Girl Can you Keep my Secret? (Κεφάλαιο 1)

“Οlivia, ξύπναα, γλυκιά μου, εγώ είμαι, η φίλη σου.” Ακούω μια φωνή μέσα από τον ύπνο μου. Όταν ανοίγω τα μάτια μου μια Lexi βρίσκεται ξαπλωμένη από πάνω μου και μου χαμογελάει με ένα δολοφονικό βλέμμα που δεν έχω ξαναδεί ποτέ από αυτήν. ''Lexi τι κάνεις εδώ; Είναι μεσάνυχτα.'' Την κοιτώ ενώ σηκώνομαι και ακουμπώ στο προσκέφαλο του κρεβατιού μου. ''Ήρθα να πω αντίο γιατί στο χρωστάω. Θες να ρθεις μαζί μου;''
Σηκώνεται από το κρεβάτι και φεύγει από το δωμάτιο. Είναι εξωφρενικά χαρούμενη. Τρέχω πίσω της. Τι εννοεί όταν λέει ''αντίο'';
''Ψάξε, ψάξεε δεν θα με βρεις.'' Ακούστηκε η φωνή της από μακριά.
Μπαίνω στην κουζίνα και ελέγχω μήπως είναι εκεί. Τίποτα. Τρέχω ως το σαλόνι και την τραπεζαρία αλλά δεν βρίσκεται πουθενά τριγύρω.
''Σε θεωρούσα έξυπνη γλυκιά μου. Ψάξε, ψάξε δεν θα με βρεις.'' Η φωνή ακούγεται από ψηλά. Ανεβαίνω τα σκαλιά της σοφίτας και ανοίγω την πόρτα. Ούτε εδώ.
''Είσαι πολύ κοντά γλυκιά μου , έλα μαζί μου.'' Ανοίγω τα φώτα και περπατώ μέχρι να βρω το άνοιγμα για την ταράτσα. Μόλις το βρίσκω βάζω λίγη δύναμη και το ανοίγω. Ανεβαίνω την σκάλα και πλέον βρίσκομαι στην ταράτσα.
''Ωωω ήρθες. Δεν είναι τέλεια αυτή η βραδιά; Ο κόσμος κοιμάται και μεις βρισκόμαστε εδώ, μόνες. '' Μου χαμογελά ξανά, κάνει μια στροφή και κάθεται στην άκρη της ταράτσας.
''Τι εννοούσες όταν μου έλεγες οτι θες να με αποχαιρετήσεις;'' Την ρωτάω και την πλησιάζω.
''Φεύγω για τον ουρανό.'' Αρχίζει και κουνά τα πόδια της γρήγορα και γελάει.
''Θα πέσεις πρόσεχε. Μίλα ξεκάθαρα Lexi με έχεις κουράσει. Νυστάζω θες να τα πούμε το πρωί;''
Με κοιτά και έρχεται κοντά μου. Μου χαϊδεύει το μάγουλο τόσο απαλά που με κάνει να πιστέψω ότι αυτό είναι άλλο ένα αστείο της κολλητής μου. Συνήθιζε πάντα να μας τρομάζει.
''Αθώο μου κορίτσι, δεν θα υπάρχει αύριο για εμένα.'' Με παίρνει μια αγκαλιά που κρατάει περισσότερο απ’ ότι συνήθως.
''Αν αυτή είναι μια φάρσα απ' αυτές που κάνεις , για να με τρομάξεις το κατάφερες πολύ καλά.'' Έχω φρικάρει στα αλήθεια , η Lexi δεν το τραβούσε ποτέ τόσο.
Περπατά ακόμα πιο κοντά στο χείλος της ταράτσας ως που φτάνει ένα χιλιοστό μακριά από το κενό.
''Ψάξε στο κουτί με τις αναμνήσεις σου , σου έχω αφήσει κάτι. Βιάσου, μόλις το μάθει θα έρθει. Πρέπει να σωθείτε. Φιλιά.'' Και τότε σκύβει προς τα εμπρός.
Τρέχω πάνω της μα δεν την προλαβαίνω , πέφτει στα αλήθεια.


''LEXIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIIII''








<< Ντουν ντουν ντουν >>




Το ξυπνητήρι ακούγεται και εγώ πετάγομαι στον αέρα. Ξανά αυτό το όνειρο. Μετά από δυο χρόνια κι ακόμα κάνει την εμφάνιση του στον ύπνο μου. Νιώθω ανήμπορη και κανείς δεν μπορεί να με βοηθήσει. Σηκώνομαι από το κρεβάτι καθώς πρέπει να ξυπνήσω τον μικρό μου αδερφό και να ετοιμαστώ για την κόλαση ονόματι σχολείο. Πηγαίνω στο μπάνιο και πλένω το πρόσωπο μου. Όταν σηκώνω το βλέμμα μου στον μικρό καθρέπτη βλέπω μια άλλη Olivia. Τίποτα δεν θυμίζει εκείνη την πριν από δυο χρόνια χαρούμενη κοπέλα με τα όμορφα μάτια και το γλυκό χαμόγελο. Έχουν αντικατασταθεί από την μελαγχολία και μια έκφραση γεμάτη εχθρικότητα. Το παγωμένο μου βλέμμα τρομάζει σχεδόν τους πάντες ενώ δέχομαι ακόμα σχόλια για την Lexi. Όταν βγαίνω από το μπάνιο κατευθύνομαι προς το δωμάτιο του Noah για να τον ξυπνήσω. Μπαίνω μέσα και όπως περίμενα κοιμάται ακόμα.

"Noah ξύπνα. Θα χάσεις την πρώτη ώρα." τον επιπλήττω ενώ αυτός ανοίγει σιγά σιγά τα μάτια του.

"Σε ένα λεπτό."Μουρμουρίζει και αλλάζει πλευρό.

''Αυτό δεν θα άρεσε στην μαμά Noah.'' Τον επιπλήττω ξανά.

''Ohh χαλάρωσε Oli δεν είμαι παιδί πλέον.'' Σηκώνεται από το κρεβάτι και με προσπερνά γρήγορα. Καταπολεμάω την επιθυμία μου να τον φωνάξω με το παρατσούκλι που του είχε βγάλει η μαμά όταν ήταν μικρός γιατί ξέρω ότι θα καταλήξω να τρέχω ως το λύκειο για να μην με προφτάσει. Ανοίγω την πόρτα μου και πηγαίων βιαστικά στην ντουλάπα. Έχω αργήσει και αυτό δεν θα αρέσει καθόλου στη Scarlett. Αν θέλω να μην χάσω την πρώτη ώρα πρέπει να βιαστώ. Φοράω ένα από τα σκισμένα μαύρα μου τζιν , μια μπλούζα με τους Ramones και τα μαύρα μου VANS. Παίρνω το σακίδιο μου και φεύγω τρέχοντας χωρίς να φάω πρωινό διότι ξέρω ότι θα καθυστερήσω. Βγάζω το ποδήλατο μου από το γκαράζ και δυσανασχετώ γιατί κάθε πρωί πρέπει να κάνω την ίδια διαδρομή. Η μητέρα μου αρνείται να μου πάρει αυτοκίνητο επειδή είναι ένα παραπάνω έξοδο για την οικογένεια. Έτσι είμαι αναγκασμένη να κάνω γυμναστική κάθε πρωί ενώ όλοι οι υπόλοιποι συμμαθητές έρχονται και κάνουν φιγούρα με τα αυτοκίνητα τους έξω από το σχολείο. Θα μπορούσα να πω στην Scarlett να με παίρνει από το σπίτι μου με το audi της αλλά πηγαίνει πολύ νωρίς στο σχολείο για να προετοιμάσει την ομάδα της. Ποδηλατώ περίπου δέκα λεπτά ως που βλέπω το σχολείο να ξεπροβάλλει από την γωνία και θέλω ήδη να εξαφανιστώ. Είναι τόσο εκνευριστικό να σε κοιτούν όλοι σαν την κολλητή του άτυχου νεκρού κοριτσιού. Το χειρότερο όμως απ' όλα είναι αυτό το γεμάτο λύπηση βλέμμα που σου ρίχνουν νομίζοντας ότι συμπάσχουν.

Προσπαθώ να περάσω την είσοδο αλλά φυσικά δεν τα καταφέρνω αφού το αυτοκίνητο του Jason μου κόβει την κυκλοφορία.

"Τα ποδήλατα τα αφήνουν από την άλλη μεριά Savanoh." Μου λέει κλειδώνοντας το αμάξι του.

"Άσε με ήσυχη Victorous." Γυρίζω από την άλλη μεριά και αφήνω το ποδήλατο μου σε μια άκρη δεμένο με αλυσίδα. Ο Jason Victorous είναι ο πιο ηλίθιος άνθρωπος σε όλο το κόσμο. Νομίζει ότι είναι κάποιος και συνέχεια μας επιδεικνύει το αυτοκίνητο του και ότι καινούργιο αγοράζει. Αυτό το αγόρι σίγουρα έχει χαμηλότερο IQ και από χρυσόψαρο. Κοιτώ την ώρα και βλέπω οτι δεν προλαβαίνω να μπω στο μάθημα. Έτσι πηγαίνω και κάθομαι στις κοντινότερες κερκίδες περιμένοντας τον μοναδικό άνθρωπο με τον οποίο μιλάμε πια στο σχολείο και με αντέχει. Την Scarlett.