Φοίνιξ (Κεφάλαιο 5)

Ο άντρας τον είχε πιάσει από το πέτο του πουκαμίσου του και τώρα τον τραβολογούσε με μανία. Κατέβαιναν τις σκάλες γρήγορα, με τα βήματά τους να αντηχούν στο εσωτερικό του κτιρίου. Κάποιοι που ανέβαιναν τα σκαλιά τους κοιτούσαν παραξενεμένοι και στη συνέχεια απλά τους αγνοούσαν, μιας και είχαν άλλες δουλειές από το να χαζεύει δύο νεαρούς να επιλύουν τις διαφορές τους. Η εξώπορτα της πολυκατοικίας ήταν ανοιχτή κι έτσι ο άντρας με το μούσι απλά έσπρωξε τον Τζέιμς έξω στο πεζοδρόμιο. Βγήκε κι αυτός φορτσάτος έξω και τον έπιασε ξανά από τον γιακά.

«Ξέρεις τι κάνω σε τύπους σαν κι εσένα;» γρύλισε.

«Ας πούμε πως δε θέλω να μάθω» απάντησε ο Τζέιμς και με δύο κινήσεις ελευθερώθηκε από το κράτημα του τύπου. Ο κόσμος που περνούσε δεν τους έδινε σημασία παραπάνω από ένα δευτερόλεπτο, πράγμα για το οποίο ο νεαρός ήταν ευγνώμων.

«Έχεις το θράσος και το λες αυτό μετά από όλα όσα της έκανες!» φώναξε εξαγριωμένος ο μουσάτος.

«Δεν έχω την παραμικρή ιδέα για ποιο πράγμα μιλάς!».

«Αναφέρομαι στο θράσος που είχες για να εκβιάσεις την κοπέλα μου!»

«Ποια είναι η κοπέλα σου, άνθρωπέ μου;» φώναξε με τη σειρά του ο Τζέιμς. Το μυαλό του έπαιρνε εκατοντάδες στροφές το δευτερόλεπτο και δημιουργούσε απίστευτα σενάρια, τα οποία δεν ήθελε να πιστέψει.

«Εκείνη η ξανθιά που ήρθε και σου μίλησε!»

Η Ιωάννα, σκέφτηκε ο νεαρός με τα καστανά μάτια.

«Μάλιστα»

Παύση. Και μετά:

«Καλύτερα, τότε να μάθεις πως δεν της έκανα τίποτα και όλα όσα σου είπε είναι ψέματα!»

Ο άντρας κάγχασε.

«Εσύ ποιον νομίζεις πως θα πιστέψω; Την κοπέλα μου ή τον εκβιαστή της;».

«Από πότε είναι κοπέλα σου;».

«Μισό χρόνο τώρα» απάντησε αυθόρμητα εκείνος.

«Τότε μάθε, πως μας δούλευε και τους δύο ψιλό γαζί!» δήλωσε με σθένος ο Τζέιμς και παρατήρησε, με μεγάλη του ευχαρίστηση, ότι ο μουσάτος σάστισε. Αυτό του έδωσε την ευκαιρία να συνεχίσει να μιλάει. «Η Ιωάννα τα είχε και με τους δύο μας ταυτόχρονα! Χτες τη χώρισα και τώρα θέλει να με εκδικηθεί!».

«Κι εγώ γιατί να σε πιστέψω;».

«Με την ίδια λογική, για ποιο λόγο να πιστέψεις την Ιωάννα;» είπε αποφεύγοντας την ερώτηση.

«Επειδή είναι κοπέλα μου, φυσικά!» γρύλισε την απάντηση και επιτέθηκε στον Τζέιμς, ο οποίος έκανε ένα βήμα στο πλάι για να τον αποφύγει.

«Παίζει μαζί σου!».

Αυτή τη φορά ο άντρας κατάφερε και τον έπιασε, κολλώντας τον στον πλησιέστερο τοίχο. Αυτή η κίνηση έκανε τα λαμπάκια του Τζέιμς να ανάψουν. Δε θα άφηνε κάποιον τυχαίο να του συμπεριφέρεται έτσι! Δεν είχε κανένα δικαίωμα! Με μία απότομη κίνηση τον έσπρωξε από πάνω του, πιάνοντάς τον απροετοίμαστο. Ένιωθε τη φωτιά να φουντώνει λεπτό με το λεπτό μέσα του. Ωστόσο, αυτή τη φορά δεν την καταπίεσε. Αρκετό καιρό τώρα το έκανε, αλλά όχι εκείνη τη στιγμή.

Ο άντρας φάνηκε να εξαγριώνεται από τη συγκεκριμένη κίνηση του νεαρού. Το μάτι του γυάλισε ακόμα πιο πολύ και τα χείλη του τραβήχτηκαν προς τα πίσω, δείχνοντας τα δόντια του. Έμοιαζε περισσότερο με κάποιο άγριο σκυλί παρά με άνθρωπο. Ο Τζέιμς κατάλαβε πως δε γλίτωνε τη σύγκρουση κι έτσι φρόντισε να πάρει μία καλύτερη στάση, αμυντική. Δεν είχε σκοπό να επιτεθεί πρώτος, μόνο να αμυνθεί. Ο άλλος άντρας έτρεξε κατά πάνω του σαν πολιορκητικός κριός. Και η πρώτη μπουνιά της βραδιάς έπεσε.

«Ο Τζέιμς ακόμα στην τουαλέτα είναι;» απόρησε ο Κρίστοφερ και με το βλέμμα του επεξεργάστηκε το χώρο του μπαρ. Ήπιε μία γουλιά από το κοκτέιλ που είχε μπροστά του και ασυναίσθητα το κοπάνησε στο ξύλινο τραπεζάκι, καθώς άφηνε κάτω το ποτήρι.

«Χαλάρωσε!» αναφώνησε ο Άγγελος. «Πόση ώρα λείπει;».

«Δέκα λεπτά με το ρολόι. Δεν είναι φυσιολογικό αυτό!».

«Μήπως ανησυχείς περισσότερο από το κανονικό, αγάπη μου;» έκανε η Μυρτώ, η οποία καθόταν δίπλα στο αγόρι της και πέρασε το χέρι της γύρω του, γέρνοντας ταυτόχρονα στον ώμο του.

Εκείνος την κοίταξε απλά. «Α, όχι, αυτό δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτά που θα έκανε ο Μαξ αν ήταν στη θέση μου» δήλωσε και η κοπέλα έπρεπε να παραδεχτεί ότι ο Κρίστοφερ είχε δίκιο. Ο Μαξ δε θα είχε υπολογίσει τίποτα και θα είχε κάνει έφοδο στις γυναικείες τουαλέτες, αν η Μυρτώ είχε αργήσει πάνω από πέντε λεπτά.

«Σε παρακαλώ, μη μπαίνει το κακό στο μυαλό σου» προσπάθησε να τον καθησυχάσει.

«Μπορεί απλά να ήθελε να κάνει την ανάγκη του» σχολίασε ο Άγγελος.

«Έχω ένα κακό προαίσθημα για όλο αυτό...» μουρμούρισε ο νεαρός με τα πράσινα μάτια.

«Γιατί έχουν μαζευτεί όλοι στα κάγκελα και κοιτάνε κάτω στο δρόμο;» ρώτησε η Θάλεια, αναφερόμενη στον κόσμο που είχε μαζευτεί και κοιτούσε περίεργα προς το έδαφος.

Μερικοί είχαν εκφράσεις έκπληξης και άλλοι σιγομουρμούριζαν, αλλά όλοι παρακολουθούσαν τι συνέβαινε με περίσσιο ενδιαφέρον. Κάποιοι, μάλιστα, είχαν βγάλει τα κινητά τους και τραβούσαν βίντεο. Χωρίς να χάσει ούτε δευτερόλεπτο, ο Κρίστοφερ κατευθύνθηκε προς την κουπαστή και έστρεψε το βλέμμα του προς τα κάτω.

Δύο νεαροί άντρες πάλευαν και γύρω τους είχε μαζευτεί κόσμος, κλείνοντάς τους σε έναν κύκλο. Αντάλλασσαν μπουνιές και θύμιζαν άγρια θηρία. Η ανάσα του νεαρού πιάστηκε στο λαιμό του, αναγνωρίζοντας το καστανό κεφάλι του αδερφού του. Τα χέρια του σφίχτηκαν σε γροθιές και ένιωσε την οργή να φουντώνει μέσα του. Απομακρύνθηκε από τα κάγκελα και προχώρησε προς το τραπέζι της παρέας. Άφησε μερικά χαρτονομίσματα μπροστά από τη Μυρτώ.

«Πληρώστε εσείς. Εγώ πάω να μαζέψω τον Τζέιμς» δήλωσε λακωνικά και έφυγε φουριόζος με τον Άγγελο και τη Θάλεια να τον ακολουθούν κατά πόδας.

Κατέβαινε τα σκαλιά τρία - τρία, ώσπου έφτασε στην είσοδο του κτιρίου. Άρχισε να σπρώχνει τον κόσμο για να περάσει και να φτάσει στο κέντρο του κύκλου, εκεί όπου πάλευε ένας άντρας με μούσια με το μικρό του αδερφό. Μπήκε ανάμεσά τους και ο μουσάτος κόντεψε να πλακώσει στο ξύλο αυτόν αντί για τον Τζέιμς.

«Αρκετά!» φώναξε και έπιασε γερά με την παλάμη του τον πήχυ του χεριού του άντρα. Εκείνος φάνηκε να εκπλήσσεται και τραβήχτηκε προς τα πίσω, συνειδητοποιώντας τι γινόταν.

Από πίσω από τον Κρίστοφερ, ο Άγγελος είχε κλείσει το χέρι του γύρω από τον αγκώνα του Τζέιμς, ο οποίος βαριανάσαινε σαν να είχε τρέξει σε μαραθώνιο.

«Αφήστε με να του διδάξω ένα μάθημα του μικρού από εκεί!» φώναξε, ανακτώντας τη φωνή του εκείνος.

Ο Κρίστοφερ μπήκε μπροστά του, καλύπτοντας έτσι τελείως τον αδερφό του. «Μην τολμήσεις να τον πλησιάσεις ούτε στα δύο μέτρα!» γρύλισε απειλητικά με χαμηλή φωνή. Το βλέμμα του ήταν αντάξιο ενός δολοφόνου, ή και χειρότερο, αν αναλογιζόταν κανείς πως ο Κρίστοφερ ανήκε στους εκδικητές της πόλης, τα Φαντάσματα.

Ωστόσο, ο άντρας δεν έδειξε να πτοείται. Έκανε ένα βήμα προς τον νεαρό με τα πράσινα μάτια και ίσιωσε τον κορμό του.

«Φύγε από μπροστά μου! Ο μικρός πρέπει να μάθει να μην τα βάζει με την κοπέλα μου!».

«Ο αδερφός μου δεν έχει κάνει τίποτα στην κοπέλα σου!» απάντησε ο Κρίστοφερ, ενώ έκανε τη σύνδεση των γεγονότων στο μυαλό του. Αυτός ο άντρας ήταν το καινούριο ταίρι της Ιωάννας, την οποία ο Τζέιμς είχε χωρίσει μόλις την προηγούμενη μέρα.

«Μην τον καλύπτεις!» δήλωσε εκείνος, αγριεύοντας. «Πρέπει να πληρώσει και ΘΑ πληρώσει!».

Έκανε να δώσει μπουνιά στον Κρίστοφερ, αλλά ο νεαρός την απέφυγε με ευκολία και με το πόδι του σημάδεψε το πίσω μέρος του γονάτου του αντιπάλου του. Του έριξε κλωτσιά εκεί και ο άντρας έχασε την ισορροπία του και σωριάστηκε στη βρόμικη άσφαλτο. Λίγο έλειψε για να μην εμφανίσει το σπαθί του και τον απειλήσει με εκείνο.

«Θες μάθημα; Ε, λοιπόν μάθε πότε να χρησιμοποιείς τις μπουνιές σου! Και σταμάτα να παίζεις τον μάγκα, γιατί δεν είσαι!» είπε βλοσυρά ο νεαρός με τα πράσινα μάτια του να πετάνε φωτιές. Έκανε νόημα στον Άγγελο να πάρει τον Τζέιμς και να φύγουν από εκεί. Αρκετά ρεζίλι είχαν γίνει.

Μόλις κατέβηκαν στην είσοδο και η Θάλεια αντίκρισε τον Τζέιμς να παλεύει με εκείνον τον μουσάτο, τον νυν της Ιωάννας, έχασε τη γη κάτω από τα πόδια της. Ο Κρίστοφερ με τον Άγγελο είχαν ήδη φτάσει στο κέντρο του κύκλου. Κούνησε το κεφάλι της και άρχισε να φωνάζει στους ανθρώπους που ήταν μαζεμένοι εκεί:

«Εσείς τι κοιτάτε; Δουλειές δεν έχετε;» και «Φύγετε από εδώ! Η παράσταση τελείωσε!»

Μπήκε μπροστά από δύο τρεις κάμερες κινητών, διακόπτοντας έτσι τις βιντεοσκοπήσεις, ώσπου εντόπισε την Ιωάννα. Η ξανθιά κοπέλα, ο κλώνος της Μπάρμπι, είχε υψωμένο το κινητό της και τραβούσε βίντεο, χαμογελώντας διαβολικά. Μόνο τα κέρατα και η ουρά τής έλειπαν. Την είχε κόψει η Θάλεια από την αρχή πως δεν ήταν σόι η κοπελιά, αλλά δεν μπορούσε να κάνει και τίποτα όταν τα είχε με τον Τζέιμς. Κατευθύνθηκε με γοργό βήμα προς το μέρος της και τη χτύπησε μαλακά στον ώμο με τον δείκτη της για να της τραβήξει την προσοχή.

«Εσύ το ενορχήστρωσες όλο αυτό;».

Η Ιωάννα της έριξε μία απαξιωτική ματιά και γύρισε πίσω στην οθόνη της συσκευής της.

«Εγώ. Ο Τζέιμς έπρεπε να πάρει ένα μάθημα που με χώρισε! Και για ποιον; Για σένα! Ποιος θα το πίστευε πως ο Τζέιμς διάλεξε εσένα!».

«Ο Τζέιμς μπορεί να κάνει ό,τι θέλει! Ελεύθερος άνθρωπος είναι! Και απορώ, δηλαδή πως έμπλεξε με σένα που είσαι τόσο καταπιεστική!» είπε η Θάλεια. Αυτή η κοπέλα την έβγαζε έξω από τα ρούχα της! «Ποτέ δε θα καταλάβω πώς βρίσκεις χαρά στη μιζέρια των άλλων! Μήπως για να καλύψεις τη δική σου;».

«Τι είπες μόλις τώρα;» γρύλισε απειλητικά η Ιωάννα.

«Αυτό που άκουσες! Και σταμάτα να τραβάς βίντεο!».

«Γιατί; Αφού για μένα παλεύουν!» δήλωσε με στόμφο η κοπέλα με τα γαλανά μάτια. Τα λαμπάκια της Θάλειας άναψαν επικίνδυνα. Ποια νόμιζε ότι ήταν τέλος πάντων; Με μία κίνηση του χεριού της άρπαξε το κινητό της Ιωάννας και το πέταξε στην άσφαλτο. Πάτησε πάνω του με το πόδι της και το έλιωσε κάτω από το τακούνι από το σανδάλι της, κάνοντας την οθόνη χίλια κομμάτια.

«Πώς τολμάς;» ούρλιαξε έξω φρενών η Ιωάννα. Το πρόσωπό της είχε παραμορφωθεί από το θυμό.

«Εγώ ή εσύ;» απάντησε η Θάλεια. «Κανονικά εγώ θα έπρεπε να το ρωτάω αυτό, βλέπεις! Τι κατάλαβες που έβαλες δύο ανθρώπους να πλακωθούν στο ξύλο χωρίς λόγο;».

Η ξανθιά κοπέλα πήγε να της ορμήξει και ήταν έτοιμη να της βγάλει το μαλλί τρίχα - τρίχα, αλλά την πρόλαβε εγκαίρως η Χλόη, μπαίνοντας μπροστά από τη Θάλεια.

«Αρκετά δεν προκάλεσες μέχρι τώρα;» σχολίασε η κοκκινομάλλα βλοσυρά.

«Φύγε από μπροστά μου να την ξεμαλλιάσω!».

Η Χλόη πλατάγισε τη γλώσσα της και την κάρφωσε με ένα δολοφονικό βλέμμα που έκανε την Ιωάννα να μαζευτεί.

«Εσύ φύγε από μπροστά μου, να μη σε βλέπω! Και αν τολμήσεις να ενοχλήσεις ξανά κάποιον από εμάς, να ξέρεις ότι θα το μετανιώσεις πικρά!».

«Εσείς θα το μετανιώσετε!» τέντωσε το δείκτη της απειλητικά προς το μέρος τους. «Δεν ξέρετε με ποια έχετε να κάνετε!».

«Ούτε κι εσύ ξέρεις με ποια τα έβαλες μόλις! Οπότε μάζεψε τη γλώσσα σου!» είπε η κοπέλα με τα πράσινα μάτια.

«Θα σας καταστρέψω!» κατέληξε η Ιωάννα πριν τους γυρίσει πλάτη και απομακρυνθεί από εκεί.

«Αυτή η κοπέλα ξυπνάει μέσα μου το δολοφονικό ένστικτο!» μουρμούρισε η Θάλεια και η Χλόη έγνεψε καταφατικά συμφωνώντας.

«Αν δε με εμπόδιζε ο Δράκος, θα την είχα κάνει ένα με την άσφαλτο» της ξέφυγε άθελά της.

Η Θάλεια γούρλωσε έκπληκτη τα καστανά της μάτια. «Ποιος Δράκος;».

«Ο Σμαραγδένιος. Δεν υπάρχει άλλος».

«Είσαι η-» τραύλισε η κοπέλα. «Ξέρεις, η- η κάτοχος του Σμαραγδένιου Δράκου;».

«Ναι» παραδέχτηκε η Χλόη.

Ακόμα δεν είχε συνηθίσει την παρουσία του Σμαραγδένιου Δράκου μετά από δύο χρόνια σιωπής μέσα στο κεφάλι της.

«Χλόη! Θάλεια!» άκουσαν τη φωνή της Μυρτώς να τις καλεί και γύρισαν προς αυτή. «Φεύγουμε!»

Ο Κρίστοφερ έβγαλε τα κλειδιά του σπιτιού από την τσέπη του και με γρήγορες κινήσεις ξεκλείδωσε την εξώπορτα. Μπήκε πρώτος και άναψε τα φώτα, ενώ από πίσω του τον ακολουθούσαν ο Άγγελος με τον Τζέιμς, η Μυρτώ, η Χλόη και η Ηλιάνα. Η Θάλεια τους είχε αφήσει, λέγοντας πως είχε να πάει σπίτι της. Στην πραγματικότητα, έπρεπε να φύγει για να πάει στη βάρδιά της σαν Φάντασμα. Και οι φίλοι του Τζέιμς είχαν φύγει, μετά από προτροπή του μεγάλου του αδερφού.

Ο Τζέιμς κάθισε στον έναν από τους καναπέδες με τον Κρίστοφερ όρθιο μπροστά του να επιθεωρεί τα τραύματα.

«Πόσες έφαγες;» ρώτησε λακωνικά.

«Δεν έχω ιδέα».

«Θες να μου πεις τι έγινε και εκείνος ο γορίλλας σου επιτέθηκε;».

Ο Τζέιμς άφησε έναν αναστεναγμό να του ξεφύγει.

«Απ όσο κατάλαβα, η Ιωάννα του είπε ότι την απειλούσα ή κάτι τέτοιο…»

Έκανε μία παύση και πρόσεξε πως το σαγόνι του μεγάλου του αδερφού ήταν σφιγμένο.

«Αποδείχτηκε πως τα είχε παράλληλα και με τους δύο μας».

Η Μυρτώ έφερε πάγο τυλιγμένο σε μία πετσέτα και του τον έδωσε και ο Τζέιμς τον τοποθέτησε στο ζυγωματικό του.

Σιωπή.

«Απόψε θα μείνεις σε μένα» δήλωσε ο Κρίστοφερ. «Δεν μπορείς να πας στο σπίτι έτσι. Θα αρχίσουν τις ερωτήσεις, οπότε πρέπει να δούμε τι θα απαντήσουμε».

«Μπορείτε να τους πείτε την αλήθεια» πρότεινε ο Άγγελος.

«Ή να μην πείτε τίποτα» παρενέβη η Ηλιάνα.

«Θα δούμε» απάντησε ο Κρίστοφερ, παίρνοντας μία βαθιά ανάσα.

«Κρις, μήπως θέλεις να μείνω εδώ σήμερα;» ρώτησε ο Μυρτώ.

«Πήγαινε να ξεκουραστείς, δε χρειάζεται» απάντησε εκείνος.

«Εντάξει, αγάπη μου, αλλά μη διστάσεις να πάρεις τηλέφωνο, ό,τι κι αν χρειαστείς» είπε η κοπέλα με τα γκρι μάτια και αγκάλιασε το αγόρι της και του έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο. Ο νεαρός της ανταπέδωσε την αγκαλιά και την καληνύχτισε με ένα φιλί στα χείλη.

Ξανθίππη Γιωτοπούλου