Το κορίτσι με τη μάσκα (Κεφάλαιο 8) [18+]

Ετοιμάστηκα σαν σίφουνας με την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά από ανυπομονησία. Ήταν η πρώτη φορά που θα πήγαινα βόλτα στην Αθήνα και ο καιρός από το πρωί ήταν τέλειος για να περάσεις τη μέρα σου στους δρόμους. Ήθελα να χοροπηδήξω από την χαρά μου και το χαμόγελο δεν έλεγε να φύγει από τα χείλη μου. Φυσικά και ξέχασα αμέσως το συμβάν της προηγούμενης νύχτας.
Το μόνο που με προβλημάτιζε ήταν ότι δεν ήθελα να ξοδέψει χρήματα για χάρη μου ο Νίκος, αλλά μιας και χρειαζόμουν κάποια ρούχα είχα καταλήξει στο ότι θα του το ξεπλήρωνα αμέσως μόλις μπορούσα.

Η βόλτα ήταν ότι χρειαζόμουν. Ο δροσερός αέρας χτύπησε το πρόσωπό μου ευχάριστα και η διάθεσή μου ανέβηκε κατακόρυφα.
«Γιατί χαμογελάς τόσο;» ρώτησε ο Νίκος δήθεν αδιάφορα. Στην πραγματικότητα καταλάβαινε ότι χαιρόμουν που ήμουν έξω μαζί του.
«Πειράζει;» απάντησα περιπαιχτικά.
Ρουθουνισε δήθεν ειρωνικά. «Είμαι περίεργος.»
«Η περιέργεια σκότωσε τη γάτα όμως.»
Κοινότυπη απάντηση αλλα δεν μου ερχόταν κάτι άλλο.
«Σε είχα για πιο έξυπνη, μικρή!» μου είπε και σταμάτησε μπροστά σε μια βιτρίνα ενός μαγαζιου με γυναικεία ρουχα.
Ανοιξα το στόμα μου να του αντιγυρίσω τα επιχειρήματά μου περι εξυπνάδας αλλά με διέκοψε τραβώντας με από το χέρι μέσα στο κατάστημα ρούχων.
Με έβαλε να καθίσω σε μια καρέκλα και με κοίταξε εξονυχιστικά.
«Μείνε εδώ!» Είπε και έφυγε φουριόζος στο εσωτερικό.
Έκανα αυτό που μου είπε, κοιτάζοντας γύρω γύρω στο αχανές κατάστημα, μην μπορώντας να κουνηθώ ίντσα από τη θέση μου. Δεν ήξερα τι με περίμενε.
Λίγα λεπτά αργότερα ο θείος μου ήρθε με μια πανέμορφη κοπέλα στο κατόπι του. Έμεινα να την κοιτάζω και παραλίγο να μου πέσει το σαγόνι από το πόσο όμορφη και περιποιημένη ήταν. Τα ξανθά μαλλιά της ήταν μαζεμένα σε έναν αυστηρό κότσο, το πρόσωπό της ήταν βαμμένο με απαλούς τόνους, και το σώμα της διαγραφόταν τέλειο κάτω από το στενό ταγέρ της. Αν ήμουν άντρας θα μου άρεσε αδιαμφισβήτητα. Εδώ μου άρεσε τώρα που ήμουν γυναίκα. Ο Νίκος όμως της μιλούσε άνετα, συστήνοντάς με και ζητώντας τις στυλιστικές της συμβουλές. Εγώ δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη, και όταν το εξεταστικό της βλέμμα έπεσε πάνω μου, ένιωσα τα μάγουλά μου να κοκκινίζουν. Μπροστά της ένιωθα.. άχρωμη. Δεν μου άρεσε καθόλου αυτό το συναίσθημα.
Ξεκίνησαν να προχωράνε μέσα στο κατάστημα με εμένα ξωπίσω τους και η γυναίκα, η οποία μου συστήθηκε ως Βίκυ, έπαιρνε το ένα ρουχο πίσω από το άλλο και το έδινε στον θείο μου.
Όταν τα ρουχα στα χέρια του Νίκου έγιναν ενας μεγάλος μπόγος, μας οδήγησε στο δοκιμαστήριο, όπου και ηρθα αντιμέτωπη με τον σκοπό που είχαμε όταν ξεκινήσαμε τη σημερινή μας εξόρμιση. Τα ρούχα που μου είχαν διαλέξει ήταν όλα τέλεια. Τα έπιασα προσεκτικά γιατι μέσα μου φοβόμουν ότι μπορει να τα χαλούσα – και φαίνονταν και πανάκριβα – και τα φόρεσα ένα προς ένα, βγαίνοντας έξω για να πάρω γνώμη. Εγώ επέμενα στα πιο σπόρ και οι δύο εξεταστές μου στα πιο σικάτα. Στο τέλος καταλήξαμε σε ένα συνονθύλευμα κάζουαλ και επίσημων κομματιών. Ημουν πτώμα.
Καθώς φευγαμε αναρωτιόμουν πως μπορούν οι γυναίκες στις μεγαλουπόλεις να το κάνουν αυτό μια φορά την εβδομάδα. Εγω χρειαζόμουν τουλάχιστον ένα μήνα να επανέλθω.
«Λέω να πάμε να τσιμπήσουμε κάτι.» μου είπε ο θειος μου την ώρα που περπατούσαμε στην οδό Ερμού. «Ξέρω ένα καλό μαγαζί εδώ πιο κάτω.»
«Νίκο, δεν θέλω να σε βάλω σε περισσότερα έξοδα..» ειπα δειλά. «Ηδη έκανες αρκετά για μένα σημερα και δεν ξερω πώς να στο ξεπληρώσω.» δάγκωσα τα χείλη μου.
«Έι, ήθελα και το έκανα. Μην ξεχνάς ότι ειμαι υπεύθυνος για σένα τώρα πια. Και το σημερινό είναι μέσα στο πακέτο μου.»
Μου έκλεισε το μάτι.
«Ναι, αλλά.. μπορούμε να πάμε σπίτι, να σου μαγειρέψω κάτι.. δεν χρειάζεται..»
«Σσστ» ειπε σιγανά και στάθηκε μπροστά μου. «Είσαι ξεροκέφαλο πλάσμα τελικά και δεν θα τα πάμε καλά.»
Μπορεί αυτό που είπε να ακουγόταν σαν απειλή, αλλά τα μάτια του μου χαμογελούσαν και ήξερα ότι το διασκέδαζε και ότι δεν τον πείραζε πραγματικά.
Ανταπέδωσα το χαμόγελο του.






***


Υπάρχουν κάποιες στιγμές που κάθεσαι και αναπολείς το παρελθόν, καπνίζοντας, πίνοντας και αναστενάζοντας. Εντάξει, μπορεί να μην κάπνιζα, αλλα αυτό δεν με απέτρεπε από το να κάθομαι στο μπαλκόνι, να χαζεύω τον Σηκουάνα και να ανατρέχω σε διάφορες στιγμές που με είχαν σημαδέψει τόσο, ώστε να γίνω αυτό που ήμουν σήμερα. Και δεν μιλάω μόνο για άσχημες αναμνήσεις.. γιατι πολλές φορές και οι όμορφες στιγμές σε οδηγούν στην καταστροφή. Και αυτές οι όμορφες στιγμές είναι που γίνονται οι αιτίες για τις πιο δύσκολες σκέψεις.
Είναι πολλές φορές που, ακούγοντας ένα αγαπημένο τραγούδι, γυρνάς πίσω παίζοντας στο μυαλό σου, σαν σε ταινία, διάφορες στιγμές από το παρελθόν σου.. βλέποντάς σε γελαστή, λυπημένη, αγχωμένη.. και όλα σε αργή κίνηση.
Και είναι πολλές οι φορές που θέλεις να παρέμβεις σε αυτές τις αναμνήσεις και να φωνάξεις στον εαυτό σου.. να τον συμβουλεύσεις.. να τον αποτρέψεις από αυτά που ξέρεις ότι πρόκειται να κάνει και τα οποία δεν θα του βγουν σε καλό. Σαν μια ταινία στην οποία ξέρεις το τέλος, αλλα παρόλα αυτά αγωνιάς μέχρι να δεις την τελευταία σκηνή.
Βέβαια ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από τις πληγές του. Κάπου το είχα διαβάσει αυτό, αλλα δεν θυμόμουν ποιος το είχε πει.
Έκανα μια νοητή σημείωση να το ψάξω κάποια στιγμή και σηκώθηκα από τη βολική θέση μου. Με περίμενε μια δύσκολη συνέχεια σε αυτό το ταξίδι και δεν είχα σκοπό να αντιμετωπίσω τον Άρη άυπνη. Αρκετά με εκνεύριζε όταν ήμουν στα καλά μου.. αν δεν ήμουν ισως τον σκότωνα στ’αλήθεια.

Ξαπλωσα στον καναπέ και έκλεισα τα μάτια μου. Ο Άρης αναδεύτηκε στον ύπνο του λες και είχε διαβάσει τις σκέψεις μου και είχε θορυβηθεί. Χαλάρωσα και αφέθηκα στην αγκαλιά του Μορφέα.. του μόνου άντρα που μπορούσα τώρα πια να εμπιστευτώ..


Angelina S.