Αύρα (Κεφάλαιο 8: Άλμα πίστης)

(Κρις)

Το αίμα μου έβραζε. Η εσωτερική μάχη μέσα μου είχε κοπάσει και το αποτέλεσμα ήταν ξεκάθαρο. Δεν υπήρχε χώρος αμφιβολίας για τις προθέσεις μου και, τελικώς, για την πίστη μου.

«Πρέπει να πάω να τη βρω. Πρέπει να τη βγάλω από εκεί μέσα».

Ο Πράις σήκωσε το βλέμμα του ξαφνιασμένος. Έμεινε να με κοιτάει καθώς είχα διασχίσει κάθε απόσταση μέσα στον ελάχιστο χώρο που προσέφερε το δωμάτιο. Από τον ένα γκρι τοίχο στον άλλο, μπροστά από το κρεβάτι, προς την πόρτα και πίσω ξανά. Η νευρικότητα με εξουθένωσε και αποφάσισα να περιορίσω τον εαυτό μου για ακόμη μια φορά στη μεταλλική καρέκλα. Δεν τον κοιτούσα στα μάτια, ήξερα ήδη τη γνώμη του και ήταν κάτι που δεν άντεχα να διαβάζω στο πρόσωπό του. Εκείνος σηκώθηκε από την καρέκλα του ατάραχος και περπάτησε λίγο αντιγράφοντας το βήμα μου, πιάνοντας το κεφάλι του και μετά το πιγούνι του, που δήλωνε ότι προσπαθούσε να σκεφτεί τι πρέπει να πει. Μερικά εκνευριστικά λεπτά αργότερα, ήταν έτοιμος να εκφράσει τη σκέψη του.

«Σκάι... Η κοπέλα από το σκάφος… Κρις, έτσι δεν έκανες ούτε για την-» Πριν προλάβει να πει το όνομα, τα μάτια μου έπεσαν πάνω του και αμέσως διέκοψε τη φράση του. Πήρε μια βαθιά ανάσα και την άφησε αμέσως. Κούνησε τους ώμους του παραδομένος και έκατσε ξανά στην καρέκλα.

«Κρις, τι συναισθήματα έχεις για τη Σκάι;»

Στο άκουσμα της πρότασης, ένιωθα το κεφάλι μου βαρύ. Κρύφτηκα μέσα στα χέρια μου και περίμενα να ηρεμήσει το κύμα που είχε δημιουργηθεί μέσα μου.

«Δεν ξέρω... Δεν ξέρω». Ήταν το μόνο που μπορούσα να πω. Ήξερα πως δεν ήταν ικανοποιητική απάντηση, όμως η αλήθεια θα ήταν πιο τρομακτική, αν την άφηνα να κυλήσει από το μυαλό στη γλώσσα μου.

«Κρις, αν πας να τη βρεις, ξέρεις τι σημαίνει αυτό, έτσι; Προδοσία στο στέμμα. Αν σε πιάσουν…» Ο φόβος στη φωνή του Πράις ήταν ξεκάθαρος. Όμως το ίδιο ήταν και η απόφασή μου, ασχέτως αν ήμουν έτοιμος να το παραδεχθώ φωναχτά.

«Το ξέρω. Αλλά δε θα συγχωρέσω ποτέ τον εαυτό μου αν δεν το κάνω».

Ο Πράις με κοίταξε ερευνητικά. Κάθισε απέναντί μου και, αφού κοίταξε για λίγο το ταβάνι, άπλωσε το χέρι του στο τραπέζι περιμένοντας να συναντήσει το δικό μου.

«Πολύ καλά, αδερφέ. Σήκω, θα σε βοηθήσω να φύγεις για την Ντάργουιν απόψε». Τον κοίταξα ξαφνιασμένος από την απρόσμενη εξέλιξη της συζήτησης. Ήξερε τι σήμαινε το να βοηθήσει εμένα, έναν προδότη. Είχε εκείνο το λαμπερό χαμόγελο στο πρόσωπό του ξανά, ένα χαμόγελο που δεν ήθελα να του κοστίσει τη ζωή.

«Αν σε πιάσουν να με βοηθάς ξέρεις τις επιπτώσεις. Δεν μπορώ να σε αφήσω να το ρισκάρεις».

Εκείνος γύρισε τα μάτια του και ξεφύσησε. Δε θα ήταν εύκολο να του αλλάξω γνώμη.

«Τελευταία φορά που το σκέφτηκα, δε θυμάμαι να ήσουν ο κηδεμόνας μου, Κρις. Μπορώ να κάνω ό,τι θέλω και ως ενήλικας, αποφασίζω υπεύθυνα να σε βοηθήσω να σώσεις το κορίτσι. Ξέρεις πως είμαι πάντα διαθέσιμος να συμβάλλω σε ένα σχέδιο διάσωσης που αφορά οτιδήποτε ρομαντικό!»

Με κοιτούσε με το γνωστό ευδιάθετο ύφος του, που όμως δήλωνε ξεκάθαρα πως η γνώμη του ήταν αμετάκλητη. Τον κοιτούσα σοβαρός, προσπαθώντας να βάλω σε μια τάξη τη σκέψη μου. Τότε άρχισε να κάνει τις πιο περίεργες γκριμάτσες που έχω δει σε άνθρωπο. Ξεσπάσαμε σε γέλια για λίγο σαν μικρά παιδιά και σύντομα βρεθήκαμε να σχεδιάζουμε την πορεία διαφυγής σαν έμπειροι μαχητές.

Η απόδραση από το Γκρέι ήταν τεχνικά εύκολη, όμως η είσοδος στην Ντάργουιν ήταν μια άλλη υπόθεση. Αποφασίσαμε πως οι μοβ προσκλήσεις που μου έδωσε ο Μαξ εκ μέρους της βασίλισσας απλώς θα πρόδιδαν τις προθέσεις μου, όποτε δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε καμία φάση του σχεδίου.

Για έναν μαχητή υπάρχουν μόνο δύο λόγοι να χρειαστεί ταξιδέψει στη Ντάργουιν: να σε καλέσει το στέμμα ή να ζητήσεις άδεια για να μεταφερθείς σε μια από τις υπόλοιπες περιοχές, για να επισκεφθείς συγγενείς και φίλους.

«Αυτή είναι η μόνη μας ελπίδα να σε αφήσουν να φύγεις, Κρις. Πρέπει να κάνεις αίτηση για τη Ζοκ».

Είχε δίκιο, όμως αυτό σήμαινε πως θα έπρεπε να ανακατέψω το παρελθόν μου σε όλο αυτό. Βέβαια, το παρελθόν μου ήταν γνωστό στα στελέχη της Ντάργουιν, οπότε θα ήταν τουλάχιστον πειστικό.

«Δεν ξέρω, Πράις, δεν είναι σωστό να χρησιμοποιήσω την Κέιτ για να σώσω τη Σκάι και να καταφέρω να ξεφύγω μαζί της».

«Κρις, πρέπει να καταλάβεις πως δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Η έγκριση δίνεται και από τις δύο πόλεις. Που σημαίνει πως αν το δεχτούν, θα μπορείς όχι μόνο να μπεις στην Ντάργουιν, αλλά και να φύγεις από αυτή. Ύστερα μπορείς να πας από το βουνό. Ακόμη και αν καταλάβουν πως η Σκάι λείπει και πως εσύ είσαι υπεύθυνος, για να καλέσουν μαχητές για ανίχνευση, θα έχεις φτάσει ήδη στο φυλάκιο της Ζοκ».

Το σχέδιο του Πράις ήταν το πιο οργανωμένο πλάνο που θα μπορούσαμε να εκτελέσουμε, με τα λιγότερα δυνατά προβλήματα. Αν ήθελα να σώσω τη Σκάι, αυτός ήταν ο μόνος τρόπος. Όμως δεν είχα καμία απολύτως ιδέα για το πού θα μπορούσαμε να πάμε έπειτα. Είχα ακούσει για εγκαταστάσεις στον πλανήτη Αφροδίτη, όμως δεν ήμουν σίγουρος αν θα ήταν εύκολο να περάσω απαρατήρητος ως φυγάς.

Ο χρόνος κυλούσε εναντίον μου και δεν μπορούσα να κάθομαι άπραγος. Αποφάσισα να ακολουθήσω το σχέδιο του Πράις και λίγες στιγμές αργότερα κατέθεσα τις αιτήσεις για τη μετακίνησή μου. Μου είχε προσφέρει το μισό σχέδιο και απλά έπρεπε στην πορεία να σκεφτώ το άλλο μισό. Με την πρόφαση πως χρειαζόμουν λίγη ξεκούραση μετά από τις ατελείωτες ώρες αϋπνίας κατά τη διάρκεια της αποστολής, η έγκριση από την Ντάργουιν ήρθε σχεδόν αμέσως.

Ο Μαξ δεν προέβαλε καμία αντίσταση, καθώς δεν είχε καμία διάθεση να με βλέπει, αν και σίγουρα θα προτιμούσε να περνάω τις νύχτες μου σε κάποιο φυλάκιο. Έτσι βρεθήκαμε σχεδόν αμέσως να ταξιδεύουμε προς την Ντάργουιν. Το σχέδιο διάσωσης της Σκάι ήταν πλέον σε εφαρμογή.

Μπορεί το πάσο να μου επέτρεπε να μεταφερθώ στην πρωτεύουσα, αλλά γνώριζα πολύ καλά πως τα μάτια και τα αφτιά του στέμματος θα ήταν στραμμένα προς εμένα. Έπρεπε να βρω την τοποθεσία της Σκάι χωρίς να κινήσω υποψίες.

Το μαύρο όχημα του Πράις μας ενημέρωσε για την άφιξή μας στην Ντάργουιν και ήξερα πως από εδώ και πέρα ήμουν μόνος. Οι πόρτες άνοιξαν και βρέθηκα έξω σχεδόν αμέσως.

«Ευχαριστώ, Πράις. Σου χρωστάω χάρη».

Ήμουν σίγουρος πως ευχόταν να μπορούσε να συμμετέχει στη δράση, όμως δεν παραπονέθηκε για τίποτα. Απλώς χαμογέλασε και έβαλε μπρος τη μηχανή.

«Πήγαινε σώσε το κορίτσι σου, φίλε! Κάνε μας περήφανους!»

Τελειώνοντας τη φράση του, γέλασε και μου έκλεισε το μάτι, πριν χαθεί μέσα στο όχημα, το οποίο είχε ήδη μπει σε πορεία επιστροφής .

Η πόλη ήταν το ίδιο μεγάλη και χαοτική όπως πάντα. Αν ερχόσουν για πρώτη φορά, ήταν σίγουρο πως θα κατέληγες χαμένος στο έλεος διαφόρων κλεφτών και όχι μόνο.

Το τελευταίο πράγμα που γνώριζα για την τοποθεσία της Σκάι ήταν ο πύργος του στέμματος, αλλάν δε μπορούσα να πλησιάσω εκεί, καθώς το κτίριο ήταν γεμάτο με εκτελεστές. Η αίτηση δεν έγραφε ποια μέρα θα πήγαινα προς τη Ζοκ, όμως ήξερα πως το ρολόι μετρούσε ήδη αντίστροφα. Για αυτόν το λόγο η μόνη μου επιλογή ήταν να περιπλανηθώ γύρω από το νοσοκομείο προσεκτικά και να ελπίζω πως έχουν τη Σκάι στο γνωστό δωμάτιο. Μια ακόμη επιλογή θα ήταν το ξενοδοχείο, στο οποίο όμως δεν υπήρχε δωμάτιο χωρίς αύρα, οπότε ήταν αδύνατον για τη Σκάι να περάσει τη νύχτα σε κάποιο από τα δωμάτια εκεί.

Το να τρυπώσω μέσα στο νοσοκομείο ήταν εύκολη υπόθεση, καθώς είχα μια εβδομάδα να μάθω κάθε είσοδο και έξοδο του κτιρίου στις ελεύθερες ώρες μου. Μια πόρτα στο πλαϊνό μέρος οδηγούσε κατευθείαν στο σαλόνι αναμονής και από εκεί μπορούσα να πάρω τις σκάλες, αντί για το ασανσέρ και να βρεθώ στους ορόφους ασθενών.

Οι νοσοκόμες δεν έπαιρναν ποτέ τις σκάλες, οπότε ήταν η προτιμότερη οδός προς το δωμάτιο της Σκάι. Δεν ήμουν σίγουρος για την τοποθεσία, αλλά σε κάθε όροφο υπήρχε ονομαστική λίστα, πράγμα που θα με οδηγούσε αργά ή γρήγορα στο δωμάτιό της.

Πέρασα μέσα από το σαλόνι και σύντομα βρέθηκα στις σκάλες χωρίς να με προσέξει κάνεις. Δεν είχε πολύ κόσμο και έτσι οι εργαζόμενοι δεν έδιναν ιδιαίτερη σημασία στο περιβάλλον. Άρχισα να ανεβαίνω στον πρώτο όροφο, όμως για κακή μου τύχη κάποια νοσοκόμα βρισκόταν εκεί. Δεν υπήρχε σημείο να κρυφτώ, οπότε ο μόνος τρόπος ήταν να προσποιηθώ ότι χάθηκα.

Τα βήματα άρχισαν να ακούγονται εντονότερα και σύντομα μια γνωστή μορφή εμφανίστηκε μπροστά μου.

«Κρις, τι στο καλό κάνεις εδώ; Ποιος σε έστειλε;»

Η νοσοκόμα Κάθριν ήταν τόσο ξαφνιασμένη όσο και εγώ. Παρόλο που γνώριζα τον άντρα της, ο οποίος είχε περάσει αρκετό καιρό ως συντονιστής στη μονάδα μας, είχα καιρό να μιλήσω μαζί της. Ακόμη και όταν περίμενα τη Σκάι να ξυπνήσει, η Κάθριν ήταν πάντα μαζί με τον δόκτωρ Ρεν. Αν δεν μπορούσα να την πάρω με το μέρος μου, το σχέδιο θα τελείωνε τόσο σύντομα όσο άρχισε.

«Κάθριν, εγώ…»

Εκείνη με διέκοψε κάνοντάς μου νόημα με το χέρι της. Ήμουν μπερδεμένος, όμως από την άλλη δεν είχα βρει ακόμη τα κατάλληλα λόγια και αυτή ήταν η ευκαιρία μου να σκεφτώ.

«Νομίζω πως ξέρω γιατί είσαι εδώ. Μπορώ να σε εμπιστευτώ;»

Η Κάθριν δεν πήρε τα μάτια της από τα δικά μου. Δεν μπορούσα να ξέρω αν ήταν με το μέρος του στέμματος ή όχι.

«Αν μπορώ να εμπιστευτώ και εγώ εσένα».

Προσπαθούσα να δείχνω σοβαρός, γιατί αν έλεγα μία λάθος λέξη θα μπορούσε να με αποκαλύψει, πριν καταφέρω να σώσω τη Σκάι.

«Για χάρη του παλιού καιρού. Ο άντρας μου σου χρωστάει τη ζωή του άλλωστε. Νομίζω πως ήρθε η ώρα να το ανταποδώσω».

Χαμογέλασε και κούνησε καταφατικά το κεφάλι της. Ξέραμε και οι δύο πως έξω από τις σκάλες θα υπήρχαν μάτια επάνω μας. Η σκάλα λοιπόν ήταν το μόνο σημείο που θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και να κινηθούμε ελεύθερα.

«Πάντα πίστευα στο στέμμα, το ξέρεις αυτό».

«Το ξέρω, Κάθριν. Κάνατε πολύ υπομονή με τον Άλεξ για χάρη της Βασίλισσας».

«Ήμασταν και οι δύο αφοσιωμένοι στο καθήκον μας, πράγματι. Όμως ποτέ άλλοτε δεν είχα συμβάλει στο να κάνω κακό σε έναν άνθρωπο».

Την κοίταξα γεμάτος απορία και το θλιμμένο ύφος της με έβαλε σε έναν τρομερό συνειρμό σκέψεων. Άφησε τους ώμους της να πέσουν μαζί με την ανάσα της και με κοίταξε.

«Είναι καλύτερα να σου δείξω τι εννοώ».

Πέρασε μπροστά και αρχίσαμε να ανεβαίνουμε τη σκάλα προσεκτικά, καθώς το φως ήταν περιορισμένο. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, η Κάθριν συνέχισε τη διήγηση χωρίς να με κοιτάει.

«Μια μέρα αφότου ήρθες εδώ με τη Σκάι λιπόθυμη στα χέρια σου, έστειλαν τον Άλεξ πίσω στο Γκρέι». Έκανε μια σύντομη διακοπή και, αφού σκέφτηκε λίγο, συνέχισε την ιστορία της.

«Κανείς δεν έπρεπε να μάθει ότι πήγε εκεί. Η επιχείρηση είχε δεχθεί μοβ σφραγίδα, Κρις. Ακόμη και το ότι το γνωρίζω εγώ θα μπορούσε να είναι μοιραίο για τον άντρα μου. Όταν γύρισε σπίτι και του μίλησα για εσένα και τη Σκάι και του εξήγησα την ιστορία, άλλαξε χίλια χρώματα. Τελικά αποφάσισε να μου εξηγήσει ποιες ήταν οι εντολές του».

Ήμουν σίγουρος για τη συνέχεια, όμως έπρεπε να το επιβεβαιώσω.

«Άσε με να μαντέψω. Έσβησε την αναφορά από το μηχάνημα έρευνας, όπως επίσης και το αρχείο της κάμερας, για να μη μάθει ποτέ κανείς πως βρισκόταν εκεί».

«Ήσουν το δεξί χέρι του άντρα μου και τώρα ξέρω γιατί. Ακριβώς, έσβησε ό,τι στοιχείο υπήρχε που θα μπορούσε να αποβεί χρήσιμο. Όταν του εξήγησα τι κάνει ο Ρεν στη Σκάι, τότε κατάλαβε ότι κάτι δεν πάει καλά. Προσπαθούσε μέρες να βρει έναν τρόπο να σε ειδοποιήσει, αλλά ήταν πολύ επικίνδυνο και δεν ήξερε πόσο μπλεγμένος είσαι σε όλο αυτό. Για να βρίσκεσαι εδώ τώρα, υποθέτω πως η Σκάι σημαίνει κάτι περισσότερο για εσένα. Έτσι δεν είναι;»

Το συνήθως σκληρό πρόσωπο της Κάθριν έσπασε σε ένα συμπονετικό χαμόγελο. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσα να ξεκαθαρίσω τι ένιωθα μέσα μου. Αλλά είχα μόλις προδώσει την πίστη μου στο στέμμα για να σώσω τη Σκάι. Είχα προδώσει ό,τι πιο ιερό είχα, για χάρη της!

Η Κάθριν σταμάτησε μπροστά σε μια πόρτα που δεν είχα προσέξει ποτέ. Βρισκόταν στην άκρη του όγδοου ορόφου και ήταν σχεδόν ένα με τον τοίχο. Αν δε γνώριζες για την ύπαρξή της, δε θα μπορούσες να τη δεις.

«Κρις, αυτό που θα δεις είναι πολύ άσχημο, αλλά σε διαβεβαιώνω πως μέχρι στιγμής η Σκάι είναι ζωντανή. Τώρα μπορώ μόνο να σε αφήσω να τη δεις. Σε λίγο θα περάσει το κλιμάκιο της βασίλισσας και, αν λείπει, θα σας πιάσουν αμέσως. Θα ζητήσω από τον Άλεξ να τακτοποιήσει κάποια πράγματα και θα μπορέσεις να πάρεις τη Σκάι από εδώ αύριο. Θα σε βοηθήσουμε, Κρις. Στο υπόσχομαι».

Έγνεψα καταφατικά το κεφάλι μου και η Κάθριν άνοιξε την πόρτα. Μπροστά μας ήταν ένας διάδρομος λευκός, με γυάλινες τζαμαρίες. Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα αυτόν τον όροφο, καθώς, η Κάθριν μου εξήγησε πως χρειάζεσαι ανώτερη άδεια, για να σε οδηγήσει το ασανσέρ εκεί. Αφού βεβαιώθηκε πως δεν ήταν κανείς εκεί, άνοιξε καλά την πόρτα και μου έκανε νόημα να την ακολουθήσω. Φτάσαμε στο τέλος και, πριν προλάβω να φτάσω στην τζαμαρία, γύρισε και ακούμπησε τους ώμους μου.

«Θα σου εξηγήσω τα πάντα αργότερα. Κρις, αν χάσεις την ψυχραιμία σου τώρα, μας θέτεις όλους σε θανάσιμο κίνδυνο και κυρίως τη Σκάι. Εμπιστεύσου με».

Τράβηξε τα χέρια της και με ένα νεύμα της γύρισε προς την τζαμαρία. Έκανα ένα βήμα μπροστά και βρέθηκα δίπλα της να κοιτάζω με φρίκη το αποτρόπαιο θέαμα.

Η Σκάι βρισκόταν σε ένα άσπρο κρεβάτι, αναίσθητη, συνδεδεμένη με έναν όρο για κάθε αύρα. Τα μάτια μου άρχισαν να καίνε και ένιωθα το σώμα μου να βράζει. Ήθελα να φωνάξω, να μπω μέσα και να τη βγάλω από εκεί, να γυρίσω τον χρόνο πίσω, όταν την αγκάλιαζα στη μέση της πόλης και ένιωθα ακόμα την ανάσα της επάνω μου.

«Κρις, κοίτα το μηχάνημα αριστερά. Είναι ζωντανή, η μίξη των χημικών δεν την επηρεάζει. Για αυτό είναι τόσο σημαντική η Σκάι. Για αυτό η βασίλισσα δείχνει τόσο τρομερό ενδιαφέρον. Χωρίς κατασταλτικά χάπια, η Σκάι τώρα θα ήταν ξύπνια και απόλυτα υγιής. Αυτό που σκοπεύουν να κάνουν όμως είναι απάνθρωπο. Δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί δεν έχει αύρα, αλλά δεν παύει να είναι άνθρωπος. Δεν της αξίζει να έχει τέτοιο».

Ήθελα να σπάσω την πόρτα και να την αγγίξω, να βεβαιωθώ πως η καρδιά της χτυπάει ακόμα, να την πάρω μακριά από όλα αυτά. Της υποσχέθηκα να την προστατέψω και τώρα ήταν αναίσθητη σε ένα κρεβάτι, είχε γίνει ένα ανθρώπινο πειραματόζωο, εξαιτίας μου…

Η Κάθριν άκουσε θόρυβο από το ασανσέρ και προσπάθησε να με κάνει να κουνηθώ, μάταια όμως. Τελικά, με επανέφερε στην πραγματικότητα με ένα δυνατό χαστούκι.

«Κρις, πρέπει να φύγουμε τώρα αμέσως. Θα προσέχω εγώ τη Σκάι. Συνάντησε τον Άλεξ στο σπίτι μας. Μπες από τη μυστική πόρτα. Σίγουρα θα το παρακολουθούν οι εκτελεστές. Όλα θα πάνε καλά».

Για ακόμη μια φορά έπρεπε να αφήσω τη Σκάι στο έλεος των δολοφόνων της. Για ακόμη μια φορά την εγκατέλειπα και την άφηνα μόνη της μπροστά στον κίνδυνο, απροστάτευτη.

Έκανα ένα βήμα μπροστά και την είδα για τελευταία φορά, πριν αρχίσουμε να τρέχουμε προς τη μικρή πόρτα που οδηγούσε έξω από τη φυλακή της Σκάι.

Αρχίσαμε να κατεβαίνουμε γρήγορα προς τα κάτω και ένιωθα τα μάτια μου να καίνε και το αίμα μου να βράζει.

«Περίμενέ με, Σκάι. Θα σε βγάλω από εκεί. Στο υπόσχομαι».

Ευριδίκη Πετσά