Η Γιάννα ανέβαινε αργά τα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στο δωμάτιο της Κατερίνας. Αν πρόσεχε κανείς τα μάτια της μόνο θα μπορούσε να καταλάβει πως ανεβαίνοντας τα σκαλοπάτια κατάφερνε να αλλάξει όλη την ψυχολογία μέσα της, για να ανταποκριθεί στον καινούριο της ρόλο. Η χαμογελαστή Γιάννα είχε μείνει πίσω στο χολ. Στην Κατερίνα ανέβαινε η παθιασμένη ερωμένη και αυτό φαινόταν στο βλέμμα, στο περπάτημα, σε όλη της τη στάση. Ξαφνικά χαμογέλασε, ευχαριστημένη με την ιδέα της.
Ναι, αυτό είναι.
Θα έκανε αυτό ακριβώς αυτό που η μικρή δε θα περίμενε από εκείνη.
Η Κατερίνα ήταν όρθια και κοίταζε από το παράθυρο που έβλεπε προς τον κήπο. Είχε δει εδώ και λίγα λεπτά την Ελβίρα να φεύγει. Ήξερε ότι τώρα ήταν η σειρά της και αδημονούσε. Βυθισμένη στις σκέψεις της, δεν κατάλαβε τη λεπτή φιγούρα της Γιάννας που είχε γλιστρήσει πίσω της, χωρίς να κάνει θόρυβο. Το κατάλαβε μόνο όταν το αριστερό χέρι της κυρίας της την αγκάλιασε από πίσω και χούφτωσε με πάθος το στήθος της. Η μικρή προσπάθησε να γυρίσει να την αγκαλιάσει, αλλά η Γιάννα κόλλησε το στήθος της στην πλάτη την Κατερίνας και έβαλε το μεσαίο δεξί της δάχτυλο κατευθείαν μες στο υγρό άνοιγμα του αιδοίου της.
«Είσαι πολύ στενή, μωρό μου, αλλά θα το διορθώσουμε αυτό σύντομα!» της ψιθύρισε στο αυτί ερεθιστικά.
Η Κατερίνα έκλεισε τα μάτια και ψέλλισε:
«Ναι, κυρία, το θέλω» καθώς αναστέναζε.
Αυτό το κυρία άλλη φορά θα φαινόταν γελοίο και η Γιάννα θα της το έκοβε, αλλά εκείνη τη στιγμή ήταν ακριβώς ό,τι χρειαζόταν για να την αιφνιδιάσει. Πήρε, λοιπόν, τα χέρια της και την άφησε να γυρίσει με πρόσωπο προς εκείνη. Την κοίταξε στα μάτια και τη φίλησε αργά και απολαυστικά. Η μικρή δεν ήξερε τι να κάνει. Ζούσε σε ένα όνειρο και αν δεν ξυπνούσε σύντομα –ώστε να συμμετάσχει– το όνειρο θα την προσπερνούσε σαν τη Μαριάννα. Αλλά φοβόταν· δεν ήξερε αν η Γιάννα είχε όρια και πού ήταν αυτά. Φοβόταν μην την προσβάλλει. Μαθημένη από το πάθημα με τη Μαριάννα, η Γιάννα αποφάσισε να τη βοηθήσει να βρει το μονοπάτι της.
Άφησε τα χείλη της μικρής και άρχισε να κατεβαίνει φιλώντας σιγά και απαλά το σφριγηλό νεανικό κορμί, ώσπου γονάτισε μπροστά της, με τα χέρια της τεντωμένα ακόμη στο στήθος της Κατερίνας. Η μικρή ανοιγόκλεισε μερικές φορές τα μάτια της, για να βεβαιωθεί πως δεν ονειρευόταν. Πραγματικά η κυρία της ήταν γονατιστή μπροστά της και ήδη την έγλειφε με πάθος! Μάζεψε όσο θάρρος είχε και τράβηξε από τα μαλλιά τη Γιάννα αναγκάζοντάς τη να κολλήσει το πρόσωπο στο καυτό της κέντρο.
«Γλείψε με... Κάνε με να σε χύσω!» πρόφερε πρόστυχα, τραβώντας περισσότερο τα μαλλιά της.
Ωραία, τουλάχιστον το ένα μωρό μου έχει θάρρος! σκέφτηκε η Γιάννα και έμεινε ακίνητη στο σημείο που την κρατούσε η Κατερίνα, ρουφώντας λαίμαργα την κλειτορίδα της.
Τα πόδια της μικρής είχαν αρχίσει τώρα πια να μην την κρατάνε. Η Γιάννα σηκώθηκε την ακούμπησε απαλά στο κρεβάτι ανάσκελα και άρχισε να γλείφει τα δάχτυλα του δεξιού της ποδιού κάνοντάς του μασάζ. Γι’ αυτό της είχε τονίσει πριν να κάνει μπάνιο παντού. Η Κατερίνα ακόμη δεν μπορούσε να πιστέψει πως αυτά γίνονταν στ’ αλήθεια. Η Γιάννα έγλειφε τα πόδια της! Κόντευε να τελειώσει και μόνο με αυτήν τη σκέψη.
Η Ελβίρα είχε σταματήσει δεξιά σε ένα άνοιγμα της λεωφόρου που οδηγούσε στο σπίτι της. Από την ώρα που έφυγε από τη Γιάννα, τα διαβολεμένα πράγματα που είχε βάλει μέσα της ο Γιώργος την είχαν τρελάνει. Αν δεν είχε προνοήσει να της βάλει και σερβιέτα, τα υγρά της θα είχαν βγει ήδη στο κάθισμα. Τώρα καθόταν στη θέση της, με το κεφάλι ακουμπισμένο στα χέρια της, επάνω στο τιμόνι, και βαριανάσαινε. Το κέντρο της έστελνε απίστευτα σήματα ηδονής. Σίγουρα ήταν το πιο γλυκό μαρτύριο του κόσμου η κατάστασή της. Αλλά δεν έπαυε να είναι μαρτύριο. Η Ελβίρα δεν άντεξε άλλο. Κοίταξε φοβισμένα γύρω της, πριν ανοίξει το φερμουάρ του παντελονιού, παραμερίσει με νευρικές κινήσεις εσώρουχο και σερβιέτα και αρχίσει να χαϊδεύεται βίαια. Το παιχνίδι μέσα της την είχε πια τρελάνει. Θα μπορούσε, βέβαια, να τα βγάλει σιγά σιγά και να ηρεμήσει κάπως. Αλλά της άρεσε πολύ η αίσθηση και δεν ήθελε με τίποτα να τη χάσει. Έπρεπε να τα συνηθίσει. Θα τα συνήθιζε. Αλλά μέχρι τότε τι θα έκανε;
Η κίνηση συνεχιζόταν κανονικά στη λεωφόρο δίπλα της. Κανείς από όσους κινούνταν εκείνη την ώρα δε θα φανταζόταν ότι στην άκρη, μες στο μαύρο τζίπ της, η Ελβίρα Λιάρου έτριβε βίαια την κλειτορίδα της. Τώρα προσπαθούσε να συγκρατήσει τα βογκητά που ανέβαιναν στο λαρύγγι της. Αυτό που την τρέλαινε ήταν πως αυτός ο φόβος μην τη δουν, μην την πιάσουν, την ερέθιζε ακόμα περισσότερο. Ευτυχώς ο οργασμός δεν άργησε να έρθει στο από ώρα έτοιμο γι’ αυτό κέντρο της. Η Ελβίρα ξεφύσηξε ανακουφισμένη και ικανοποιημένη ταυτόχρονα. Για την ώρα θα ησύχαζε. Τώρα μπορούσε να συνεχίσει να οδηγεί. Έβαλε πρώτη και ξεκίνησε. Το γκάζι πέρασε τις χίλιες πεντακόσιες στροφές και συντόνισε το σασί κάνοντας τα μπαλάκια μέσα της να τρέμουν.
«Δεν είναι δυνατόν! Θα πεθάνω από τους οργασμούς σήμερα;»
Ο Γιώργος τής είχε κάνει το πιο υπέροχο αλλά και πιο βασανιστικό δώρο που μπορούσε και εκείνη θα το χαιρόταν. Αρκεί βέβαια να μην οδηγούσε.
Δεν είναι για οδήγηση αυτοί οι διάβολοι, Γιώργο μου! σκέφτηκε και χαμογέλασε.
«Πέτρο, σου ‘ρχομαι, μωρό μου».
Λίγη ώρα αργότερα, έφτασε στο σπίτι της χωρίς να τρακάρει πουθενά και τώρα έπρεπε να ξεχάσει τι είχε γίνει στης Γιάννας. Το δυσκολότερο όμως ήταν να ξεχάσει τις μικρές μπαλίτσες που ταλαιπωρούσαν από ώρα το είναι της!
«Καλησπέρα, αγάπη μου! Γύρισα... Τι έκανες όλο το μεσημέρι;»
Ουφ, ευτυχώς το αγάπη μου ήταν φυσικό. Το αισθανόταν ακόμη. Σε όλη τη διαδρομή φοβόταν πως μετά από ό,τι είχε γίνει με τον Γιώργο το «Σ’ αγαπώ» στον άντρα της θα είχε χάσει τον αυθορμητισμό του και θα καρφωνόταν.
Αλλά δεν είχε γίνει έτσι. Η ξανθιά ερωμένη της είχε δίκιο. Τα μεγάλα συναισθήματα δεν είχαν καμιά σχέση με το σεξ. Όταν υπήρχαν, απλώς το βοηθούσαν να γίνει λίγο καλύτερο. Αλλά αυτό συνέβαινε στους καθημερινούς ανθρώπους που έκαναν έρωτα ρουτίνας. Αν ξέρεις να κάνεις έρωτα –αν θέλεις να κάνεις κάποιον ευτυχισμένο– δε χρειάζεσαι μεγάλα συναισθήματα για να γίνει εφικτό. Και η πιο μεγάλη αγάπη θα φθαρεί γρήγορα, αν δε συνοδεύεται από πρωτότυπο και με φαντασία σεξ. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος εχθρός της αγάπης από τη ρουτίνα. Πόσα «Θα είμαστε για πάντα μαζί» αποδείχτηκαν λίγα, όταν έφυγε ο αρχικός ενθουσιασμός, χάλασε το σεξ και έμειναν τα συναισθήματα ξεκρέμαστα; Το ανάποδο δε γίνεται με τίποτα. Όσο διαρκεί το καλό σεξ, τόσο διαρκεί και μια καλή σχέση, αγάπης ή όχι. Καλό σεξ, χωρίς μεγάλες αγάπες κρατάει πολύ – πολύ περισσότερο χρόνο. Το ανάποδο ποτέ!
«Γιατί δε μου λες σ’ αγαπώ! Εγώ γιατί σ’ το λέω!» Πόσο χαζή είναι αυτή η παράκληση! Κανονικά ο άλλος έπρεπε να απαντήσει:
«Γιατί, μωρό μου, εσύ μ’ αγαπάς και είναι δικαίωμά σου. Ίσως γιατί εγώ αισθάνομαι όμορφα και τρυφερά μαζί σου, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό είναι τελικά η αγάπη». Ή ακόμα και «Ίσως να μη μου βγαίνει απλά να το πω;» Λέω, ίσως αυτοί οι τρεις πρόχειροι λόγοι να στέκουν πολύ πιο σοβαρά από την ηλίθια απαίτηση: «Αγάπα με» που εκφράζουν μερικοί.
Ο Πέτρος καθόταν στον καναπέ του σαλονιού τους και έβλεπε τηλεόραση.
Ιδανικό μέρος! σκέφτηκε η Ελβίρα και έτρεξε να τον φιλήσει παθιασμένα.
Ήθελε και πάλι να δει αν μπορούσε, αν και τη βοηθούσαν τα διαόλια μέσα της να της βγαίνει το έκφυλο πιο άνετα.
«Τι είναι, αγάπη μου; Με πεθύμησες; Αν είναι έτσι, να πηγαίνεις πιο συχνά στη Γιάννα» της είπες εκείνος γελώντας ενώ την αγκάλιαζε.
Αυτό ξαναπές το! σκέφτηκε η Ελβίρα και γέλασε.
«Μωρό μου... πηγαίνω επάνω να σου γίνω όμορφη και έρχομαι!» του απάντησε η Ελβίρα και χάθηκε όσο πιο γρήγορα μπορούσε προς τη σκάλα που οδηγούσε στο μπάνιο τους.
Όταν έμεινε μόνη, κλείδωσε και κατέβασε γρήγορα γρήγορα το παντελόνι της. Έπιασε το σκοινάκι που εξείχε και έβγαλε σιγά σιγά από μέσα της τους δύο μικρούς τυράννους. Τα ξέπλυνε προσεκτικά και τα έβαλε στο νεσεσέρ της.
«Γύρισα, μωρό μου! Σ’ αρέσω;» Το ψιλόλιγνο ατέλειωτο κορμί της Ελβίρας είχε στηθεί μπροστά στον Πέτρο.
Φαινόταν επιβλητική και πανέμορφη. Τον πλησίασε και άνοιξε με τα πόδια της τα πόδια του χαμογελώντας πονηρά. Ύστερα κατέβηκε σιγά σιγά και αισθησιακά και γονάτισε μπροστά του.
Το έχει η μέρα σήμερα φαίνεται με τα γονατίσματα! σκεφτόταν, ενώ έβαζε το είκοσι τριών πόντων μισοορθωμένο πέος του Πέτρου στο στόμα της.
Ο Πέτρος την κοίταζε μαγεμένος. Την αγαπούσε πολύ και του άρεσε πάντα, όπως όταν την πρωτογνώρισε. Ήξερε πως στο σεξουαλικό είχαν πρόβλημα. Ο Πέτρος ήξερε ό,τι και οι υπόλοιποι άντρες γύρω του: ό,τι έβλεπε από μικρός στα πορνό και ό,τι συζητούσε με τους φίλους του. Ο Πέτρος πίστευε ότι οι γυναίκες δεν μπορούσαν να γίνουν φίλες με τους άντρες, το γνωστό δόγμα! Το αποτέλεσμα ήταν να μην έχει έτσι καμιά πηγή να αντλήσει καινούριες ιδέες. Ήξερε πως είχε παντρευτεί μια από τις ομορφότερες και πιο σέξι γυναίκες της Ελλάδας και αισθανόταν μειονεκτικά που δεν μπορούσε να την ικανοποιήσει. Αυτό το έβλεπε, δεν ήταν χαζός και ας του έλεγε εκείνη κάθε φορά:
«Δεν πειράζει, αγάπη μου!»
Ήξερε πως μέσα της υπέφερε και έφταιγε εκείνος. Αλλά τι μπορούσε να κάνει; Έτσι είχε μεγαλώσει, με αυτήν τη νοοτροπία. Το χειρότερο από όλα ήταν πως δεν μπορούσε καν να κρατηθεί λίγο παραπάνω, ώστε να προλάβει και η Ελβίρα του να χαρεί και εκείνη το σεξ. Αφηνόταν στην ομορφιά της και τελείωνε απελπιστικά γρήγορα!
Η Ελβίρα ήταν καλή μαθήτρια, η Γιάννα είχε δίκιο. Το γαλλικό στυλ στοματικού που έκανε στον Πέτρο –μπροστά σ’ αυτά που κάνουν οι υπόλοιπες τουλάχιστον– θα το βαθμολογούσε με εφτά στα δέκα. Ο Πέτρος αισθανόταν πως, αν την άφηνε να συνεχίσει, θα τέλειωνε στο στόμα της χωρίς ούτε καν να μπει μέσα της.
«Σταμάτα, μωρό μου! Σε θέλω!» της είπε τρυφερά και την ξάπλωσε στον καναπέ.
Το πέος του διαπερνούσε σε λίγο τα σωθικά της Ελβίρας, στέλνοντάς τη στον παράδεισο. Οι κραυγές ηδονής της ακολουθούσαν την κάθε κίνησή του. Η Ελβίρα τον είχε αγκαλιάσει με τα μακριά πόδια της και κουνούσε τη λεκάνη της στον ρυθμό του.
Μη χύσεις, αγάπη μου! Σε παρακαλώ... Μη χύσεις τώρα, μη μου το κάνεις αυτό! παρακαλούσε μέσα της η Ελβίρα, αλλά τα παρακάλια της δεν έπιασαν τόπο. Ο Πέτρος άρχισε να βογκάει και τελικά τέλειωσε επάνω στην κοιλιά της μουγκρίζοντας.
«Συγγνώμη, μωρό μου! Χίλια συγγνώμη!»
Ο Πέτρος είχε τελειώσει και αντί να το χαρεί ήξερε πως όφειλε να απολογηθεί. Άρα τελικά ούτε εκείνος το είχε ευχαριστηθεί.
Εννιά λεπτά! Καινούριο ρεκόρ! σκέφτηκε ειρωνικά η Ελβίρα σκουπίζοντας με χαρτομάντηλα την κοιλιά της.
«Πέτρο μου, θα προσπαθήσουμε μαζί να φτιάξουμε μερικά πράγματα στο σεξ μεταξύ μας! Εσύ θα βοηθήσεις εμένα και εγώ εσένα. Θα σε ακούω και θα με ακούς όμως. Σε όλα τα υπόλοιπα είμαστε καλά, είναι κρίμα να υστερούμε στο πιο βασικό».
«Εντάξει, αγαπούλα! Συγγνώμη και πάλι. Δεν το θέλω... δεν...»
Η Ελβίρα δεν τον άφησε να συνεχίσει. Τον αγαπούσε αλλά κάθε φορά που της το έκανε αυτό της ερχόταν να τον σκοτώσει. Γιατί να μην είναι σαν τον... Όχι, δεν έπρεπε να ξεκινήσει έτσι. Τα παιδιά είχαν δίκιο, θα τα ξεχώριζε και θα ήταν ευτυχισμένη. Έτσι θα βοηθούσε και τον Πέτρο της να βελτιωθεί στο σεξ, ώστε να γίνει ανεκτός τουλάχιστον. Αυτό θα έκανε. Ανέβηκε για άλλη μια φορά στο μπάνιο, μόνο που αυτήν τη φορά δεν έβγαλε κάτι. Αντίθετα έκανε με τα αριστερά της δάχτυλα το σχήμα των Ξεχωριστών και τα έβαλε για άλλη μια φορά στον κόλπο της. Διαπίστωσε με έκπληξη πως, ενώ είχε τελειώσει ήδη τρεις φορές –εκ των οποίων δύο με squirting– εξακολουθούσε να είναι όσο υγρή ήταν όταν έφυγε από το σπίτι της Γιάννας.
Νυμφομανής έγινα! σκέφτηκε και αμέσως θυμήθηκε τη Γιάννα που της είχε πει πως συχνά τις Ξεχωριστές τις έλεγαν νυμφομανείς.
Τώρα είχε μάθει πού έπρεπε να ψάξει και με λίγη προσπάθεια και κλίση στα δάχτυλα πέτυχε την ανωμαλία μες στο επάνω τοίχωμα του αιδοίου της και άρχισε να την τρίβει προσπαθώντας να κινεί τα δάχτυλα της κυκλικά. Το δεξί της χέρι ταλαιπωρούσε για άλλη μια φορά τη κλειτορίδα της κυκλικά ώσπου τελείωσε με την πετσέτα του μπάνιου στο στόμα της, για να μην ακούσει ο Πέτρος τις κραυγές της.
«Γιώργο μου, σε χύνω!»
Γιώργο μου; Τι; Το είπα φωναχτά ή από μέσα μου;
Δεν ήταν σίγουρη. Ευτυχώς που είχε την πετσέτα στο στόμα και δεν ακούστηκε!
Αλλά... Γιώργο;
«Παθαίνεις διχασμό προσωπικότητας, μωρό μου» μονολόγησε κοιτώντας τον καθρέφτη.
Άλλον αγαπούσε και άλλου το όνομα φώναξε όταν τελείωσε. Η Ελβίρα αναστέναξε... Ήξερε πια τι έπρεπε να κάνει, για να είναι όλοι ευτυχισμένοι. Της το είχε ήδη πει η Γιάννα.