Η Μάγισσα του Αέρα (Κεφάλαιο 16) - "Η αναγέννηση της Μάγισσας Φοίνικα" (μέρος 1ο)

«Κορίτσια νομίζω πως ξεφεύγουμε από το θέμα μας» σχολιάζει γλυκά και ήρεμα η Άρια. «Πού είναι το μενταγιόν;» ρωτά και μας επαναφέρει στο θέμα μας.
«Ειλικρινά, αν δεν είναι στην μπιζουτιέρα της Μπόνι, δεν έχω ιδέα που μπορεί να είναι. Είμαι σίγουρη πως το άφησα εκεί μέσα».
«Μάλλον τα χάνεις λόγω ηλικίας» σχολιάζει χαιρέκακα ο Κα. Παίρνει την εκδίκησή του για να κοσμητικά επίθετα που του χάρισε προηγουμένως η Νόρα; Πιθανότατα. Ή μάλλον όχι... Σίγουρα αυτό συμβαίνει!
«Ποιος σου μίλησε εσένα;» του απαντά η αδερφή μου χάνοντας τη ψυχραιμία της.
 
«Νόρα, ηρέμησε σε παρακαλώ. Κα, δεν υπάρχει λόγος να γίνεσαι επιθετικός» επεμβαίνει η Άρια για να ηρεμήσει τα πνεύματα.
«Αν δεν αντέχεις να καείς, μην παίζεις με τη φωτιά»  λέει ο Κα απευθυνόμενος χαμηλόφωνα στη Νόρα. Η ένταση είναι τόση όση χρειάζεται για να φτάσει το μήνυμα στα αυτιά της Νόρα, αλλά όχι και στης θείας του.
«Το μενταγιόν απλά αγνοείται» συνεχίζω να λέω. «Δεν μπορώ να ξέρω αν είναι κάπου αλλού στο σπίτι αλλά στην μπιζουτιέρα μου δεν είναι. Ίσως πρέπει να πάμε να ψάξουμε για να ήρεμησουμε όλοι».
«Ωραία, θα το δούμε αυτό άμεσα. Είναι πολύ σημαντικό να βρεθεί πριν πέσει στα χέρια της Μαρί, αν δεν έχει πέσει ήδη δηλαδή».
«Δεν έχει πέσει, απ’ όσο ξέρω» ενημερώνω. «Είναι το μόνο που κατάφερα να μάθω όσο ήμουν στο κελί».
«Αυτό είναι θετικό» σχολιάζει ο Τάι.
«Ωραία. Πριν φύγουμε για το σπίτι σας, πρέπει να σας πω και δυο τρία πραγματάκια ακόμα».
«Όλοι μαζί θα φύγουμε;» ρωτάει η Νόρα με την ειρωνεία έκδηλη στη φωνή της.
«Για να ψάξουμε το μενταγιόν» της απαντά ο Πήτερ και φαίνεται ξεκάθαρα πως απορεί με το ύφος της. «Έτσι θα κάνουμε πιο γρήγορα την έρευνα και επιπλέον, θα σας προστατεύσουμε από κάποια καινούρια επίθεση» εξηγεί ευγενικά. Πού να ‘ξερε πως η ευγένεια του δεν θα μαλακώσει τη συμπεριφορά της Νόρα στην προκειμένη περίπτωση. Αφού της έχει μπει η ιδέα της φυγής, αυτό θα προσπαθήσει να κάνει όπως και να ‘χει. Αυτήν την ξεροκεφαλιά της την έχει πάρει από τον πατέρα μας.
«Μάλιστα» συνεχίζει με το αναμενόμενο ειρωνικό της ύφος η Νόρα.
«Είχες όμως, και κάτι άλλο να μας πεις Πήτερ. Σε ακούμε αγάπη μου» λέει τρυφερά η Άρια και η προσοχή όλων μας ξαναγυρνάει στον Πήτερ και στις πληροφορίες που έχει να μοιραστεί μαζί μας.
«Όπως έλεγα λοιπόν, πρέπει να βρούμε το μενταγιόν του Αέρα. Μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε για να βρούμε εμείς πρώτοι την πέτρα του Αέρα. Για να γίνει αυτό βέβαια, θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τη μαγεία του μενταγιόν, πράγμα που σημαίνει πως δεν θα μπορεί να το χρησιμοποιήσει πια η Μπόνι για την προστασία της».
«Δεν υπάρχει περίπτωση!» φωνάζει η Νόρα και πετάγεται από τη θέση της, ρίχνοντας κάτω το φλιτζάνι με τον καφέ της. Το πανέμορφο περσικό χαλί της Άρια λεκιάζει αμέσως από το υγρό που χύνεται, το φλιτζάνι όμως δεν έχει σπάσει.
«Νόρα, ΕΛΕΟΣ πια!» φωνάζω κι εγώ τσαντισμένη, τόσο με τη συμπεριφορά της Νόρα όσο και με τη ζημιά της.
«Κορίτσια, ψυχραιμία» επεμβαίνει και πάλι κατευναστικά η Άρια. Μπορώ να πω πως εντυπωσιάζομαι που δεν έχει νευριάσει ακόμα με τον λεκέ στο χαλί της. «Δεν χρειάζεται να το αποφασίσετε αυτό τώρα. Ας βρεθεί πρώτα το μενταγιόν και βλέπετε τι θα κάνετε».
«Σωστά» σχολιάζει και ο Τάι. «Και Νόρα, προσπάθησε να μην είσαι τόσο αρνητική. Πρέπει να είμαστε ενωμένοι για να κερδίσουμε αυτή τη μάχη, όχι μόνο για το καλό της Μπόνι, αλλά για το καλό όλων μας».
Η Νόρα δεν του απαντά. Ξανακάθεται στη θέση της και κατεβάζει το βλέμμα. Για λίγο φαίνεται σκεπτική. Οι υπόλοιποι μένουν να την παρατηρούν. Η ησυχία που απλώνεται από αυτή την παύση στο σαλόνι είναι για μένα ανατριχιαστική. Και ενοχλητική. Και βαρετή. Μήπως να ξαναγυρίσουμε στα ξεκατινιάσματα;
«Σλουυυυυρπ» ακούγεται η ρουφηξιά του Κα εντελώς ξαφνικά και σκίζει τη σιωπή σαν καλοακονισμένο τσεκούρι. Γυρνάμε όλοι και τον κοιτάμε αιφνιδιασμένοι. «Τι;» ρωτάει αυτός με ανήξερο ύφος, κοιτάζοντάς μας πάνω από το φλιτζάνι του. «Συμβαίνει κάτι;»
«Όχι, μην ανησυχείς» του απαντώ εγώ χαμογελαστή και ανακουφισμένη που έδιωξε την παγερή σιωπή, έστω και με αυτόν τον ανορθόδοξο τρόπο. Ο Κα, σαν να κατάλαβε τη διάθεσή μου ή τη σκέψη μου, μου χαμογέλασε κι αυτός και μου ‘κλεισε διακριτικά το μάτι. Η συμπεριφορά του με διχάζει. Άλλες φορές θέλω να τον χτυπήσω μέχρι να μελανιάσει και άλλες, όπως αυτή, να τον φιλήσω. Στο μάγουλο εννοώ. Αλλά ίσως και όχι. «Τώρα σχετικά με τις άλλες πέτρες, ξέρουμε με σιγουριά ότι η Μαρί δεν έχει στα χέρια της την Πέτρα του Αέρα, της Σκιάς και αν είμαστε τυχεροί και την πέτρα της Γης και του Νερού, σωστά;»
«Σωστά. Επιπλέον της λείπει η λαβή του Σπαθιού και η λεπίδα. Η επίθεση στον Ματ Ντι Κάρλο πιστεύουμε ότι αφορούσε μία από αυτές τις Πέτρες, αφού αποδείχθηκε ότι είναι και αυτός μάγος. Ακόμα βέβαια δεν έχουμε ταυτοποιήσει το ξόρκι που έκανε πάνω του η Σκοτεινή Ιέρεια αφού ο Τάι δεν κατάφερε να τον δει από τη μέρα της επίθεσης» μου απαντά ο Πήτερ, βοηθώντας να αλλάξουμε θέμα συζήτησης .
«Τι έγινε; Δεν σου μιλάει και ο κολλητός τώρα;» ρωτάει ειρωνικά ο Κα.
«Δεν είναι ότι δεν μου μιλάει ξάδερφε» του απαντά χωρίς κάποια εμφανή ενόχληση ο Τάι. «Απλά ο πατέρας του τον έχει κλειδαμπαρώσει στην έπαυλη για την ασφάλειά του. Μιλήσαμε με κάποια μηνύματα στο κινητό. Ο Ματ πιστεύει ότι ο πατέρας του φοβάται μια δεύτερη επίθεση».
«Αυτό θα ήταν λογικό, αν δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το ξόρκι της η Μαρί»  λέει η Άρια.
«Ούτε αυτό μπορούμε να το ξέρουμε, δυστυχώς»  λέει και ο Τάι.
Κλαπ, κλαπ, κλαπ.
«Συγχαρητήρια Τάι. Για άλλη μια φορά μας αποδεικνύεις πόσο χρήσιμος είσαι» λέει ο Κα ψευτοχειροκροτώντας.
Η Άρια καρφώνει τον ανιψιό της με το αυστηρό της βλέμμα σα να τον μαλώνει, σαν να του λέει ‘αρκετά’. Όταν ο Κα το αντιλαμβάνεται μάλλον αποφασίζει να μην συνεχίσει την επίθεση προς τον ξάδερφό του. Απλά γυρνάει και πάλι στο φλιτζάνι του. Σεβασμός στη θεία βλέπω. Και δεν τον αδικώ. Ακόμα και με ένα βλέμμα η Άρια μπορεί να είναι επιβλητική.
«Οπότε υπάρχει σχετικό σκοτάδι στο θέμα του Ματ Ντι Κάρλο. Και μόνο τη θεωρία περί Μάγου των Στοιχείων έχουμε να εξετάσουμε» συνεχίζει ο Πήτερ με το συμπέρασμά του. «Τώρα, για το Σπαθί του Ντρέικο ή αλλιώς όπως είναι ευρύτερα γνωστό, για το Σπαθί των Πέντε Στοιχείων, έχω να σας πω μερικά πράγματα. Τα κομμάτια που χρειάζονται για την ανακατασκευή του είναι οι Πέτρες των Πέντε Στοιχείων, η λαβή και η λεπίδα του».
«Αυτό το ξέραμε» σχολιάζει βαριεστημένα ο Κα.
«Περίμενε να τελειώσω ανιψιέ, μην βιάζεσαι» απαντά ο Πήτερ χωρίς ίχνος ενόχλησης. Η ομοιότητα αντίδρασης με τον γιο του σε αντίστοιχη συμπεριφορά βγάζει μάτι. «Λοιπόν, για να ξεκινήσει κάποιος την ανακατασκευή του Σπαθιού πρέπει πρώτα να ξεκινήσει με την αναζήτηση των Πετρών των Στοιχείων της Φύσης. Μόλις αποκτήσει και την Πέτρα της Σκιάς, αυτή θα του δείξει το δρόμο για την τοποθεσία της λεπίδας. Και με το ξόρκι που είναι χαραγμένο πάνω της, θα οδηγηθεί στη λαβή και την ολοκλήρωση του Σπαθιού. Όταν το Σπαθί ολοκληρωθεί, ο δαίμονας Ντρέικο θα αφυπνιστεί από τον λήθαργό του και θα έρθει να διεκδικήσει αυτό που του ανήκει».
«Καλή τύχη σε αυτόν που θα βρεθεί στο δρόμο του»  λέει ο Τάι και χαμογελά σαρκαστικά.
«Σιγά τον δαίμονα που θα τον φοβηθούμε κιόλας» λέει ο Κα και συνεχίζει να ρουφά με θόρυβο τον καφέ του.
«Κι όμως θα ‘πρεπε, Κα. Ο Ντρέικο είναι ένας εφιάλτης για όλους όσους ξέρουν την ιστορία του» του απαντώ εγώ με τον φόβο να με κάνει να κομπιάζω.
«Μέχρι στιγμής όλα αυτά τα γνωρίζαμε όλοι πάνω κάτω» λέει ο Πήτερ και συνεχίζει. «Αυτό που δεν ξέραμε είναι πως υπάρχει τρόπος ένας δαίμονας να ‘τραβήξει’ μέσα του την ύπαρξη του Ντρέικο και να γίνει ένα με αυτόν, ώστε να αποκτήσει πρόσβαση σε όλες τις δυνάμεις του Σπαθιού και να μην κινδυνεύει από το μαίνος του νόμιμου ιδιοκτήτη του. Και πιστεύω πως αυτό θα προσπαθήσει να κάνει και η Μαρί».
«Αυτό είναι πραγματικά σατανικό» λέω και εκσφενδονίζομαι από τη θέση μου. «Ουσιαστικά η Μαρί θέλει να γίνει Ντρέικο! Γι’ αυτό δεν φοβάται τον θρύλο».
«Και να ανέβει στο θρόνο του Κάτω Κόσμου βγάζοντας από τη μέση τον Βασιλιά της Πηγής του Κακού μια και καλή» συμπληρώνει ο Τάι.
«Και τότε θα είναι αήττητη».
Για μερικά δευτερόλεπτα επικρατεί ησυχία και πάλι στο σαλόνι. Και αυτή τη φορά ο φόβος που έχει ποτίσει τον αέρα, δεν αφήνει περιθώρια για αστεία που θα σπάσουν αυτή τη σιωπή.
Μπιπ, μπιπ, μπιπ, μπιπ.
«Αυτός ήταν ο φούρνος μου. Το φαγητό είναι έτοιμο λοιπόν»  μας πληροφορεί η Άρια κρατώντας τη φωνή της γλυκιά και υιοθετώντας ήρεμο τόνο.
Επιτέλους, θα μπει κάτι στο στομάχι μου!

Χωρίς πολλά λόγια λοιπόν, όλοι μπαίνουμε στη διαδικασία να βοηθήσουμε στο στρώσιμο του τραπεζιού. Όλοι εκτός από τον Κα φυσικά. Είναι ο μόνος που κάθεται ακόμα, και μάλιστα σε ημιξαπλωτή θέση στον καναπέ και παίζει με το κινητό του. Φυσικά, κανένας δεν του λέει τίποτα και αυτό με εκνευρίζει. Αλλά προς το παρόν, το προσπερνάω.
Η Νόρα και ο Πήτερ παίρνουν τραπεζομάντηλο, πιάτα, μαχαίρια και πιρούνια ενώ ο Τάι τοποθετεί προσεκτικά τα ποτήρια του νερού και του κρασιού στη θέση τους για τον καθένα μας. Παίρνω κι εγώ το αλατοπίπερο και τις πετσέτες και τις τοποθετώ στις θέσεις τους. Η αδερφή μου δεν μου απευθύνει το λόγο ούτε μια φορά, ενώ δεν παραλείπει να μου ρίχνει θυμωμένες ματιές μια στο τόσο για να μου θυμίσει σε τι κατάσταση βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή μεταξύ μας. Ο Τάι από την άλλη θα έλεγα μάλλον ότι αποφεύγει να δώσει την παραμικρή σημασία στην ύπαρξή μου και αναρωτιέμαι κατά πόσο πήρε στα σοβαρά τις βλακείες της Νόρα νωρίτερα. Οπότε κι εγώ πηγαίνω τελικά στην κουζίνα μαζί με την Άρια για να τη βοηθήσω να βάλουμε τα φαγητά σε πιατέλες, να φτιάξουμε τις σαλάτες και να τα μεταφέρουμε όλα αυτά στο τραπέζι, αποφεύγοντας προς το παρόν τα δράματα με αυτούς τους δυο.
Μπαίνοντας στην κουζίνα όμως παρατηρώ ένα περίεργο βάζο, τοποθετημένο στο παράθυρο πάνω από τον νεροχύτη. Έχει έντονα χρώματα, κόκκινο, πορτοκαλί, κίτρινο και λίγο μπλε στις λεπτομέρειες, ενώ μοτίβα πάνω του μου θυμίζουν αρχαία Αίγυπτο. Ο τρόπος με τον οποίο πέφτει σε αυτό το φως, αποκαλύπτει χρυσές λεπτομέρειες εδώ κι εκεί που λαμπυρίζουν έντονα και παιχνιδιάρικα. Τολμώ να πω πως είναι ένα πολύ εντυπωσιακό και περίτεχνο έργο τέχνης, που δεν ταιριάζει καθόλου μα καθόλου με την κουζίνα της μαμάς Χάλιγουελ.
«Καινούριο βάζο;»  τη ρωτάω καθώς τοποθετεί με μια λαβίδα τα ρολό κοτόπουλου στην πιατέλα που κρατάω. Νεύω με το κεφάλι μου προς το παράθυρο για να καταλάβει σε ποιο βάζο αναφέρομαι.
«Τι; Όχι, όχι δεν είναι βάζο αυτό. Είναι τεφροδόχος».
Ορίστε; Και κρατάνε τον νεκρό στην κουζίνα τους; Ανατρίχιασα.
«Και ποιον συγγενή σας κρατάτε...εμ... στο σπίτι;» ρωτάω όσο πιο κουλ μπορώ.
«Μπόνι μου, μπορώ να καταλάβω την αποδοκιμασία στην φωνή σου» μου λέει η Άρια γλυκά και μου χαμογελά. Ελπίζω να μην την πρόσβαλλα με τα κολλήματά μου. Ο καθένας μπορεί να κάνει ό,τι θέλει με τους νεκρούς συγγενείς του. Να τους κάψει, να τους θάψει, να τους κρατήσει στην κατάψυξη... ό,τι θέλει... «Δεν είναι κάποιος νεκρός συγγενής εκεί μέσα, μην ανησυχείς. Όλοι οι νεκροί συγγενείς μας είναι στο νεκροταφείο. Τα κοκκαλά  τους τουλάχιστον» διορθώνει τον εαυτό της. «Εκεί μέσα έχουμε τις στάχτες της Ρέη, της κοπέλας του Κρις».
«Τι; Κάψατε τη Ρέη; Μα υποτίθεται ότι δεν πέθανε, είναι μάγισσα Φοίνικας και οι Φοίνικες δεν πεθαίνουν έτσι εύκολα και ο Ταϊσίν...» από το άγχος μου οι λέξεις βγαίνουνε με φόρα από το στόμα μου, η μία μετά την άλλη, ενώ ταυτόχρονα προσπαθώ με το φτωχό μυαλό μου να καταλάβω τι μπορεί να πήγε στραβά και η Ρέη τελικά αποτεφρώθηκε.
«Μπόνι, Μπόνι μου ηρέμησε όλα είναι καλά. Έτσι έπρεπε να γίνει. Αυτός είναι ο σωστός τρόπος για να επανέλθει η Ρέη και το σώμα της στη ζωή έτσι όπως τη γνωρίσαμε».
«Τι σημαίνει αυτό;»
«Σημαίνει πως αν δεν φροντίσει κάποιος να κάνει στάχτη το σώμα μιας νεκρής μάγισσας Φοίνικα με το σωστό τρόπο, τότε αυτό που θα επανέλθει στη ζωή δεν θα είναι η μάγισσα που ήταν πριν από το θάνατό της».
«Α, μάλιστα. Με συγχωρείτε, δεν το γνώριζα. Είχα ακούσει απλά ότι αναγεννούνται από τις στάχτες τους αλλά δεν ήξερα πως υπάρχει συγκεκριμένος τρόπος».
«Αν δεν ακολουθηθεί μια συγκεκριμένη διαδικασία τότε αυτό που θα ξυπνήσει από τις στάχτες μιας Φοίνικα θα είναι ένα πλάσμα χωρίς παρελθόν, μνήμες ή χαρακτήρα. Θα είναι ένα άδειο ανθρώπινο κέλυφος, εύπλαστο μεν για κάποιον που θέλει να φτιάξει μια νέα μάγισσα αλλά τελείως διαφορετικό από τη μάγισσα που πέθανε σαν Φοίνικας. Η προσωπικότητά της θα έχει χαθεί για πάντα».
«Ελπίζω αυτή η διαδικασία να μην είναι πολύ δύσκολη»  ρωτάω με σκοπό να μάθω κάτι παραπάνω. Αυτό το είδος μάγισσας έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον τελικά.
«Όχι, δεν είναι δύσκολη. Έχει όμως κάποιους περιορισμούς. Για παράδειγμα, η καύση πρέπει να γίνει πριν να περάσουν σαρανταοκτώ ώρες από το θάνατο της. Έπειτα το σώμα της γίνεται από μόνο του στάχτη μέσα σε δευτερόλεπτα. Και το επόμενο εικοσάλεπτο έχει αναδομηθεί ένα καινούριο σώμα, έχει δημιουργηθεί ένας καινούριος άνθρωπος που περιμένει να καθοδηγηθεί από τον πρώτο τυχόντα».
«Επικίνδυνο αυτό. Και τι αλλο πρέπει να γίνει;»
«Αφού γίνει η καύση, μαζεύουμε τις στάχτες σε μία τεφροδόχο που να έχει εξαγνιστεί με φασκόμηλο και ροδόνερο. Έτσι θα κρατήσουμε μακριά παρασιτικές οντότητες που μπορεί να προσπαθήσουν να κυριεύσουν το νέο σώμα. Αν θέλουμε να καθυστερήσουμε την επαναφορά της μάγισσας μπορούμε να κάνουμε ένα ξόρκι περιορισμού και έτσι θα μείνουν οι στάχτες της όπως είναι μέχρι το ξόρκι να λυθεί. Αλλιώς, πριν κλείσει το σαρανταοκτάωρο από το θάνατο,  όπως και θα κάνουμε στην περίπτωση της Ρέη, αδειάζουμε τις στάχτες πάνω σε ένα λευκό μεταξωτό σεντόνι και καλύπτουμε με ένα άλλο και έπειτα εκτελούμε το ξόρκι επαναφοράς».
«Τι θα γίνει με το φαγητό αγάπη μου; Ο κόσμος πεινάει εδώ έξω!»  λέει ο Πήτερ και χαϊδεύει το στομάχι του μπαίνοντας στην κουζίνα.

«Ερχόμαστε αμέσως» του απαντά και βάζει τις πατάτες με πιο γρήγορο ρυθμό γύρω από τα ρολό. «Έφυγες, Μπόνι, έφυγες! Αυτοί είναι ικανοί να φάνε κι εμάς αν αργήσουμε κι άλλο!»

Foni Nats