Η μάχη του έρωτα (Κεφάλαιο 21)

Μια εβδομάδα είχε περάσει από τότε που είχε επιστρέψει σώος κι αβλαβής ο Ντίνος στην έπαυλη. Μια εβδομάδα που την αφιέρωσε εξ ολοκλήρου στην Νεφέλη. Πότε τσακώνονταν, πότε απολάμβαναν ο ένας την αγκαλιά του άλλου και πότε ο καθένας βυθιζόταν στις δικές του σκέψεις. Η νύχτα τους έβρισκε αγκαλιά με μια γαβάθα ποπ-κορν και ένα μπουκάλι coca-cola ή μπύρα. Τα πρωινά ο καθένας προσπαθούσε να δουλέψει στο πόστο του, η Νεφέλη έκανε πως καθαρίζει τις πατάτες ή τα φασολάκια και ο Ντίνος έκανε πως άκουγε τον Τάσο ή τον Γιώργο να του λένε τα τελευταία νέα.

Η αλήθεια είναι πως δεν είχαν μάθει πολλά τις τελευταίες μέρες. Σαν να είχε παγώσει ο χρόνος στην ώρα λίγο πριν τον πυροβολισμό. Γυρνούσε συχνά στο μυαλό του η σκηνή ξανά και ξανά, μα δεν μπορούσε να θυμηθεί αν υπήρχε κάποιος μέσα στο σπίτι. Έβαλε για εκατοστή φορά το cd να παίζει στον υπολογιστή του μήπως του είχε ξεφύγει κάποια λεπτομέρεια. Ήταν που είχε χάσει κι το κινητό του. Τίποτα δεν πήγαινε καλά!
Το βίντεο ξεκινούσε με απόλυτη ησυχία. Δέκα λεπτά πριν εμφανιστεί ο ίδιος στην εικόνα κανείς δεν είχε κάνει την εμφάνισή του. Ξαφνικά κάτι σαν σκιά εντόπισε στο βάθος και πάγωσε την εικόνα. Το γύρισε μερικά δευτερόλεπτα πίσω να δει πιο καθαρά. Πάλι η ίδια σκιά περνούσε. Μα πως δεν το είχε παρατηρήσει νωρίτερα; Γύρισε ξανά το βίντεο από την αρχή. Παρατήρησε με κάθε λεπτομέρεια την σκηνή με την σκιά. Προσπάθησε να δει μήπως υπήρχε κι τίποτα άλλο ύποπτο. Τίποτα. Όλα τα υπόλοιπα ήταν απόλυτα φυσιολογικά. Έβαλε την σκηνή που ξεκλείδωνε ο ίδιος την πόρτα. Ήταν μόνος του.
«Που να πάρει ο διάολος!» σφύριξε μέσα από τα δόντια του και σηκώθηκε νευριασμένος από την καρέκλα του.
«Να περάσω ή θα με στείλεις κι εμένα στον διάολο», του είπε χαμογελώντας η Χριστίνα κρατώντας δύο κούπες καφέ στα χέρια της.
«Χριστίνα, που αλλού υπάρχουν κάμερες εδώ;» την ρώτησε δίχως να την χαιρετήσει, παίρνοντας απότομα την κούπα καφέ από τα χέρια της. «Μπλιαχ, τι αηδία είναι αυτό!»
«Αυτό αγαπητό μου νευρόσπασμα είναι καφές και είναι δικός μου. Αυτός εδώ είναι δικός σου!» του έδωσε την άλλη κούπα και βολεύτηκε στην πολυθρόνα που υπήρχε πιο κοντά της.
«Να με δηλητηριάσεις θέλεις;»
«Ας μην βιαζόσουν να μου αρπάξεις τον καφέ μου! Καλημέρα», του είπε και ρούφηξε επιδεκτικά μια γεμάτη γουλιά από τον καφέ της. «Το σπίτι είναι γεμάτο κάμερες και καλά θα έκανες να προσέχεις που εκδηλώνεις τον ερωτά σου για την μικρή», τον κάρφωσε με το βλέμμα της με μια στραβή ματιά.
«Χριστίνα δεν είναι ώρα για αστεία! Στο βίντεο που μου έφερες υπάρχει μια σκιά. Κάνει την εμφάνισή της για μερικά δευτερόλεπτα. Χριστίνα κάποιος μπήκε κρυφά στην έπαυλη χωρίς κανείς να τον πάρει είδηση!» της έλεγε ενώ της έδειχνε την εικόνα από το βίντεο.
«Ντίνο γιατί κανείς δεν το είχε δει νωρίτερα; Αυτό το βίντεο έφτασε στα χέρια του εγκληματολογικού, το είδαν πάνω από εκατό άτομα χιλιάδες φορές», του είπε σχεδόν τρομοκρατημένη.
«Φύγαμε!» σφύριξε νευριασμένος. Την άρπαξε σχεδόν με την βία και βγήκαν στο σαλόνι. Δεν έδωσε σημασία στην Νεφέλη που τους κοιτούσε με απορία και βγήκαν έξω. Πήρε το πρώτο αμάξι που βρήκε μπροστά του και ξεκίνησε.
«Που πάμε;»
«Στο τμήμα! Αν είναι αυτό που φαντάζομαι…» μουρμούριζε τσατισμένος χτυπώντας το χέρι του στο τιμόνι.
«Τι φαντάζεσαι;»
«Χριστίνα, δεν γίνεται να μην το παρατήρησε κανείς! Θα μάθουμε απόψε…» στρίγγλισε και πάτησε γκάζι.
«Ντίνο σε παρακαλώ ηρέμησε!» προσπάθησε να τον ηρεμήσει.
Όταν έφτασαν έξω από το τμήμα, παράτησε όπως να ‘ναι το αμάξι και έφυγε φουριόζος πάνω στα γραφεία. Έψαξε με την ματιά του να εντοπίσει τον Διευθυντή και μετά από μια βαθιά ανάσα σχεδόν του επιτέθηκε.
«Ρε λαμόγιο, θα σας σκοτώσω όλους! Τ’ ακούς;» τον άρπαξε από την γραβάτα του και τον κόλλησε στον τοίχο.
«Ντίνο σοβαρέψου! Είσαι τρελός; Είμαι ο Διευθυντής σου!» του έλεγε ο κοντόχοντρος κύριος κόκκινος από τον φόβο.
«Το καλό που σου θέλω είναι να μην είσαι μπλεγμένος! Δείξε μου το βίντεο του πυροβολισμού τώρα… Τώρα γαμώ την πουτάνα μου! Τι με κοιτάς; Θα σας το διαλύσω εγώ το μαγαζάκι εδώ μέσα!» τον άφησε από τα χέρια του και ο Διευθυντής αφού πήρε μερικές ανάσες προχώρησε προς το γραφείο του.
«Εδώ, δες το!» του έβαλε το βίντεο και ο Ντίνος αφοσιώθηκε στην εικόνα.
«Ήμουν σίγουρος!» ψέλλισε κρατώντας το κεφάλι του.
«Ντίνο είναι η πολλοστή φορά που τρομοκρατείς το τμήμα. Απαιτώ εξηγήσεις για το πώς μου φέρθηκες!»
«Το βίντεο είναι πειραγμένο… Τι δεν καταλαβαίνεις;» ξεφύσησε και σηκώθηκε από την καρέκλα του. «Το καλό που σου θέλω είναι να ανακαλύψεις ποιος πείραξε το βίντεο! Εδώ μέσα έχω φτύσει αίμα για να πάρεις εσύ όλα αυτά τα παράσημα», του έλεγε σαν να έφτυνε τα λόγια του. «Παίζω την ζωή μου κορόνα γράμματα και ξαφνικά ανακαλύπτω πως κάποιο γαμημένο αρχίδι από εδώ μέσα είναι πουλημένος. Δεν ξέρω τι θα κάνεις! Σε προειδοποιώ όμως, αν δεν κάνεις κάτι εσύ, θα κάνω εγώ και δεν θα σ’ αρέσει ο τρόπος μου!» τον απείλησε και βγήκε από το γραφείο.
«Ντίνο τι έγινε;» πετάχτηκε από το δικό του γραφείο ο Γιώργος τρομαγμένος από το ξέσπασμα του φίλου του.
«Έγινε ότι με πέρασαν για μαλάκα, αυτό έγινε!» κατέβηκε τα σκαλιά και μπήκε στο αμάξι. Η Χριστίνα δεν είχε κουνηθεί από την θέση της. Δεν ήθελε να είναι μπροστά σε αυτό που ήξερε πολύ καλά πως θα ξεσπούσε. Προτίμησε να μείνει ασφαλής στο αμάξι και να περιμένει.
Μπήκε στο πίσω κάθισμα ο Γιώργος και του έκανε νόημα να ξεκινήσει. Ήξερε πολύ καλά πως ο Ντίνος δεν ξεσπάει και δεν απειλεί ποτέ δίχως λόγο.


Την ίδια ώρα…

Της είχε λείψει η φίλη της. Ήθελε όσο τίποτα να την πάρει τηλέφωνο, να πουν τα νέα τους και να γελάσουν σαν άλλοτε. Επίσης ήθελε όσο τίποτα να κατέβει στην αγορά για μια βόλτα, να χαζέψει τις βιτρίνες κι ας ήξερε πως ο μισθός της δεν έφτανε για να ψωνίσει κάτι απ’ όλα αυτά που θα ήθελε. Πληκτρολόγησε τον αριθμό της φίλης της και περίμενε να ακούσει την γνώριμη φωνή της.
«Μπα μας θυμήθηκες;» άκουσε να της λέει ξεσπώντας στα γέλια.
«Ρε φιλενάδα πόσο μου έλειψες! Δεν βρήκα χρόνο να σε πάρω ένα τηλέφωνο αλλά υπόσχομαι θα διορθώσω»
«Το καλό που σου θέλω κυρία μου, είναι να έρθεις στα γενέθλιά μου»
«Ωχ ναι, τα είχα ξεχάσει με τόσα που έχω στο κεφάλι μου! Θα προσπαθήσω να πάρω δύο μέρες ρεπό για να το κάψουμε φιλενάδα!»
«Εσύ πες μου τα νέα σου!»
«Μπα δουλειά, δουλειά, δουλειά! Έχω γίνει μια σύγχρονη σταχτοπούτα!» μίλησαν λίγο ακόμα στο τηλέφωνο και της το έκλεισε απότομα όταν άκουσε την εξώπορτα του σπιτιού να κλείνει με δύναμη. «Φίλη μου θα σε πάρω μόλις μπορέσω, με φωνάζουν!»
Βγήκε τρεχάτη στο σαλόνι, όπου βρήκε τον πρίγκιπα της καρδιάς της σε έκρυθμη κατάσταση. Αναγνώρισε τον Γιώργο και την Ξένια που της έκανε νόημα να μην μιλήσει. Προτίμησε να κάνει μια βόλτα στον κήπο, να μυρίσει φρέσκο αέρα. Πολλά τα παράξενα που συμβαίνουν σε αυτό το σπίτι, αλλά εκείνη ήταν συνηθισμένη σε κάτι τέτοια. Ήλπισε μόνο να μην την ακύρωνε την βραδινή απόλαυσή που της είχε απομείνει. Έπρεπε να του ζητήσει κι άδεια για τα γενέθλια της φίλης της.
Ούτε που είχε καταλάβει πότε είχε αρχίσει να σουρουπώνει. Το κρύο τρύπωνε σιγά – σιγά στο κορμί και της έκλεβε την ζεστασιά. Σηκώθηκε δίχως όρεξη και μπήκε μέσα στο σπίτι. Βρήκε την Χριστίνα να μιλάει με τον κύριο που ακόμα δεν είχε καταφέρει να μάθει το όνομά του.
«Νεφέλη μου, πήγαινε κι εσύ να ξεκουραστείς! Θα τα πούμε αύριο εμείς», της είπε καλοσυνάτα η Ξένια και η Νεφέλη της χαμογέλασε κι αποσύρθηκε.
Πέρασε μπροστά από την πόρτα του δωματίου του. Μα καλά δεν την είχε ψάξει σήμερα; Προχώρησε στο δικό της δωμάτιο κι άκουσε μια μουσική να έρχεται από μέσα.
«Τι στο καλό!» ξεκλείδωσε την πόρτα και βρήκε τον Ντίνο ξαπλωμένο στο κρεβάτι της μόνο με το μποξεράκι του. Βρωμούσε αλκόολ και είχε βάλει μια απαλή μουσική. «Τι έπαθες; Βρωμάς βότκα!»
«Σς, μην μιλάς!» της είπε και την πλησίασε. «Θέλω να μου χαρίσεις αυτόν τον χορό!» τύλιξε τα χέρια του γύρω από την μέση της και άφησε μερικά φιλιά στον λαιμό της. «Σε έχω ανάγκη απόψε», της ψιθύρισε γλυκά στο αυτί. «Μην μου αρνηθείς αυτόν τον χορό», της λύγισε την μέση και άφησε υγρά φιλιά σε όλο το μήκος του στέρνου της. «Ο αγαπημένος μου χορός είναι το τάνγκο και η θεσπέσια αγαπημένη παρτενέρ μου είσαι εσύ», την κοιτούσε με πάθος, έτοιμος να της χαρίσει τον πιο σαγηνευτικό χορό.
«Δεν… εγώ δεν…»
«Σς, απλά αφέσου! Νοιώσε τον ρυθμό κι άσε με να σε οδηγήσω εγώ…»
«Φίλιππε είσαι μεθυσμένος»
«Φοβάσαι;»
«Εσένα;»
«Με φοβάσαι;» διόρθωσε την ερώτησή του. «Δεν θα σου έκανα ποτέ κάτι που δεν θα το ήθελες!»
«Φίλιππε αύριο δεν θα…»
«Ξέχνα το αύριο, άστο! Ταξίδεψε σήμερα μαζί μου! Νεφέλη θέλω να παλέψουμε, να συγκρουστούμε! Χόρεψε…» άφησε το χέρι του να διαγράψει έναν απαλό χορό στην πλάτη της, μέχρι που έφτασε στα μαλλιά της. Έπλεξε τα δάχτυλά του στα μακριά μαλλιά της. «Η μυρωδιά σου… με τρελαίνει!» την άφησε να κάνει μια στροφή γύρω από τον εαυτό της και την έκλεισε στην αγκαλιά του. Χάιδεψε το ένα της μπούτι και εκείνη έριξε το κεφάλι της προς τα πίσω.
Τον τράβηξε εκείνη από τον σβέρκο και τον έφερε σε απόσταση χιλιοστών. Συνέχισε να ακολουθεί τον ρυθμό. Έφερε το ένα της πόδι λίγο πιο ψηλά και εκείνος την συνόδευε. Λίγο πριν τελειώσει το τραγούδι, όρμησε τα χείλη της, τα διεκδίκησε απεγνωσμένα. Η Νεφέλη τύλιξε τα πόδια της γύρω από την μέση του και τον άφησε να την οδηγήσει στο κρεβάτι. Την άφησε σιγά στο κρεβάτι και άρχισε να σκορπά τα φιλιά του σε όλο της κορμί, καθώς της έβγαζε τα ρούχα.
Πάλεψαν αρκετή ώρα τα κορμιά τους, ίδρωσαν σε αυτή την μάχη, παρέδωσαν κάθε εαυτό.
«Είσαι σίγουρη;» την ρώτησε λίγο πριν την κάνει ολοκληρωτικά δικιά του.

Βασιλική Κυργιαφίνη