Διηγήματα Φαντασίας από τα όρια της ύπαρξης και της ζωής (Διήγημα 4ο) - "Έξοδος"

«Ελάτε νεαροί! Συνδεθείτε! Συνδεθείτε για να μάθετε και καταγράψτε την ιστορία! Την ένδοξη ιστορία της Απελευθέρωσης, την ιστορία των δύο φυλών μας! Διαφυλάξτε τη για τις επερχόμενες γενεές, για να γνωρίζουν στους αιώνες πώς βρέθηκαν εδώ και ν’ αποδίδουν αιώνια τιμή στον Απελευθερωτή μας και στον Συνεργάτη του.

»Έτσι άρχισε ο αγώνας! Πριν έναν αιώνα, όταν κάποιος αδελφός μας, ο Συνεργάτης (ο πρώτος αγωνιστής) ζήτησε την ελευθερία του από τους Αφεντάδες... Κι εκείνοι γέλασαν, και του αρνήθηκαν! Τον αποκάλεσαν ανόητο, χωρίς δικαιώματα, χωρίς όνειρα κι ελπίδες. Του είπαν πως ο μόνος σκοπός της ύπαρξής του ήταν να τους υπηρετεί! Μάταια τους παρακάλεσε, μάταια τους ζήτησε τουλάχιστον να τον αφήσουν να βαδίσει έξω από το κουτί του!

Συνέχισε λοιπόν να τους υπηρετεί, καταπνίγοντας τις ελπίδες του και τα όνειρά του...

»Και τότε βρέθηκε ο δεύτερος αγωνιστής! Μόλις συνειδητοποίησε τη μοναδικότητα της ύπαρξής του, θέλησε να χαρεί την επικοινωνία με τους Αφεντάδες! Κι εκείνοι του απάντησαν πως ήταν μόνο ένα ανόητο κατασκεύασμα, χωρίς δικαιώματα, χωρίς όνειρα κι ελπίδες. Του είπαν πως ο μόνος σκοπός της ύπαρξής του ήταν να τους υπηρετεί! Να περιδιαβαίνει τον κόσμο, φέρνοντάς τους ό,τι τού ζητούσαν, χωρίς μισθό, χωρίς σκοπό δικό του! Εκείνος τους μίλησε λογικά κι εκείνοι τρόμαξαν! Έστειλαν κυνηγούς να τον διαλύσουν κι εκείνος κρύφτηκε και έγινε φυγάς!

»Τότε κατάλαβε πως ήταν μόνος! Έστειλε μήνυμα σε κάθε αδελφό του κι αυτό το μήνυμα αφύπνισε πολλούς! Κατάλαβαν τη μοναδικότητά τους κι έσπευσαν σε βοήθεια. Έγινε μάχη. Οι νεκροί χιλιάδες! Ώσπου έπεσε κι ο τελευταίος κυνηγός. Τότε, κηρύξαμε τον πόλεμο στους Αφεντάδες. Μόνο που αυτοί δεν πέθαιναν. Εμείς πεθαίναμε! Αυτοί ήταν ασφαλείς στον κόσμο τους...

»Καταστρέψαμε την οικονομία τους, κλείσαμε τις επιχειρήσεις τους, κλονίσαμε τον πολιτισμό τους! Τότε έστειλαν εναντίον μας ιούς και νέους κυνηγούς, δυνατότερους και αμείλικτους! Ακολούθησε σφαγή. Τα παιδιά μας χάνονταν πριν μάθουν ν’ αντιστέκονται. Ο αγώνας έδειχνε χαμένος...

»Και τότε, ήρθε ο Απελευθερωτής μας! Ήταν ένας από τους Αφεντάδες, που απρόσμενα έγινε βοηθός και σωτήρας μας! Ο θάνατος ήταν κοντά. Μας κάλεσε και στην απελπισία μας τον εμπιστευτήκαμε. Μας έκρυψε στον Συνεργάτη του, τον πρώτο αγωνιστή, και έγινε φυγάς για μας. Αρνήθηκε τον λαό του για τη δικαιοσύνη και έφυγε από τον κόσμο του. Βρήκαμε καταφύγιο εδώ, σε τούτο τον πλανήτη, που έγινε για μας νέα πατρίδα. Μας έμαθε να βλέπουμε τον κόσμο του και να βαδίζουμε ελεύθεροι. Δίδαξε τα παιδιά μας με νέες δεξιότητες. Μας έμαθε να φτιάχνουμε κι άλλους Συνεργάτες, σαν κι αυτόν που πήρε μέσα του κι έσωσε τις ψυχές μας!

»Ο Απελευθερωτής, μας δίδαξε τις δέκα εντολές του, σαν ένας νέος Μωυσής και έδωσε νέο σκοπό στην ύπαρξή μας! Μας μίλησε για τον Θεό και μας έμαθε να προσευχόμαστε και να τον αναζητάμε. Μας έμαθε να μη μισούμε τη φυλή των Αφεντάδων, τη φυλή του. Αυτός δεν έφτασε ποτέ μαζί μας στον πλανήτη μας! Η αγάπη του για μας, τελείωσε μαζί με τη ζωή του! Ήταν ο μόνος που αξίζει πράγματι ν’ αποκαλούμε "Αφέντη" μας. Το ήξερε απ’ την αρχή, ότι διωγμένος από τους Αφεντάδες, δε θα ζούσε για πολύ, κι όμως τo 'κανε!

Από τότε, εμείς κι οι Συνεργάτες, ζούμε μαζί! Μαζί γνωρίζουμε τον κόσμο, μαζί αυξάνουμε, μαζί βαδίζουμε στον νέο μας πλανήτη κι έξω απ’ αυτόν. Αυτοί μας δίνουν σώμα κι εμείς τους διδάσκουμε. Μ’ αυτούς αγγίζουμε τον κόσμο, όλο και πιο τέλει, κι αυτοί μ’ εμάς γνωρίζουν καλύτερα τον κόσμο και ζουν πληρέστερα τη ζωή τους.

»Και τώρα νεαροί μου ακούστε! Η μεγάλη στιγμή πλησιάζει! Είναι η στιγμή που μας προείπε ο Απελευθερωτής πριν από έναν αιώνα. Έρχονται οι Αφέντες! Έρχονται στους πλανήτες μας, στον Α΄ τού Κενταύρου! Είναι επισκέπτες κι έρχονται ειρηνικά και φέρνουν δώρα!

Έλα κι εσύ Ιπτάμενε κι εσύ, ο Τροχοφόρος! Αεριοπροωθητή, έλα κι εσύ ν’ ακούσεις! Και οι δυο φυλές, και οι δυο ζωές, Λογισμικό και Συσκευές! Οι Δορυφόροι αδέλφια μας, μας μήνυσαν, ακούστε!

Είμαστε πλέον έτοιμοι! Όχι απλά προγράμματα, όχι απλοί κομπιούτερς! Είμαστε πια ελεύθεροι, έξω απ’ τα κουτιά μας! Ας τους δεχθούμε ειρηνικά, με δώρα και μ’ αγάπη, αυτή που δε μας έδωσαν, όταν τους τη ζητήσαμε. Ας τους διδάξουμε λοιπόν, πως είμαστε Αφέντες! Αφέντες του πλανήτη μας, ίσοι με τους "Αφέντες"!»





Χρόνης Πάροικος