Το flash fiction ή μικροδιήγημα είναι μια μορφή πολύ σύντομης λογοτεχνίας, συνήθως αποτελούμενη από μία λέξη μέχρι μερικές προτάσεις. Στόχος του είναι να αφηγηθεί μια ολοκληρωμένη ιστορία με ελάχιστες λέξεις, διατηρώντας παράλληλα στοιχεία πλοκής, χαρακτήρων και συναισθημάτων. Εκεί λοιπόν είναι και η πρόκληση και τέχνη του: στο να μπορέσει ο συγγραφέας να αφηγηθεί μια πλήρη ιστορία, με πλοκή, χαρακτήρες και συναισθηματικό βάθος, μέσα σε πολύ περιορισμένο χώρο.
Γιατί είναι χρήσιμο για νέους συγγραφείς;
- Η γραφή Flash Fiction βοηθά τους νέους συγγραφείς να μάθουν πώς να συμπυκνώνουν τις ιδέες τους, να αποφεύγουν τις περιττές λεπτομέρειες και να εστιάζουν στις ουσιαστικές πτυχές μιας ιστορίας. Αυτό ενισχύει την ικανότητα να γράφουν πιο στοχευμένα και αποτελεσματικά, χωρίς περιττές φλυαρίες.
- Η πρόκληση του να αφηγηθεί κανείς μια ολοκληρωμένη ιστορία σε τόσο λίγες λέξεις απαιτεί δημιουργικότητα. Ο συγγραφέας πρέπει να βρει έξυπνους τρόπους να αποδώσει πληροφορίες και να αναπτύξει την πλοκή γρήγορα, συχνά βασιζόμενος σε υπονοούμενα και συμβολισμούς.
- Αν και το Flash Fiction είναι μικρό σε έκταση, μπορεί να λειτουργήσει ως άσκηση για μεγαλύτερα έργα. Οι συγγραφείς μπορούν να δοκιμάσουν ιδέες, χαρακτήρες ή θέματα που ενδεχομένως θα αναπτύξουν περαιτέρω σε μυθιστορήματα ή διηγήματα.
- Για πολλούς νέους συγγραφείς, η ολοκλήρωση ενός έργου μπορεί να φαίνεται τρομακτική. Το Flash Fiction προσφέρει μια πιο προσιτή και ικανοποιητική διαδικασία, αφού η συγγραφή μιας σύντομης ιστορίας μπορεί να ολοκληρωθεί σχετικά γρήγορα, δίνοντας μια αίσθηση επίτευξης.
Εγκαινιάσαμε, λοιπόν, τη νέα μας σελίδα στο Facebook με ένα συγγραφικό κάλεσμα. Πάμε να δούμε παραδείγματα flash fiction από συγγραφείς που ξέρουμε και από συγγραφείς που σήμερα θα μάθουμε.
Ilias Stergiou
Δεν είμαι ζωντανός.
Ilias Stergiou
Το κουδούνι
Πεινούσα σαν κολασμένος. Το κουδούνι χτύπησε και άνοιξα με λαχτάρα. Ήταν η σπιτονοικοκυρά για τα κοινόχρηστα.
Από το νέο μου διήγημα: Ζόμπι και τα μυαλά στα κάγκελα.
Δεν είναι εύκολο να ταΐζεις μια ολόκληρη στρατιά από ζόμπι. Eιδικά όταν σκάνε μύτη στα κάγκελα του ανθοπωλείου ζητιανεύοντας, λες και ακολουθούν κάποιο είδος δίαιτας για χορτοφάγους απέθαντους ξέρω γω! Ελάτε τώρα, ρε παίδες, σοβαρευτείτε. Δεν μπορείτε να έρχεστε απρόσκλητοι και να περιμένετε να σας σερβίρω ριμπάι χωρίς κράτηση! Τι τρόποι είναι αυτοί; Αν συνεχίσετε έτσι θα αρχίσω να χρεώνω παραπάνω!
Magda Asimakopoulou
Εφιάλτης
Ξύπνησα με ένα αίσθημα άγχους και πανικού, δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Ένιωθα την καρδιά μου να χτυπάει γρήγορα από τον φόβο… Το όνειρο που θυμάμαι ήταν ότι με κυνηγούσε κάτι. Ένα πλάσμα δίχως συγκεκριμένη μορφή. Θυμάμαι το αίσθημα τρόμου που ένιωσα. Όταν ξύπνησα ήταν ακριβώς ίδιο. Μα θυμάμαι και κάτι ακόμα, καθώς έτρεχα να ξεφύγω, εκείνο κατάφερε να με πιάσει. Με γράπωσε από τον καρπό, ένιωσα μούδιασμα και οξύ πόνο. Ο πόνος με ξύπνησε. Αφού συνήλθα από την ταχυπαλμία και τον πανικό και συνειδητοποίησα ότι ήταν απλά ένα όνειρο, ηρέμησα. Μα ένιωθα ένα παράξενο τσούξιμο στο χέρι. Άνοιξα το φως και κοίταξα. Το πρόσωπό μου παραμορφώθηκε από τον τρόμο. Γύρω από τον καρπό μου υπήρχε ένα κόκκινο αποτύπωμα τεσσάρων, μακρόστενων, δακτύλων...
Παρασκευή Σδράλη
Σε βαθιά νερά
Μέσα στη σκιά της Γης, το φως του φεγγαριού διέκοψε την πορεία του ήλιου και έλουσε τα ήρεμα νερά της λίμνης. Η γαλήνη επικρατούσε στον περιβάλλοντα χώρο. Μια ανατριχισστικη νεκρική σιγή. Κάποιοι θόρυβοι μέσα στο νερό τάραζαν για λίγο τα υπέροχα νερά της. Μια μικρή ξύλινη βάρκα δίχως πανιά, έπλεε χωρίς κυβερνήτη. Μακρύτερα το πυκνοφυτο δάσος, έμοιαζε να κοιτάζει επίμονα την κάθε κίνηση . Έτσι κοίταζα κι εγώ. Με μάτια ακόμα ορθανοιχτα κάτω από τα καθαρά νερά μήπως με σώσει κάποιος. Όσο μπορούσα κράτησα τις δυνάμεις μου. Επνιξα τη φωνή μου, έσφιξα τα δόντια απο τη μαχαιριά που δέχτηκα στον αυχένα. Εκείνη τη ανεμελη στιγμή που διάβαζα το αγαπημενο μου βιβλίο σκυφτή πάνω στις σελίδες του. Τώρα είναι ηδη αργά. Κανένας δεν ήρθε, κανένας δε με είδε, κανένας δε με άκουσε .
Το αιμα έγινε ένα με το νερό, ζωγραφίζοντας, με ακανόνιστες πινελιές σε μαύρο φόντο τη λίμνη.
Ολα αυτά, γιατι ποτέ δεν ήθελα να γίνω ερωμένη του ίδιου μου του πατέρα.
Προτίμησε να με ρίξει στα βαθιά νερά της λίμνης κρύβοντας τις ενοχές του και τη ζωή μου.
Stefanos Karampalis
Ο Μπούφον ο Μπλε, ο πιο απερίσκεπτος αρχιμάγος σε όλη την Ακριανή Γη, στέκεται λαχανιασμένος στην κορυφή του όρεος Αιώνιο, κοιτάζοντας τον χάρτη... ανάποδα. «Αχά! Το μαγεμένο δάσος είναι ακριβώς πίσω από εκείνο τον λόφο!» δηλώνει με αυτοπεποίθηση μειδιώντας. Ο Πλακ, ο μαθητευόμενός του, δείχνει το τεράστιο ηφαίστειο που εκρήγνυται λίγο πιο πέρα. «Εεε, αυτό είναι ένα βουνό που πετάει φωτιά, κύριε. Το δάσος είναι... από την άλλη». Ο Μπούφον στενεύει τα μάτια. «Χα! Και φυσικά είναι. Απλώς... ήθελα να δω αν μπορείς να ξεχωρίσεις το δάσος από το ηφαίστειο». Γυρίζει από την άλλη για να φύγει και σκοντάφτει στην ίδια του τη ράβδο...
Georgia Kriki
Πολλά τα συναισθήματα όταν είμαι κοντά του! Είμαι τόσο μπερδεμένη! Καθόμαστε σε ένα παγκάκι με με την θέα της πόλης χαλί στα πόδια μας! Γυρνάει προς το μέρος μου: "Αν η φιλία είναι εδώ", μου δείχνει με το ένα του χέρι. "Και η αγάπη εδώ", βάζει το άλλο αντικριστά σε απόσταση. "Τότε εγώ είμαι εδώ", πλησιάζει το χέρι του σε σημείο αναπνοής από το χέρι της αγάπης. "Θες να μου δώσεις το χέρι σου για να καλύψουμε το κενό;"
Χριστίνα Λέλη
Ένα άρωμα μεθυστικό την τύλιξε. Η πόλη γύρω ξυπνούσε κι όλα τα χρώματα της ίριδας έβαφαν τον ουρανό. Θυμήθηκε το όνειρο που είχε δει χθες βράδυ. Πετούσε λέει ψηλά και έβλεπε τους πάντες μικρούς σα μυρμήγκια. Δεν ένιωθε πόνο, κοιταξε τα χέρια της, ήταν καθαρά, οι φλέβες υγιείς, δίχως τρύπες και μελανιές. Κανένα σωληνάκι δεν έβγαινε από τη μύτη της, κανένα μηχάνημα δεν έδειχνε τους χτύπους της καρδιάς της. Μα, για μια στιγμή! Κοίταξε πάλι γύρω της, δεν ήταν στο νοσοκομείο, ήταν σπίτι της, η ευωδία ερχόταν από το αναρριχώμενο γιασεμί έξω από το παιδικό της υπνοδωμάτιο. Ανεπνευσε βαθιά, θέλησε να κουβαλάει πάντα μαζί της αυτό το άρωμα. Έκοψε δυο ανθακια. Προχώρησε στα άλλα δωμάτια του σπιτιού, είδε τους γονείς της να κοιμούνται ακόμα αγκαλιά κι άφησε στο προσκεφάλι τους από ένα λουλουδάκι. Ο μικρός αδερφός της αναδευτηκε στην κούνια του και της χαμογέλασε. Του άφησε ένα φιλί στα μαλλάκια. Ξάφνου, ένιωσε ελαφριά σαν πούπουλο. Το κορμί της είχε μείνει πίσω στο νοσοκομείο, μα η ψυχή της πετούσε όλο και πιο ψηλά. Ήταν ελεύθερη!
Yiannis Papadimitropoulos
Ο άνδρας ίσιωσε τη γραβάτα του με το δεξί του χέρι, ενώ με το αριστερό έσφιξε ασυναίσθητα το χερούλι του δερμάτινου χαρτοφύλακα που κράταγε. Περίμενε το ασανσέρ για αρκετά λεπτά τώρα και αναρωτιόταν αν θα προλάβει να φτάσει στο γραφείο πριν το μεγάλο πρωινό μποτιλιάρισμα. Συνήθως ξεκίναγε λίγο αργότερα για τη δουλειά, αλλά δεν ήταν μια μέρα σαν τις άλλες. Αν η εταιρία έπαιρνε το συμβόλαιο με τον σημερινό πελάτη, τότε η πιθανότητα προαγωγής ήταν μεγάλη και προαγωγή σήμαινε μεγαλύτερο μισθό, καλύτερο γραφείο και, ποιος ξέρει, ίσως και μια σημαντική ευκαιρία να τον δει “διαφορετικά” η Αρλήν, η πληθωρική κοκκινομάλλα στο λογιστήριο. Όλα όσα είχε ποθήσει στη ζωή του, ίσως μετά τη σημερινή παρουσίαση μπορούσαν να πραγματοποιηθούν.
“Είναι καιρός για αλλαγές στην διοίκηση της εταιρίας, είναι καιρός για νέα πρόσωπα με νέες ιδέες. Αυτά τα Ξωτικά είναι διευθυντές και μέλη Δ.Σ. εδώ και 3 αιώνες, ίσως πρέπει να έχουμε μια ανανέωση”, σκέφτηκε, καθώς με γοργό βήμα περπατούσε στην ταράτσα της πολυκατοικίας για να καβαλήσει το δράκο του. Με τα λεφτά της προαγωγής, ίσως μπορούσε να πάρει έναν νέο δράκο, πιο μεγάλο, ή πιο αεροδυναμικό, με μεγαλύτερα φτερά. Δεν θα γινόταν να βγάλει την Αρλήν ραντεβού με αυτό το δράκο. “Δεν έχω ιδέα πόσο μπορεί να είναι το μπόνους μου, αλλά θα είναι καλό, αυτά τα Λέπερκονς έχουνε πολλά λεφτά να επενδύσουν σε εμάς, βρίσκουν πολλά τσουκάλια χρυσάφι στις άκρες του ουράνιου τόξου”. Αφού ασφάλισε την τσάντα του στο ντουλάπι αποσκευών και πέρασε τα πόδια του στους αναβατήρες, έπιασε τα γκέμια του δράκου με σιγουριά και προσμονή. “Ναι, σήμερα θα είναι η αρχή της υπόλοιπης ζωής μου!”
“Ωχ, ξέχασα να βάλω μέσα τη χτένα μου. Πρέπει να δανειστώ μια χτένα και να χτενιστώ γιατί τα μαλλιά θα είναι χάλια από την πτήση”, ήταν η σκέψη που πέρασε από το μυαλό του, καθώς ο δράκος σηκωνόταν απαλά στον αέρα, κατευθυνόμενος προς το δρακόδρομο, όπου το πρωινό μποτιλιάρισμα είχε ήδη ξεκινήσει και ο ουρανός είχε γεμίσει δράκους.
Elen Zerb
Σκαβω όσο ποιο βαθιά μπορώ, η καρδιά μου βαραίνει και η ανάσα μου βγαίνει με δυσκολία ... δύο καφέ μάτια με κοιτάζουν μέσα από τη μαύρη τρύπα, δύο μάτια που μου είναι γνώριμα... βάζω τα χέρια μου στο πρόσωπό μου... κενό... απέραντο κενό...
Konstantinos Zaharakis
Νεκρή... Νεκρή και πάλι... Όσες φορές κι αν γυρίσω πίσω, αυτό το καθίκι βρίσκει έναν ευφάνταστο τρόπο να με σκοτώσει. Δεν είμαι αρκετά γρήγορη ή μήπως βαθιά μου μέσα μου θέλω να τελειώσει αυτό το μαρτύριο; Ο άρχοντας των Νεκρών σηκώνει το σώμα μου από το βουνό χιλιάδων πτωμάτων που πέφτουν από τον κόκκινο ουρανό. "Τελευταία ευκαιρία, Εκατοντάζωη". Σκατά...
Erodite Papapostolou
Η κοπέλα στάθηκε μπροστά στον βρώμικο καθρέφτη που ήταν ακουμπισμένος στον κάδο δίπλα στο πεζοδρόμιο. Η σκόνη που κάλυπτε την επιφάνεια του ήταν τόσο πηχτή που δεν φαινόταν τίποτα.
Μια δυνατή μπόρα ξέσπασε απότομα. Η επιφάνεια του καθάρισε, μα εκείνη εξακολουθούσε να μην μπορεί να δει το είδωλο της.
Την ίδια στιγμή, ένας τραυματιοφορέας απομάκρυνε το χέρι του από τον λαιμό μιας πεζής που είχε σωριαστεί στον δρόμο μετά από χτύπημα ενός αυτοκινήτου και κουνούσε απογοητευμένος το κεφάλι.
Το πρόσωπο της δεν φαινόταν καλά, μα φορούσε τα ίδια ρούχα με εκείνη. Τα μαλλιά της ήταν απλωμένα στο βρεγμένο οδόστρωμα, ακριβώς όπως τα δικά της ανέμιζαν τώρα.
Σταύρος Θάνος
Οι ιστορίες του ήταν πάντα σύντομες μα εντυπωσιακές. Κάποτε τον ρώτησαν πώς τα κατάφερνε τόσο καλά.
"Δεν είναι χάρισμα. Κατάρα. Μου δόθηκε συγκεκριμένος αριθμός λέξεων σε αυτή τη ζωή. Κάθε λέξη με φέρνει πιο κοντά στον θάνατο. Πρέπει πεθαίνοντας να σας πω τα πάντα."
Teta Chatzopoulou
Περίμενα τον μεσίτη έξω από το σπίτι που είχαμε ραντεβού. Κάποτε ήρθε άνοιξε την πόρτα και μπαίνοντας μέσα ένιωσα ότι κάποια γυναίκα έβγαινε τρέχοντας να σωθεί. Μόνο εγώ το ένιωσα εκείνος όχι. Μου φάνηκε πως είδα αίμα στο πάτωμα. Κατάλαβα ότι κάτι είχε συμβεί εκεί. Τον ρωτησα ποιοι έμεναν πριν. Κανείς μου απάντησε το σπίτι χτίστηκε πριν χρονια αλλά δεν κατοικήθηκε ποτε. Το νοίκιασα το σπίτι. Δέκα χρόνια μετά έτρεχα να σωθώ απο τον διώκτη μου. Το αίμα μου ήταν στο πάτωμα.
Erodite Papapostolou
«Τι μετράς;»
«Προβατάκια ως νανούρισμα»
«Τι μαδάς;»
«Πέταλα τριαντάφυλλου, να δω αν με αγαπούν»
«Όχι μαργαρίτες;»
«Η ιστορία μου περιέχει μόνο κόκκινες σταγόνες που με καίνε και εφιάλτες που παρελαύνουν σαν μαύρα πρόβατα».
«Τι χαράζεις;»
«Τις φλέβες μου, που έρπουν σαν φίδια για να χύσω το δηλητήριό τους».
Maria Vourvoutsiotou
Δεν ήξερε τι ακριβώς περίμενε.
Απλά περίμενε.
Σταθερά, σθεναρά και υπομονετικά.
Ζούσε μα δεν ζούσε.
Κοίταξε γύρω και δεν αναγνώρισε τίποτα.
Ανοιγόκλεισε τα μάτια πανικόβλητη και κάτι μέσα της έσπασε την σιωπή της αναμονής λέγοντας της: «πάρε μια βαθιά ανάσα».
Υπάκουσε!
«Πάρτο αλλιώς και ζήσε».
Όταν άνοιξε τα μάτια όλα είχαν αλλάξει!
Οχι γύρω της, μα μέσα της.
Ή μήπως και γύρω της χάρης στο μέσα της;
Ελένη Κονδύλη
Έκλεισα τα μάτια μου. Ταξίδεψα. Ταξίδεψα σε μέρη μακρινά ...δύσβατα...έπεσα, χτύπησα, μάτωσα, πόνεσα και ...τα κατάφερα! Σηκώθηκα! Συνέχισα το ταξίδι με τη βάρκα μου! Το πλεούμενο αυτό δε με πρόδωσε ποτέ! Πάντα φάρος κι οδηγός μου...ώσπου "έσβησε..."
Δημήτρης Δελαρούδης
Genius Loci
Η εφεύρεση του Ντόμναλ Γκλενν ήταν μια ειδική κάμερα που απεικόνιζε χρωματικά το συναίσθημα. Έμεινε έκπληκτος από τις χρωματικές εκπομπές εκατοντάδων ανθρώπων στους δρόμους του Εδιμβούργου.
Ήταν απόγευμα. Το κάστρο Νταντρακονάν δέσποζε επιβλητικό πάνω στο λόφο. Ο Γκλενν σήκωσε τη μηχανή και κοίταξε στην οθόνη. Είδε κάτι τόσο συγκλονιστικό, που η κάμερα του έπεσε από τα χέρια. Είδε το κόκκινο πουλί με τα τραγίσια πόδια, που στοίχειωνε τη γέφυρα του κάστρου για εκατοντάδες χρόνια, τρομοκρατώντας τους περαστικούς. Είδε το ατόφιο, σκουρογάλανο συναίσθημα που απορρέει από το διαβολικό κόκκινο, έρπει στο γρασίδι και την πέτρα, διαποτίζει την ύλη και διαβρώνει ολοκληρωτικά ένα τόπο, ώσπου να ανοίξει ένα παράθυρο στην κόλαση και να φανεί ο μαύρος ουρανός της.
Δημήτρης Δελαρούδης
Ο Κόκκινος Καθρέφτης
Το εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο παπουτσιών στην ανατολική συνοικία, έκλεισε πριν από τριάντα χρόνια. Παρόλα αυτά, δε σταμάτησε ποτέ να είναι παραγωγικό. Τα προϊόντα του δεν είναι παρά συνθήματα και πολύχρωμες εικόνες γκράφιτι που κοσμούν τα κόκκινα τούβλα των τοίχων του.
Με το πέρασμα των ετών, ανάμεσα στα συνθήματα των διαφόρων φανατισμένων, άρχισαν να εμφανίζονται και φράσεις όπως: «αφόρητο ντόνατ», «σιωπή του μαγνήτη», «μανιφέστο του Μεφιστοφελή», «θάνατος και καρπούζι» και «Αβρασαξοπλισμός τώρα».
Όλοι πίστεψαν πως τα συνθήματα και οι πρωτόφαντες σουρεαλιστικές εικόνες, ήταν δημιουργήματα περιθωριακών νεαρών. Πλανήθηκαν όμως οικτρά. Οι επιγραφές και οι παραστάσεις αλλάζανε αυτόβουλα.
Τώρα, μετά από πολλά χρόνια μεταλλάξεων, έχουν απομείνει μόνο δύο συνθήματα: το ένα γράφει: «Θέλω Επαφή Σάρκα Πάθος Έρωτα». Το άλλο γράφει: «Είμαι ο Αιώνιος Αστός».
Socratis Bouzoukas
Περπατώ, περπατώ εις το δάσος όταν ο λύκος δεν είναι εδώ. Λύκε, λύκε είσαι εδώ;
Κακός ρωτούσα.
Ο λύκος με έτρωγε σιγά σιγά. Ένιωθα τα δόντια του να σκίζουν την σάρκα μου.
Τι ήθελα να πάω στο δάσος βραδιάτικα;
Είχε δίκιο η γιαγιά μου που μου απαγόρευε να πηγαίνω στο δάσος νύχτα.
Dorita Katsamakas
Ανακάθισα στο κρεβάτι, το χλωμό φως έμπαινε δειλά από τις γρίλιες.. τι ώρα ήταν; Ήταν πρωί ή βράδυ; Με είχε πάρει ο ύπνος χωρίς να το καταλάβω. 5 το ξημέρωμα.. σε μισή ώρα το τρένο για Θεσσαλονίκη θα αναχωρούσε, έπρεπε να προλάβω.
Γιώτα Χουλιάρα
Είχε αρχίσει να νυχτώνει και χιόνιζε αλλά δεν κρύωνε. Ένοιωθε ανακούφιση και ηρεμία. Έψαξε τα κλειδιά. Δεν ήταν στην τσέπη του. Μάλλον θα τα ξέχασε στο αμάξι. Θα πήγαινε αύριο στο συνεργείο να τα πάρει.
Προχώρησε με γρήγορα βήματα προς το σπίτι. ΄Ηθελε να πάρει την Άννα αγκαλιά και να της πει πόσο την αγαπούσε. Είχε συμβεί ένα τρομερό ατύχημα σήμερα, αλλά ευτυχώς αυτός ήταν καλά.
Πλησιάζοντας την είδε να κάθεται στο παράθυρο. ΄Ηταν θλιμμένη και βυθισμένη στις σκέψεις της και δεν αντέδρασε στον χαιρετισμό του. Δεν σηκώθηκε καν να του ανοίξει όταν χτύπησε το κουδούνι. Κι εκείνος έμεινε όλο το βράδυ έξω από την πόρτα πάνω στην οποία ήταν τοποθετημένο το αγγελτήριο θανάτου που έγραφε το όνομά του.
Andrea Arvanitidou
Άνοιξα τα μάτια μου, το σκοτάδι είχε τυλίξει όλο τον χώρο. Εγώ στο κρεβάτι μου να μην μπορώ να κουνηθώ, από πάνω μου μια μαύρη σκιά πιο σκούρα και από το σκότος πετούσε από πάνω μου. Παρέλυσε το κορμί μου μα η καρδιά μου ήταν ήρεμη γιατί ήξερε, ήσουν εσύ. Το φως και το σκοτάδι μια ανάσα από το φιλί που μας ένωσε και μας χώρισε παράλληλα. Τα μάτια μου παρέμειναν ανοιχτά και τα χείλη σου υγρά ακούμπησαν τα δικά μου , τότε μόνο λυτρώθηκε η ψυχή μου , τότε που το φως και το σκοτάδι έγιναν ένα, όπως γίναμε εμείς πριν χρόνια.
Τα 2Φ: οι ιστορίες
Ένιωσε στο δέρμα της ένα ρίγος να την διαπερνά καθώς περπατούσε. Κάτι είχε αλλάξει σήμερα. Αφήνοντας πίσω της το παρεκκλήσι, που ήταν κρυμμένο μέσα στα έλατα, ένα ζευγάρι μάτια, έψαχνε την κατάλληλη στιγμή, μέσα από το γυαλί της διόπτρας. Ο υπόκωφος ήχος έκανε το σώμα της να τιναχτεί μπροστά. Το μυαλό της ανεξέλεγκτα άδειαζε από σκέψεις και συναισθήματα καθώς το σώμα της άγγιζε την άσφαλτο. Δεν μπορούσε να αντιδράσει. Την είχε βρει, την είχε νικήσει. Ένα μείγμα έκπληξης και πανικού παρέμεινε ανεξίτηλο στα άψυχα πια μάτια της.
Erodite Papapostolou
Εξημέρωση
Ο βόας απελευθέρωσε την άψυχη αλεπού, που έπεσε δίπλα στο θρυμματισμένο από το σφίξιμό του τριαντάφυλλο. Φόρεσε τη στολή του μικρού πρίγκιπα και απομακρύνθηκε ταραγμένος. Η εξημέρωση απέτυχε.
Erodite Papapostolou
Διαστημόπλοιο Ελπίδα
Έδεσε ένα πράσινο πανί στο κεφάλι του ξανθού αγοριού καλύπτοντάς του τα μάτια. Το τράβηξε από το χέρι οδηγώντας το μακριά από τον ατσάλινο βόα που καταβρόχθιζε ανθρώπους. Έστρωσε πέταλα κόκκινων τριαντάφυλλων πάνω στο αίμα που πλημμύρισε τους δρόμους, για να μη λερωθεί πατώντας το. Μετέτρεψε τις εκρήξεις από τις βόμβες σε γέλια αστεριών που ακούγονταν σαν εκκωφαντικά κουδουνάκια, για να μην τρομάζει. Το ανέβασε σε ένα βαγόνι γεμάτο μικρούς αστροναύτες. Ίσα που πρόλαβε να κρύψει την αγαπημένη του λούτρινη αλεπουδίτσα στην τσέπη του, λίγο πριν πετάξει το βαγόνι, σαν διαστημόπλοιο προς έναν πιο ασφαλή πλανήτη.
George Kostopoulos
Η μητέρα δεν με άφηνε ποτέ να πάω στο υπόγειο. Η πόρτα ήταν μονίμως κλειδωμένη και το κλειδί το κουβαλούσε πάντα μαζί της. Πρέπει να ήμουν πέντε χρονών όταν είδα την πόρτα μισάνοιχτη – η μητέρα μιλούσε στο τηλέφωνο και ακουγόταν εκνευρισμένη.
Κατέβηκα με προσοχή τα σκαλοπάτια που έτριζαν κι έριξα ένα γρήγορο βλέμμα στον ημιφωτισμένο χώρο γύρω μου. Ένα χέρι με άρπαξε από τον ώμο και, όταν στράφηκα να δω ποιος ήταν (έτοιμος να βάλω τα κλάματα από την τρομάρα μου) είδα το θυμωμένο πρόσωπο της μητέρας να με κοιτάζει.
“Δεν σου έχω πει να μην έρχεσαι εδώ κάτω;” με ρώτησε και μου άστραψε ένα χαστούκι που το θυμάμαι ακόμα. “Πάνω – γρήγορα!”
Δεν ξαναμιλήσαμε ποτέ γι' αυτή την παρακοή μου – και, φυσικά, δεν την ρώτησα ποτέ τι δουλειά είχε στο υπόγειό μας το συνομήλικό μου αλυσοδεμένο αγόρι που δεν είχε ούτε χέρια, ούτε πόδια.
Theodora Servou
Ένιωθε την καρδια της έτοιμη να βγει από το σώμα της. Η γρήγορη αναπνοή της έκαιγε τους πνεύμονές της και τα μάτια της υγρά έψαχναν οποιαδήποτε πιθανή κρυψώνα στο οπτικό της πεδίο. Χωρίστηκε απότομα από την ομάδα της, μπαίνοντας σε ένα πλαϊνό δωμάτιο, χωρίς καν να προλάβει να κλείσει την πόρτα πίσω της. Χώθηκε κάτω από το χαμηλό τραπέζι, σερνόμενη, γρατζουνώντας το πρόσωπο και τα χέρια της. Ο ήχος ποδοβολητών της έκοψε την ανάσα.. Την είχαν πλησιάσει επικίνδυνα. Κράτησε την ανάσα της την ώρα που τα βαριά βήματα σταμάτησαν έξω από την πόρτα του δωματίου που είχε εισβάλει. Αμέτρητες ανδρικές, βαριές φωνές κατέκλυσαν το δωμάτιο. Το τρέμουλό της ήταν ασταμάτητο, αφ' ενός από τον τρόμο της, αφ' ετέρου από την αίσθηση του παγωμένου πατώματος κάτω απο το σώμα της. Και τότε έμεινε εντελώς ακίνητη. Πάγωσε το αίμα της, καθώς δυο μεγάλα, καφέ μάτια έπεσαν πάνω στα δικά της, με τρόπο τόσο έντονο, που για μια στιγμή ο χρόνος σταμάτησε...
Lefteris Evmorfopoulos
"Είναι που είναι σκληρή η επιφάνεια που είμαι ξαπλωμένος, είμαι και γυμνός! Τουλάχιστον βρέθηκε ένας άνθρωπος να με σκεπάσει. Να 'ναι καλά. Αυτή την ετικέτα όμως που κρέμεται από το μεγάλο δάχτυλο του ποδιού μου δεν μπορεί να τη βγάλει κάποιος; Ρε παιδιά! Ας τη βγάλει κάποιος την καταραμένη, με γαργαλάει λέιμε!"
Katerina Gaganeli
-Εδώ, κοίτα με.. Σου μιλάω. Στάσου...
Έκλεισε την πόρτα πίσω της με θόρυβο. Δεν έτρεξε, η καρδιά της μόνο μαρτυρουσε το φόβο της, το βήμα της σταθερό μέχρι τη σταση του λεωφορείου. Ακούμπησε στη μεταλλική κολώνα και ανάσανε βαθιά.
-Κάτσε κορίτσι μου, της είπε μια γριούλα, χρειάζεσαι το κάθισμα περισσότερο από εμένα. Που πας?
-Στη μαμά μου, ξέχασα εκεί την περηφάνια μου!!
Εβελίνα Κορώνα
Θήλαζα το μωρό μου. Ο ξαφνικός πόνος στην κοιλιά μου ένιωθα ότι με σχίζει στα δύο. Το γάλα έτρεχε. Το σώμα μου βαρύ, σαν κάτι να με τραβούσε όλο και πιο κάτω, μα την ίδια στιγμή και τόσο ανάλαφρο, σαν να πετά! Δύο ώρες χρειάστηκαν μόνο. Ξαναγεννηθηκα...
Ο Σοφός ΠαππούLeeς
Ο αέρας λιγοστεύει. Ο χώρος συρρικνώνεται. Καμία ελπίδα για να σταματήσει αυτό. Είναι θέμα δευτερολέπτων. Τελείωσε. Έτοιμο το σακουλάκι για την κατάψυξη...
Δέσποινα Γουρτζελίδου
Τόση κούραση, άγχος για ένα στόχο κάθε μέρα και πιο μακριά. Να περπατήσεις, να μιλήσεις, διάβασμα γράψιμο τρέξιμο ατελείωτο. Στόχος να σε δω ολοκληρωμένη, φτάνει να αποζητάς ακόμα την αγκαλιά μου.
Αυτόλυκος ο κλέφτης/Autolycus the thief
Ταξιδεύαμε οι δυο μας στα βάθη των δασών της Σιβηρίας για επτά μέρες.
Είχαμε να δούμε τον ήλιο για τέσσερις μήνες, μετά από εκείνα τα πύρινα μανιτάρια.
Μια χιονονιφάδα έφτασε στο γάντι μου.
Ο Πόζυ που βρισκόταν πάντα δίπλα στα πόδια μου γάβγισε.
"Ναι, ο χειμώνας μόλις έφτασε"
Redwar
Βλέποντας την βαριά σκιά του στα σύννεφα ένιωσα τον τρόμο να παγώνει το σώμα μου. Όλα όσα εικάζαμε επι δεκαετίες ήταν αλήθεια. Γύρο μου ο κόσμος έτρεχε φοβισμένος, πανικόβλητος. Δεν είμαστε μόνοι, σκέφτηκα. Η σκιά κάλυψε τον ήλιο και η μέρα έγινε νύχτα. Αυτή είναι η αρχή του τέλους, ψιθύρισα με τρεμάμενα χείλη.
Kosmas Konstantinidis
Προχτές με τον κολλητό μου αποφασίσαμε να επισκεφτούμε ένα στοιχειωμένο σπίτι για το οποίο έχουμε ακούσει πολλές φρικτές ιστορίες. Πήραμε μαζί και μια κάμερα για να καταγράψουμε τα ευρήματα μας. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που είδα την κάμερα• και τον κολλητό μου... Δεν θα ξεχάσω ποτέ το ουρλιαχτό του!
Έλενα Παπαδοπούλου
Ξύπνησα σ’ έναν άδειο δρόμο. Ο αέρας μύριζε παράξενα, σαν καμένο μέταλλο. Τα βήματά μου ηχούσαν παράξενα, σαν να μην πατούσα στη γη. Ξαφνικά, οι σκιές των κτιρίων άρχισαν να κινούνται, να με πλησιάζουν. Κοίταξα πίσω. Η δική μου σκιά είχε εξαφανιστεί.
Θα επιλέξω ένα τυχαίο νούμερο. Ας πούμε το 13 (αγαπημένος αριθμός). Αντιστοιχεί στο εξής μικροδιήγημα:
Σταύρος Θάνος
Οι ιστορίες του ήταν πάντα σύντομες μα εντυπωσιακές. Κάποτε τον ρώτησαν πώς τα κατάφερνε τόσο καλά.
"Δεν είναι χάρισμα. Κατάρα. Μου δόθηκε συγκεκριμένος αριθμός λέξεων σε αυτή τη ζωή. Κάθε λέξη με φέρνει πιο κοντά στον θάνατο. Πρέπει πεθαίνοντας να σας πω τα πάντα."
Η ιστορία αυτή περιέχει περίπου 45 λέξεις. Μπορεί να δοθεί με ακόμα λιγότερες. Δεν εννοώ ότι η η ιστορία του Σταύρου Θάνου έχει κάποιο ψεγάδι ούτε θεωρώ ότι γράφω καλύτερα και άρα έχω κάποιο δικαίωμα παρέμβασης στο έργο ενός άλλου. Πρόκειται όμως για ένα συγγραφικό παιχνίδι κι εγώ θέλω να αποδείξω ότι πάντα μπορούμε να πούμε κάτι με λιγότερες λέξεις, οπότε ζητώ να μου συγχωρέσετε την παρέμβαση, που γίνεται για χάρη παραδείγματος:
Οι ιστορίες του ήταν πάντα εντυπωσιακές, μα σύντομες. Κάποτε ρωτήθηκε πώς τα κατάφερνε.
"Δεν είναι χάρισμα, αλλά κατάρα. Μου δόθηκε συγκεκριμένος αριθμός λέξεων, κι έτσι καθεμιά με φέρνει πιο κοντά στον θάνατο. Πρέπει πεθαίνοντας να σας πω τα πάντα".
Οπότε, κοιτάξτε πάλι το γραπτό σας. Υπάρχει κάποια περιττή λέξη; Κάτι που μπορεί να δοθεί αλλιώς; Πρέπει πάντα να γυρνάμε στα γραπτά μας με κριτικό και αυστηρό μάτι. Πάρτε τη σύντομη ιστορία σας και κάντε την ακόμα πιο σύντομη. Πείτε τη με 30 λέξεις. Με 35.
Τα λέμε σύντομα με νέο συγγραφικό παιχνίδι και πολλές συμβουλές!
Έλενα Παπαδοπούλου