Αύρα (Κεφάλαιο 11: Αστάθεια)

(Κρις)


Βγήκα από το δωμάτιό της κλείνοντας προσεκτικά την πόρτα πίσω μου. Παρόλο που ένιωθα κουρασμένος, είχα πολύ καιρό να βρεθώ στο σπίτι μου. Πλέον ανήκε στην Κέιτ και, βλέποντας τη διακόσμηση στο σαλόνι και στο δωμάτιο που είχε παραχωρήσει στη Σκάι, μπορούσα να δω πως δεν υπήρχε ίχνος από την παλιά μας ζωή ή ακόμη και από την εποχή που ζούσε ο πατέρας της. Αυτό το σπίτι, αν και μικρό, έμοιαζε πάντα ζεστό και ευπρόσδεκτο, αφού η μητέρα της Κέιτ είχε σχεδιάσει προσεκτικά κάθε λεπτομέρεια. Τώρα τα παγερά, μουντά έπιπλα έδειχναν κρύα και εργοστασιακά, χωρίς να υπάρχει καμία λεπτομέρεια για την προσωπικότητα του ιδιοκτήτη τους.

Όπως θυμόμουν, το σαλόνι και η τραπεζαρία ήταν διαχωρισμένες με ένα πάσο, το οποίο πλέον δε βρισκόταν εκεί. Στη θέση του υπήρχε ένα στρογγυλό τραπέζι μαύρου χρώματος, που ήμουν σίγουρος πως ήταν φτιαγμένο από φθηνό μέταλλο. Το σετ είχε επίσης τρεις καρέκλες, οι οποίες είχαν μοιραστεί μεταξύ της τραπεζαρίας, του δωματίου της Σκάι και του δικού μου. Ήταν ολοφάνερο πως η Κέιτ έτρωγε μόνη της εδώ.

Τα υπόλοιπα δωμάτια συνδέονταν μέσω ενός διαδρόμου που ξεκινούσε από το σαλόνι. Στο παρελθόν τα δύο αντικριστά δωμάτια ήταν το δικό μου και της Κέιτ. Δίπλα από το δωμάτιό μου υπήρχε η κρεβατοκάμαρα του δόκτωρ Ζακ, που τώρα ήταν το δωμάτιο της Κέιτ. Άνοιξα προσεκτικά την πόρτα παίρνοντας μια βαθιά ανάσα.

Όπως περίμενα, η παγερή διακόσμηση του υπόλοιπου σπιτιού είχε επηρεάσει και αυτό το δωμάτιο. Πράγματι, η Κέιτ δεν είχε αφήσει κανένα ίχνος από τους γονείς της και από εμένα. Τώρα έστεκε άχαρα στον αριστερό τοίχο ένα μεταλλικό κρεβάτι παρόμοιο με αυτό στο δωμάτιο της Σκάι, μια ντουλάπα σε άσπρη απόχρωση στη γωνία δίπλα από το παράθυρο και ένα γραφείο με τα λιγοστά καλλυντικά της, κάτω από το ύψος ενός μικρού στρογγυλού καθρέφτη.

Βγήκα από το δωμάτιο και, παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, προχώρησα προς το τελευταίο δωμάτιο του σπιτιού. Ήταν το απαγορευμένο δωμάτιο για αρκετά χρόνια, καθώς φιλοξενούσε τα σημαντικά βιβλία και τις έρευνες του δόκτωρ Ζακ και της γυναίκας του. Ακόμη και το ασημένιο κλειδί ήταν επάνω στην πόρτα, η οποία έμοιαζε να μην είχε ανοίξει εδώ και λίγο καιρό.

Έπιασα προσεκτικά το κλειδί και με δύο στροφές προς τα αριστερά, η πόρτα ήταν έτοιμη να αποκαλύψει τα μυστικά της. Από τη μυρωδιά καταλάβαινα πως η αρχική μου θεωρία ήταν σωστή και πράγματι αυτό το δωμάτιο είχε καιρό να λάβει φως και οξυγόνο. Αποφάσισα πως δεν ήταν σωστό να προχωρήσω πιο μέσα. Αυτό ήταν το σπίτι της Κέιτ τώρα και εγώ είχα πάψει να έχω δικαιώματα όταν παραιτήθηκα από όλα. Έκλεισα την πόρτα και την κλείδωσα προσεκτικά, περιστρέφοντας το κλειδί προς την αρχική του θέση.

Γύρισα στο δωμάτιό μου ζαλισμένος και έπεσα στο προσεκτικά στρωμένο διπλό κρεβάτι, που δε θύμιζε σε τίποτα το παλιό σιδερένιο που με φιλοξενούσε στο Γκρέι. Μπορούσα ακόμη να γευτώ τα χείλη της Σκάι και να νιώσω το σώμα της να καίει μέσα στα χέρια μου. Έπρεπε όμως να διώξω αυτή τη σκέψη, να χαλαρώσω.

Σηκώθηκα και κατευθύνθηκα προς το γνωστό μπάνιο. Έβγαλα απρόθυμα την μπλούζα μου που είχε ακόμη επάνω τη μυρωδιά της, γεμίζοντας το δωμάτιο με την παρουσία της. Είχα μπει σε αυτό το μπάνιο πολλές φορές, άλλωστε αυτό ήταν το παλιό μου δωμάτιο, όμως με το άρωμα της Σκάι, έμοιαζε σαν ένας καινούριος χώρος να ξεδιπλωνόταν μπροστά μου. Κοίταξα τον καθρέφτη και χάθηκα στις σκέψεις μου. Ξαφνικά, πρόσεξα την αύρα μου να θολώνει, στιγμιαία να χάνεται, προκαλώντας μου μια ελαφριά ζάλη. Κρατήθηκα από τον πάγκο, αφήνοντας την μπλούζα να πέσει στο πάτωμα. Ασυναίσθητα, κοίταξα τα χέρια μου. Η αύρα μου είχε επιστρέψει, όμως εγώ ένιωθα σοκαρισμένος.

Τα μάτια μου πάλευαν να δουν καθαρά την αντανάκλασή μου στον καθρέφτη και ένα ρίγος σκαρφάλωνε πάνω μου, μέσα μου. Άφησα το σώμα μου να πέσει στο πάτωμα και συνέχισα να κοιτάω την αύρα μου, προσπαθώντας να καταλάβω αν είχα παραισθήσεις από την κούραση, ή αν πράγματι για λίγο είχε εξαφανιστεί. Ξαφνικά τα λόγια της Σκάι ήρθαν στο μυαλό μου σαν θύελλα:

«Κρις, η αύρα σου…»

«Κρις, είσαι καλά; Η αύρα σου…»

Αυτό σήμαινε πως είχε συμβεί ξανά και μάλιστα ήταν πρόσφατο. Θα συνέβαινε πάλι; Για πιο λόγο έγινε τώρα; Όλα αυτά τα αναπάντητα ερωτήματα σκαρφάλωναν στον λαιμό μου και με έπνιγαν, μέχρι που αποφάσισα να σηκωθώ από το θερμαινόμενο πάτωμα του μπάνιου.

Μπήκα κάτω από το ζεστό νερό και ένιωσα να περιστρέφομαι σε μια δίνη γεμάτη από εικόνες όσων συνέβησαν από τότε που βρήκα το σκάφος. Είχα βρεθεί μπλεγμένος σε κάτι πολύ ανώτερο από εμένα και είχα αρχίσει να νιώθω το βάρος της κατάστασης στις πλάτες μου. Πόσα ήμουν διατεθειμένος να ρισκάρω για τη Σκάι; Έφυγα από τη μονάδα, πιθανότατα είμαι επίσημα φυγάς και τώρα δεν είμαι καν σίγουρος για την αύρα μου. Έπιασα την πετσέτα και την τύλιξα γύρω μου, γνωρίζοντας πως οι απαντήσεις δε βρισκόντουσαν σε αυτό το δωμάτιο.

Προχώρησα προς τη μεταλλική ντουλάπα και με ένα άγγιγμα οι πόρτες άνοιξαν αποκαλύπτοντας ένα μαύρο κοντομάνικο μπλουζάκι, μια γκρι φόρμα και ένα σημείωμα σε ένα γαλάζιο τετράγωνο χαρτί.

Νομίζω πως τα παλιά σου ρούχα θα σου κάνουν ακόμη.
- Κέιτ

Άφησα το σημείωμα μέσα και τράβηξα τα ρούχα. Η Κέιτ είχε δίκιο, δεν είχε αλλάξει το σώμα μου ιδιαίτερα από την τελευταία φορά που βρισκόμουν εδώ. Δε θα της έπαιρνε πολύ καιρό να καταλάβει την αλήθεια, έτσι ήταν η Κέιτ άλλωστε, έβλεπε πάντα πίσω από τις λέξεις και αυτό σήμαινε πως θα έπρεπε να φύγουμε το συντομότερο από εδώ.

Βγήκα από το δωμάτιό μου και προχώρησα προς την πόρτα της Σκάι. Σήκωσα το χέρι μου έτοιμος να τη ρωτήσω αν ήθελε να φάμε. Ασυναίσθητα κοίταξα την αύρα γύρω μου, η οποία τώρα έλαμπε όπως συνήθως, πριν από λίγο όμως τρεμόπαιζε στη θύμησή της.

Ίσως θα ήταν καλή ιδέα να μείνω σε μια απόσταση, μέχρι να γνωρίζω τι ακριβώς συμβαίνει. Έκανα ένα βήμα πίσω και χάθηκα στο δωμάτιό μου. Κάθισα στο κρεβάτι και άρχισα να κοιτάω τον χώρο γύρω μου, χωρίς όμως να βλέπω.

Στο μυαλό μου γυρνούσαν ξανά και ξανά οι ίδιες σκηνές, το σκάφος, η πρώτη φορά που είδα τη Σκάι, η στιγμή που άνοιξε τα μάτια της, η στιγμή που την έχασα και τη βρήκα ξανά, όλες μου οι αναμνήσεις έμοιαζαν ασήμαντες αν δεν έβλεπα μέσα τους και εκείνη. Μα πραγματικά δε γνώριζα τίποτα για την κοπέλα που ήταν στο απέναντι δωμάτιο. Απολύτως τίποτα.

Έστρεψα την προσοχή μου στην αύρα μου. Τα μάτια μου πονούσαν, θόλωναν, σκεφτόμουν τη Σκάι και ένιωθα να βυθίζομαι στο απόλυτο σκοτάδι, μέχρι που με κατάπιε τελείως, βλέποντας για ακόμη μια φορά την κόκκινη λάμψη γύρω μου να χάνεται, μαζί με τις αισθήσεις μου.

Ευριδίκη Πετσά