Η Μάγισσα του Αέρα (Κεφάλαιο 22) - "Έρωτες" (Μέρος 3ο)


Ο Τάι είναι εκεί. Στο παράθυρό του, να αγναντεύει τον καταγάλανο, ασυννέφιαστο ουρανό, σαν να προσπαθεί να κλέψει λίγη από την ηρεμία του. Τα καλώδια που βλέπω να προεξέχουν ελαφρά γύρω από τη φιγούρα του, μαρτυρούν πως όντως φοράει τα ακουστικά του και ακούει μουσική, όπως υπέθεσε η μητέρα του.
Το καλογυμνασμένο σώμα του μοιάζει άκαμπτο. Φαίνεται πως η ένταση από την αποτυχία της επιχείρησης ‘’ας σώσουμε τον Ματ’’ δεν έχει εγκαταλείψει ακόμη το κορμί του. Το κεφάλι του είναι γερμένο ελαφρώς προς τα πάνω για να κοιτάζει το απέραντο γαλάζιο και χρησιμοποιεί τα χέρια του για να στηριχτεί στον τοίχο κοντά στο παράθυρο. Το τζιν του είναι χαλαρό πάνω στο σώμα του, ενώ στο πάνω μέρος πέφτει ανάλαφρα ένα καρό, κοντομάνικο, κόκκινο-μαύρο πουκάμισο που μάλλον το ‘χει ξεκούμπωτο. Οι πατούσες του είναι γυμνές πάνω στο πάτωμα αλλά αυτό δε φαίνεται να τον απασχολεί, παρόλο που οι παντόφλες του είναι πεταμένες δυο βήματα πιο κει.
Μακάρι να  είναι γυμνός κάτω από το πουκάμισο, σκέφτομαι και δαγκώνω ελαφρά το κάτω χείλος μου, νιώθοντας μια ευχάριστη έξαψη να με κυριεύει προς στιγμήν.
Όχι, όχι, όχι. Μπόνι, απλά όχι πονηρές σκέψεις. Ή κινήσεις.
Μα τι έχω πάθει και κάνω σα λυσσασμένη;
Επαγγελματίας μάγισσα. Αυτό να θυμάμαι και σε αυτήν την περίπτωση.
Πλησίαζω τον ανυποψιάστο Καθοδηγητή μου στις μύτες των ποδιών μου, μη μπορώντας να αποδιώξω εντελώς μια κάπως πιο παιχνιδιάρικη διάθεση από πάνω μου. Αυτή η διάθεση με πιάνει σε κάθε ευκαιρία που εγώ και ο Τάι βρισκόμαστε μόνοι μας σε ένα δωμάτιο. Υποθέτω ότι φταίει το γεγονός πως σχεδόν ποτέ δε έχουμε αυτήν την ευκαιρία και όταν συμβαίνει, το σώμα μου απλά δράττεται της ευκαιρίας και αντιδρα ανάλογα.
«Τι ακούμε;», τον ρωτάω ναζιάρικα παίρνοντας στα χέρια μου ένα από τα ακουστικά του και βάζοντάς το στο αυτί μου. Οι απαλοί ήχοι της μουσικής του Εντ Σίραν γίνονται ευπρόσδεκτοι στα αυτιά και το σώμα μου και δεν μπορώ να μην νιώσω ικανοποίηση για το είδος της μουσικής που βλέπω πως προτίμησε ο Τάι για να ηρεμήσει. Ο συγκεκριμένος τραγουδιστής είναι από τους αγαπημένους μου, όταν θέλω να ακούσω κάτι πιο ρομαντικό και μελωδικό.
«Εγκρίνεις;», με ρωτάει ο Τάι χωρίς να κουνηθεί εκατοστό από τη θέση του.
«Ναι αμέ!», παραδέχομαι αμέσως και του χαμογελώ, ενώ έχω κρεμαστεί ελαφρά από τον ένα του ώμο. Και από τον τρόπο που τον έχω πλησιάσει, με λύπη μου παρατηρώ ότι φοράει ένα λεπτό μαύρο φανελάκι κάτω από το ξεκούμπωτο πουκάμισό του.
«Φαίνεται, ξέρεις», μου λέει γέρνοντας ελαφρά το κεφάλι του προς το μέρος μου με τρόπο που μπορώ να δω ξεκάθαρα τώρα, το χαμογελό του. «Το σώμα σου έπιασε αμέσως τον ρυθμό».
«Α, ναι; Δεν το κατάλαβα. Μάλλον συνέβη  ασυνείδητα», του απαντώ και προσπαθώ να παραμείνω ψύχραιμη στο σχόλιο του, το βλέμμα του, το χαμόγελό του.
«Αυτό είναι το ωραίο. Το σώμα σου απλά ακολούθησε τη μουσική που σου αρέσει χωρίς καν να το σκεφτείς. Είναι κάπως... αισθησιακό, αν το καλοσκεφτείς», συμπληρώνει και κάνω να αποτραβηχτώ, πιστεύοντας ότι και πάλι ξεπέρασα τα όρια με τον Καθοδηγητή μου. Ο Τάι όμως δεν με αφήνει. Γέρνει το σώμα του προς το μέρος μου και με κρατάει απαλά από τον καρπό κοντά του. «Δεν το είπα για κακό. Δεν χρειάζεται να φύγεις», μου εξηγεί, και το βλέμμα του έχει πάρει ένα ύφος απολογητικό αλλά τραβηχτικό και σέξυ ταυτόχρονα. Και το χαμόγελο, μπορεί να έχει μισοσβήσει από το πρόσωπό του αλλά τα υπέροχα χείλη του έχουν γίνει ιδιαιτέρως σαγηνευτικά και με προκαλούν να τα φιλήσω.
Όμως όχι. Δε θα αφήσω τα πράγματα να ξεφύγουν. Είμαι εδώ για να βοηθήσω τον Τάι, όχι να τον κάνω να νιώσει χειρότερα, κάνοντας πάλι κάτι που θεωρεί πως είναι απαγορευμένο.
«Ήρθα να δω αν είσαι καλά απλά», του απαντώ, απεγκλωβίζοντας απαλά το χέρι μου από το δικό του. Παραμένω παρόλα αυτά κολλημένη πάνω στον ώμο του και το βλέμμα μου βυθίζεται στο σοκολατένιο παράδεισο των δικών του ματιών. Πόση αυτοσυγκράτηση να δείξω πια η γυναίκα; «Με ανησύχησες πριν», του λέω τελικά.
«Μπα, δεν χρειάζεται να ανησυχείς. Απλά χρειαζόμουν λίγο χρόνο να οργανώσω τις σκέψεις μου. Δεν μου άρεσαν οι εξελίξεις στο θέμα του Ματ φυσικά, αλλά έχω συνηθίσει να συναντώ εμπόδια στο δρόμο μου και πάντα, μα πάντα, τα ξεπερνάω. Και είμαι σίγουρος πως και αυτή τη φορά θα τη βρούμε τη λύση. Απλά έπρεπε να το θυμήσω λίγο στον εαυτό μου. Σε ευχαριστώ».
«Για ποιο πράγμα;», ρωτάω αιφνιδιασμένη.
«Που μου έδωσες το χρόνο να συνέλθω».
«Χαίρομαι που απέδωσε καρπούς το σχέδιό μου», λέω και του χαμογελώ πλατιά.
«Χρειάζομαι όμως κάτι ακόμα για να είμαι καλά», λέει με σοβαρό ύφος τώρα και χωρίς να πάρει τα μάτια του από τα δικά μου, γυρνάει το σώμα του προς το μέρος μου. Έτσι, τώρα βρισκόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο, με εμένα κολλημένη σχεδόν στο στήθος του και έχοντας ο καθένας από ένα ακουστικό στο αυτί του, με τους στίχους από το thinking out loud να θολώνει το μυαλό μας.
«Τι; Τι είναι αυτό που χρειάζεσαι;», ρωτάω ζαλισμένη από την καυτή ατμόσφαιρα που έχει δημιουργηθεί τόσο γρήγορα ανάμεσά μας.
«Αυτό», λέει ο Τάι ξέπνοα και το επόμενο δευτερόλεπτο ξεσπάει φωτιά ανάμεσά μας, με ένα φιλί που αποτελεί μόνο την αρχή αυτής της ανεξέλεκτης πυρκαγιάς.
Το φιλί του, αν και άγριο και ορμητικό, είναι ταυτόχρονα γλυκό και βαθύ. Την ίδια στιγμή, τα χέρια του αγκαλιάζουν με ένταση το πρόσωπό μου και το σώμα του πέφτει με λαχτάρα πάνω στο δικό μου, αναγκάζοντάς με να κάνω βήματα προς τα πίσω. Τα χείλη μου ρουφάνε κάθε στιγμή ηδονής από αυτό το φιλί και την ίδια στιγμή η καρδιά μου παρακαλά να σταματήσει ο χρόνος σε αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα που ο έρωτάς μας παίρνει τη δική του υπόσταση.
«Τάι... Αχ, Τάι», αναστενάζω ανάμεσα από τα φιλιά μας. Η φωνή μου σαν να πυροδοτεί ακόμα περισσότερο πάθος μέσα του και ξαφνικά, απλώνει το χέρι του στο πόδι μου και  χαϊδεύοντας απαλά το μηρό μου, περνά την παλάμη του στο σημείο πίσω από το γόνατο μου για να με τραβήξει τελικά με δύναμη πάνω του, αναγκάζοντάς με, με ένα αναπηδητό να βρεθώ σφικταγκαλιάσμένη στο σώμα του, χρησιμοποιώντας τα πόδια μου.
«Μωρό μου...», μου ψιθυρίζει γλυκά στο αυτί καθώς μας οδηγεί πάνω στο κρεβάτι του. Με ακουμπά μαλακά πάνω στο στρώμα και με γρήγορες κινήσεις, γεμάτες ανυπομονησία και λαχτάρα πετά από πάνω του πουκάμισο και φανελάκι, αφήνοντας ακάλυπτους επιτέλους τους καλογραμμωμένους μύες του. Το γυμνασμένο στήθος του είναι τελείως άτριχο και το δέρμα του φαίνεται τόσο μαλακό και τρυφερό... κατευθείαν τα χέρια μου αναζητούν να το αγγίξουν για να το διαπιστώσουν και μόνα τους. Η επαφή με το γυμνό του στέρνο δημιουργεί κάποιο είδος ερωτικού ηλεκτρισμού στα κορμιά μας και δίνει ώθηση στις κινήσεις μας να γίνουν ακόμα πιο άγριες και απαιτητικές. Αφού, λοιπόν μου βγάζει τη μπλούζα με μια μαεστρική κίνηση, πέφτει πάνω μου με λαχτάρα και με φιλά παντού, στο πρόσωπο, στο λαιμό, στο στήθος, στην κοιλιά... Το πάθος του είναι τόσο έντονο, που ανάμεσα στα φιλιά, μου δίνει διάσπαρτα εδώ κι εκεί μικρές, ξεσηκωτικές δαγκωματιές που με αναγκάζουν να βογκήξω από ευχαρίστηση και ηδονή.
Και μετά τα χεριά του φτάνουν στον κούμπωμα του τζιν μου.
«Όχι, μη, περίμενε...».                                                                           
Η κίνησή του με επαναφέρει στην πραγματικότητα πολύ απότομα.
«Τι; Τι έγινε;», με ρωτά ο Τάι ανήσυχος.
«Νομίζω ότι πάμε πολύ γρήγορα», του απαντώ ειλικρινά και χωρίς περιστροφές. Μπορεί να τον θέλω σαν τρελή, αλλά δε θα ήθελα η πρώτη μου φορά να είναι στη σοφίτα του πατρικού του, μέρα μεσημέρι, με όλο του το σόι στους από κάτω ορόφους. Κι αν μπουκάρει ξαφνικά κανείς;
«Α, μάλιστα. Κατάλαβα», μου απαντά ο Τάι και μου ρίχνει ένα θυμωμένο βλέμμα. Και στηριζόμενος στα δυο του χέρια, έτσι όπως είναι ημίγυμνος από πάνω μου, μου σκάει τη βόμβα: «Άρα είναι αλήθεια. Όλα αυτά που έλεγε η Νόρα τις προάλλες, είναι αλήθεια».
«Δε σε καταλαβαίνω», του απαντώ εξίσου εκνευρισμένη, αφού ξέρω πολύ καλά ότι αναφέρεται σε αυτά που έλεγε η καλή μου η αδερφή για μένα και τον ξάδερφό του.
«Ώστε, εσύ και ο Κα; Είστε μαζί;», λέει και το βλέμμα του με κατακεραυνώνει. Και αυτή τη στιγμή δεν ξέρω τι με πονάει πιο πολύ, το γεγονός ότι πίστεψε τις βλακείες της αδερφής μου ή το επικριτικό του βλέμμα;
«Τάι, τι λες τώρα; Τα σκέφτεσαι αυτά που λες;», αποφασίζω να του δώσω την ευκαιρία να επανορθώσει.
«Ξέρω πολύ καλά τι λέω. Είναι λάθος αυτό που συμβαίνει. Όλο αυτό μεταξύ μας, είναι ένα λάθος», συνεχίζει και σηκώνεται από το κρεβάτι για να φύγει μακριά μου. «Ίσως είναι καλύτερα έτσι», συνεχίζει να μονολογεί. «Αν είσαι με τον ξάδερφό μου, δεν τίθεται θέμα καταπάτησης των κανόνων. Δεν θα του το έκανα ποτέ αυτό. Και έτσι θα είμαι απλά ο Καθοδηγητής σου και τίποτα άλλο. Όπως ακριβώς έπρεπε να είμαι από την αρχή. Μόνο ο Καθοδηγητής σου και τίποτα παραπάνω».
«Τάι, για όνομα... τι λες; Σε παρακαλώ, συγκεντρώσου», προσπαθώ να τον λογικέψω και ξαφνικά νιώθω την γύμνια μου να με ενοχλεί. Φοράω βιαστικά τη τσαλακωμένη πλέον μπλούζα μου και πετάγομαι από το κρεβάτι του σαν να είναι φτιαγμένο από πυρακτωμένα καρφιά.
«Είμαι συγκεντρωμένος. Τώρα είμαι. Τώρα που ξεθόλωσε το μυαλό μου...», μου απαντά και με κλειστά μάτια κάνει να πάρει μια μεγάλη ανάσα. Αφήνοντας τον αέρα να βγει από μέσα του, σα να καθάρισε το είναι του, ανοίγει και πάλι τα μάτια και έχοντας επαναφέρει την ψυχραιμία του μου λέει χωρίς δισταγμό: «Μπόνι, θέλω να με συγχωρέσεις. Είμαι απαράδεκτος που σε χρησιμοποίησα για να νιώσω καλύτερα».
«Τι... τι έκανες λέει;», ρωτάω και δεν πιστεύω στα αυτιά μου. Αλλά αν κρίνω από το ύφος του Τάι, ούτε αυτός ο ίδιος δεν πιστεύει αυτά που ξεφουρνίζει το στόμα του.
«Σε χρησιμοποίησα για να...»
Σλατς!
Μαζί με τα δάκρυα μου, αφήνω και την οργή μου να ξεσπάσει με ένα γερό χαστούκι πάνω στο πρόσωπο του Τάι. Ελπίζω αυτό να τον πόνεσε όσο με πόνεσαν και τα λόγια του. Όσο πληγωμένος και αν είναι από αυτά που νομίζει ότι ξέρει, δεν μπορεί να μου μιλάει έτσι. Δεν θα του το επιτρέψω. Και δεν ξέρω αν θα του το συγχωρήσω ποτέ.
«Μου άξιζε αυτό», σχολιάζει με το βλέμμα στο πάτωμα.
«Και όχι μόνο... Άι στο διάολο, Τάι», του φωνάζω καθώς φεύγω τρέχοντας από το δωμάτιο του και αφήνω να φύγει πίσω μου ένα εξωφρενικά δυνατό κύμα αέρα που είμαι σίγουρη ότι θα τον πέταξε με δύναμη στον τοίχο.

Αλλά δε με νοιάζει. Τίποτα δε με νοιάζει πια.



Foni Nats