Ποίηση Αναστασία Γεωργακοπούλου-Μπρούσα - Στην άχρωμη πλάνη

Οι σελίδες ενός βιβλίου, οι γουλιές ενός καφέ,
συντροφιά και παρηγοριά μου.
Μια άβυσσος αναφιλητών η ψυχή μου.
Σαν τιμωρία η στέρηση συναισθημάτων.
Πώς να κλειδώσω τις κραυγές της καρδιάς μου στον αδυσώπητο χρόνο που με κυνηγά στο μετερίζι της ζωής...

Ασφυκτιώ και συνθλίβομαι στο πέρασμα τυχάρπαστων ανθρώπων, εκμεταλλευτών της ιερής αγνότητας των αισθημάτων.
Πνίγομαι απ' τη δυσοσμία του όχλου, αναγκάζομαι να μετράω αντίστροφα στην κλεψύδρα του χρόνου.
Τι κι αν άναψα την φλόγα της ψυχής τους... μια δίνη αρχίζει να καταπίνει την ξεριζωμένη μου καρδιά.

Σε μια παρακμή,σε ξεπουλούν αντί
πινακίου φακής.
Ανοίγω μερικά εισαγωγικά στα σοκάκια του νου και φυλάω ερμητικά τις σκέψεις μου, στα κρυφά κρυσταλλένια βαζάκια του μυαλού.
Κι αν δεν αναστηλωθώ,αν σε αδιέξοδο βρεθώ...
θα προδίδουν τα ίχνη της ύπαρξής μου.

Σκυθρωπή, στην άχρωμη πλάνη, αμυδρά πεταρίζει το λιγοστό φως.
Προάγγελος ενός κύκλου που κλείνει χωρίς νόημα ή μιας πιθανής άνοιξης ψυχής που δειλά αχνοφαίνεται;

Η εσωτερική φωνούλα
της καρδιάς, ακόμη αφουγκράζεται μια διάχυτη αισθαντική μελωδία.
Σε μια σιωπή διάφανη συνομιλώ με πλάσματα αέρινα.
Στο δικό μου μικρόκοσμο,ακόμη φαίνονται αχνά,
πύρινα ολόγιομα φεγγάρια και ροδοστόλιστα αστέρια.
Ίσως προλαβαίνω ακόμα ν' αγγίξω τις
μυρωμένες σταγόνες αγάπης,ως δικαίωμα ζωής και ονείρου.