Ποίηση Γιώργος Νικολόπουλος


Επιστολές στο Άδειο Δωμάτιο

Θα μαζέψω ότι έμεινε από το Φως. Γυμνός, παγιδευμένος σε ότι άκουσα και άντεξα σκαλίζω τα σωθικά.


Εγκλωβισμένος στο στενό Λίκνο που κοιμάμαι τις Νύχτες ανασέρνω τις αντιστοιχίες από τον Βυθό της Μνήμης.


Αλλάζω την σειρά μα ακόμα νόημα δεν βγαίνει, σε ανασαίνω πριν αλλάξεις, πριν αδικήσεις και σε αδικήσουν...πριν πληγώσεις εμένα.


Δεν ζυγίζω την Ψυχή μου σε τέτοια Ζυγαριά.


Περίμενα την άλλη μέρα να ζεστάνει ο Ήλιος το παγωμένο μέταλλο του Στήθους, όμως τα όνειρα ναυάγησαν μέσα στις ανάγκες της Ζωής, τα χρόνια κύλησαν και την όψη μου σκιάζει η σήψη.


Σωματικά ρήγματα επίφοβα λιτανεύουν την Μοναξιά, με κονιορτοποιημένες τις νηφάλιες προθέσεις με οδηγούν.


Με πόση επιμέλεια με αρνήθηκες... τώρα πια όλα ήταν ξεκάθαρα... τα ρετάλια των ονείρων μου άρχισαν να αποχρωματίζονται.


Γιώργος Νικολόπουλος