Διαγωνισμός Αγαπημένης Ιστορίας (Κορίτσι με τη Μάσκα - Black Page) part 2/3

Αυτό είναι το δεύτερο μέρος του cross-over που γράφτηκε για τον διαγωνισμό Αγαπημένης Ιστορίας που πραγματοποιήθηκε στο blog μας πριν μερικούς μήνες. Διαβάστε το πρώτο μέρος της ιστορίας ΕΔΩ. Η ιστορία θα ολοκληρωθεί σε τρία μέρη.

“Δυστυχώς έχουμε μόνο ένα δωμάτιο διαθέσιμο.” είπε απολογητικά η νεαρή κοπέλα στη ρεσεψιόν σε άπταιστα αγγλικά. Κάθε φορά που πήγαινα στην Αγγλία ένιωθα “λίγη” μπροστά στον τρόπο που μιλούσαν οι άλλοι τη μητρική τους γλώσσα. Η δική μου προφορά ήταν ένα τίποτα, και σε αυτό είχε συμβάλει το ότι ξεκίνησα να μαθαίνω αγγλικά σε μεγάλη ηλικία. Φυσικά στο χωριό μου δεν είχαμε αρμόδια καθηγήτρια, οπότε και που έμαθα στο τέλος θα έπρεπε να το θεωρώ μεγάλη επιτυχία. Ωστόσο, η ιδιοσυγκρασία μου δεν δεχόταν να υστερώ σε κάτι απο τους ανθρώπους γύρω μου, οπότε το ανεχόμουν μετα βίας, και η διάθεσή μου σε αυτό το ταξίδι ήταν χαλασμένη εξαρχής.

Δέχτηκα χωρίς πολλά πολλά, το ένα και μοναδικό δωμάτιο που μπορούσε να με φιλοξενήσει το βράδυ στην συγκεκριμένη συνοικία του Λονδίνου και αφού προπλήρωσα τις μέρες που θα έμενα – προκαλώντας τον θαυμασμο στα μάτια της ρεσεψιονίστ – ανέβηκα στο δωμάτιο που μου είχε υποδείξει.

Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να βάλω το κινητό μου στην αθόρυβη λειτουργία και το αμέσως επόμενο να ελέγξω αν έχει ζεστό νερό για να κάνω το καθιερωμένο μου βραδινό μπάνιο. Ένα γουργούρισμα στην κοιλιά μου όμως μου υπενθύμισε οτι δεν είχα φάει τίποτα όλη την ημέρα, κι έτσι, μιας και δεν υπήρχε περίπτωση να φύγω απο το ξενοδοχείο, παρήγγειλα στο πρώτο φαστφουντάδικο που βρήκα στον κατάλογο που υπήρχε στο κομοδίνο, ελπίζοντας να είναι καλό. Στο κάτω κάτω ισχυριζόταν στη διαφήμιση οτι ήταν το καλύτερο της πόλης και δεν θα αργούσα να το διαπιστώσω.


Είκοσι λεπτά αργότερα άκουσα το διακριτικό χτύπημα στην πόρτα του δωματίου μου. Έκλεισα με φούρια το νερό στο ντούζ, τυλίχτηκα όπως-οπως με μια πετσέτα που βρήκα μπροστά μου καλύπτοντας τα απαραίτητα και έτρεξα να ανοίξω στάζοντας την πόρτα χωρίς δευτερη σκέψη. Ήξερα οτι η εμφάνισή μου δεν ηταν η πρέπουσα, αλλά απο τη μία πάντα μου άρεσε να προκαλώ, και απο την άλλη πεινούσα υπερβολικά πολύ για να περιμένω έστω και λίγο παραπάνω.


Το ύφος του νεαρού που κρατούσε το πολυπόθητο φαγητό μου επιβεβαίωσε τις σκέψεις μου. Όσο και να προσπαθούσε να το κρύψει, προδόθηκε απο τα μάτια του. Όφειλα να πω πάντως οτι η επαγγελματική του συμπεριφορά ήταν άψογη. Αφού ξερόβηξε δυο φορές, μου έδωσε την σακούλα με το λογότυπο του μαγαζιού, ανακοινώνοντάς μου ταυτόχρονα και την οφειλη μου.


“Καλή σας όρεξη δεσποινίς.” είπε μόλις τελειώσαμε με τις συναλλαγές μας και έκανε να φύγει.
“Ευχαριστώ πολύ....” απάντησα ψάχνοντας επίμονα στην μπλούζα του μέχρι που βρήκα αυτο που ήθελα. “.. Ιθαν”.
Χαμογέλασε και απομακρύνθηκε προς το ασανσέρ. Έκλεισα την πόρτα, αναλογιζόμενη οτι αυτος ο άντρας ήταν πολύ γλυκός και κάποια μέρα θα έκανε κάποια κοπέλα πολύ ευτυχισμένη. Διέφερε πολύ απο τους άντρες που είχα συναναστραφεί εγώ και το καταλάβαινα παρ'οτι δεν τον ηξερα καθόλου..
Η σκέψη μου αυτη βέβαια δεν κράτησε πολύ, μιας και αμέσως μετά άνοιξα το κουτί και αντίκρισα μια τεράστια μερίδα φαγητού που επρόκειτο να εξαφανίσω σε λίγα λεπτά.


Την επόμενη μέρα ξύπνησα με την ελπίδα οτι δεν θα ήταν σαν την προηγούμενη. Η συνάντησή μου με τον κύριο Γουίκσον είχε πάει κατα διαόλου κι έπρεπε να κάνω τα αδύνατα δυνατά να διορθώσω την κατάσταση. Η μέρα μου δεν είχε λοιπόν και τις κατάλληλες προδιαγραφές να πάει καλά, ωστόσο έπρεπε να το προσπαθήσω. Αφού έκανα τα απαραίτητα τηλεφωνήματα, κατάφερα να κανονίσω επαναληπτική συνάντηση για το απόγευμα, πράγμα που μου άφηνε όλο το πρωινό μου ελευθερο για βόλτες και shopping. Στο κάτω κάτω επιβαλλόταν να γνωρίσω και λίγο το Λονδίνο.
Το πρωινό μου πέρασε πιο γρήγορα απ'ότι υπολόγιζα. Οι βιτρίνες της πόλης με απορρόφησαν τόσο που ο χρόνος κύλησε σαν τα νερά που έρεαν στον Τάμεση. Τα ψώνια, οι βόλτες, η πολυκοσμία, και οι γραφικοί δρόμοι ήταν ικανοί να διώξουν κάθε αρνητική σκέψη. Είχε φτάσει ήδη η ώρα του μεσημεριανού και αυτό ήταν κάτι που είχα αποφασίσει πολλές ώρες πριν που θα λάμβανε χώρα.


Αφού εφοδιάστηκα με τις κατάλληλες οδηγίες για το πως να πάω στο “Larry's Hut” απο μια καλοκάγαθη ηλικιωμένη κυρία που έφτιαχνε χειροποίητα καλάθια, ξεκίνησα να διασχίζω τον έναν δρόμο μετά τον άλλο χαζεύοντας και πάλι τον κόσμο γύρω μου. Ευτυχώς ήταν μικρή η απόσταση και μπορούσα να την καλύψω γρήγορα με τα πόδια.

Μπήκα στο μαγαζί και κοίταξα γύρω μου. Ο χώρος ήταν αρκετα μικρός αλλα ήταν έτσι διαμορφωμένος ωστε να σου δημιουργεί φιλικά συναισθήματα. Το αφεντικό – πιθανότατα ο Larry – ήξερε τι έκανε. Έψαξα με τη ματιά μου σε όλο τον χώρο που απλωνόταν μπροστά μου, αλλα απογοητεύτηκα οταν δεν τον βρήκα. Είχα μια ελπίδα μέσα μου οτι θα τον έβλεπα εκεί. Μπορεί να μου ήταν ένας άγνωστος, ωστόσο είχε κάτι αρκετά οικείο που με έκανε να τον αναζητήσω σε αυτη την ξένη πόλη.


Ηττημένη παρήγγειλα την επιλογή του σέφ για την ημέρα και κάθισα σε ένα γωνιακό τραπέζι κοντά στην τζαμαρία. Δεν ήξερα τι ακριβώς αποζητούσα με αυτη μου την κίνηση αλλά κάτι μέσα μου δεν με άφηνε να φύγω αμαχητί. Πλησίασα ξανά την κοπέλα στο ταμείο και την ρώτησα χωρίς δευτερη σκέψη αν ήξερε που ήταν ο Ίθαν. Εκείνη ξαφνιάστηκε – ίσως επειδή δεν είχε συνηθίσει να αναζητά κάποια σαν κι εμένα τον συνάδελφό της – αλλα παρόλα αυτά μου απάντησε.


“Εεεμ. Ο Ίθαν είναι απογευματινός σήμερα. Η βάρδιά του ξεκινάει σε δυο ώρες. Αν θέλετε να τον περιμένετε δεν υπάρχει πρόβλημα.”
“Οχι εντάξει. Θα τον βρώ κάποια άλλη στιγμή. Ευχαριστώ πολύ.”
Έφυγα απο το κατάστημα γνωρίζοντας ήδη ποια θα ήταν η στιγμή που θα τον έβλεπα, και σκάρωσα προσεκτικά το σχέδιό μου μέχρις ότου έρθει η ώρα να πάω στο μίτινγκ που είχα κανονίσει απο το πρωί.


Ο κύριος Γουίκσον ήταν το ίδιο ξινός με την προηγούμενη μέρα, αλλα εγώ ήμουν αποφασισμένη να κλείσω την συμφωνία για την οποία είχα έρθει. Εξάλλου δεν είχα μάθει να χάνω, κι αυτό ήταν κάτι που μου είχε εξασφαλίσει τη θέση που είχα σήμερα. Αν τα παρατούσα έτσι ευκολα με κάθε στρυφνό Γουίκσον που συναντούσα δεν θα είχα καταφέρει τίποτα. Στο κάτω κάτω ήταν άντρας. Το επιχειρηματικό μου μυαλό σε συνδυασμό με τα γυναικεία μου προσόντα θα με βοηθούσαν να πάρω αυτό που θέλω. Κι έτσι κι έγινε. Η συνάντηση αποδείχθηκε επιτυχημένη και η μέρα μου πήγαινε απο το καλό στο καλύτερο. Τελικά δεν πρέπει να προδικάζεις καμια κατάσταση. Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται στην αρχή. Και όσο περνούσε η μέρα, τόσο πιο κοντά έφτανα στον στόχο μου.


Γύρισα αρκετά χαρούμενη στο δωμάτιο, έστειλα μέιλ απο το κινητό μου στην εταιρεία με τα χαρμόσυνα νέα, και αφού τελείωσα το μπάνιο μου αυτή τη φορά, τηλεφώνησα στο “Larry's Hub” και έδωσα την παραγγελία μου. Όταν χτύπησε το κουδούνι ήμουν σίγουρη οτι θα είναι εκείνος. Άνοιξα σιγά την πόρτα και τον είδα να στέκεται χαμογελαστός απ'έξω. Αυτή τη φορά φαινόταν πιο ευδιάθετος και το χαμόγελο του έγινε πλατύτερο μόλις με αντίκρισε.
“Καλησπέρα.” ειπε με τη βαθιά φωνή του να αντηχεί στον άδειο διάδρομο. “Απ'οτι φαίνεται αποκτήσαμε φανατική θαυμάστρια του φαγητού μας.”
Γέλασα με το αστείο του και πήρα την τσάντα με το φαγητό.
“Ναι, οταν είμαι σε ενα καινούριο μέρος, συνηθίζω να κολλάω με το πρώτο μαγαζί που θα δοκιμάσω και θα μείνω ευχαριστημένη. Δεν μ'αρεσει να ρισκάρω με το φαγητό μου. Εξάλλου έχετε και καλή εξυπηρέτηση.” Ανασήκωσα τους ώμους μου δήθεν αδιάφορα.
“Είμαστε οι καλύτεροι των καλύτερων.” επανέλαβε με στόμφο το σλόγκαν που διάβαζα στην κόκκινη μπλούζα του και δεν μπόρεσα παρα να γελάσω περισσότερο.


“Πρέπει να πηγαίνω. Καλή σας όρεξη ωραία μου κυρία.” Εκλεισε τη φράση του με μια μικρη υπόκλιση και ξεκίνησε να περπατά.


“Ίθαν! Περίμενε.” ειπα πριν προλάβει να κλεισει η πόρτα του ασανσέρ. Εβγαλε το κεφάλι του και με κοίταξε. Πήγα γρήγορα προς το μέρος του.


“Εε.. Έλεγα, αν δεν ειχες τίποτα να κάνεις.. Εμ, και αν ηθελες φυσικά, να πάμε για ένα ποτό όταν σχολάσεις. Αν δεν υπάρχει πρόβλημα φυσικά.” Είχα αρχίσει να κοκκινίζω λίγο άθελά μου. Οι φορές που είχα προτείνει εγώ σε κάποιον να βγούμε ήταν μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού.


Με κοίταξε σκεπτικός πριν απαντήσει.
“Δυστυχώς δεν μπορώ.” μου είπε μετά απο λίγο και παρόλο που συνηθως χρησιμοποιω τη γλώσσα του σώματος για να κερδίσω αυτο που θέλω, η έκφραση απογοήτευσης που σχηματίστηκε στο πρόσωπό μου ήταν αληθινή.
“Αα, εντάξει.. δεν πειρ..”
“Δυστυχώς, δεν μπορώ ΣΗΜΕΡΑ.” συμπλήρωσε. “Σχολάω αργά. Αλλα αν θέλεις, αυριο έχω ρεπό. Να περάσω να σε πάρω απο εδώ;”
Χαμογέλασα ξανά κι εκείνος έδειξε να το αντιλαμβάνεται.
“Στις 10 είναι καλά;” ρώτησα.
“Στις 10 λοιπόν.” απάντησε και έβγαλε το χέρι του αφήνοντας την πόρτα του ασανσέρ να κλείσει.


***


Ο Ίθαν αποδείχθηκε σωστός τζέντλεμαν, επιβεβαιώνοντας όλες τις ιστορίες που ήθελαν τους άγγλους άντρες σε αυτον τον ρόλο. Οδήγησε μέχρι το μπαρ που θα βγαίναμε, μου άνοιξε την πόρτα για να βγω απο το αυτοκίνητο, μίλησε με τον τρομακτικό τύπο στην πόρτα και κανόνισε να πάρουμε ένα τραπέζι σε μια πολύ όμορφα διακοσμημένη γωνία του μαγαζιού. Φυσικά παρήγγειλε και το ποτό μας, αφού πρώτα πήρε την συγκατάθεσή μου.
Ένιωθα σαν σε παραμύθι. Ήμουν αρκετά δυναμική για να αφήνω κάποιον να έχει αυτον τον τόσο υπερπροστατευτικό ρόλο, αλλά δεν μπορούσα να του στερήσω αυτη τη χαρά στο πρώτο ραντεβού.


“Τι σε φέρνει λοιπόν απο τα μέρη μας;” με ρώτησε αφου τσουγκρίσαμε τα ποτήρια με τη βότκα πορτοκάλι που μας έφερε ο σερβιτόρος.
“Τι άλλο; Δουλειές. Επιχειρήσεις.. όλο προβληματα ειναι.” αστειεύτηκα.
Ενευσε καταφατικά ενώ κατέβαζε μια γερή γουλιά απο το ποτό του.
“Και ταξιδεύεις μόνη;”
Αντέγραψα την κίνησή του προς απάντηση.
“Πόσο θα μείνεις;”
“Όχι περισσότερο απο δυο βδομάδες.”
Μείναμε λίγο σκεπτικοί μέχρι που έσπασα την σιωπή μας.
“Λοιπόν, πές μου κάτι που θα με εντυπωσιάσει.” είπα πειρακτικά δοκιμάζοντάς τον.
“Χμμ..” μουρμούρισε. “Ο κόσμος λέει οτι είμαι χάλια στον χωρό, αλλα δεν πτοούμαι. Θέλεις να γίνουμε ρεζίλι παρέα;”
“Φυσικά!” δέχτηκα χωρίς δευτερη σκέψη. “Εχω κάνει χρόνια χορό. Ισως καταφέρω να σου μάθω καμια-δυο κινήσεις!”
“Τέλεια!” ειπε και με σήκωσε με φόρα απο τη θέση μου, κάνοντας το φόρεμά μου να σηκωθεί αρκετά ψηλά, κινδυνεύοντας να αποκαλύψει διάφορα. Το βλέμμα του Ίθαν έπεσε πάνω στα πόδια μου, αλλα το έστρεψε αμέσως προς κόσμο που ήδη είχε σηκωθεί να χορέψει.


“Τελικά όντως χορευεις χάλια.” του φώναξα στο αυτί του λίγα λεπτά αργότερα.
“Στο είπα.” μου απάντησε στριφογυρίζοντάς με επιδεικτικά.
Στο τελείωμα της στροφής με έφερε κοντά του, και τα πρόσωπά μας ακούμπησαν σχεδόν. Κοιταχτήκαμε στα μάτια και μερικά δευτερόλεπτα αργότερα τα χείλη μας ενώθηκαν απαλά. Τα χέρια του σκαρφάλωσαν προς τα πάνω, το ένα αγκαλιασε τη μέση μου και το άλλο χάθηκε μέσα στα μαλλιά μου. Μετά απο λίγο, απομακρύνθηκε.
“Θέλεις να πάμε κάπου πιο ήσυχα;” με ρώτησε κοιτάζοντας κάτι θαμώνες πιο πέρα που μας κοιτούσαν απροκάλυπτα λες και κάναμε κάτι περίεργο που δεν είχαν ξαναδει.
Απάντησα θετικά και αφού πήραμε τα πράγματά μας και πληρώσαμε, προχωρήσαμε προς το μέρος που είχαμε παρκάρει το αυτοκίνητο. Πριν προλάβει ομως να ξεκλειδώσει, αρχίσαμε να φιλιόμαστε παθιασμένα απ'εξω. Τον έσπρωξα με δύναμη προς την πόρτα, αλλα πριν πετύχω τον αρχικό μου στόχο, με γύρισε απότομα και με έσπρωξε εκείνος πάνω στο αμάξι. Ήμουν έτοιμη να παραδοθώ στο ορμητικό πάθος του όταν τραβήχτηκε απότομα.


“Συγγνώμη.” ειπε. “Δεν μπορώ, συγγνώμη!” γύρισε απο την άλλη μεριά και έφερε τα χέρια του στο κεφάλι του. Βημάτιζε πάνω κάτω σαν τρελός και ξεφυσούσε. Δεν χρειαζόμουν περισσότερες εξηγήσεις.
“Πως την λένε;” ρώτησα τρυφερά και τον πλησίασα κατεβάζοντάς του τα χέρια.
Με κοίταξε με ένα βλέμμα που ξεχύλιζε απο θαυμασμό.
“Πως το κάνεις αυτό;” με ρώτησε χωρίς να μου απαντήσει.
“Ποιό;”
“Πως καταφέρνεις να είσαι τόσο όμορφη και τοσο έξυπνη ταυτόχρονα;”
Χαμογέλασα.
“Χρόνια εξάσκησης.” ειπα κοροϊδευτικά.


Μπήκαμε στο αυτοκίνητο σε μια σιωπή κατανόησης. Μετά απο λίγη ώρα αντιλήφθηκα οτι δεν πηγαίναμε στο ξενοδοχείο μου. Για μια στιγμή μου πέρασε απο το μυαλό να φοβηθώ, αλλά έδιωξα την σκέψη μονομιάς. Ωστόσο, δεν μπορούσα να μη ρωτήσω που πηγαίναμε.
Δεν πήρα απάντηση όμως, μόνο ένα μεγάλο χαμόγελο και ένα “θα δεις!”
Η περιέργειά μου ήταν στο ζενίθ αλλά όχι για πολύ, μιας και ο προορισμός μας ήταν κοντινός.


Αφήσαμε το αυτοκίνητο κοντα στην είσοδο μιας πολυκατοικίας και μόνο τοτε καταλαβα οτι πηγαιναμε στο διαμερισμα του Ιθαν. Με κοίταξε λίγο πριν μπούμε, και απάντησα θετικά στην νοητη πρόσκλησή του να μπούμε μέσα. Ξεκλείδωσε την εξώπορτα, προχωρήσαμε σε έναν μικρό διάδρομο και ανεβήκαμε απο τις σκάλες στον δευτερο όροφο.
Το διαμέρισμα του ήταν μικρό και άνετο, ότι έπρεπε για εναν νεαρό εργένη.
“Σαν στο σπίτι σου.” μου είπε κάνοντας μια στροφη γυρω απο τον εαυτο του υψωνοντας τα χερια του.


Χαμογέλασα και έβγαλα το παλτό μου και τις γόβες μου, πατώντας στο απαλό χαλί στο σαλόνι του Ίθαν. Τον κοίταξα και ανασήκωσα τα φρύδια μου χαμογελώντας.
Ενευσε καταφάτικά.
“Ετσι μπράβο. Με πιάνεις.” είπε και χάθηκε σε ένα άλλο δωμάτιο.
Μετά απο λίγα δευτερόλεπτα φώναξε. “Βάλε μουσική. Φέρνω κρασί και σήμερα θα έχεις την τιμή να σου μαγειρέψω.”


“Τέλεια. Το ήξερα οτι σκοπός σου ήταν εξαρχής να με δηλητηριάσεις.” Ακουσα το γέλιο του απο μακρυά, καθώς έβαζα ένα σιντι με ήρεμα house κομμάτια που βρηκα πανω απο το cd player.
“Τελικά μαγειρευεις καλυτερα απ'οτι χορευεις”, τον πείραξα την ώρα που καθόμουν χορτάτη στον καναπέ του.
“Είμαι άντρας με αρετές.” είπε και κάθισε δίπλα μου δίνοντάς μου το ποτήρι με το κρασί μου.
“Θα μου πεις τώρα για την κοπέλα;” ρώτησα απότομα μην μπορώντας να συγκρατήσω άλλο την περιέργειά μου.
“Εισαι επίμονη τελικά ε;” με σκούντηξε και ξεφυσηξε ηττημένος.
“Ενα απο τα πολλά κακά χαρακτηριστικά μου.” του απάντησα. “Λοιπόν;”
“Την λένε Πέιτζ, δουλεύει σε ενα βιβλιοπωλείο, της πηγαίνω παραγγελίες εδω και πολυ καιρο, αλλα είναι πολυ απομακρη. Και περίεργη. Δεν ξέρω τι να κάνω για να την προσεγγισω. Είναι τόσο όμορφη..”
“Να της ζητήσεις να βγείτε. Μη δειλιάζεις. Ο χρόνος περνάει και δεν γυρίζει πίσω.”
αυτο ήταν κάτι που είπα τόσο στον Ίθαν, όσο και στον εαυτό μου. Αλλά εγώ είχα πολλά πράγματα για να μετανιώσω, και ούτε γι'αυτο δεν μου έφτανε ο χρόνος.
“Εχεις δίκιο. Θα το κάνω κάποια στιγμη. Το είχα σκοπο.” χαμογέλασε και τον φίλησα στο μάγουλο.
“Εισαι πολύ καλό παιδι, να ξέρεις. Αν αρνηθεί, εκείνη θα χάσει.”
“Μου τη θυμίζεις αρκετα.” είπε ξαφνιάζοντάς με. “Έχετε την ίδια σπιρτάδα στο βλέμμα, την ίδια όρεξη για ζωή, τον ίδιο δυναμισμό. Και μην απορείς που σε ξέρω λίγο. Ξέρω να διαβάζω τους ανθρώπους. Κάνω λάθος;”
“Οχι. Σωστά είναι αυτά που είπες. Τα έχω. Κι αν είναι όπως λες σαν κι εμένα, θα εκτιμήσει πολλά σε εναν άντρα σαν κι εσένα. Έχεις φωτογραφία της;”
“Ναι. Έχουμε στο σάιτ της δουλειάς, στα προφιλ των πελατών. Κάτσε να σου δείξω.”


Έφερε το λάπτοπ και κάθισε πάλι δίπλα μου. Πληκτρολόγησε διάφορα σάιτ και κωδικούς και λίγα δευτερόλεπτα αργότερα εμφανίστηκε μια μαυρομάλλα κοπέλα η οποία χαμογελούσε στην οθόνη.


Απέστρεψε το βλέμμα του και με κοίταξε απορημένος.
“Γιατι έχεις αυτό το ύφος;”

“Γιατι την έχω συναντήσει αυτη την κοπέλα!” απάντησα. Τελικά είχε δίκιο στο οτι μοιάζαμε.




Angelina S.