Girl Can you Keep my Secret? (Κεφάλαιο 3)

"Και οι μέρες περνάνε
και οι άνθρωποι αλλάζουν
κι ίσως αυτό να σε τρομάζει.
Κανείς δεν είναι ίδιος με χθες."

Μπαίνω αθόρυβα μέσα στο σπίτι. Δείχνει έρημο και μόνο. Σίγουρα τα περισσότερα σπίτια δεν δείχνουν έτσι. Αυτή τη στιγμή κάποιο άλλο παιδί μπαίνει στο σπίτι του και βρίσκει την μητέρα του στην κουζίνα και τον πατέρα του καθιστό στην τηλεόραση ή κλεισμένο στο γραφειάκι που έχει περάσει ατελείωτες ώρες να δουλεύει για να παρέχει ένα καλύτερο μέλλον στα παιδιά του.
Δυστυχώς η δική μου μητέρα πρέπει να δουλεύει ώρες σε ένα γραφείο 200 χιλιόμετρα μακριά από εδώ σχεδόν όλη μέρα γιατί ο πατέρας μου δεν είναι εδώ αλλά στην καινούργια του οικογένεια. Άρα αυτό σημαίνει ότι βρίσκομαι μόνη στο σπίτι που έχω ζήσει τόσα. Ο αδερφός μου βρίσκεται στην προπόνηση και μάλλον θα χρειαστεί να φάω μόνη μου. Αφήνω την τσάντα μου στον διάδρομο και περπατάω μέχρι την μικρή κουζίνα. Κάθομαι στο τραπέζι και αρχίζω να τρώω ήσυχα χωρίς καμία σκέψη να περνάει από το μυαλό μου αυτή τη στιγμή. Όταν έχω τελειώσει και αφήνω το πιάτο στο νεροχύτη το κινητό μου ηχεί από τον διάδρομο. Κάνω την διαδρομή από την κουζίνα στον διάδρομο σε ένα δευτερόλεπτο και κοιτάω την οθόνη.
‘’Γεια σου μαμά.’’ Λέω ενώ αρπάζω την τσάντα μου και ανεβαίνω τα σκαλιά σιγά, σιγά.
‘’Σήμερα έχεις ραντεβού με την Adelyn και πρέπει να περάσεις και από το κομμωτήριο , δεν πιστεύω να το ξέχασες;’’ Μου υπενθυμίζει λες και είμαι μικρό παιδί.
‘’Όχι δεν το ξέχασα , με θες κάτι άλλο;’’ Μουρμουράω ενώ πετάω τα παπούτσια μου και ξαπλώνω στο κρεβάτι.
‘’Ναι , έχω ένα φάκελο αφήσει στο τραπεζάκι κοντά στο καθιστικό. Πέρνα από την Meredith πριν πάς στην Adelyn.’’ Μου ζητάει.
‘’Εντάξει , τα λέμε το βράδυ.’’ Την αποχαιρετώ γρήγορα και αφήνω το κινητό μου στο κομοδίνο. Αυτή τη στιγμή μου έρχεται η παρόρμηση να ουρλιάξω και να κλάψω. Σπίτι του Marcous; Αλήθεια; Πως δεν κατάλαβα ότι η Elsa μιλάει ακόμα με την κυρία Elson; Είμαι αναγκασμένη να σταματήσω σπίτι του, και πιθανότατα να τον δω. Κουκουλώνομαι με το πάπλωμα και κλείνω τα μάτια μου. Προσπαθώ να σκεφτώ ένα τρόπο για να τον αποφύγω αλλά αυτή τη στιγμή είναι δύσκολο αφού τα μάτια μου κλείνουν και ήδη βρίσκομαι σε όνειρα και εφιάλτες μακριά από την πραγματικότητα.


***


"Έλα Oli μπορείς να το κάνεις είμαι εδώ εγώ ,δεν πρόκειται να πάθεις τίποτα. Έτσι κι αλλιώς και να πέσεις ,θα προσγειωθείς πάνω στο φουσκωτό.’’
Η Lexi προσπαθεί γι' άλλη μία φορά να με κάνει να πω ναι στην πρόκληση της και με αναγκάζει να ανέβω σε αυτό το σχοινί. "Lexi αυτό είναι ψυχαναγκασμός. Δεν μπορώ να το κάνω." Σκύβω το κεφάλι μου και απομακρύνομαι λίγο από το σχοινί του τρόμου. Βρισκόμαστε στο louna park και ενώ η Lexi έχει ανέβει τρείς φορές σε αυτό το σχοινί , εγώ δεν έχω κάνει ούτε μία προσπάθεια. Φοβάμαι τα ύψη και αυτό είναι πολύ χειρότερο απ’ ότι είχα φανταστεί.
‘’Άκουσε με. Δεν υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει δεν θέλω. Τώρα ανέβα σε εκείνο το χαζό πράγμα και απέδειξε μου ότι μπορείς να τα καταφέρεις."
Με κοιτάζει με το αυστηρό της βλέμμα και με παίρνει μία παρηγορητική αγκαλιά. Της ρίχνω ένα χαμόγελο με δυσκολία και ανεβαίνω σιγά, σιγά τις σκάλες. Αρχίζω να περπατάω στο χοντρό σχοινί με κλειστά τα μάτια. Στα μισά του σχοινιού πέφτω στο φουσκωτό. Η Lexi με πείθει να ξανά προσπαθήσω. Την δεύτερη φορά προσπαθώ να συγκεντρωθώ χωρίς να κοιτάω κάτω και πριν το καταλάβω έχω καταφέρει να περάσω στην δεξιά μεριά χωρίς να πέσω.
Όταν κατεβαίνω κάτω η Lexi μου δίνει το πιο ζεστό της χαμόγελο.
"Είδες; Πάντα έχω δίκιο, να το θυμάσαι...’’
"Oliviaa ξύπνα." Βλέπω τον Noah ,τον μικρό μου αδερφό να με χαστουκίζει ενώ ανοίγω τα ματιά μου. Πετάγομαι όρθια από την απότομη κίνηση του και αρχίζω να του φωνάζω ότι με τρόμαξε και ότι έχει κακή τακτική για να ξυπνάει τους άλλους.
"Κοιμόσουν σαν βόδι, όπως πάντα. Άντε σήκω έχεις να πας και στην επίσκεψη στην ψυχολόγο. Θα αργήσεις."
Απομακρύνεται και βγαίνει από το δωμάτιο. Και μετά με ρωτάει η Scarlett γιατί το φωνάζω ηλίθιο. Κοιτάω την ώρα και βλέπω έντρομη ότι έχω μόνο μία ώρα μέχρι το ραντεβού. Σηκώνομαι γρήγορα από το κρεβάτι, βάζω τα παπούτσια μου και παίρνω το σακίδιο μου. Όταν κατεβαίνω κάτω στο σαλόνι βλέπω τον αδερφό μου ξαπλωμένο στον καναπέ κοιτώντας τηλεόραση.
"Σπόρε εσύ τέτοια ώρα πρέπει να διαβάζεις.." Τον κοιτάω ενώ αρπάζω τον φάκελο από τον πάγκο.
"Παίρνω το καλό παράδειγμα από την μεγάλη μου αδερφή." Με ειρωνεύεται ενώ αλλάζει κανάλι.
‘’Αν θες να ζεις μέχρι αύριο, κάτσε διάβασε.’’ Τον απειλώ και ανοίγω την πόρτα βγαίνοντας έξω. Ανεβαίνω στο ποδήλατο και στρίβω στην γωνία για το σπίτι του Marcous.
Μετά από λίγη ώρα αφήνω το ποδήλατο μπροστά από το σπίτι της κυρίας Εlson και χτυπάω ρυθμικά το κουδούνι ενώ παρακαλάω να μην τον δω μπροστά μου. Και το χειρότερο; Εμφανίζεται αυτός μπροστά μου. Εντάξει Olivia βαθιές ανάσες, δεν είναι κάτι θα αφήσεις αυτό τον φάκελο και θα φύγεις.
''Γεια σου Olivia δεν περίμενα να σε δω.'' Μου λέει και μου κάνει χώρο να μπω.
''Γιατί εγώ νομίζεις το περίμενα;’’ Μουρμουράω σιγά στον εαυτό μου.
‘’Τι είπες;’’ Με ρωτάει.
‘’Τίποτα , τίποτα. Άκου δεν έχω πολλή ώρα , δώσε αυτό στην μαμά σου μου το έδωσε η Elsa να της το παραδώσω. ''Αρπάζει τον φάκελο από τα χέρια μου και σχεδόν τα δάχτυλα μας έρχονται σε επαφή. Αρχίζω να ιδρώνω. Οκ αυτό είναι φυσιολογικό δηλαδή ο Marcous με ακούμπησε, και;
''Χαλάρωσε , Oli δεν έχω σκοπό να σε φάω.''
Με κοιτάει με αυτό το αλαζονικό του βλέμμα που έκανε παλιά για να με εκνευρίσει.
‘’Γεια σου Marcous.'’ Του λέω απότομα.
Απομακρύνομαι από την είσοδο .Όταν σηκώνω το ποδήλατο από κάτω και γυρίζω το κεφάλι μου τον βλέπω ακριβώς εκεί μπροστά μου.
''Με τρόμαξες ξέρεις.’’ Κλαψουρίζω ελαφρώς γιατί πραγματικά μου έκοψε το αίμα.
''Συγνώμη αλλά ήθελα να σου πω κάτι Τίποτα δεν είναι ίδιο από την στιγμή που σταματήσαμε, ξέρεις.''
Με κοιτάει με αυτά τα μεγάλα μάτια του που είναι τόσο όμορφα στο φως και το βλέμμα του προσδίδει θλίψη. Σταμάτα να τον κοιτάς έτσι Olivia, τι στο καλό έχεις πάθει; Σκέφτομαι και απομακρύνω το βλέμμα μου από πάνω του.
''Στα αλήθεια πρέπει να φύγω.''
Αρπάζω το ποδήλατο μου και απομακρύνομαι. Με το χέρι του με χαιρετάει και αντιγράφω την κίνησή του. Ανεβαίνω πάνω και ξέρω ότι έχω ήδη αργήσει και η Adelyn θα μου φωνάξει για την αργοπορία μου. Όπως πάντα, όπως όλοι. Στον δρόμο παρατηρώ τον κόσμο δεξιά και αριστερά μου. Άνθρωποι περπατούν γρήγορα στα πεζοδρόμια και οι περισσότεροι απ’ αυτούς μιλούν στο κινητό τους ή στέλνουν μηνύματα χωρίς να δίνουν καμία σημασία για το τι συμβαίνει γύρω τους. Κανείς δεν μιλάει ή χαιρετάει τον διπλανό του, κανείς δεν ενδιαφέρετε για τον άλλον. Κανείς για κανέναν. Κάνω μια προσπέραση και αυξάνω ταχύτητα γιατί πραγματικά έχω μόνο πέντε λεπτά. Κατεβαίνω από το ποδήλατο και περπατάω στο πεζοδρόμιο μέχρι που βρίσκω το κτίριο που στεγάζει το γραφείο της ψυχολόγου μου.
Κλειδώνω το ποδήλατο μου και ανεβαίνω με το ασανσέρ στον 5ο όροφο. Μου ανοίγει όπως πάντα η γραμματέας της. Με χαιρετάει και μπαίνω αμέσως αφού χτυπάω πρώτα την πόρτα. Η Adelyn είναι καθισμένη πίσω από το γραφείο της και κοιτάει κάτι στα χαρτιά που είναι απλωμένα πάνω του. Τα μαύρα μαλλιά της τα έχει μαζέψει σε μια κοτσίδα και το μακιγιάζ της είναι όπως πάντα προσεγμένο. Δεν με καταλαβαίνει στην αρχή αλλά μόλις αφουγκράζεται την ύπαρξη μου στο γραφείο της στρέφει το βλέμμα της πάνω μου. Μου δίνει ένα συγκρατημένο χαμόγελο και μου δείχνει την καρέκλα για να καθίσω. Κάπως έτσι αρχίζουμε και μιλάμε για όλα αυτά που με πονούν, που με καίνε. Σήμερα η συζήτηση έφτασε στον Marcous. Ενθουσιάστηκε και μου είπε να της τον περιγράψω. Χμ ο Marcous…
Ο Marcous είναι απλά αυτός. Τα κοντά ίσια ξανθά μαλλιά του που τα σηκώνει ψηλά με κάθε ευκαιρία και τα όμορφα μεγάλα γκριζοπράσινα μάτια του, το βλέμμα όλο υποσχέσεις, το γεροδεμένο σώμα του και οι υπέροχες αγκαλιές του που χάνεσαι και δεν θες να θυμάσαι τίποτα. Αυτό είναι ο Marcous, η διέξοδος απ’ όλα αυτά που μου συμβαίνουν αλλά εγώ τον απομακρύνω. Όταν η ώρα τελειώνει και το κουδουνάκι χτυπά, νιώθω απλά ένα λιγότερο βάρος. Άλλο ένα κομμάτι έφυγε από μέσα μου ακόμα κι αν καμία φορά δεν αντέχω την Adelyn και τις σημειώσεις της. Την αποχαιρετώ. Κατεβαίνω από την μεγάλη πολυκατοικία και βγαίνω έξω στον κόσμο. Ανακουφισμένη παίρνω το ποδήλατο μου και φεύγω από εκεί ενώ κατευθύνομαι προς το κομμωτήριο.


Night.Dreamer