Ματωμένες Πύλες (Κεφάλαιο 24)

Τι έκανες; Νομίζεις ότι θα γίνεις έτσι ήρωας; Νομίζεις ότι κάνεις το σωστό; φωνάζω μέσα μου και την κατηγορώ, καθώς τη σφίγγω στην αγκαλιά μου. Οι αναμνήσεις μου είναι εδώ, αλλά τα συναισθήματά μου παραμένουν ίδια. Ναι, θυμήθηκα πλήρως τη Spero, αλλά αυτό που νιώθω για την Εχεκράτεια είναι διαφορετικό. Είναι… πιο δυνατό. Πιο όμορφο. Και τώρα χάθηκε. Μαζί της χάθηκα και εγώ…

«Δεν καταλαβαίνω» λέει ο Ηρακλής φανερά μπερδεμένος. Έρχεται από πάνω μου και κοιτάζει θλιμμένος το νεκρό σώμα της κοπέλας. Πετάγομαι εξαγριωμένος όρθιος και κάνει ενστικτωδώς ένα βήμα πίσω.

«Θες να μάθεις τι συμβαίνει; Ε λοιπόν δες!» του λέω απότομα και πιάνω με τα δύο μου χέρια το κεφάλι του. Ο Ηρακλής συσπάται ολόκληρος και τα μάτια του γίνονται λευκά, όπως τα δικά της, όταν έβλεπε οράματα. Του τα δείχνω όλα, πώς τη γνώρισα, ποιος ήμουν, τι έκανε, ποια είναι πραγματικά. Γιατί τώρα βρίσκεται νεκρή… Το σώμα του παράλυτο πέφτει κάτω καθώς βλέπει τις εικόνες που έβαλα στο μυαλό του. Θα αργήσει λίγο να ξυπνήσει.

Ξαφνικά ένας εκκωφαντικός, γνώριμος ήχος ακούγεται από έξω. Με μια κίνηση τα φτερά μου ανοίγουν και βγαίνω με δύναμη από το δωμάτιο. Κοιτάζω γύρω μου για να εντοπίσω από που έρχεται αυτός ο ήχος. Ακούω ουρλιαχτά και μπροστά μου βλέπω μια τεράστια δέσμη φωτός. Spero... Πάω προς τα εκεί με τεράστια ταχύτητα και το φως σβήνει. Είναι εδώ. Και είναι όπως παλιά. Βάζω περισσότερη δύναμη στα φτερά μου και μπροστά μου βλέπω τη Spero, που πετάει προς τον ναό του Απόλλωνα.

«Spero!» της φωνάζω και εκείνη γυρνάει και με κοιτάει. Σταματάει και την επόμενη στιγμή βρισκόμαστε αγκαλιά. Πόσο όμορφη αίσθηση. Πόσο μου έλειψες... Σφίγγουμε ο ένας τον άλλον δυνατά και μετά παίρνει το κεφάλι μου ανάμεσα στα χέρια της.

«Μην αφήσεις τη θυσία της να πάει στράφι. Κανενός τη θυσία. Κάνε αυτό που πρέπει» μου λέει καθώς με κοιτάζει επιβλητικά, αλλά και συμπονετικά, στα μάτια. Η εικόνα του άψυχου σώματος της Εχεκράτειας πλημμυρίζει ξανά το μυαλό μου και αποστρέφω το βλέμμα μου, για να μη δει τον πόνο που νιώθω.

«Θέλω να φανείς δυνατός. Ξέρω πώς νιώθεις και δε θα στο πάρω ποτέ. Ούτε θα απαιτήσω να το δώσεις σε εμένα. Μόνο μην είσαι αδύναμος» μου λέει καθώς προσπαθεί να με κάνει να την κοιτάξω ξανά.

Η ενέργεια που μου στέλνει είναι τόσο δυνατή που με γεμίζει και με κάνει να ανακουφιστώ κάπως, καθώς ακούω την αγγελική φωνή της. Το ένιωσε και η ίδια. Δεν υπάρχει πλέον ερωτικός δεσμός μεταξύ μας. Αλλά δε θα φύγει ποτέ η αγάπη μας. Αυτή η ένωση θα μείνει για πάντα μέσα στις καρδιές μας και ό,τι και εάν συμβεί πάντα ο ένας θα αγαπάει τον άλλον. Όπως και εάν επιλέξει ο καθένας μας να συνεχίσει τον δρόμο του… Της κουνάω θετικά το κεφάλι και τότε μια δέσμη φωτός πέφτει από πίσω της. Άλλη μια πέφτει δεξιά μας και μια αριστερά. Μια ακόμα πέφτει κατευθείαν πάνω στη Spero και τη ρίχνει κάτω με δύναμη. Περίεργα, επικίνδυνα φώτα συνεχίζουν να πέφτουν από τον ουρανό. Μέχρι να συνειδητοποιήσω τι συμβαίνει, δύο άγγελοι ετοιμάζονται να μου επιτεθούν στα πλάγια. Βάζω το χέρι μου πίσω από την πλάτη μου και βγάζω την τρίαινα του Ποσειδώνα. Σταματάνε απότομα και με κοιτάζουν εξοργισμένοι.

Οι έξι αρχάγγελοι που απέμειναν βρίσκονται μπροστά μου, ανάμεσά τους και ο δαίμονας. Ο Diligitis[1] φαίνεται να έχει την αρχηγία τώρα. Είναι ο στρατηγός του κόκκινου τάγματος. Ο Virtus[2] είναι ο αρχάγγελος του κίτρινου τάγματος. Ο Verus[3] είναι αρκετά νέος για άρχοντας των ουρανών και δεν έχει δικό του τάγμα. Ο Felicitas[4] κυριαρχεί στο μπλε τάγμα. Τα αδέρφια Sophus[5] και Sapientia[6] έχουν το λευκό τάγμα. Τα τέσσερα μεγάλα τάγματα ανήκουν στους εκλεκτούς των θεών: τον Δία, τον Ποσειδώνα, την Αθηνά και τον Απόλλωνα. Με κοιτάζουν όλοι και είναι έτοιμοι για την επόμενή μου κίνηση.

«Πού το βρήκες αυτό;» φωνάζει ο Virtus. Κοιτάζω κάτω και βλέπω τον δαίμονα να πιέζει το κεφάλι της Spero στη γη.

«Άφησέ τη να φύγει!»

«Ποτέ!» φωνάζει και την πιέζει ακόμα πιο πολύ κάτω.

Τα νεύρα μου αρχίζουν και τεντώνονται. Ο κόσμος γύρω μου σκοτεινιάζει. Νιώθω μια απαίσια ενέργεια να με κατακλύζει και οι άγγελοι απομακρύνονται από κοντά μου. Αυτό ήταν. Θα πεθάνουν όλοι...

«Όχι! Μη!» ακούω τη φωνή της Spero και για μια στιγμή τα μάτια μου ξεθολώνουν και η μαύρη ενέργεια εξαφανίζεται.

«Περίμενε. Δεν ήρθαμε για κακό».

«Σκάσε!» φωνάζει ο Verum και της κλείνει το στόμα απότομα.

«Περίμενε, Verum!» λέει ο Sophus και σηκώνει το χέρι του για να τον σταματήσει. Κοιτάζει εξεταστικά εμένα και μετά τη Spero.

«Έχετε μια μόνο ευκαιρία. Εάν κάνετε κάτι λάθος, θα πεθάνετε και οι δύο» μας λέει επιβλητικά.

«Δεν έχουν δικαίωμα να μιλήσουν οι προδότες!» φωνάζει ο Verum και τραβάει τη Spero από τα μαλλιά. Είμαι έτοιμος να του επιτεθώ, αλλά ξέρω καλά ότι, εάν η Spero το ήθελε, θα είχε απελευθερωθεί ήδη. Δεν το κάνει όμως. Εάν κάνει οποιαδήποτε λάθος κίνηση, θα σημάνει το τέλος μας.

«Σε παρακαλώ, Diligitis! Άκουσέ μας» λέω στον αρχηγό τους. Προσπαθώ να φανώ ήρεμος. Πρέπει να πειστεί πως αυτό που έχω να πω είναι σημαντικό και κυρίως αληθινό.

«Θέλουν να σε παραπλανήσουν! Μην τους α-»

«Αρκετά!» φωνάζει ο Diligitis και σωπαίνει.

«Spero, για πολλούς αιώνες ήσουν αρχάγγελος του θεού Απόλλωνα. Θέλω να ακούσω μια καλή ιστορία» της λέει και ο Verum την αφήνει να φύγει.

«Δεν είναι αυτό που νομίζετε! Υπάρχει ένας δαίμονας ανάμεσά που σας χειραγωγεί!» λέει και δείχνει τον Verum. Εκείνος καγχάζει.

«Αυτό είναι γελοίο!» λέει και συνεχίζει να γελάει.

«Σιωπή!» βροντοφωνάζει ο Diligitis και ο Verum σταματάει.

«Τι απόδειξη έχεις για αυτό;» τη ρωτάει και εκείνη κοιτάζει εμένα με νόημα. Τότε εγώ πλησιάζω τον Diligitis και απλώνω το χέρι μου. Με κοιτάζει διστακτικά και μετά από μερικές στιγμές με ακουμπάει. Του δείχνω τις αναμνήσεις της Spero, εκείνες που μου έδειξε πριν λίγο καιρό. Του δείχνω τις σκηνές από τον ναό του Απόλλωνα, που την πρόδωσε ο δαίμονας, επειδή δε θέλησε να γίνει δικιά του. Το μυαλό του επανέρχεται και κοιτάζει σοκαρισμένος τον Verum.

«Δεν είναι αρκετό. Όσα είδα μπορεί να είναι γεμάτα με ψέματα» λέει και τότε η Spero βγάζει αστραπιαία ένα χρυσό μαχαίρι που είχε κρυμμένο πάνω της.

«Αυτό μπορεί να σε πείσει» του λέει και κόβει τον Verum στο μπράτσο. Από το σημείο που μόλις χτυπήθηκε βγαίνει μαύρη ενέργεια. Ο Verum προσπαθεί να την κρύψει, αλλά είναι πολύ αργά. Το είδαν όλοι. Εκείνος βάζει τα γέλια και σηκώνει σατανικά το κεφάλι του πάνω και μας κοιτάζει.

«Δε βαριέσαι; Έτσι και αλλιώς, αύριο θα πεθαίνατε όλοι. Τώρα θα πεθάνετε μία ώρα αρχύτερα!» Τι έχει στο μυαλό του; Όλοι παρατάσσονται απέναντί του και βγάζουν επιτόπου τα όπλα τους.

«Φανερώσου δαίμονα!» προστάζει ο Virtus.

«Mendacium» λέει και τα μάτια του μαυρίζουν.

Όλη η πλάση σκοτεινιάζει και μια ανατριχίλα διαπερνά το σώμα μου. Ο Mendacium τότε μεγαλώνει και γίνεται όλο και πιο δυνατός. Από μέσα του βγαίνουν χιλιάδες άλλοι δαίμονες, μικροί και μεγάλοι. Δεν επιτίθενται όλοι σε εμάς. Μερικοί φεύγουν, για να σπείρουν τη διχόνοια. Ο Mendacium κλείνει τις πύλες και κατευθύνεται προς τη Spero, ενώ το σαρδόνιο γέλιο ακούγεται στο πέρασμά του. Η Spero δεν έχει το όπλο της και δεν μπορεί να αμυνθεί. Πετάω προς το μέρος της και με όλη μου τη δύναμη σπρώχνω μακριά τον προδότη. Για μια στιγμή χάνεται, αλλά όχι για πολύ. Απλώς κρύβεται, ψάχνοντας την κατάλληλη στιγμή για να της επιτεθεί.

«Αφού δε θα σε έχω εγώ… δε θα σε έχει κανείς» έρχονται τα λόγια του σαν σπίθες μέσα μου. Δε θα την αφήσει ποτέ ήσυχη. Δε θα ηρεμήσει εάν δεν τη δει να υποφέρει. Ο δαίμονας πρέπει να καταστραφεί.

Κοιτάζω για μια στιγμή γύρω μου. Ξαφνικά το όραμά μου γίνεται πραγματικότητα. Φωτιές και καταστροφή υπάρχει παντού. Κόσμος τρέχει για να σωθεί. Οι πιο δυνατοί πολεμούν και πολλοί πεθαίνουν στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν. Χάος και καταστροφή επικρατεί γύρω μας και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να μαχόμαστε μέχρι τελικής πτώσεως. Ο ένας μετά τον άλλον έρχονται κατά πάνω μας και προσπαθούν να μας κατασπαράξουν. Αυτό ήταν το σχέδιο. Αύριο θα εμφανίζονταν οι καινούριοι αρχηγοί με τα όπλα και τότε θα άνοιγε η πύλη του σκότους και θα κατέστρεφε τα πάντα.

«Spero! Κάλεσε το τάγμα σου για βοήθεια!» της φωνάζει ο Diligitis.

«Δεν μπορώ. Δεν έχω το τόξο μου!» φωνάζει ενώ αποφεύγει τους δαίμονες γύρω της.

«Σε καλύπτω!» της φωνάζω και την ακολουθώ στον ναό του Απόλλωνα.

Τα τάγμα της Spero είναι το πιο δυνατό τάγμα, όμως βρίσκεται ακόμη σε καταστολή. Τα όπλα δεν ξύπνησαν, άρα και τα τάγματά μας ακόμα κοιμούνται. Τα τάγματα των άλλων αρχαγγέλων καταφθάνουν, αλλά δεν είναι αρκετά. Η δύναμή τους δεν ήταν ποτέ αρκετή για να αναπληρώσει το κενό… Για αυτό ο κόσμος καταστράφηκε. Για αυτό δεν μπόρεσαν να κρατήσουν τις ισορροπίες και τις πύλες κλειστές. Για αυτό άφησαν έναν δαίμονα να ξέρει την κάθε τους κίνηση. Ανόητοι... Η Spero ανοίγει τις πύλες μπροστά της και τρέχει κάτω από το άγαλμα του Απόλλωνα. Σκύβει με σεβασμό προς τιμήν του θεού και βάζει το χέρι της στο πάτωμα. Μέσα από το μάρμαρο αναδύεται το τόξο της. Ένα πανέμορφο τόξο φτιαγμένο από όλα τα άστρα του ουρανού, τόσο λαμπερό όσο ποτέ. Το χαϊδεύει, όπως χαϊδεύει μια μητέρα το παιδί της, για να το καθησυχάσει. Το κοιτάζει με αγάπη και το βλέμμα της σοβαρεύει. Με μια γρήγορη κίνηση ρίχνει ένα βέλος προς τα πάνω μου. Δεν κουνιέμαι. Το βέλος με προσπερνάει και χτυπάει έναν δαίμονα ακριβώς από πίσω μου. Τόσο υπέροχο. Χαμογελάει θριαμβευτικά και βγαίνουμε έξω.

«Fratres mei. Excitare!»[7] φωνάζει η Spero και σηκώνει το χέρι της στους ουρανούς. Μια αστραπή τη χτυπάει και μέσα από το φως της εμφανίζεται ένας μικρός στρατός αγγέλων. Δεν είναι πολλοί, μόλις τριάντα τρεις, αλλά φαίνονται πανίσχυροι.

«Εμπρός αδέρφια μου!» τους οδηγεί με δύναμη και πίστη στη μάχη και την ακολουθούν. Καθώς απομακρύνονται, φαίνονται από μακριά σαν σύννεφο φωτός. Είναι απίστευτη! Τους ακολουθώ και πάω πίσω στη μάχη.

Ξαφνικά μου έρχεται στο μυαλό μια περίεργη σκέψη από το πουθενά. Μόλις είδα τον κεραυνό που χτύπησε τη Spero, κατάλαβα ότι ήταν ίδιος με αυτόν που χτύπησε την Εχεκράτεια. Τα λόγια του Ηρακλή έρχονται πάλι στο μυαλό μου: αυτό συμβαίνει μόνο όταν μια τεράστια δύναμη απελευθερώνεται από μέσα της. Και αυτή απελευθέρωσε δύο ταυτόχρονα! Είχε δίκιο. Η μια δύναμη ήταν της Spero. Η άλλη; Η συζήτηση της Εχεκράτειας με τη Spero έρχεται να συμπληρώσει τα κομμάτια.

«Ξέρεις τι θα συμβεί, εάν τους ξυπνήσεις όλους;» Πληθυντικός. Ο ένας που ξύπνησε ήμουν εγώ... Οι υπόλοιποι; Η απάντηση δεν αργεί να εμφανιστεί μπροστά μου. Άλλος ένας κεραυνός χτυπάει και στα πόδια μου εμφανίζεται το τάγμα του Διός. Άγγελοι με χρυσές πανοπλίες και επιβλητικές δυνάμεις γονατίζουν μπροστά μου σαν μυθικός, παντοδύναμος στόλος. Η Εχεκράτεια... Τους ξύπνησε όλους. Τα σχεδίασε όλα τέλεια. Δεν άφησε τίποτα ακάλυπτο...

«Η μεγάλη αρχόντισσα μας ξύπνησε για μια και μόνο αποστολή: να νικήσουμε αυτή τη μάχη» λέει ένας και σηκώνεται όρθιος. Μαζί του σηκώνεται όλη η στρατιά.

«Η αρχόντισσά σου είναι νεκρή» του λέω και μου χαμογελάει.

«Κάνετε λάθος, Mortem. Ζει μέσα μας» λέει και τότε πετάει μακριά μαζί με τους συντρόφους του.

Πραγματικά δεν άφησε τίποτα στην τύχη. Ήξερε κάθε κίνηση. Είδε τα πάντα. Πράγματι, είχε μια αποστολή σε αυτόν τον κόσμο. Και ήταν πολύ μεγάλη.

Αν με ακούς, στο υπόσχομαι, δε θα χάσω αυτή τη φορά...

Τα φτερά μου ανοίγουν και με ταχύτητα φωτός επιστρέφω πίσω. Μπροστά μου βλέπω τον δαίμονα να επιτίθεται ύπουλα σε όποιον βρίσκεται στον διάβα του. Δε με εντοπίζει εγκαίρως. Πέφτω πάνω στον Mendacium με όλη την ταχύτητα που ανέπτυξα. Μια άσχημη κραυγή βγαίνει από μέσα του και με τινάζει μακριά. Είμαστε ο ένας απέναντι από τον άλλον και παίζουμε με τα μάτια. Δε σταματάει λεπτό να γελάει και βγάζει ένα σκοτεινό όπλο από τα χέρια του. Είναι σαν διπλά σπαθιά. Δεν ξέρω πώς να χρησιμοποιώ το ιερό μου όπλο. Μου είναι άχρηστο… Χρειάζομαι το όπλο που μου έμαθε να χειρίζομαι η Spero. Βάζω το χέρι μου πίσω από την πλάτη μου και τραβάω το πραγματικό αγγελικό μου όπλο, το δόρυ.

Πάει να μου επιτεθεί αλλά τον αποφεύγω. Κινείται πολύ γρήγορα, αλλά εκείνος δεν έκανε προπόνηση με την πιο σκληρή γυναίκα του γαλαξία. Τον χτυπάω απανωτά. Το ένα χτύπημα μετά το άλλο τον κάνουν να οπισθοχωρήσει. Τα αποφεύγει όλα. Δεν μπορώ να τον χτυπήσω κάπου για να τον τραυματίσω σοβαρά. Δεν έχει ανοικτό σημείο. Οι ρόλοι μας αντιστρέφονται και με χτυπάει εκείνος. Το δόρυ μου με βοηθάει για να αποφύγω όλα τα χτυπήματα και να τα κατευθύνω όπως εγώ θέλω. Σε κάθε μας σύγκρουση τα όπλα μας φωνάζουν από τις δυνάμεις και ο αέρας γύρω μας τραντάζεται. Είναι πολύ δυνατός. Δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ αυτή η κατάσταση. Με χτυπάει. Με το δεξί του σπαθί με κόβει στο πόδι και γονατίζω από τον πόνο. Από το σημείο αυτό, βγαίνει λάμψη, σαν να άνοιξε μια σχισμή και να μπήκε φως μέσα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Δεν έχω χρόνο για τέτοια. Σηκώνομαι αμέσως όρθιος και συνεχίζω την αναμέτρησή μου. Ένα όραμα μου έρχεται, η ανάμνηση της Spero, τότε που με εκπαίδευε με το τόξο της και το δόρυ μου.

«Πώς περιμένεις να νικήσεις έναν εκπεσών, εάν δε βγάλεις το πραγματικό σου όπλο;» Με ένα απλό δόρυ δε θα κάνω τίποτα. Αυτό ήταν! Η κατάσταση σοβαρεύει. Το όπλο στα χέρια μου φωτίζεται. Το κοντάρι παραμένει ανέπαφο, αλλά η λόγχη μετατρέπεται σε δρεπάνι. Τώρα μιλάμε σωστά.

Παίρνω φόρα και τον χτυπάω. Το βλέμμα του σοβαρεύει και το χαμόγελό του χάνεται. Φαίνεται να πιέζεται από τα δυνατά χτυπήματα και οπισθοχωρεί σταδιακά. Αλλά δεν έχει να πάει πουθενά. Τα χέρια μου παίρνουν φωτιά και δεν προλαβαίνει πλέον τις κινήσεις μου. Ο θάνατός του είναι ακαριαίος. Το δρεπάνι περνάει από μέσα του και τον κόβει στα δύο. Μια απαίσια κραυγή βγαίνει από μέσα του και εξαφανίζεται από αυτόν τον κόσμο για πάντα.

Η χαρά μου δεν κρατάει πολύ. Κοιτάζω γύρω μου με ελπίδα, αλλά η κατάσταση δεν αλλάζει. Πόνος και φρίκη παντού. Θάνατος και θρήνος βρίσκεται σε κάθε βήμα. Είναι τόσο πολλοί που ο ουρανός σκοτείνιασε. Δεν είμαστε αρκετοί. Μπορεί τα δύο τάγματα να είναι πανίσχυρα, αλλά για πόσο ακόμα θα αντέξουν; Κατέστρεψαν εκατοντάδες δαίμονες, χωρίς να πέσει ούτε ένας, αλλά για πόσο ακόμα; Αυτό που αντικρίζω δεν είναι καθόλου καλό.

Νιώθω ότι χάνουμε...

Παρασκευή Γκύζη




[1] Diligitis: Αγάπη


[2] Virtus: Θάρρος, ανδρεία, αρετή, τόλμη, δύναμη


[3] Verus: Αληθινός, αληθής, ορθός.


[4] Felicitas: Ευτυχία.


[5] Sophus: Φρόνιμος, σοφός, συνετός.


[6] Sapientia: Σοφία


[7] Fratres mei. Excitare!: Αδέρφια μου. Ξυπνήστε!