Στη λάθος πλευρά του παραδείσου (Κεφάλαιο 23)

Η Αρετή στεκόταν μπροστά στο μεγάλο παράθυρο και κοιτούσε μπροστά της το κενό σα χαμένη. Έφερε το τσιγάρο στα χείλη και τράβηξε μια γερή ρουφηξιά. Έκλεισε τα μάτια της, είχε πονοκέφαλο. Ο θάνατος της Χριστίνας τους είχε συγκλονίσει όλους. Μπορεί να μην τα πήγαιναν καλά, ώρες - ώρες το μισούσε το χαϊδεμένο της μαμάς, μα όχι κι έτσι.
               Είχε δυο μέρες να δει τους δικούς της, από τη μέρα της κηδείας. Ο πατέρας της ήταν σε τραγική κατάσταση, η μητέρα της σε κατάσταση παραφροσύνης. Απλά δεν το άντεχε να τους βλέπει έτσι, το κλίμα ήταν βαρύ, η αποφορά του θανάτου πρόσφατη.
               Πήρε το κινητό στα χέρια της και σχημάτισε τον αριθμό του Αλέξανδρου. Χτύπησε πολλές φορές μέχρι να απαντήσει.
               «Καλησπέρα» ακούστηκε η ψυχρή φωνή του στην άλλη άκρη.
               «Μπορούμε να βρεθούμε;» τον ρώτησε και η φωνή της δε θύμιζε τίποτα από το γνωστό, υπεροπτικό της ύφος «Θέλω να μιλήσουμε».
               Για λίγα δευτερόλεπτα, επικράτησε μια αμήχανη σιωπή.
               «Εντάξει» την ανακούφισε στο τέλος η απάντθησή του.
               «Θα προτιμούσα κάπου ήσυχα... ερημικά. Με όλα αυτά που συνέβησαν, καταλαβαίνεις…»
               Τον φανταζόταν να κουνάει το κεφάλι του «Στην γνωστό μέρος τότε; Σε μια ώρα;»
               Συμφώνησε και έκλεισε το τηλέφωνο. Το ραντεβού είχε δοθεί σε ένα ιδιαίτερο σημείο, περισσότερο για εκείνον. Η κορυφή του λόφου στις παρυφές της πόλης, στο εκκλησάκι του Άη-Λια. Τον συνάντησε εκεί, ακουμπισμένο στα ξύλινα κάγκελα να αγναντεύει την υπέροχη θέα της πόλης από ψηλά. Τον πλησίασε και στάθηκε δίπλα του χωρίς να μιλά.
               «Πάντα μου άρεσε εδώ πάνω, ένιωθα πως καθάριζε το μυαλό μου. Αυτή η αίσθηση της απόλυτης ελευθερίας…»
               «Εδώ μου είχες πει πρώτη φορά σ’ αγαπώ, είπε ακουμπώντας και αυτή στα κάγκελα δίπλα του».
               «Και εσύ απλά γέλασες».
               Η Αρετή έμεινε ανέκφραστη. Άναψε τσιγάρο «Ήμουν μικρή τότε» είπε μα κανείς τους δεν είχε όρεξη να γελάσει.
               «Γιατί μου τηλεφώνησες;» της είπε ξερά.
               «Είχα ανάγκη να μιλήσω με κάποιον» είπε ανασηκώνοντας τους ώμους της «Δεν ήξερα πού αλλού να στραφώ».
               «Ωραία, σ’ ακούω».
               Γύρισε και τον κοίταξε «Γιατί μου μιλάς έτσι;»
               Ο Αλέξανδρος έσκυψε το κεφάλι και χαμογέλασε ειρωνικά «Εξαιτίας σου κόντεψα να σκοτωθώ. Ήμουν στο νοσοκομείο τόσο καιρό και δεν πέρασες ούτε μια φορά να με δεις!»
               Δεν του απάντησε. Ίσως είχε δίκιο, μα δεν την ενδιέφερε. Γύρισε και την κοίταξε με ύφος άγριο, πράγμα παράξενο για έναν άνθρωπο που ήταν συνήθως ήπιων τόνων «Τι θες από τη ζωή μου Αρετή, μου λες; Βαρέθηκα να είμαι το δεκανίκι σου, το παιχνίδι σου για να περνάς απλώς την ώρα σου».
               «Υπάρχει άλλη;» τον ρώτησε απότομα.
               Την κοίταξε απορημένος μα γρήγορα συνήλθε και απάντησε σιγανά «Δε σου πέφτει λόγος».
               «Είναι εκείνη που είδα τις προάλλες στο σπίτι σου, ε;»
               Το βλέμμα του βάθυνε στα μάτια της «Νομίζω πως δεν έχουμε κάτι άλλο να πούμε».
               Έκανε να φύγει μα τον έπιασε από το μπράτσο. Οι ματιές κλείδωσαν σε μια στιγμιαία αναμέτρηση, μα κανείς δε μίλησε. Τι άλλο θα μπορούσαν άλλωστε να πουν; Τίναξε το χέρι της από πάνω του «Τελειώσαμε, πάρ’ το  χαμπάρι».
               Η Αρετή αισθανόταν αδικημένη κι αυτό όχι δίχως λόγο. Ο Αλέξανδρος ήταν κατά τη γνώμη της υπερβολικός και μάλλον λάθος πληροφορημένος. Ακούς εκεί να της λέει πως δεν τον είχε επισκεφθεί στο νοσοκομείο! Εκεί δεν ήταν την ώρα που γινόταν η επέμβαση; Την επόμενη μάλιστα μέρα είχε τηλεφωνήσει στη μητέρα του, η οποία είχε αφήσει να εννοηθεί πως η παρουσία της στο νοσοκομείο ίσως και να τάραζε τον γιο της. Οπότε, ποιες ευθύνες της έριχνε;
               Ο ρομαντικός Αλέξανδρος! Ο ευαίσθητος Αλέξανδρος! Αυτή την αίσθηση δεν έδινε στους περισσότερους; Η αλήθεια βέβαια ήταν πως το ίδιο πίστευε και η ίδια μέχρι πρότινος. Διέκρινε αυτά τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τέτοιους σπάνιους ανθρώπους. Η συμπεριφορά όμως που είχε τον τελευταίο καιρό απέναντί της ήταν απαράδεκτη για τα δικά της γούστα. Ναι μεν η ίδια ήταν κάπως..."ζωηρή", με τους άνδρες μα δεν έψαχνε για άλλο ταίρι όπως αυτός. Ήταν φως φανάρι ότι έτρεχε κάτι με άλλη γυναίκα.
               Ο Αλέξανδρος παρίστανε τόσο καιρό τον Ρωμαίο, ενώ στην ουσία δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ένα κοινό αρσενικό της σειράς. Εκτός αυτού είχε μάθει και... το μυστικό του, αφού πριν από λίγο καιρό είχε διαβάσει το προσωπικό ηλεκτρονικό ημερολόγιο της Χριστίνας, η οποία είχε ξεχάσει να κλείσει τον υπολογιστή. Η αδελφή της κι ο προκομμένος της παραλίγο να συνευρεθούν ερωτικά.
               «Άνδρες! Όλα τα γουρούνια την ίδια μύτη έχουν τελικά!» ψέλλισε καθώς έμπαινε στο σπορ αμάξι της.


Χριστίνα Καρρά
Ηλίας Στεργίου