Στα χέρια ενός δαίμονα (Κεφάλαιο 8)

Γκρεγκοριαν
Καθομουν στην ακρη του κρεβατιου, με το προσωπο χωμενο στα χερια μου και σκεφτομουν συνεχεια την επιστροφη μου στο σπιτι. Ποσο πολυ ηθελα να την επερνα μαζι μου. Εκει, οπως βρισκομασταν στο παρκο να την ελεγα την αληθεια και να ερχοταν μαζι μου. Μαλλον παρα ειμαι συναισθηματικος.
«Γκρεγκ, εισαι ετοιμος?» φωναξε η Καρολαιν πισω απο την πορτα ενω προσπαθησε να μπει. Φυσικα και ειχα κλειδωσει.
«Ερχομαι σε λιγο!» φωναξα και σηκωθηκα ορθιος. Βγηκα για στο μπαλκονι και κοιταξα τον ουρανο. Τα καλοκαιρινα χρωματα σιγα σιγα εσβηναν και επερναν την θεση τους τα χρωματα της νυχτας.
-Θα την προσεχεις?
Ρωτησα τον Κλοντ μεσα στο κεφαλι μου και ενω κοιτουσα το κενο. Ηθελα να την δω ξανα πριν φυγω. Εστω απο μακρια.
«Γκρεγκορι? Εισαι μεσα?» ρωτησε παλι η Καρολαιν.
«Ναι!»
«Ελα στο σαλονι.» ειπε και διχως να εχω και πολλες επιλογες εκλεισα την μπαλκονοπορτα και βγηκα απο το δωματιο. Ο Κλοντ καθοταν με την Εμιλυ στην αγκαλια του στην μια πλευρα του καναπε και η Καρολαιν στεκοταν ορθια και με περινενε.
«Τι εγινε;»
«Ο Κλοντ ειχε μια ιδεα και θελαμε να την ακουσεις.» μιλησε πρωτη η Καρολαιν και υστερα ακολουθησε εκεινος.
«Για την ακριβεια η αρχικη ιδεα ηταν της Εμιλυ. Μιλουσαμε για την ολη κατασταση και σκεφτηκαμε οτι ισως θα ηταν μια καλη ιδεα εαν..» διστασε λιγο στο τελευταιο και κοιταξε μια εμενα μια την Εμιλυ. Αν καταλαβα καλα δεν ηξερα ποια θα ηταν η αντιδραση μου αρα δεν ηταν και τοσο απλο αυτο που σκεφτηκαν.
«Σκεφτηκαμε οτι θα ηταν καλο αν επερνες και την Μοναλιζ μαζι σου πισω στο σπιτι.» ειπε η Εμιλυ αποτομα για να τον βγαλει απο αυτη την αμηχανια. Αμεσως τεντωσα τα ματια και μου ακουστηκε σαν η πιο τρελη ιδεα.
«Αυτο αποκλειεται!» φωναξα.
«Ακουσε μας. Εκει θα ειναι ασφαλης. Ουτε θα κινδυνευει απο τον οποιοδηποτε βιασμο ουτε θα μπορει να την ενοχλισει ξανα αυτο το καθαρμα.»
Γυρισα την πλατη εκνευρισμενος αλλα η αληθεια ειναι πως ηθελα σαν τρελος να κανω κατι τετοιο.
«Θα κινδυνευει ομως απο εμενα. Απο αυτο που ειμαστε.»
«Ξερεις οτι ολοι θα σε βοηθησουμε και θα την προστατευουμε το ιδιο καλα. Φιλε, εισαι πολυ καιρο μονος και οταν σε ειδα με εκεινη ησουν τοσο χαρουμενος και μου θυμισες τον παλιο καιρο. Αυτη η κοπελα ειναι για σενα.» ειπε ο Κλοντ ηρεμα και πραγματικα η ολη ιδεα σταματησε να μου ακουγεται τοσο τρελη. Ηθελα να βγω εξω να παρω αερα! Τους κοιταξα για μια στιγμη και χωρις να πω τιποτα, ανοιξα την πορτα και πεταχτηκα εξω. Ενιωθα λες και θα σκασω. Λες και ολος ο αερας ειχε εξαφανιστει απο μεσα μου. Δεν ξερω τι θελω. Ολα ειναι τοσο μπερδεμενα και τρελα.


Merian