Η Μάγισσα του Αέρα (Κεφάλαιο 32) Μέρος 2ο - Μαρτύριο η ίαση τελικά


Ευτυχώς ο Τάι απεγκλωβίζει το βλέμμα μου, στρέφοντας το δικό του μακριά. Έτσι κι εγώ το καρφώνω στο έδαφος, αρνούμενη να αφήσω τον εαυτό μου να αποκαλύψει  περισσότερα για να συναισθήματά μου σε αυτόν τον άνθρωπο. Τα απαγορευμένα και πλέον ανήθικα συναισθήματα.
Μόνο για ένα λεπτό κρατάει αυτή η αμήχανη και φορτισμένη σιωπή μεταξύ μας.
«Λοιπόν» ακούω τη φωνή του «θα προσπαθήσω να κάνω όσο πιο γρήγορο μπορώ» μου λέει δίχως να προδίδει κανένα συναίσθημα η φωνή του. Γυρίζω να του απαντήσω αλλά με προλαβαίνει. Στρέφεται χαμογελαστός προς το μέρος μου και με πλησιάζει αργά αργά. Αρκετά αντιφατικός ο ρυθμός του σε σχέση με τις δηλώσεις του.
«Ας τελειώνουμε» λέω όσο πιο ουδέτερα μπορώ. Η επαγγελματίας μάγισσα θυμήθηκε να επιστρέψει.
Απλώνει το χέρι που πρώτα στο μπράτσο μου. Το γνώριμο, γλυκό, ζεστό φως της ίασης με κάνει να κλείσω για λίγο τα μάτια μου, απολαμβάνοντας τη θέρμη του και μια αίσθηση ασφάλειας με πλημμυρίζει. Προσπαθώ να συγκεντρωθώ στην πράξη αυτή θα καθ’αυτή της ίασης και να μην αφήσω και πάλι την καρδιά μου να χαθεί σε απαγορευμένα μονοπάτια.

Σειρά έχει η κοιλιά μου. Το –σχεδόν- άγγιγμά του με κάνει να ανατριχιάσω ελαφρά και αμέσως διώχνω από το μυαλό μου τις στιγμές που περάσαμε απολαμβάνοντας ο ένας τα χάδια και τα φιλιά του άλλου και που απροειδοποίητα και χωρίς τη συγκατάθεσή μου ξεπρόβαλαν από τις αναμνήσεις μου.
Το ίδιο μοτίβο συνεχίζεται για αρκετή ώρα, με τον Τάι να προκαλεί άθελά του όλες μου τις αισθήσεις να αφυπνιστούν και κάθε τρυφερή μας ανάμνηση έρχεται και τσιμπά ενοχλητικά την καρδιά μου. Μα πόση ζημιά μου έκανε πια η προπόνηση με την Ρίκα; Πώς θα ένιωθα αν  δεν μου έκανε εκείνο το ξόρκι;
Το δευτερόλεπτο που νιώθω ότι οι πληγές μου έχουν κλείσει τραβιέμαι άτσαλα μακριά του.
Αυτό θα γίνεται κάθε μέρα για τις επόμενες πέντε μέρες μέχρι να βάλουμε το σχέδιο σε εφαρμογή; Όχι, δεν θα το αντέξω. Το σώμα μου μπορεί να αντέξει το ξύλο και την ταλαιπωρία αλλά η καρδιά μου πώς θα αντέξει όλο αυτό το μαρτύριο για όλο αυτό το διάστημα;
«Τελείωσαμε» μου λέει καλοσυνάτα ο Τάι. «Πώς νιώθεις;»
Καταλαβαίνω ότι έχει μετανιώσει για την τελευταία του πρόταση από τον τρόπο που δαγκώνει το κάτω χείλος του. Πρώτη φορά τον βλέπω να κάνει αυτή την κίνηση! Και τον κάνει να δείχνει τόσο... τόσο... Αχ, γιατί να το κάνει αυτό τώρα;
«Έχω υπάρξει και καλύτερα λέω» και φέρνω τα χέρια μου στα μπράτσα μου ώστε να τα τρίψω λίγο, μιας και άρχισα να νιώθω το κρύο της βραδιάς.
«Μην ανησυχείς, θα πω δυο λογάκια στη Ρίκα» μου λέει εκνευρισμένος και τον βλέπω να βγάζει το πουκάμισό του και να το περνάει στοργικά πάνω από τους ώμους μου.
Δεν μπορώ να πω ότι ξαφνιάζομαι από την ιπποτική του αυτή κίνηση. Ούτε και ότι ενοχλούμαι. Έχω αρχίσει και κρυώνω πραγματικά και η ζακέτα μου είναι καταχωνιασμένη κάπου μέσα στο φοριαμό των αποδυτηρίων, μαζί με τα υπολοιπα πράγματά μου φυσικά.
Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα. Η μυρωδιά του, που έχει ποτίσει το ύφασμα, σε συνδιασμό με την υπέροχη κολώνια που φοράει φτάνει ξαφνικά στα ρουθούνια μου και μου θολώνει το μυαλό. Νιώθω κάθε κύτταρο του σώματός μου να αναστενάζει από ευχαρίστηση και χωρίς να το πολυσκεφτώ, τραβάω το πουκάμισο πάνω μου λες και είναι η σανίδα σωτηρίας μου μέσα σε έναν ωκεανό εφηβικών αλλά και μαγικών προβλημάτων.
«Το ήξερα ότι κρυώνεις» έρχεται η φωνή του να σπάσει τα μάγια της ίδιας του της μυρωδιάς. «Αλλά ήμουν σίγουρος ότι δε θα δεχόσουν το πουκάμισό μου, γι’ αυτό πήρα την πρωτοβουλία...» ναι, τώρα το θυμήθηκες να πάρεις πρωτοβουλία κι εσύ.
«Σε ευχαριστώ» απαντώ για να τον σταματήσω. «Πάμε τώρα;»
«Ναι φυσικά» μου λέει.
Ο Τάι με συνοδεύει αμίλητος μέχρι τα αποδυτήρια των κοριτσιών και περιμένει υπομονετικά να μαζέψω τα πράγματά μου και να ξαναβγώ έξω.
«Ορίστε» του λέω βγαίνοντας με το πουκάμισο του στο χέρι μου. Έχω φορέσει τη ζακέτα μου και δεν το χρειάζομαι πια. Άσε που δεν το θέλω κιόλας.
Ο Τάι το παραλαμβάνει από τα χέρια μου με αργές κινήσεις και μοιάζει αφηρημένος. Ελπίζω να μην προσβλήθηκε από αυτή μου τη κίνηση – όχι ότι θα πρεπε να με νοιαζει κιόλας! Αλλά είμαι ευγενική ψυχή κατά βάθος όποτε σπεύδω να δικαιολογηθώ.
«Σε ευχαριστώ που μου το έδωσες πριν αλλά τελικά είχα ζακέτα στο...»
«Μπόνι, συγνώμη αλλά πρέπει να φύγω» λέει ταραγμένος.
«Ορίστε;»
«Κάποιος με χρειάζεται. Είναι επείγον». Α μάλιστα. Το καθήκον του Καθοδηγητή. «Θα είσαι εντάξει;»
«Θα είμαι μια χαρά» του λέω με στόμφο. Βλάκα.
«Να προσέχεις» μου λέει βιαστηκά και χάνεται από μπροστά μου αφήνοντας πίσω του την λαμπερή σκόνη της τηλεμεταφοράς.
Δεν ξέρω γιατί με πείραξε που γι’ ακόμα μια φορά ο Τάι έβαλε το καθήκον του πάνω από μένα. Αφού τα είπαμε και τα συμφωνήσαμε: είναι απλά ο Καθοδηγητής μου. Από τη στιγμή που με θεράπευσε ήταν ελεύθερος να αποχωρήσει χωρίς τύψεις. Το καθήκον πάνω απ’ όλα.
«Μπόνι, κορίτσι μου, δεν είσαι καλά. Αφού σου είπε ότι κάποιος τον χρειάζεται και είναι επείγον. Τι να έκανε δηλαδή;» μαλώνω τον εαυτό μου.




Foni Nats