«Ήρθες!» ψέλλισε εκστασιασμένη η Χριστίνα,
καθώς έβλεπε μια αντρική φιγούρα να την πλησιάζει. Θα μπορούσε να τον ξεχωρίσει
ανάμεσα σε πλήθος αντρών.
«Ήρθα!» η μελωδική αντρική του φωνή, την
έκανε να ανατριχιάσει.
«Επιτέλους! Είχα αρχίσει να απελπίζομαι! Τι
έγινε;»
«Κάνε λίγη υπομονή!» ήθελε να την
βασανίσει.
«Μην μου λες να κάνω υπομονή!» αγρίεψε το
βλέμμα της και άστραψαν τα μάτια της.
«Εντάξει αγριόγατα! Όλα πηγαίνουν κατά βάση
του σχεδίου», την καθησύχασε.
«Άντε να δούμε!»
«Υπάρχει μόνο ένα θέμα που δεν έχουμε
συζητήσει», της είπε σοβαρός και κάρφωσε τα μάτια του στα δικά της.
«Ποιο;»
«Χριστίνα, όταν τελειώσουν όλα θα πρέπει να
παραδοθώ!»
«Τι λες;»
«Αυτό είναι το σωστό! Φταίω για πολλά απ’
όσα συμβαίνουν και θα πληρώσω για όλα!»
«Μα χωρίς εσένα τίποτα δεν θα μπορούσε να
γίνει», συγκράτησε με το ζόρι τα δάκρια που έτρεχαν στα μάτια της.
«Σς, σε παρακαλώ μην μου το κάνεις πιο
δύσκολο! Σε λίγο όλα θα τελειώσουν! Εσύ θα επιστρέψεις στην ζωή σου και εγώ
εκεί που ανήκω. Δεν είμαι ο πρίγκιπας που νομίζεις! Σε βοήθησα γιατί σε
ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή που σε αντίκρισα αλλά… Πρέπει να παραδοθώ και
δεν χωράει συζήτηση»
«Μην μου το κάνεις αυτό…» τον ικέτευσε
σχεδόν.
«Λυπάμαι πριγκίπισσα μου! Σε αγαπώ πολύ,
αυτό να το θυμάσαι! Θα είμαι εδώ μέχρι το τέλος και θα παλέψω! Σου υπόσχομαι
πως θα κάνω τα πάντα για να έρθει η λύτρωση. Θέλω όσο τίποτα να μείνω μαζί σου,
να γεράσω μαζί σου, να, να, να… Αλλά ένα διαμάντι τι στο διάολο κάνει με
κάποιον σαν εμένα; Είμαι βουτηγμένος μέσα στα σκατά, δεν μπορώ να σου υποσχεθώ
μια υπέροχη ζωή», ένα δάκρυ κατρακύλησε στα μάγουλά του. Η Χριστίνα, τον
πλησίασε και του φίλησε τα κλειστά του μάτια.
«Με προστάτεψες… Με φρόντισες… Με κάλυψες…
Και τώρα μου λες ότι θα με αφήσεις;»
«Δεν θα σε αφήσω, απλά θα πληρώσω! Χριστίνα
αν δεν βρισκόσουν εσύ στον δρόμο μου, θα είχα σκοτώσει τον φίλο σου, τον Δούκα,
την κόρη του και όποιον άλλον βρισκόταν στον δρόμο μου εμπόδιο. Το καταλαβαίνεις;
Θα γινόμουν δολοφόνος για μερικά εκατομμύρια!» ούρλιαξε σχεδόν από πόνο γι’
αυτό που μόλις είχε πει. Δεν άντεχε ούτε ο ίδιος την αλήθεια του.
«Σταμάτα! Σταμάτα γαμώτο!» όρμησε στην
αγκαλιά του, παραδομένη στους λυγμούς της.
Βασιλική Κυργιαφίνη