Η μάγισσα του Αέρα (Κεφάλαιο 9) - Αίσθημα προδοσίας

«Νόρα, πάρε την Μπόνι και κρυφτείτε κάπου καλά. Χρησιμοποίησε το μενταγιόν»  είπε η μαμά μου και προσπάθησε να με αφήσει στην αγκαλιά της αδερφής μου.
«Μαμά, έλα και εσύ»  την ικέτεψα μέσα στα αναφιλητά μου και έμεινα γραπωμένη πάνω της. Η μαμά ξέσφιξε απαλά τα χέρια μου και με απομάκρυνε από το σώμα της. Με άφησε στα χέρια της αδερφής μου και μου χαμογέλασε γλυκά, παρά τον πόνο που ένιωθε από τα τραύματά της.
«Πήγαινε με τη Νόρα, αγάπη μου και να είσαι καλό κορίτσι. Να μην της δημιουργείς μπελάδες»  είπε και με φίλησε στο μέτωπο. «Να είσαι γενναία μωρό μου. Εγώ θα πάω να βοηθήσω τον μπαμπά και θα έρθουμε αμέσως να σας βρούμε. Να κρυφτείτε καλά, Νόρα»  είπε στην αδερφή μου και της έδωσε το μενταγιόν που φορούσε.
Χρησιμοποίησε το μενταγιόν, είχε πει στην αδερφή μου. Το υπέροχο μενταγιόν της με τις εκθαμβωτικές, μικρές πολύχρωμες πέτρες πάνω του, που από όσο μπορώ να θυμηθώ πάντα φορούσε στο λαιμό της. Είχα την εντύπωση πως το φορούσε γιατί ήταν δώρο από τον πατέρα μου.  Χρησιμοποίησε το μενταγιόν. Να το χρησιμοποιήσει η Νόρα όμως, πώς; Χρησιμοποίησε το μενταγιόν...
Ήταν πιο παλιό απ’ όσο νομίζαμε. Σχεδόν μεσαιωνικό.
Χρησιμοποίησε το μενταγιόν.

Το πρώτο φως της ημέρας έκανε την είσοδό του από το ανατολικό παράθυρο του δωματίου μου και φυσικά με ξύπνησε. Κάποια ξέχασε να τραβήξει την κουρτίνα χθες το βράδυ. Α, μα ναι, δεν το ξέχασα. Απλά δεν μου δόθηκε η ευκαιρία, μιας και ήμουν αναίσθητη από κάτι που μου έριξαν στα μούτρα οι σωματοφύλακές μου. Υπέροχα.
Ακόμη και η αγανάκτηση της προηγούμενης νύχτας , όμως, δεν μπορεί να υπερνικήσει την αίσθηση που μου άφησε το όνειρο που είδα. Το ίδιο όνειρο που με στοιχειώνει εδώ και χρόνια και που νόμιζα πως είχα καταφέρει να ξεφορτωθώ. Γιατί να δω πάλι τη μαμά μου; Η εικόνα της με αναστατώνει τόσο πολύ... Ξυπνά αυτή την αίσθηση του κενού που υπάρχει στη ζωή μου. Και μου θυμίζει κάθε φορά πόσο πολύ μου λείπει και πόσο πολύ τη χρειάζομαι.
Ανοίγω τα μάτια μου αποφασισμένη να σηκωθώ από το μαλακό μου κρεβατάκι και σπρώχνω την εικόνα της μητέρας μου στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Όμως η όρασή μου φαίνεται να είναι θολή. Κοιτάζω μια το ταβάνι και μια τον τοίχο αριστερά μου που είναι γεμάτος με μικρά καδράκια και φωτογραφίες. Δεν μπορώ να διακρίνω τις λεπτομέρειες. Ανασηκώνω το σώμα μου σιγά σιγά και βάζω το μαξιλάρι μου στην πλάτη του κρεβατιού για να ακουμπήσω. Ωωωω, αυτό το πράγμα που μου έριξαν πρέπει να ήταν πολύ καλό... Νιώθω λες και συνέρχομαι από ένα πολύ κακό χανγκόβερ. Το μειονέκτημα είναι ότι το βράδυ μου δεν ήταν ούτε κατά διάνοια ξέφρενο ή ευχάριστο για να πω πως αξίζει όλη αυτή η δυσάρεστη αίσθηση σωματικής και πνευματικής διάλυσης.
Κατεβάζω τα πόδια μου από τα πλαϊνά του κρεβατιού και είμαι έτοιμη να κάνω την απόπειρα να σηκωθώ. Ο ήχος από την βαριά ανάσα ενός δεύτερου ατόμου στο δωμάτιο τραβάει την προσοχή μου και στρέφω το βλέμμα μου προς την ίδια κατεύθυνση. Αν και ακόμα η ορασή  μου είναι θολή, είμαι σίγουρη πως κάποιος κοιμάται στην πολυθρόνα κοντά στο παράθυρο. Και, διακρίνοντας το καστανό χρώμα των μαλλιών του, είμαι σίγουρη πως είναι ο Τάι.
Οπότε ξυπνά και πάλι ο θυμός μέσα μου. Εχθές το βράδυ ο Τάι με πρόδωσε. Με την αμέτοχη συμπεριφορά του, με το να μην προσπαθήσει έστω να εμποδίσει τον Κα από το να με αφήσει αναίσθητη στο ίδιο μου το σπίτι, με το να φανεί τόσο αδιάφορος ως προς τα θέλω μου και ως προς το αίσθημα ευθύνης που έχω σαν Μάγισσα των Στοιχείων... όχι, όχι, όχι... Αυτό δεν θα περάσει έτσι.
Παίρνω ένα από τα μαξιλάρια μου και σηκώνομαι αργά αργά από το κρεβάτι. Τον πλησιάζω πατώντας ανισόρροπα στις μύτες των ποδιών μου και ευτυχώς δεν φαίνεται να με καταλαβαίνει. Τώρα που η όραση μου έχει αποκατασταθεί αρκετά, μπορώ να δω τη γαλήνια έκφραση ύπνου που έχει στο πρόσωπο του και που μου θυμίζει πόσο χαριτωμένο και ελκυστικό τον έβρισκα πριν από τα χθεσινά... Με το ατίθασο τσουλούφι του και αυτές τις σέξυ γωνίες στο πρόσωπό του...
Αλλά, όλα αυτά μέχρι χθες. Μέχρι την προδοσία του. Τώρα είμαι αποφασισμένη να πάρω την εκδίκησή μου. Αναρωτιέμαι αν είναι καλύτερο να επιχειρήσω να τον πνίξω με το μαξιλάρι μου ή να αρχίσω να τον βαράω αλύπητα στο κεφάλι. Ξέρω φυσικά πως και στις δυο περιπτώσεις δεν μπορεί να πάθει καμία σοβαρή ζημιά, αλλά και μόνο που θα χαλάσω την ηρεμία του, αυτή τη στιγμή μου αρκεί. Και θα σκεφτώ κάτι καλύτερο στο μέλλον.
Αποφασισμένη για ζημιά, φέρνω το μαξιλάρι μου πάνω από το πρόσωπό του.
«Μπόνι, όχι!»  ακούω ξαφνικά τη φωνή του και πανικόβλητη πιέζω γρήγορα το μαξιλάρι προς αυτόν. Αποδεικνύεται πολύ πιο γρήγορος και τηλεμεταφέρεται κατευθείαν από την καρέκλα, πίσω μου. Με πιάνει από τα μπράτσα και προσπαθεί να με λογικεύσει.
«Τι κάνεις εκεί Μπόνι; Αφού ξέρεις πως δεν μπορεί να μου κάνει κάτι αυτό».
«Μη με ακουμπάς!»  του φωνάζω σε κατάσταση υστερίας και προσπαθώ να απογαντζωθώ από το κράτημά του.
«Ηρέμησε, Μπόνι, ηρέμησε γιατί θα ανέβει η αδερφή σου...»
Χτύπησε ευαίσθητη χορδή.
«Μόνο για χάρη της»  του λέω και μένω ακίνητη να φυσώ και να ξεφυσώ θυμωμένη. Προσπαθώ να ακούσω αν υπάρχει κάποια κινητικότητα στο υπόλοιπο σπίτι από την Νόρα. Ησυχία. Μόνο η θυμωμένη ανάσα μου ακούγεται.
Ο Τάι με αφήνει με κάποια διστακτικότητα και απομακρύνεται τουλάχιστον πέντε βήματα πιο πίσω. Στρώνει λίγο τα ρούχα του και με κοιτά καχύποπτα, περιμένοντας να ξεσπάσω και πάλι. Όταν βεβαιώνεται ότι δεν θα υπάρξει άλλο ανάλογο ξέσπασμα, χαλαρώνει λίγο.
«Ωραία. Τώρα μπορούμε να μιλήσουμε».
«Ωραία» συμφωνώ κι εγώ με τη σειρά μου. «Σ’ ακούω λοιπόν. Πώς το επέτρεψες αυτό χθες;»
«Δεν επέτρεψα τίποτα. Απλά ο Κα είναι απρόβλεπτος. Δεν περίμενα ότι θα έκανε κάτι τέτοιο. Δεν είχα καν ιδέα ότι είχε στα χέρια του τη σκόνη ύπνου του πατέρα μου».
«Σκόνη ύπνου ήταν αυτό; Μου φάνηκε σαν κάτι πιο βαρύ»  σχολιάζω όντας ακόμα ζαλισμένη.
«Ναι, μάλλον ο Κα πήρε από την τροποποιημένη μορφή της. Ο πατέρας μου δούλευε πάνω της, προσπαθώντας να βρει τρόπο να την χρησιμοποιήσει για να λυγίσει τη θέληση κάποιου».
Να λυγίσει τη θέληση κάποιου; Πόσο λάθος μου ακούγεται αυτό!
«Μα καλά τι στο καλό μου ρίξατε; Τι μου κάνατε όσο ήμουν αναίσθητη;»  ρωτάω ακόμα πιο εκνευρισμένη με την παραβίαση της προσωπικότητάς μου και της ελεύθερης μου βούλησης.
«ΤΙΠΟΤΑ! Αν είναι δυνατόν!»  διαμαρτύρεται ο Τάι και παρατηρώ ένα ελαφρύ αναψοκοκκίνισμα στα μάγουλά του. Δεν εννοούσα αυτό που κατάλαβε, αλλά δεν σκοπεύω να ελαφρύνω το κλίμα. Καθόλου.
«Ήσουν απαράδεκτος χθες.... Τι σόι Καθοδηγητής αφήνει έναν οποιονδήποτε μάγο να κάνει ό,τι θέλει στην προστατευόμενή του; Με ποιο δικαίωμα αφήνεις τον Κα να αποφασίζει για μένα;»
«Μπόνι, σου εξήγησα, δεν ήξερα ότι θα έκανε κάτι τέτοιο!»
«Και όταν το έκανε, ποια ήταν η δική σου αντίδραση;»
«Τι;»
Η ερώτησή μου τον έπιασε στον ύπνο. Είμαι σίγουρη ότι απλά βολεύτηκε με την κατάσταση και άφησε τα πράγματα να εξελιχθούν.
«Τίποτα. Δεν έκανες τίποτα. Γι’ αυτό εκείνη η κοπέλα αγνοείται ακόμα».
Και ναι, το πρώτο μου χτύπημα κάτω από τη ζώνη.
Ο Τάι με κοιτάζει με βλέμμα πληγωμένο. Τα καστανά του μάτια φαίνονται πιο σκούρα από ποτέ. Για μια στιγμή νιώθω την καρδιά μου να λυγίζει, αλλά μόνο για μια στιγμή. Όταν θυμάμαι τα γεγονότα της χθεσινής βραδιάς, αυτόματα το αίμα μου ξεκινά και πάλι να βράζει. Δεν μπορώ να επιτρέψω να ξανασυμβεί κάτι τέτοιο.
«Μπόνι, ξύπνησες; Πρέπει να ετοιμαστείς για το σχολείο»  ακούγεται η φωνή της αδερφής μου από τις σκάλες. Τα βήματα της είναι γρήγορα και σύντομα θα έχει φτάσει στο δωμάτιό μου.
«Γρήγορα, στη ντουλάπα»  υποδεικνύω στον Τάι. Αμέσως εξαφανίζεται πίσω από τα λευκά ντουλαπόφυλλα, χωρίς κουβέντα.
Τοκ-τοκ.
«Έλα μέσα Νόρα, κι εγώ ντύνομαι».
Ανοίγει την πόρτα και μπαίνει με το ένα πόδι στον χώρο.
«Α, ωραία, έχεις όντως σηκωθεί. Επ, με τα ρούχα κοιμήθηκες κι εσύ;»
«Εμ, ναι ήμουν πολύ κουρασμένη χθες».
«Οκ. Να σου πω, επειδή βιάζομαι λιγάκι, θα μου δανείσεις το λευκό σου φόρεμα που δένει στο λαιμό; Άφησε το πάνω στο κρεβάτι μου, μπαίνω για ντουζ».
«Οκ, αλλά Νόρα, περίμενε λίγο. Μήπως μπορείς να μου δώσεις το μενταγιόν της μαμάς;»
«Το έχω αφήσει στη μπιζουτιέρα σου, είναι όλο δικό σου μέχρι την Κυριακή. Μετα το θέλω. Αλλά μη το φορέσεις σήμερα στο σχολείο, είναι ο αγώνας! Θα είσαι με τη στολή συνέχεια και θα κάνεις ακροβατικά».
«Οκ, μην ανησυχείς»  της λέω συγκαταβατικά και χαρίζοντας μου ένα τελευταίο χαμόγελο, κλείνει την πόρτα και με αφήνει να ετοιμαστώ.
Προχωρώ ασυναίσθητα προς την τουαλέτα μου και αμέσως ανοίγω την μπιζουτιέρα. Οι κινήσεις μου μαρτυρούν μια κάποια αγωνία, μια νευρικότητα, χωρίς να μπορώ να προσδιορίσω το γιατί ακριβώς νιώθω έτσι. Χμμμ.... δεν είναι εδώ. Ανοίγω ένα δεύτερο κουτάκι με ψιλοπράγματα και ψάχνω αλλά και πάλι είμαι άτυχη. Ανοίγω τα συρτάρια της τουαλέτας και ψαχουλεύω ανάμεσα στα πράγματα με μεγαλύτερη νευρικότητα.
«Τι ψάχνεις;»  με ρωτά ο Τάι βγαίνοντας από την ντουλάπα.
«Ένα κολιέ, αλλά δεν το βλέπω. Μάλλον θα το άφησε κάπου αλλού η Νόρα τελικά».
«Πώς είναι; Μπορώ να σε βοηθήσω να το βρεις τώρα, φαίνεται να το θες πολύ αυτή τη στιγμή».
«Τι;»  το σχόλιό του με κάνει και αναρωτιέμαι γιατί έφαγα τώρα τέτοιο κόλλημα με το μενταγιόν της μαμάς. Μα ναι, φυσικά, το όνειρο. «Όχι, δεν πειράζει, θα το βρω μετά. Έτσι κι αλλιώς δεν μπορώ να το βάλω σήμερα».
Στέλνω τον Τάι να με περιμένει στο αυτοκίνητο μέχρι να ετοιμαστώ για να φύγουμε για το σχολείο. Δεν προλαβαίνω να κάνω ντουζ μιας και η Νόρα έχει κάνει κατάληψη στο μπάνιο, οπότε βάζω ένα στενό τζιν σωλήνα και ένα μαύρο μπλουζάκι με χαμηλό ντεκολτέ, με στάμπα ‘’μην ενοχλείτε, σήμερα δαγκώνω’’. Βάζω στην τσάντα μου την στολή της ομάδας και αφού βάλω λίγη μάσκαρα, μαύρο μολύβι και ένα ελαφρύ ροζ κραγιόν, φτιάχνω στα γρήγορα μια πλεξούδα ψαροκόκκαλο και την αφήνω να πέφτει απαλά πάνω από τον αριστερό μου ώμο. Κοιτάζομαι στα γρήγορα στον καθρέφτη της τουαλέτας μου και μπορώ να πω ότι είμαι ικανοποιημένη με το αποτέλεσμα. Φαντάζομαι βέβαια ότι η Μίμη θα έχει διαφορετική άποψη.
Αφήνω το λευκό μου φόρεμα πάνω στο κρεβάτι της Νόρα και ανοίγω την πόρτα του μπάνιου για να τη χαιρετήσω. Μόλις έχει βάλει το μπουρνούζι της.
«Με αυτό το ρυθμό σε βλέπω να αργείς»  την πειράζω.
«Με τα λεφτά που έφερα στο γραφείο από τις συμφωνίες Ντι Κάρλο, πίστεψέ με δεν πρόκειται να μου πει κανένας τίποτα!»  μου δηλώνει με περηφάνια και αυτοπεποίθηση. «Αγάπη μου, δεν θα μπορέσω να έρθω στον αγώνα σήμερα»  μου λέει αλλάζοντας σε απολογητικό ύφος.
«Μην ανησυχείς, έτσι κι αλλιώς θα κερδίσουμε»  της απαντάω χωρίς κανένα πρόβλημα. Καταλαβαίνω την ανάγκη της να δικαιολογηθεί αφού από τότε που μπήκα στην ομάδα δεν έχει χάσει ούτε έναν αγώνα για να με στηρίξει, αλλά πραγματικά δεν είναι απαραίτητο. «Αν προλάβεις μετά, πέρνα από το πάρτυ της Μίμη. Θα γίνει στο μαγαζί του Τζο».
«Θα προσπαθήσω. Να προσέχεις».
«Γειά σου Νόρα»  την χαιρετάω και της στέλνω ένα φιλί στον αέρα.
Κατεβαίνω κάτω και βρίσκω τον Τάι στο αυτοκίνητο. Λέω να διατηρήσω την ψυχραιμία μου για την υπόλοιπη μέρα μιας και είναι στη μέση ο αγώνας. Αλλά η στάση μου απέναντί του δεν πρόκειται να αλλάξει προς το καλύτερο σύντομα.
«Λοιπόν φύγαμε»  του λέω και ανοίγω το ραδιόφωνο σε ένα ροκ σταθμό που παίζει AC/DC κάθε πρωί.
«Ενδιαφέρουσα επιλογή για να ξεκινήσεις τη μέρα σου»  σχολιάζει ο Τάι με ένα ελαφρύ χαμόγελο.
«Δεν ξυπνάω κάθε μέρα προδομένη από τον Καθοδηγητή μου»  του απαντώ με σκληρότητα, αναιρώντας την απόφαση που πήρα νωρίτερα, και το ανεπαίσθητο χαμόγελό του εξαφανίζεται αμέσως. Του χαμογελώ ψεύτικα και ανοίγω την ένταση του ήχου στο φουλ. Αυτή η μέρα δε θα ‘ναι καθόλου εύκολη.
Φτάνουμε στο σχολείο στην ώρα μας και βρίσκουμε τη Μίμη στο πάρκιν. Μόλις έχει φτάσει και αυτή. Κλειδώνει το αυτοκίνητο της και μόλις μας αντιλαμβάνεται, έρχεται κατευθείαν προς το μέρος μας.
«Καλημέρα, καλημέρα»  φωνάζει ενθουσιασμένη και κεφάτη, μέχρι που συνειδητοποιεί τι επέλεξα να φορέσω. «Μπόνι, όχι! Τι φοράς; Είναι η μέρα του αγώνα! Αφού έχουμε συμφωνήσει ότι πριν τον αγώνα όλες στην ομάδα θα ντυνόμαστε με τα χρώματα της ομάδας».
Η ίδια έχει επιλέξει ένα κόκκινο στενό ψηλόμεσο παντελόνι και ένα μαύρο κροπ τοπ που αφήνει λίγο εκτεθειμένο το γραμμωμένο στομάχι της. Τα μαλλιά της είναι ολόισια με μια χωρίστρα στη μέση και το μακιγιάζ της όπως πάντα, άψογο και επαγγελματικό.
«Δεν έχω και πολύ όρεξη σήμερα»  της λέω και δείχνω διακριτικά προς το μέρος του Τάι με ένα βλέμμα. Η Μίμη φαίνεται να πιάνει το νόημα.
«Α, μάλιστα. Λοιπόν, φίλη μου, πάμε γρήγορα στο κυλικείο να πάρουμε έναν καφέ πριν μπούμε για την πρώτη ώρα; Τον χρειάζομαι επειγόντως! Αντίο, Τάι»  τον αποχαιρετά βιαστικά και με πιάνει από το μπράτσο αποφασισμένη να με διεκδικήσει για όσο χρόνο έχουμε πριν το μάθημα. Απομακρυνόμαστε γρήγορα από το πάρκιν και μόλις που ακούω τον Τάι πίσω μου να μας αποχαιρετά.
Με αφήνει να ανασυγκροτηθώ και να πάρω μια ήρεμη ανάσα μέχρι να προμηθευτούμε από ένα καφεδάκι. Καθόμαστε σε ένα πεζούλι έξω από το κυλικείο και αφού ρουφάμε την πρώτη μας γουλιά, της εξιστορώ όλα όσα έγιναν χθες: για τους σωματοφύλακες μου, τον Κα στο δωμάτιο μου και το επικείμενο ραντεβού μας, τις μάχες έξω από το σπίτι και την εξαφάνιση της Γιολάντα Ρίβερς, την ανάγκη μου να βοηθήσω στη διάσωσή της, την ύπουλη επέμβαση του Κα για να με περιορίσει και την αμέτοχη στάση του Καθοδηγητή μου.
«Λοιπόν, τι έχεις να πεις;»  την ενθαρρύνω να μου μιλήσει όταν βλέπω ότι αργεί να σχολιάσει. Φαίνεται προβληματισμένη και έχει καρφώσει το βλέμμα στο ποτήρι της.
«Έγιναν τόσα πολλά χθες το βράδυ...»  μου λέει και διασταυρώνει επιτέλους το βλέμμα της με το δικό μου. «Πιστεύω πως ο Τάι απλά αιφνιαδιάστηκε από όσα έγιναν και δεν πρόλαβε να αντιδράσει».
«Δεν το πιστεύω ότι παίρνεις το μέρος του!»
«Δεν παίρνω το μέρος κανενός! Απλά βλέπω πως ξεχνάς το γεγονός ότι ο Κα σου έριξε τη σκόνη ύπνου και θέλησε να σε ελέγξει με αυτόν τον ύπουλο τρόπο και όχι ο Τάι».
«Ναι, μπορεί, αλλά ο Τάι δεν έκανε τίποτα για να το αναιρέσει! Δεν προστάτευσε το δικαίωμά μου να αποφασίζω μόνη μου για τη ζωή μου και απλά βολεύτηκε στην κατάσταση που κάποιος άλλος δημιούργησε για να μην πάρει θέση και φανεί κακός!»
«Έλα τώρα Μπόνι, για τον Τάι μιλάμε. Αλήθεια πιστεύεις ότι θα το σκεφτόταν όλο αυτό;»
Η επιμονή της να προστατεύσει τον Τάι απέναντι στα φοβερά επιχειρήματά μου, με εκνευρίζει. Νιώθω ότι δεν μπορεί να με καταλάβει η καλύτερή μου φίλη και αυτό με στεναχωρεί.
Ντριιιιιιιιν! Το κουδούνι για την πρώτη ώρα.
«Μπόνι, κάτι τελευταίο»  μου λέει με σοβαρό ύφος η Μίμη, μαζεύοντας τα πράγματά της. «Πρόσεχε με τον Κα. Δεν τον ξέρεις και τόσο καλά για να του δίνεις ‘πάσο’ ελεύθερης συμπεριφοράς».
«Δεν του δίνω πάσο! Και τι εννοείς με το να προσέχω; Πάντα προσέχω!»
Η Μίμη σηκώνεται από τη θέση της και κοιτάζει γύρω της ανήσυχη. Ασυναίσθητα, κάνω κι εγώ το ίδιο αλλά δεν βλέπω κάτι περίεργο, που θα μπορούσε να της τραβήξει έτσι την προσοχή. «Ε, Μίμη, τι έγινε;»
«Τίποτα, τίποτα»  λέει και μου χαμογελάει. Έπειτα το χαμόγελό της σβήνει απότομα και δίνει τη θέση του σε μια πιο ανήσυχη έκφραση. Σκύβει κοντά μου για να μου μιλήσει χαμηλόφωνα. «Στο πάρτυ απόψε, να προσέχεις. Ο Κα είναι άλλου είδους... τύπος. Θέλει άλλα πράγματα από σένα».
«Μίμη, τι είναι αυτά που λες;»  διαμαρτύρομαι καθώς σηκώνομαι άτακτα από την καρέκλα μου. Το ύφος της αλλάζει και πάλι ξαφνικά και μου χαμογελάει πονηρά.
«Απλά ο Κα έχει συνηθίσει να βγαίνει με πιο ‘προχωρημένες’ κοπέλες, αυτό λέω! Τέλος πάντων είμαι σίγουρη ότι μπορείς να τον αντιμετωπίσεις. Σ’ αφήνω θα αργήσω για το μάθημα μουσικής»  λέει και μου σκάει ένα φιλί στο μάγουλο.
Μαζεύω τα πράγματά μου κι εγώ και πηγαίνω για μάθημα. Αποφασίζω να καθαρίσω το μυαλό μου από όλες αυτές τις σκέψεις για τις περίεργες συμπεριφορές ολονών γιατί δεν με παίρνει να αρχίσω να ρίχνω τώρα τους βαθμούς μου, ακόμα δεν ξεκίνησε το τρίμηνο. Απλά θα ακολουθήσω ήρεμη και συγκεντρωμένη το πρόγραμμά μου.

Τελικά η ώρα περνάει γρήγορα στο σχολείο όταν δίνεις την απαραίτητη προσοχή στην τάξη. Πρώτη ώρα Αγγλική Λογοτεχνία, δεύτερη ώρα Βιολογία, τρίτη ώρα Χημεία. Τα μαθήματα κύλησαν ομαλά και αποδοτικά, κράτησα τις καλύτερες σημειώσεις που έχω κρατήσει όλη την εβδομάδα και η Μίμη ήταν απολύτως φυσιολογική τις τελευταίες δυο ώρες που μοιραζόμασταν το ίδιο θρανίο. Ακολούθησε η προετοιμασία για τον αγώνα, ντύσιμο, ζέσταμα, στήσιμο... όλα αυτά εφικτά, με την απαλλαγή από δυο ώρες μαθημάτων για τις τσίρλιντερς και τους παίχτες της ομάδας. Κατά την έκτη ώρα, ολόκληρο το σχολείο πρέπει να μαζευτεί στο γήπεδο και να στηρίξει την ομάδα. Δηλαδή, περίπου... τώρα.
«Πάμε κορίτσια! Ώρα να τους ξεσηκώσουμε όλους! Ναιιιιιι!»
Αυτή είναι η προτροπή της αρχηγού μας για να βγούμε στο γήπεδο και να παρουσιάσουμε την ομάδα.
«Ναιιιιιιι!»  απαντάμε όλες με μια φωνή και σηκώνουμε τα πον πον μας στον αέρα– εκτός της Ρίκα βέβαια.
Με χορευτικές και γυμναστικές φιγούρες βγαίνουμε έξω στο γήπεδο και ο κόσμος μας αποθεώνει. Οι συμμαθητές μας ντυμένοι και βαμμένοι στα χρώματα της ομάδας ζητωκραυγάζουν και φωνάζουν συνθήματα, κρατώντας τα απαραίτητα πανό και τις ντουντούκες. Συγγενείς και φίλοι, ακόμα και κάτοικοι της πόλης έχουν και αυτοί ντυθεί ανάλογα και είναι ήδη κατενθουσιασμένοι για το ποδοσφαιρικό παιχνίδι που πρόκειται να ξεκινήσει εντός ολίγου. Και φυσικά δεν θα μπορούσαν να μην είναι εξοπλισμένοι με σφυρίχτρες, καπέλα και τεράστια φουσκωτά γάντια με το έμβλημα της ομάδας.
Παίρνουμε θέση σχεδόν στο κέντρο του γηπέδου και μόλις αρχίζει η μουσική, το πλήθος σταματά κάθε είδους φασαρία και περιμένουν να απολαύσουν το χορευτικό θέαμα της ημέρας που ετοιμάσαμε γι’ αυτούς. Μπορεί η ομάδα ποδοσφαίρου να είχε τους περισσότερους οπαδούς και φιλάθλους αλλά και εμείς είχαμε το δικό μας κοινό.
«3,2,1 πάμε!»
Με το σήμα της Μίμη ξεκινά η χορογραφία.
Υπό τους ήχους του νέου τραγουδιού της Τέιλορ Σουίφτ ‘shake it off’ εκτελούμε πολύ όμορφα και απόλυτα συγχρονισμένες το τραγούδι έναρξης του αγώνα. Διπλές περιστροφές στον αέρα, πυραμίδες, πολλαπλές ρόδες, χορός... Όλες μας εκτελούμε την ρουτίνα άψογα και αυτό φαίνεται και από το χειροκρότημα του κόσμου. Μέχρι και η καινούρια της παρέας, η Ρίκα Χάλιγουελ, έχει ταιριάξει απόλυτα το στυλ της με την υπόλοιπη ομάδα και όπως είναι φυσικό, βγάζουμε την αρχηγό μας ασπροπρόσωπη για ακόμα μια φορά.
Στο τέλος του τραγουδιού γίνεται πανικός από φωνές και επευφημίες για την απόδοσή μας. Ανταποκρινόμαστε όλες με μεγάλα χαμόγελα και αποσυρόμαστε στη μεριά της ομάδας μας καθώς είναι η ώρα να βγουν οι παίχτες μας στο γήπεδο. Το πλήθος ξεκινά με συνθήματα υπέρ των Κεραυνών ή ακόμα και υπέρ συγκεκριμένων παικτών όπως είναι ο Τζόναθαν Τζούνιορ Μακ Λέιν, ο κορυφαίος αμυντικός μας, ο Ματ Ντι Κάρλο, ο γκολτζής της ομάδας και φυσικά ο Τάι Χάλιγουελ, ο αρχηγός μας.
Οι δυο ομάδες, Κεραυνοί και Κύκλωπες, βγαίνουν από τα αποδυτήρια με σειρά και παίρνουν τις θέσεις τους στο γήπεδο. Το παιχνίδι σύντομα ξεκινά. Για τα επόμενα σαρανταπέντε λεπτά παρακολουθούμε όλοι με αγωνία τις εξελίξεις: δυο φάουλ που εκτελεί η ομάδα μας βρίσκουν δοκάρι, πέφτουν 3 κίτρινες κάρτες –η μία είναι του Ματ-, τραυματίζεται ο αμυντικός των αντιπάλων και γίνεται αλλαγή... Αλλά γκολ δεν μπαίνει.
Βγαίνουν στο ημίχρονο οι τσίρλιντερς της αντίπαλης ομάδας και φυσικά δεν φτάνουν ούτε στο μισό να προκαλέσουν τον ενθουσιασμό και την ανταπόκριση του κόσμου που καταφέραμε να προκαλέσουμε εμείς, παρόλο που έχουν τον δικό τους κόσμο στις κερκίδες. Αυτό μας δίνει μια κάποια ικανοποίηση σαν ομάδα και ανεβάζει την διάθεση μας για το υπόλοιπο του αγώνα.
Στο δεύτερο ημίχρονο οι Κύκλωπες καταφέρνουν το πρώτο γκολ στο εξηκοστό δεύτερο λεπτό. Οι τσιρλίντερς μας πεισμώνουν, η αρχηγός μας βγάζει κατευθείαν τρία νέα συνθήματα για το κοινό και βάζουμε ακόμα περισσότερη ενέργεια για να τους ανεβάσουμε ψυχολογικά. Μέχρι το τέλος του αγώνα ο Ματ Ντι Κάρλο έχει βάλει δυο γκολ και ο Ντέιβις Πιτ, ο μικρότερος αδερφός της Μίμη και νέος παίχτης στην ομάδα, καταφέρνει άλλο ένα. Το πλήθος επευφημεί, ζητωκραυγάζει, τρελαίνεται, οι παίχτες μας αγκαλιάζονται μεταξύ τους και σηκώνουν τον Ματ στον αέρα, κομφετί και κροτίδες παντού...  Μέσα σε αυτό το χάος, η γυμνάστριά μας αρνείται να μας αφήσει να κάνουμε την ρουτίνα μας για τη λήξη του αγώνα και μας στέλνει γρήγορα στα αποδυτήρια.
«Πω πω, τι αγωνία ήταν και αυτή!»
«Ευτυχώς που γύρισε το σκορ ο Ματ!»
«Τον είδατε τον αδερφό της Μίμη; Κούκλος δεν είναι ο μικρός Πιτ;»
«Έβαλα το κιλοτάκι μου στο ντουλάπι του Ντι Κάρλο μαζί με ένα μήνυμα για το βράδυ. Λέτε να ανταποκριθεί;»
«Είμασταν απίστευτες και σήμερα! Δεν μας φτάνει κανείς!»
Τα κορίτσια ενθουσιασμένα αντάλλασαν απόψεις και πληροφορίες χωρίς ‘φίλτρα’, μία κατάσταση που μπορεί να γίνει δυσάρεστη για κάποιον που δεν έχει συνηθίσει να μην παίρνει στα σοβαρά όλα όσα ακούει. Όπως η Ρίκα Χάλιγουελ.
«Τα αποδυτήρια των κοριτσιών είναι το μέρος που πραγματικά μπορεί να δεις και ακούσεις τα πάντα! Πώς το αντέχετε αυτό;»  σχολιάζει με το που καταφέρνει να φτάσει κοντά σε μένα και την Μίμη.
«Μην ανησυχείς θα το συνηθίσεις»  της απαντάει με χαμόγελο η κολλητή μου. «Θα δεις με τον καιρό, τα περισσότερα από αυτά ούτε που θα τα πιάνει το αυτί σου. Α, και μιας και είσαι εδώ, πρέπει να σου πω ότι ήσουν καταπληκτική σήμερα! Ρίκα δεν πίστευα στα μάτια μου όσο σε παρατηρούσα στο γήπεδο, πραγματικά! Ήσουν κομμάτι της ομάδας! Ομολογώ πως σε φοβόμουν λίγο για σήμερα... αλλά με εντυπωσίασες!»
«Καλά, καλά, μη συνηθίζεις και πολύ γιατί δεν θα με έχετε στην ομάδα σας για πάντα»  απαντά σχεδόν ενοχλημένη από τα καλά λόγια της Μίμη. Έπειτα στρέφεται προς το μέρος μου και συνεχίζει: «Με την πρώτη ευκαιρία ξέμπλεξα μαζί σας».
«Έλα τώρα, μη μου πεις ότι δεν το χάρηκες ούτε λίγο;»
«Δεν έχω ώρα γι’ αυτές τις βλακείες»  λέει απαξιωτικά και απομακρύνεται από την  παρέα μας.
Κοιτάζω μία την πλάτη της Ρίκα που φεύγει και μία την Μίμη.
«Κατά βάθος μας λατρεύει»  σχολιάζει η φίλη μου γελώντας και δεν μπορώ να μην γελάσω κι εγώ.
Έπειτα κάνουμε όλες το ντουζάκι μας και ετοιμαζόμαστε για το πάρτυ στου Τζο. Όλες οι κοπέλες έχουν φέρει τα πιο σέξυ φορέματά τους γι’ αυτό το πάρτυ και ξαφνικά συνειδητοποιώ από που έχει βγει η κακή μας φήμη για το ότι είμαστε ‘εύκολες’. Φυσικά, η Μίμη δεν μ’ αφήνει να φορέσω τα ρούχα μου από το πρωί, παρόλο που της υπενθυμίζω πως δεν έχω καμία όρεξη σήμερα, και μου δίνει να φορέσω το μπακ απ φόρεμα της γι’ απόψε. Είναι ένα γαλάζιο φόρεμα με λευκά λουλούδια και τιράντες, που φτάνει μέχρι το μηρό και τελειώνει με λίγο τούλι στο κάτω μέρος. Μου δίνει και ένα ζευγάρι λευκά ψηλοτάκουνα πέδιλα, ένα ασορτί τσαντάκι και ένα λουλούδι για τα μαλλιά.
«Τώρα, είσαι σε θέση να πας σε πάρτυ»  μου λέει χαρούμενη με το αποτέλεσμα. «Είμαστε και οι δυο έτοιμες να ξεσαλώσουμε» συνεχίζει και μου κλείνει το μάτι. Η ίδια έχει επιλέξει ένα λευκό κλος φορεματάκι με μαύρα και λιλά λουλούδια που δένει στο λαιμό και αναδεικνύει υπέροχα το στήθος και την πλάτη της.
«Ελπίζω αυτό το ξεσάλωμα να έχει κάποια όρια»  σχολιάζω πειρακτικά και διορθώνω λίγο τις τιράντες στο μπούστο της.
«Δεν υπάρχουν όρια στη διασκέδαση»  μου απαντά με ένα πλατύ χαμόγελο και συνεχίζει. «Αυτό το πάρτυ θα μείνει αξέχαστο σε όλους μας!».

Foni Nats