω... Όχι να με λυπάσαι!» Ξέσπασε... Άφησε τον εαυτό της αν βγάλει στην επιφάνεια όλα εκείνα που την στοίχειωναν, όλα όσα μόνη της πάλευε καιρό τώρα.
«Μελίνα, παραλογίζεσαι. Εγώ δεν...» έκανε προσπάθεια να μιλήσει, αλλά δεν τον άφησε. Δεν την λυπόταν. Αντίθετα, τα είχε βάλει με τον εαυτό του... Αυτός ήταν ο υπεύθυνος για όσα είχαν συμβεί και ήθελε να της το πει.
«Πονάω, Ιάσονα... Πονάω!» δάκρυα κυλούσαν στο πρόσωπο της, η καρδιά χτυπούσε δυνατά και το σώμα της έτρεμε. «Κάθε μέρα πονάω όλο και περισσότερο κι εσύ... Εσύ δεν είσαι εδώ! Έχεις την Κατερίνα σου... Αλήθεια, τώρα τι θα της πεις που με φίλησες;» τον κοιτούσε με μάτια δακρυσμένα και με την καρδιά της να πονά όλο και περισσότερο. Ήταν καιρός να ξεσπάσει. Και εκείνη όμως δεν ήξερε όλη την αλήθεια. Ο Ιάσονας κουβαλούσε και ο ίδιος τον δικό του Γολγοθά. Όταν το μάθαινε, θα καταλάβαινε γιατί συμπεριφερόταν έτσι... Ακόμα όμως δεν είχε έρθει η ώρα γι’ αυτό!
«Η Μελίνα έριξε το παιδί. Προσπάθησα να την μεταπείσω αλλά, Ιάσονα... Ήταν αποφασισμένη, δεν ήθελε αυτό το παιδί! Δεν ήθελε το παιδί... Μάλιστα, μου είπε πως δεν ήθελε να γίνει μάνα γιατί ακόμα δεν είχε ζήσει την ζωή της. Πως είναι ακόμα μικρή...»
Τα λόγια του αδερφού του εκείνο το βράδυ κυρίευσαν το μυαλό του. Ένας απροσδόκητος θυμός έκανε την εμφάνιση του και τα χαρακτηριστικά του σκλήρυναν.
Σαν ένας άλλος άνθρωπος έγινε... Ένας άνθρωπος γεμάτος θυμό! Έπιασε το χέρι της με δύναμη τρομάζοντας την κι ένα βογγητό πόνου ξέφυγε από τα χείλη της.
«Πονάς; Εσύ πονάς; Εγώ; Με σκέφτηκες εμένα; Όταν έριχνες το παιδί μου με σκέφτηκες; Λες ότι δεν πονάω όλον αυτόν τον καιρό; Τι είμαι εγώ, ρε Μελίνα; Έμαθα πως η γυναίκα μου έριξε το παιδί μου...» έκανε μια παύση, έκλεισε τα μάτια και πήρε μια κόφτη ανάσα. «Το παιδί που ίσως βέβαια και να μην ήταν δικό μου...» είπε άξαφνα και εκείνη τον κοίταξε σαστισμένη.
Τι ήταν αυτό που μόλις ξεστόμισε; Πώς μπορούσε να λέει κάτι τέτοιο; Ένα ακόμα ψέμα εκείνου! Ήταν σίγουρο πως, ο υπαίτιος γι’ αυτήν την κατάσταση, είχε βάλει για τα καλά το χέρι του...
«Τι λες; Πως τολμάς;» ούρλιαξε. Το χέρι της προσγειώθηκε με δύναμη στο μάγουλο του. Το στήθος της ανεβοκατέβαινε ακανόνιστα. Ο Ιάσονας ακούμπησε το μάγουλο του και την κοίταξε εξοργισμένος καθώς τα μάτια της άνοιξαν από την έκπληξη. Με μια κίνηση βρέθηκε μπροστά της και την κόλλησε στον τοίχο, φυλακίζοντας τα χέρια της πάνω από το κεφάλι της. Τα βλέμματα τους πέταγαν φωτιές καθώς κοιτάζονταν βαθιά μέσα στα μάτια. Εκείνος μίλησε πρώτος.
«Πες μου επιτέλους τι συμβαίνει! Γιατί έριξες το παιδί; Μίλα μου, γαμώτο... Μίλα!» Οι φλέβες του, που είχαν κάνει την εμφάνιση τους, πετάγονταν κάθε φορά που εκείνος φώναζε αλλά εκείνη δεν απαντούσε. Πήρε μια βαθιά ανάσα, έκλεισε τα μάτια και κάρφωσε το βλέμμα του πάνω της ξανά! «Πρόσεχε, Μελίνα. Από εδώ και μπρος όλα θα αλλάξουν... Αν τολμήσεις να ξανά κάνεις κακό στον εαυτό σου, να είσαι σίγουρη πως θα με βρεις απέναντι σου! Κατάλαβε ένα πράγμα... Δεν σε λυπάμαι, μωρό μου. Ο μόνος υπεύθυνος εδώ μέσα είμαι εγώ! Σε πόνεσα και δεν μπορώ να το συγχωρέσω στον εαυτό μου. Και, όσο για την Κατερίνα, δεν είμαι μαζί της. Λίγα βράδια μόνο βρεθήκαμε και, πίστεψε με, το μετάνιωσα από την πρώτη στιγμή... Αυτή η γυναίκα δεν είναι όπως φαίνεται. Νομίζει πως μπορεί να κερδίσει κάτι παραπάνω...»
Ο μεθυσμένος άντρας κάνει διπλάσια λάθη από τον νηφάλιο. Ειδικά αν στην μέση υπάρχει η πανούργα γυναίκα που με δόλιο τρόπο και μέσα τον αναγκάζει να κάνει που δεν θέλει
«Δεν την αγγίζω, μάτια μου. Με φιλάει και νιώθω αηδία. Μακάρι να μπορούσα να σου εξηγήσω..» συνέχισε, έκλεισε τα μάτια και ένωσε τα μέτωπα τους. Είναι επικίνδυνη μωρό μου, σκέφτηκε.
Οι άνθρωποι δεν είναι πάντα αυτό που φαίνονται. Μια ερωτευμένη γυναίκα μπορεί να γίνει επικίνδυνη. Μια άρρωστη γυναίκα θανατηφόρα....Ο συνδυασμός αυτός καταστροφικός.
«Μόνο εσένα θέλω! Ο θυμός μου ήταν μεγάλος όταν έμαθα για το παιδί... Ξέρεις καλύτερα από τον καθένα πόσο πόνεσα όταν έχασα τα πάντα. Σε κράτησα μακριά μου γιατί φοβόμουν τον εαυτό μου. Ξέρω πως, ότι και να σου πω τώρα, δεν μπορείς να με συγχωρέσεις. Σε άφησα, μωρό μου, και το μετανιώνω χίλιες φορές. Σιγά σιγά ελπίζω να κερδίσω την εμπιστοσύνη σου ξανά...» δήλωσε και την άφησε ηττημένος. «Πήγαινε να φτιάξεις τα πράγματα...»
Δεν τον άφησε να συνεχίσει, μάταιος κόπος. Έφυγε αμέσως από κοντά του τρέχοντας στο δωμάτιο της. Δεν άντεχε άλλο, ήθελε να κρυφτεί, να ξεσπάσει... Μπήκε στο δωμάτιο και άφησε το σώμα της να κυλήσει στο πάτωμα. Τα γόνατα της δεν την βαστούσαν, το σώμα της έτρεμε και τα δάκρυα ελευθερώθηκαν σαν βροχή στο πρόσωπο της.
«Γιατί; Γιατί;» μονολογούσε μέσα από τους λυγμούς της. Έκρυψε το πρόσωπο μέσα στις παλάμες της προσπαθώντας να ηρεμήσει. Οι ανάσες της έγιναν βαριές. Δεν μπορούσε να αναπνεύσει. Τα δάκρυα όλο και πιο πολλά και οι ανάσες της λιγοστές. «Βοήθεια...» έκανε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να φωνάξει. Κρίση... Την είχε πιάσει κρίση!
Από εκείνο το συμβάν, τότε πριν δύο χρόνια, οι κρίσεις πανικού ήταν συχνές. Η αδερφή της, που γνώριζε την κατάσταση, προσπαθούσε να κάνει τα πάντα για να την βοηθήσει. Θέλησε πολλές φορές να πει όλη την αλήθεια στον Ιάσονα. Δεν ήθελε να βλέπει την αδελφή της να πονάει και να καταστρέφεται για ένα λάθος που δεν ήταν ποτέ δικό της, για έναν άνθρωπο που της προξένησε τόσο πόνο και έμεινε ατιμώρητος...
Μαζί πάλευαν με τις κρίσεις, κάθε φορά που θυμόταν εκείνη την νύχτα. Κάθε φορά που ένιωθε τα χέρια του πάνω της... Η αδελφή της ήταν εκεί να την καθησυχάζει και να επιμένει πως όλα θα τελειώσουν. «Είμαι μαζί σου αγάπη μου... Θα πληρώσει στο τέλος ο αλήτης για όσα σου έκανε και όλα θα τελειώσουν!» συνήθιζε να της λέει καθώς την είχε στην αγκαλιά της.
«Βοήθεια...» άλλη μια προσπάθεια. Με όση δύναμη είχε κατάφερε να σηκωθεί και, με τρεμάμενα χέρια, άνοιξε την πόρτα. Πάλευε για λίγο οξυγόνο... Δεν μπόρεσε να κάνει άλλο βήμα και τα γόνατα της λύγισαν, με εκείνη να πέφτει λιπόθυμη στο πάτωμα. «Ιάσονα...» ήταν το μόνο που ψέλλισε λίγα δευτερόλεπτα πριν χάσει τις αισθήσεις της.
Ο Ιάσονας γινόταν σκληρός για το καλό της. Ήταν αποφασισμένος στο εξής να μην την αφήσει να κάνει κακό στον εαυτό της. Με τον καιρό, ήξερε πως θα πλήρωνε το λάθος του. Η συμπεριφορά του αυτά τα δυο χρόνια δεν ήταν τυχαία... Την πλήγωνε και μέσα του γινόταν πόλεμος.
Μερικές φορές, όταν το κακό εξουσιάζει, ο άνθρωπος υποτάσσεται δίχως να το καταλαβαίνει. Το κακό βρίσκει πάντα διόδους για να σε πληγώσει και κάνει τα πάντα για να σου κλέψει την ευτυχία. Γι’ αυτό είναι παιχνίδι ο πόνος και η δυστυχία. Το κακό κυριεύει, ο άνθρωπος χάνεται στα δεσμά του και δύσκολα ελευθερώνεται. Θέλει σκληρή μάχη και θέληση για να το αντιμετωπίσεις
Ο Ιάσονας και η Μελίνα αποτελούν ακόμα δύο πιόνια στη σκακιέρα. Θα παλέψουν με θεούς και δαίμονες για να τους αντιμετωπίσουν και να σωθούν.
Η μάχη πλησιάζει και ο πόλεμος καραδοκεί. Οι ψυχές τους ετοιμάζονται... Μόνο ένας θα είναι ο νικητής. Η μάχη θα κρίνει το αποτέλεσμα. Ένα αποτέλεσμα που ίσως πονέσει τους εμπλεκόμενους... Σε έναν πόλεμο πάντα υπάρχουν απώλειες. Απώλειες που θα πονέσουν με τον χαμό τους, απώλειες που θα στοιχίσουν, απώλειες που θα καθορίσουν την συνέχεια...
Μελίνα και Ιάσονας. Δύο άνθρωποι αναγκασμένοι να ζουν στην δυστυχία, δύο ψυχές που αγαπήθηκαν και συνεχίζουν να παλεύουν για την αγάπη τους.
Στο τέλος, όπως συνηθίζεται, το κακό πληρώνει. Ένας από τους δύο θα καταφέρει να μείνει όρθιος και να παλέψει μέχρι τελικής πτώσεως...
Θα καταφέρει να το νικήσει; Πρέπει, γιατί έτσι είναι το σωστό. Ο πόνος και η δυστυχία που προξένησε χρειάζονται δικαίωση! Μελίνα και Ιάσονας, αντιμέτωποι με το κακό. Η αλήθεια πλησιάζει, η τιμωρία περιμένει και η δικαίωση έρχεται... Όλα τελικά έχουν μια λογική εξήγηση. Αρκεί να είσαι έτοιμος να την δεχτείς!
Αναστασία Αλεξίου
Ο Πέτρος έμεινε αρκετή ώρα ακόμα. Αποφάσισαν να παραγγείλουν κάτι για να φάνε, μιας και με όσα είχαν διαδραματιστεί νωρίτερα η Μελίνα δεν είχε προλάβει να μαγειρέψει. Γευμάτιζαν μέσα στην σιωπή, ανταλλάσσοντας αμήχανα βλέμματα μεταξύ τους, λες και πρώτη φορά βρίσκονταν μαζί. Ο Πέτρος, αν και είχε καταλάβει ότι πριν έρθει κάτι είχε γίνει ανάμεσα τους, δεν έθιξε το θέμα. Προτίμησε λοιπόν να αφήσει ασχολίαστο το περίεργο κλίμα μεταξύ τους. Μέσα του ήλπιζε ότι ήταν για καλό, ένα βήμα πριν τα ξανά φτιάξουν...
Κατά τις δώδεκα ο Πέτρος, αφού αγκάλιασε για τελευταία φορά την Μελίνα και της υποσχέθηκε πως θα ερχόταν και αυτός αύριο μαζί τους, έφυγε. Πρώτα όμως έριξε ένα επίμονο βλέμμα στον Ιάσονα όλο νόημα. Τόσο καιρό προσπαθεί να του βάλει μυαλό. Τόσες συζητήσεις, άλλες απλά έντονες κι άλλες να καταλήγουν σε καβγά, ο Πέτρος όμως δεν τα παράτησε ποτέ. Ελπίζει ότι θα καταφέρει να σώσει τον γάμο τους κι ο Ιάσονας θα καταλάβει το λάθος του. Δεν θα νιώσει ήσυχος μέχρι να τους δει ξανά ευτυχισμένους...
Η Μελίνα έκλεισε την πόρτα. Στάθηκε για λίγο αμίλητη, σκεφτική... Χωρίς να του ρίξει ούτε ένα βλέμμα, τον προσπέρασε με σκοπό να πάει στο δωμάτιο της. Αυτό που είχε προηγηθεί μεταξύ τους της είχε δημιουργήσει ανάμεικτα συναισθήματα. Μα πάνω απ’ όλα, την είχε πιάσει απροετοίμαστη...
«Περίμενε!» γράπωσε το χέρι της φέρνοντας την κοντά του. Κόλλησε το σώμα της πάνω του και το ελεύθερο χέρι του τυλίχτηκε γύρω από την μέση της, ενώ άφηνε ένα μικρό φιλί στο δεξί της μάγουλο.
«Θέλω να πάω επάνω... Άσε με!» προσπάθησε να απελευθερωθεί εκείνη αλλά ο Ιάσονας την έφερνε όλο και πιο κοντά του. Η στάση του της δημιουργούσε αμηχανία. Γιατί την είχε φιλήσει, αναρωτιόταν. Στο μυαλό της μέσα όλα ήταν τόσο μπερδεμένα. Μέχρι πριν λίγες ημέρες δεν μιλούσαν και τώρα έφτασαν να φιλιούνται... Τι γίνεται;
«Μελίνα...» την γύρισε μπροστά του και σήκωσε το πιγούνι της. Τα μάτια του συνάντησαν τα δικά της. Τα χέρια του χάιδευαν τα μάγουλα της, με εκείνη να αφήνεται σε κάθε του άγγιγμα κλείνοντας παράλληλα τα μάτια της. «Συγγνώμη...» της είπε κι εκείνη άξαφνα τα άνοιξε!
Γιατί της ζητούσε συγγνώμη; Γιατί τώρα; Αφού δεν ήξερε... Δεν του είχε πει τίποτα! Γιατί της ζητούσε συγγνώμη, τότε; Διάφορα τέτοια ερωτήματα αρχίσαν να την βασανίζουν. Το μυαλό της έπλαθε σενάρια. Γι’ αυτό την είχε φιλήσει; Επειδή αισθανόταν ενοχές;
«Τι... Τι λες;» ρώτησε κι έκανε ένα βήμα πίσω για να τον κοιτάξει καλύτερα. Η έκπληξη στο πρόσωπό της ζωγραφιζόταν έντονα στα χαρακτηριστικά της. Έκπληξη; Απορία; Ενόχληση; Ούτε η ίδια δεν μπορούσε να καταλάβει τι ένιωθε την δεδομένη στιγμή.
«Μελίνα, εγώ... Εγώ φταίω για...» το βλέμμα του έπεσε στα χέρια της, εκεί που βρίσκονταν τα σημάδια της. Και τότε κατάλαβε... Ένιωθε ενοχές. Την λυπόταν! Κατά βάθος την λυπόταν...
«Παράτησε με!» φώναξε θυμωμένα. «Ξέρω ότι με λυπάσαι... Δεν θέλω να με λυπάσαι. Για τα δικά μου σημάδια είμαι υπεύθυνη μόνο εγώ! Εγώ τα έκανα όλα λάθος! Όλα είναι δικό μου λάθος... Με ακούς; Όλα! Μην τολμήσεις... Σταμάτα να με λυπάσαι! Προτιμώ να είσαι θυμωμένος μαζί μου. Αυτό, όχι δεν το αντέχω... Όχι να με λυπάσαι!» Ξέσπασε... Άφησε τον εαυτό της αν βγάλει στην επιφάνεια όλα εκείνα που την στοίχειωναν, όλα όσα μόνη της πάλευε καιρό τώρα.
«Μελίνα, παραλογίζεσαι. Εγώ δεν...» έκανε προσπάθεια να μιλήσει, αλλά δεν τον άφησε. Δεν την λυπόταν. Αντίθετα, τα είχε βάλει με τον εαυτό του... Αυτός ήταν ο υπεύθυνος για όσα είχαν συμβεί και ήθελε να της το πει.
«Πονάω, Ιάσονα... Πονάω!» δάκρυα κυλούσαν στο πρόσωπο της, η καρδιά χτυπούσε δυνατά και το σώμα της έτρεμε. «Κάθε μέρα πονάω όλο και περισσότερο κι εσύ... Εσύ δεν είσαι εδώ! Έχεις την Κατερίνα σου... Αλήθεια, τώρα τι θα της πεις που με φίλησες;» τον κοιτούσε με μάτια δακρυσμένα και με την καρδιά της να πονά όλο και περισσότερο. Ήταν καιρός να ξεσπάσει. Και εκείνη όμως δεν ήξερε όλη την αλήθεια. Ο Ιάσονας κουβαλούσε και ο ίδιος τον δικό του Γολγοθά. Όταν το μάθαινε, θα καταλάβαινε γιατί συμπεριφερόταν έτσι... Ακόμα όμως δεν είχε έρθει η ώρα γι’ αυτό!
«Η Μελίνα έριξε το παιδί. Προσπάθησα να την μεταπείσω αλλά, Ιάσονα... Ήταν αποφασισμένη, δεν ήθελε αυτό το παιδί! Δεν ήθελε το παιδί... Μάλιστα, μου είπε πως δεν ήθελε να γίνει μάνα γιατί ακόμα δεν είχε ζήσει την ζωή της. Πως είναι ακόμα μικρή...»
Τα λόγια του αδερφού του εκείνο το βράδυ κυρίευσαν το μυαλό του. Ένας απροσδόκητος θυμός έκανε την εμφάνιση του και τα χαρακτηριστικά του σκλήρυναν.
Σαν ένας άλλος άνθρωπος έγινε... Ένας άνθρωπος γεμάτος θυμό! Έπιασε το χέρι της με δύναμη τρομάζοντας την κι ένα βογγητό πόνου ξέφυγε από τα χείλη της.
«Πονάς; Εσύ πονάς; Εγώ; Με σκέφτηκες εμένα; Όταν έριχνες το παιδί μου με σκέφτηκες; Λες ότι δεν πονάω όλον αυτόν τον καιρό; Τι είμαι εγώ, ρε Μελίνα; Έμαθα πως η γυναίκα μου έριξε το παιδί μου...» έκανε μια παύση, έκλεισε τα μάτια και πήρε μια κόφτη ανάσα. «Το παιδί που ίσως βέβαια και να μην ήταν δικό μου...» είπε άξαφνα και εκείνη τον κοίταξε σαστισμένη.
Τι ήταν αυτό που μόλις ξεστόμισε; Πώς μπορούσε να λέει κάτι τέτοιο; Ένα ακόμα ψέμα εκείνου! Ήταν σίγουρο πως, ο υπαίτιος γι’ αυτήν την κατάσταση, είχε βάλει για τα καλά το χέρι του...
«Τι λες; Πως τολμάς;» ούρλιαξε. Το χέρι της προσγειώθηκε με δύναμη στο μάγουλο του. Το στήθος της ανεβοκατέβαινε ακανόνιστα. Ο Ιάσονας ακούμπησε το μάγουλο του και την κοίταξε εξοργισμένος καθώς τα μάτια της άνοιξαν από την έκπληξη. Με μια κίνηση βρέθηκε μπροστά της και την κόλλησε στον τοίχο, φυλακίζοντας τα χέρια της πάνω από το κεφάλι της. Τα βλέμματα τους πέταγαν φωτιές καθώς κοιτάζονταν βαθιά μέσα στα μάτια. Εκείνος μίλησε πρώτος.
«Πες μου επιτέλους τι συμβαίνει! Γιατί έριξες το παιδί; Μίλα μου, γαμώτο... Μίλα!» Οι φλέβες του, που είχαν κάνει την εμφάνιση τους, πετάγονταν κάθε φορά που εκείνος φώναζε αλλά εκείνη δεν απαντούσε. Πήρε μια βαθιά ανάσα, έκλεισε τα μάτια και κάρφωσε το βλέμμα του πάνω της ξανά! «Πρόσεχε, Μελίνα. Από εδώ και μπρος όλα θα αλλάξουν... Αν τολμήσεις να ξανά κάνεις κακό στον εαυτό σου, να είσαι σίγουρη πως θα με βρεις απέναντι σου! Κατάλαβε ένα πράγμα... Δεν σε λυπάμαι, μωρό μου. Ο μόνος υπεύθυνος εδώ μέσα είμαι εγώ! Σε πόνεσα και δεν μπορώ να το συγχωρέσω στον εαυτό μου. Και, όσο για την Κατερίνα, δεν είμαι μαζί της. Λίγα βράδια μόνο βρεθήκαμε και, πίστεψε με, το μετάνιωσα από την πρώτη στιγμή... Αυτή η γυναίκα δεν είναι όπως φαίνεται. Νομίζει πως μπορεί να κερδίσει κάτι παραπάνω...»
Ο μεθυσμένος άντρας κάνει διπλάσια λάθη από τον νηφάλιο. Ειδικά αν στην μέση υπάρχει η πανούργα γυναίκα που με δόλιο τρόπο και μέσα τον αναγκάζει να κάνει που δεν θέλει
«Δεν την αγγίζω, μάτια μου. Με φιλάει και νιώθω αηδία. Μακάρι να μπορούσα να σου εξηγήσω..» συνέχισε, έκλεισε τα μάτια και ένωσε τα μέτωπα τους. Είναι επικίνδυνη μωρό μου, σκέφτηκε.
Οι άνθρωποι δεν είναι πάντα αυτό που φαίνονται. Μια ερωτευμένη γυναίκα μπορεί να γίνει επικίνδυνη. Μια άρρωστη γυναίκα θανατηφόρα....Ο συνδυασμός αυτός καταστροφικός.
«Μόνο εσένα θέλω! Ο θυμός μου ήταν μεγάλος όταν έμαθα για το παιδί... Ξέρεις καλύτερα από τον καθένα πόσο πόνεσα όταν έχασα τα πάντα. Σε κράτησα μακριά μου γιατί φοβόμουν τον εαυτό μου. Ξέρω πως, ότι και να σου πω τώρα, δεν μπορείς να με συγχωρέσεις. Σε άφησα, μωρό μου, και το μετανιώνω χίλιες φορές. Σιγά σιγά ελπίζω να κερδίσω την εμπιστοσύνη σου ξανά...» δήλωσε και την άφησε ηττημένος. «Πήγαινε να φτιάξεις τα πράγματα...»
Δεν τον άφησε να συνεχίσει, μάταιος κόπος. Έφυγε αμέσως από κοντά του τρέχοντας στο δωμάτιο της. Δεν άντεχε άλλο, ήθελε να κρυφτεί, να ξεσπάσει... Μπήκε στο δωμάτιο και άφησε το σώμα της να κυλήσει στο πάτωμα. Τα γόνατα της δεν την βαστούσαν, το σώμα της έτρεμε και τα δάκρυα ελευθερώθηκαν σαν βροχή στο πρόσωπο της.
«Γιατί; Γιατί;» μονολογούσε μέσα από τους λυγμούς της. Έκρυψε το πρόσωπο μέσα στις παλάμες της προσπαθώντας να ηρεμήσει. Οι ανάσες της έγιναν βαριές. Δεν μπορούσε να αναπνεύσει. Τα δάκρυα όλο και πιο πολλά και οι ανάσες της λιγοστές. «Βοήθεια...» έκανε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να φωνάξει. Κρίση... Την είχε πιάσει κρίση!
Από εκείνο το συμβάν, τότε πριν δύο χρόνια, οι κρίσεις πανικού ήταν συχνές. Η αδερφή της, που γνώριζε την κατάσταση, προσπαθούσε να κάνει τα πάντα για να την βοηθήσει. Θέλησε πολλές φορές να πει όλη την αλήθεια στον Ιάσονα. Δεν ήθελε να βλέπει την αδελφή της να πονάει και να καταστρέφεται για ένα λάθος που δεν ήταν ποτέ δικό της, για έναν άνθρωπο που της προξένησε τόσο πόνο και έμεινε ατιμώρητος...
Μαζί πάλευαν με τις κρίσεις, κάθε φορά που θυμόταν εκείνη την νύχτα. Κάθε φορά που ένιωθε τα χέρια του πάνω της... Η αδελφή της ήταν εκεί να την καθησυχάζει και να επιμένει πως όλα θα τελειώσουν. «Είμαι μαζί σου αγάπη μου... Θα πληρώσει στο τέλος ο αλήτης για όσα σου έκανε και όλα θα τελειώσουν!» συνήθιζε να της λέει καθώς την είχε στην αγκαλιά της.
«Βοήθεια...» άλλη μια προσπάθεια. Με όση δύναμη είχε κατάφερε να σηκωθεί και, με τρεμάμενα χέρια, άνοιξε την πόρτα. Πάλευε για λίγο οξυγόνο... Δεν μπόρεσε να κάνει άλλο βήμα και τα γόνατα της λύγισαν, με εκείνη να πέφτει λιπόθυμη στο πάτωμα. «Ιάσονα...» ήταν το μόνο που ψέλλισε λίγα δευτερόλεπτα πριν χάσει τις αισθήσεις της.
Ο Ιάσονας γινόταν σκληρός για το καλό της. Ήταν αποφασισμένος στο εξής να μην την αφήσει να κάνει κακό στον εαυτό της. Με τον καιρό, ήξερε πως θα πλήρωνε το λάθος του. Η συμπεριφορά του αυτά τα δυο χρόνια δεν ήταν τυχαία... Την πλήγωνε και μέσα του γινόταν πόλεμος.
Μερικές φορές, όταν το κακό εξουσιάζει, ο άνθρωπος υποτάσσεται δίχως να το καταλαβαίνει. Το κακό βρίσκει πάντα διόδους για να σε πληγώσει και κάνει τα πάντα για να σου κλέψει την ευτυχία. Γι’ αυτό είναι παιχνίδι ο πόνος και η δυστυχία. Το κακό κυριεύει, ο άνθρωπος χάνεται στα δεσμά του και δύσκολα ελευθερώνεται. Θέλει σκληρή μάχη και θέληση για να το αντιμετωπίσεις
Ο Ιάσονας και η Μελίνα αποτελούν ακόμα δύο πιόνια στη σκακιέρα. Θα παλέψουν με θεούς και δαίμονες για να τους αντιμετωπίσουν και να σωθούν.
Η μάχη πλησιάζει και ο πόλεμος καραδοκεί. Οι ψυχές τους ετοιμάζονται... Μόνο ένας θα είναι ο νικητής. Η μάχη θα κρίνει το αποτέλεσμα. Ένα αποτέλεσμα που ίσως πονέσει τους εμπλεκόμενους... Σε έναν πόλεμο πάντα υπάρχουν απώλειες. Απώλειες που θα πονέσουν με τον χαμό τους, απώλειες που θα στοιχίσουν, απώλειες που θα καθορίσουν την συνέχεια...
Μελίνα και Ιάσονας. Δύο άνθρωποι αναγκασμένοι να ζουν στην δυστυχία, δύο ψυχές που αγαπήθηκαν και συνεχίζουν να παλεύουν για την αγάπη τους.
Στο τέλος, όπως συνηθίζεται, το κακό πληρώνει. Ένας από τους δύο θα καταφέρει να μείνει όρθιος και να παλέψει μέχρι τελικής πτώσεως...
Θα καταφέρει να το νικήσει; Πρέπει, γιατί έτσι είναι το σωστό. Ο πόνος και η δυστυχία που προξένησε χρειάζονται δικαίωση! Μελίνα και Ιάσονας, αντιμέτωποι με το κακό. Η αλήθεια πλησιάζει, η τιμωρία περιμένει και η δικαίωση έρχεται... Όλα τελικά έχουν μια λογική εξήγηση. Αρκεί να είσαι έτοιμος να την δεχτείς!
Αναστασία Αλεξίου