Το μαύρο ρόδο (Κεφάλαιο 22)


"Ορίστε;", έκανε σαστισμένος ο Άγγελος.
"Εγώ είμαι η κάτοχος της δύναμης του Σμαραγδένιου Δράκου!", επανέλαβε αργά η κοπέλα και τα πράσινα μάτια της πήραν φωτιά.
Ο νεαρός γύρισε προς το μέρος των Φαντασμάτων, τα οποία κοιτούσαν οπουδήποτε αλλού εκτός από αυτόν. "Το γνωρίζατε αυτό, σωστά;"

"Εγώ το έμαθα χτες το βράδυ", δήλωσε απολογητικά ο Κρίστοφερ, ενώ ο Μαξ προτίμησε να μη μιλήσει.
"Κι εμένα πότε θα μου το λέγατε; Υποτίθεται πως είμαστε ομάδα, πού να πάρει ο διάολος!", ο θυμός ήταν εμφανής στη φωνή του.
"Αυτούς να τους αφήσεις απ'έξω!", φώναξε σχεδόν η Χλόη. "Εγώ τους απαγόρευσα να μην σ'το πούνε! Όσοι λιγότεροι το γνωρίζουν, τόσο το καλύτερο"
"Ορίστε; Γιατί;"
"Επειδή η Χλόη δεν έχει εμπιστοσύνη στον έλεγχο που έχει στη δύναμη, Άγγελε! Φοβάται και προσπαθεί να το ξεπεράσει!", επενέβη ο Μαξ και στάθηκε δίπλα στην κοκκινομάλλα. Ο Κρίστοφερ τον μιμήθηκε και πέρασε προστατευτικά το μπράτσο του γύρω από τους ώμους της.
"Γιατί; Τι έγινε;"
"Θυμάσαι το περιστατικό με τον αιφνίδιο θάνατο του Χατζόπουλου, δύο χρόνια πριν;", τον ρώτησε εκείνη και ο νεαρός έγνεψε καταφατικά. "Εγώ τον σκότωσα και αυτό συνέβη γιατί έχασα τον έλεγχο του Δράκου! Το Φάντασμα από εδώ", έδειξε τον Μαξ, "με βοήθησε να πάρω ξανά τον έλεγχο. Σου λύθηκε τώρα η απορία;"
"Ναι", τώρα εξηγούνταν πολλά. Για παράδειγμα ο λόγος ο οποίος η Χλόη δεν είχε επηρεαστεί από το πάγωμα του χρόνου. Δεν ήταν ότι η κοπέλα ήταν η αφηγήτρια, αλλά ο Σμαραγδένιος Δράκος είχε κάνει τη δουλειά.
"Και χτες το βράδυ, μετά από δύο χρόνια ο Σμαραγδένιος Δράκος επέστρεψε και έτσι έμαθε και το δεύτερο Φάντασμα την ύπαρξή του"
Ο Άγγελος κάθισε στον καναπέ φανερά μπερδεμένος. "Αυτό, όμως δεν εξηγεί για ποιο λόγο ο Δράκος δεν μπορεί να μας βοηθήσει"
"Κοίτα-", ξεκίνησε να λέει η Χλόη, αλλά το γιγαντιαίο ερπετό έκανε την εμφάνισή του, παίρνοντας το λόγο.
"Καταλαβαίνω πως σου φαίνεται παράξενο που δεν μπορώ να σπάσω το ξόρκι, Άγγελε, αλλά όσο περίεργο και να ακούγεται, με δένει κι εμένα ένα παρόμοιο ξόρκι, πολύ πιο πολύπλοκο από το Κουτί της Πανδώρας. Αυτό προσπαθώ να σπάσω αυτή τη δεδομένη χρονική στιγμή. Όταν το καταφέρω, να είστε σίγουροι ότι θα έχετε τη βοήθεια που αναζητάτε"
Παύση. "Προς το παρόν, μπορείτε να βασιστείτε στη Χλόη, η οποία είναι ικανή να ανοίξει το Κουτί της Πανδώρας και δε θα χρειαστεί να πάτε μέχρι τη βιβλιοθήκη της Αλντέρα"
Όλα τα βλέμματα στράφηκαν προς την κοκκινομάλλα. "Δεν είμαι τόσο σίγουρη ότι θα πετύχει, καλύτερα να πάμε-"
"Οχι!", τη διέκοψε ο Δράκος, "δεν έχετε να πάτε πουθενά! Δεν έχετε χρόνο!"
Η Χλόη ξεροκατάπιε και ενστικτωδώς το Φάντασμα έσφιξε το κράτημά του γύρω της.
"Μπορείς να κάνεις τα πάντα! Αρκεί να πιστέψεις στις ικανότητές σου, κόρη μου!", δήλωσε και εξαφανίστηκε, χωρίς να δώσει περιθώρια για άλλη κουβέντα από τη μεριά της κοπέλας. Εκείνη αναστέναξε και έστρεψε το βλέμμα της στα πλακάκια και ένωσε τα χείλη της, σχηματίζοντας μία λεπτή γραμμή. Ένιωσε το χέρι του Φαντάσματος να φεύγει από πάνω της και τον Άγγελο να την πλησιάζει.
"Λυπάμαι που δεν το είπα νωρίτερα, αλλά μετά από εκείνο το βράδυ δεν έχω χρησιμοποιήσει ξανά τη δύναμη του Δράκου", ανατρίχιασε και μόνο στη σκέψη εκείνης της νύχτας του Ιουνίου.
"Σε καταλαβαίνω, δε χρειάζεται να απολογείσαι", της είπε ήρεμα ο Άγγελος και άπλωσε το χέρι του με σκοπό να την πιάσει από τον ώμο, αλλά τελικά την έπιασε μαλακά από το πιγούνι κάνοντάς την να τον κοιτάξει. Τα καστανά του μάτια κλείδωσαν στα πράσινα δικά της για μερικά δευτερόλεπτα.
"Νομίζω πως πρέπει να πιάσω δουλειά αν θελουμε να τελειώσουμε μια ώρα αρχύτερα", σχολίασε η Χλόη και εμφάνισε μία πένα. Τράβηξε μερικές γραμμές στον αέρα, οι οποίες ενώθηκαν και σχημάτισαν τον αντίθετο ρούνο από αυτόν της Ουράνιας Σφραγίδας. Ήταν ένα απλό σχέδιο με περισσότερες καμπύλες, παρά ίσιες γραμμές.
"Ο ρούνος της Σάαχ! Μα φυσικά!", αναφώνησε ο Άγγελος και της χαμογέλασε.
"Ο ρούνος που έχει τη δύναμη να ξεκλειδώνει τα παντα", δήλωσε το Φάντασμα με τα πράσινα μάτια. "Λίγοι τον γνωρίζουν και ελάχιστοι έχουν την ικανότητα να τον χρησιμοποιούν"
"Και αν τον συνδυάσεις με τον ρούνο του Σαρίφ...", έκανε η κοπέλα και ζωγράφισε τον ρούνο δίπλα από εκείνο της Σάαχ.
"Μπορείς να σπάσεις κάθε ξόρκι", συμπλήρωσε το Φάντασμα με τα γαλανά μάτια και εκείνη έγνεψε καταφατικά.
"Αυτοί οι δύο μαζί, όμως, έχουν παρενέργειες, γι'αυτό πρέπει να τους δέσεις με τους ιαπωνικούς χαρακτήρες για τη λέξη 'πεπρωμένο'"
Πρόσθεσε και την τελευταία γραμμή στον ιαπωνικό χαρακτήρα και έκανε ένα βήμα προς τα πίσω για να θαυμάσει τη δουλειά της.
"Ώρα να εμφανίσεις το σεντούκι, Χλόη", σχολίασε ο Άγγελος.
Η κοπέλα με τα κόκκινα μαλλιά τους κοίταξε όλους έναν προς έναν. "Θα το κάνω, αλλά πρέπει να φύγετε, διότι είναι επικίνδυνα εδώ"
"Εγώ δε σε αφήνω να το περάσεις μόνη σου αυτό", δήλωσε ο νεαρός με τα καστανά μάτια και πρόσεξε πως η Χλόη κοκκίνισε.
"Αλήθεια, το εκτιμώ αυτό, αλλά εδώ μιλάμε για τους πιο ισχυρούς ρούνους. Πρέπει να φύγετε!"
Ο Άγγελος πήγε να εναντιωθεί ξανά στην κοπέλα, αλλά εκείνη τη στιγμή χτύπησε το κινητό του. Πήγε στην κουζίνα να μιλήσει, αφήνοντας τους υπόλοιπους στο σαλόνι.
"Λοιπόν, πρέπει να φύγετε, δεν κάνω πλάκα, η κατάσταση με τους ρούνους και το Κουτί της Πανδώρας είναι επικίνδυνη", επανέλαβε για τρίτη φορά η Χλόη.
"Και να σε αφήσουμε μόνη;", απόρησε το Φάντασμα με τα πράσινα μάτια. "Δεν το νομίζω"
"Τότε θα αναγκαστώ να σας διώξω", δήλωσε και ετοίμασε την πένα της.
"Εντάξει, θα φύγουμε από το διαμέρισμα, αλλά θα είμαστε σε απόσταση αναπνοής, αν συμβεί το οτιδήποτε", είπε το άλλο Φάντασμα και έκανε νόημα στο φίλο του να τον ακολουθήσει.
Ο Άγγελος βγήκε από την κουζίνα με την έκφρασή του συννεφιασμένη.
"Έγινε τίποτα;"
"Ξέχασα το ραντεβού που είχα με τον Γκρέις, αυτό είναι όλο. Οπότε πρέπει να φύγω, αν δε θέλω να μου πάρει το κεφάλι", απάντησε εκείνος.
"Εντάξει, τι περιμένεις; Πάνε!"
"Κι εσύ;"
"Εγώ τι;", έκανε η Χλόη.
"Θα μείνεις μόνη σου"
"Ναι, και; Ούτως ή αλλως εγώ σας είπα να φύγετε και οι φίλοι σου τα Φαντάσματα με άκουσαν σε αντίθεση με σένα. Αν θες να μείνεις, μείνε, απλά να ξέρεις πως εγώ δε θα σε καλύψω στον επιθεωρητή Γκρέις", τον απείλησε και ο νεαρός έχασε το χρώμα του.
"Οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό, σε παρακαλώ! Θα το πει μετά στον στρατηγό Νέργκααρντ και αν γίνει αυτό, την έχω βαμμένη"
"Έχεις πέντε δευτερόλεπτα να εξαφανιστείς", δήλωσε η Χλόη και άρχισε να μετράει αντίστροφα.
"Καλά", έκανε ηττημένος ο Άγγελος. "Μ'έπεισες, φεύγω!"
"Ωραία"
"Χλόη!", αναφώνησε πριν ανοίξει την εξώπορτα του διαμερίσματος. Η κοπέλα τον κοίταξε απορημένη. "Να προσέχεις"
Και με αυτά τα λόγια έκλεισε την πόρτα πίσω του, αφήνοντας την κοκκινομάλλα μόνη.
Η Χλόη ένιωσε τα μάγουλά της να φλέγονται. Τόσο πολύ την επηρέαζε ο Άγγελος;
Κούνησε το κεφάλι της και πήρε μερικές ανάσες για να ηρεμήσει. Χωρίς να το καταλάβει ένα χαμόγελο είχε απλωθεί στο πρόσωπό της. Η αλήθεια ήταν πως είχε καιρό να ακούσει τη συγκεκριμένη φράση από κάποιον άλλο πέρα από την οικογένειά της. Και αυτό την έκανε χαρούμενη, κατά κάποιο τρόπο.
Αλλά τώρα έπρεπε να συγκεντρωθεί αλλού.
Εμφάνισε το Κουτί της Πανδώρας με τη δύναμη του Σμαραγδένιου Δράκου, έπιασε την πένα σφιχτά και με τρεμάμενο χέρι έγραψε τους ρούνους, τους κύκλωσε και από πάνω έγραψε τους ιαπωνικούς χαρακτήρες. Έκανε ένα βήμα πίσω και πήρε μία βαθιά ανάσα. Έτρεμε για το τι θα συναντούσε. Τι είχε επιλέξει να ξεχάσει. Τα συναισθήματα που είχε θάψει.
Πρώτα έλαμψαν τα γράμματα που είχε κάνει με την πένα με μία πρασινωπή λάμψη και στη συνέχεια έλαμψαν με μία χρυσή λάμψη οι ρούνοι της κλειδαριάς. Η χρυσή λάμψη επεκτάθηκε σε όλη την επιφάνεια του μεταλλικού σεντουκιού, σαν να προερχόταν από το εσωτερικό του και έγινε ακόμα πιο δυνατή, ώστε η κοπέλα χρεάστηκε να καλύψει τα μάτια με το χέρι της. Όταν έσβησε η λάμψη, κατέβασε αργά το χέρι και πλησίασε επιφυλακτικά το σεντούκι. Οι ρούνοι που το σφράγιζαν είχαν εξαφανιστεί και η Χλόη άπλωσε διστακτικά το χέρι της προς το σεντούκι. Το έπιασε από το πλάι και οι τρίχες στο σβέρκο της ανασηκώθηκαν με την ξαφνική της επαφή με την κρύα επιφάνειά του και άνοιξε αργά το καπάκι, φοβούμενη για το τι επρόκειτο να ακολουθήσει.
***
Σάββατο 24 Ιουνίου, 23:05
Ημέρα τέταρτη.
Πάνω στην επιφάνεια του γραφείου του επιθεωρητή Γκρέις γινόταν ένας χαμός από χαρτιά, φωτογραφίες, στυλό και άλλα πράγματα. Ο ίδιος ήταν όρθιος πάνω από αυτό και ξεχώριζε τα χαρτιά και τις φωτογραφίες και τα τοποθετούσε σε στοίβες, με τον Άγγελο να τον βοηθάει.
"Και με αυτό, συμπληρώνουμε τη βασική τετράδα των υπόπτων για τη δολοφονία του Αβαούζου", μονολόγησε ο Γκρέις και τοποθέτησε και την τέταρτη φωτογραφία δίπλα στις άλλες τρεις.
"Ου, δεν περίμενα να καταλήξουμε σε αυτούς, επιθεωρητά", δήλωσε ο Άγγελος και χτύπησε απαλά με τον δείκτη του τη φωτογραφία από ένα σαρανταπεντάρι πιστόλι. "Ούτε να είναι τόσο προφανές το όπλο"
"Μα έπρεπε να είναι προφανές"
"Ναι, αλλά δεν πιστεύω πως ήταν σοφή επιλογή να χρησιμοποιήσουν πιστόλι, καθώς η Χλόη μόνο σπαθιά χρησιμοποιεί", δήλωσε ο νεαρός.
"Θα περίμενε κανείς πιο πολλά από αυτούς, μία καλύτερη δουλειά, η οποία δε θα αποκαλυπτόταν τόσο εύκολα"
Ο Άγγελος έγνεψε καταφατικά. "Ακόμα, όμως δεν έχουμε βρει τον πραγματικό ένοχο"
"Μπορεί, αλλά αυτό δε θα αργήσει να συμβεί, Άγγελε, εμπιστεύσου με", απάντησε ο Γκρέις και έσβησε το τσιγάρο που κρατούσε στο γεμάτο από γόπες τασάκι. Είχε υποσχεθεί στη Γαλήνη πως θα βοηθήσει την αδερφή της, την οποία ένιωθε σαν βιολογική του κόρη. Ήταν οικογένεια, βιολογική ή μη.
Αλλά αυτό δεν είχε σημασία, καθώς ο Τόνι ήταν άνθρωπος που δε σήκωνε την αδικία. Και τη Χλόη την είχαν ενοχοποιήσει για κάτι που δεν έκανε μόνο και μόνο για να βρουν ένα ξίφος! Μα πόσο πιο χαμηλά είχαν σκοπό να πέσουν;
Έβγαλε τον καπνό από τα πνευμόνια του με δύναμη και τράβηξε άλλη μια τζούρα από το έκτο τσιγάρο που κάπνιζε μέσα σε μισή ώρα, το οποίο τοποθέτησε ανάμεσα στα χείλη του.
"Η νύχτα προβέπεται μεγάλη...", είπε τραγουδιστά ο Άγγελος και κάθισε σε μία από τις καρέκλες οι οποίες βρίσκονταν στο χώρο.
"Αυτό ξανά πες το!", μουρμούρισε ο επιθεωρητής.
***
Άνοιξε διστακτικά το καπάκι και κοίταξε στο εσωτερικό από το σεντούκι. Μέσα υπήρχαν φωτογραφίες και ένα φθαρμένο σημειωματάριο.
Για να ήταν ειλικρινής, περίμενε να την κατακλύσει ένας χείμαρρος από αναμνήσεις μόλις άνοιγε το Κουτί, ωστόσο τελικά αυτό δεν έγινε.
Η Χλόη πήρε πρώτα στα χέρια της μία από τις φωτογραφίες, η οποία απεικόνιζε τον εαυτό της παρέα με την Ισμήνη να τρώνε πίτσα στο δωμάτιο του κοιτώνα τους. Σε μία άλλη φωτογραφία ήταν όλη η ομάδα της Χλόης και χαμογελούσαν στο φωτογραφικό φακό. Από τα ρούχα τα οποία φορούσαν, η κοπέλα κατάλαβε πως η φωτογραφία είχε τραβηχτεί είτε πριν από κάποια προπόνηση είτε πριν βγουν στην κανονική μάχη. Τοποθέτησε τις δύο φωτογραφίες σε ένα τραπεζάκι και άρχισε να ψαχουλεύει το σεντούκι για κάτι άλλο πέρα από αυτές. Έβγαλε και τις υπόλοιπες και τις τοποθέτησε μαζί με τις δύο φωτογραφίες που είχε βγάλει προηγουμένως και το μόνο αντικείμενο που έμεινε στο σεντούκι ήταν το σημειωματάριο. Κάθισε οκλαδόν στον μαύρο καναπέ και το άνοιξε, αλλά οι πρώτες του σελίδες ήταν λευκές. Το ξεφύλλισε μόνο και μόνο για να διαπιστώσει πως και οι υπόλοιπες σελίδες ήταν κενές.
Εκνευρισμένη πέταξε το σημειωματάριο με δύναμη στο πάτωμα και η ίδια άφησε τον εαυτό της να πέσει πίσω στα μαξιλάρια. Αυτό ήταν μόνο; Το περίφημο Κουτί της Πανδώρας δεν ήταν τίποτα παραπάνω από φωτογραφίες και ένα κενό σημειωματάριο;
Όχι! Σίγουρα κάτι δε θα είχε καταλάβει σωστά, σίγουρα κάτι θα της είχε ξεφύγει!
Σηκώθηκε απότομα και έπιασε τις φωτογραφίες. Της επεξεργάστηκε, αλλά φαινομενικά ήταν απλό χαρτί, τίποτα το ιδιαίτερο και γι'αυτό ετοίμασε την πένα της. Πήρε μία φωτογραφία, τη γύρισε ανάποδα και σχημάτισε ένα απλό ρούνο στη γωνία του χαρτιού. Σχεδόν αμέσως τη διαπέρασε ένας οξύς πόνος στο κεφάλι και τότε κατάλαβε πως η παράσταση μόλις ξεκινούσε.
***
Δύο χρόνια πριν.
Πήρε στα χέρια της το χαρτί με το μισοτελειωμένο σκίτσο, το τσαλάκωσε και το πέταξε στον ήδη γεμάτο κάδο που είχε δίπλα από το γραφείο της. Ήταν η δέκατη φορά που προσπαθούσε να εφεύρει κάποιον ρούνο και δεν τα κατάφερνε και συνεπώς την είχε πάρει από κάτω. Κανονικά θα έπρεπε να τον είχε έτοιμο εδώ και δύο μέρες, αλλιώς το σχέδιο της Χλόης θα πήγαινε στράφι. Αλλά δεν ερχόταν με το έτσι θέλω η έμπνευση και αυτό τουλάχιστον η φίλη της το καταλάβαινε και προσπαθούσε κι εκείνη με τη σειρά της να βρει μία εναλλακτική λύση.
Αναστέναξε και πέρασε τα δάχτυλα της ανάμεσα από τα καστανά της μαλλιά. Έπρεπε να το σχεδιάσει σήμερα και θα το έκανε, γι'αυτό πήρε την ενδέκατη κόλλα χαρτί, έπιασε ξανά το μολύβι στο χέρι και ετοιμάστηκε να σχεδιάσει, όταν κάποιος άνοιξε την πόρτα του δωματίου.
"Ισμήνη! Ακόμα έτσι είσαι;", έκανε η Χλόη, εννοώντας το απλό φούτερ και το σορτσάκι της κολλητής της, ενώ η ίδια φορούσε τα ρούχα της προπόνησης. "Έχουμε προπόνηση σε δέκα λεπτά!"
"Πήγαινε πρώτη εσύ στο κέντρο προπόνησης και έρχομαι σε λίγο κι εγώ", απάντησε και η κοκκινομάλλα έγνεψε καταφατικά και εξαφανίστηκε. Η Ισμήνη άφησε το μολύβι πάνω στο λευκό χαρτί και έσπευσε να ετοιμαστεί. Θα συνέχιζε αργότερα την προσπάθεια για έναν καλό ρούνο, ακόμα κι αν αυτό σήμαινε πως θα ξενυχτούσε πάνω από το γραφείο της.

Ξανθίππη Γιωτοπούλου