Ο Οίκος των Δράκων (Κεφάλαιο 25)

Κίρα

Τις πρώτες δυο μέρες είχαν άλογα, αλλά για κάποιο λόγο τα είχαν αφήσει όταν μπήκαν στο δάσος. Εκείνες τις μέρες είχαν κάνει μονάχα δυο στάσεις, για να κοιμηθούν. Το μυαλό της Κίρας δούλευε πυρετωδώς, για να βρει κάποιο τρόπο να ξεφύγει αλλά οι μάγοι άφηναν πάντα σκοπιές και επιπλέον κάθε βράδυ της έδεναν τα χέρια τόσο σφιχτά που ήταν επώδυνο. Μέχρι το πρωί ήταν τόσο μουδιασμένα που δεν τα ένιωθε, οπότε οι κινήσεις της ήταν περιορισμένες.

Την τρίτη μέρα απλώς περπατούσαν μέσα στο δάσος. Δεν είχαν σταματήσει ούτε για να φάνε. Κάποιος της είχε ψωμί και τυρί αλλά η Κίρα είχε αρνηθεί με τρόπο που δεν άρμοζε σε μια γυναίκα αρχοντικής καταγωγής. Δεν ήθελε τίποτα δικό τους. Γενικά οι μάγοι την αγνοούσαν. Τις πρώτες μέρες τους φώναζε και τους έβριζε για ώρες αλλά εκείνοι ούτε καν γύριζαν, για να την κοιτάξουν. Στο τέλος τα είχε παρατήσει και είχε μείνει σιωπηλή, αποφασίζοντας να φυλάξει τις δυνάμεις της, για να βρει έναν τρόπο να ξεφύγει.

Οι μάγοι περπατούσαν γύρω της, κρατώντας μια απόσταση από την κοπέλα, αλλά σχηματίζοντας έναν κλοιό που την κρατούσε παγιδευμένη στο κέντρο της ομάδας. Η Κίρα είχε αρχίσει να πιστεύει πως είχαν περπατήσει το μισό δάσος. Ένιωθε κουρασμένη και αδύναμη, κάθε βήμα που έκανε ήταν ένας μικρός άθλος. Το μωρό δεν είχε σταματήσει να την κλοτσάει από το πρωί λες και μπορούσε να αντιληφθεί τη δυσμενή κατάσταση στην οποία βρισκόντουσαν. Δε θα τους αφήσω να σε πειράξουν, του υποσχέθηκε. Δεν ήξερε πώς, αλλά θα τους σκότωνε όλους πριν προλάβουν να κάνουν κακό στο παιδί της.

Μια μικροκαμωμένη φιγούρα βγήκε από τον κύκλο και πλησίασε την Κίρα. Η κοπέλα στένεψε τα μάτια της και την παρατήρησε καχύποπτα. Κάτω από την κουκούλα του σκούρου μπλε μανδύα της μπορούσε να διακρίνει το πρόσωπο ενός κοριτσιού. Ήταν τουλάχιστον πέντε χρόνια μικρότερή της και ένα κεφάλι πιο κοντή. Μερικές σκούρες καστανές τούφες έπεφταν ατίθασες πάνω στους ώμους της.

Το κορίτσι έβγαλε ένα κόκκινο μήλο μέσα από τον μανδύα της και το έτεινε προς το μέρος της. «Πάρ' το» είπε σχεδόν ψιθυριστά σαν να φοβόταν να δυναμώσει τη φωνή της. «Δεν έχεις φάει τίποτα εδώ και σχεδόν τρεις μέρες. Δεν είναι καλό για το μωρό».

Γιατί είχαν μαζί τους ένα παιδί; Δεν είχε κανέναν λόγο να βρίσκεται εκεί. Και τότε το συνειδητοποίησε. Το κοριτσάκι ήταν Θεραπεύτρια. Ήταν τόσο σπάνιοι που μάλλον δεν είχαν και πολλές επιλογές. Αλλιώς γιατί να είχαν φέρει μαζί τους ένα μικρό κορίτσι που έμοιαζε τελείως έξω από τα νερά του;

«Ξέρεις τι δεν είναι καλό για το μωρό μου;» αντιγύρισε επιθετικά η Κίρα. Κάθε λέξη που έβγαινε από το στόμα της ήταν βουτηγμένη στο δηλητήριο. «Μια ομάδα από τρελές μάγισσες που θέλουν να το σκοτώσουν!»

Το κοριτσάκι χαμήλωσε το κεφάλι του και οπισθοχώρησε τρομαγμένο.

Η Κίρα δεν μπορούσε να σταματήσει να σκέφτεται τον Ντέβαν. Την τελευταία φορά που τον είχε δει ήταν πεσμένος αναίσθητος πάνω στο χώμα. Τι του είχε κάνει το ξόρκι των μαγισσών; Ήταν καλά τώρα; Την έψαχνε; Η Ορόρα, η Ντεσμέρα και οι υπόλοιποι ήταν κι εκείνοι καλά; Η ανησυχία κόντευε να την τρελάνει. Έπρεπε να φανεί δυνατή, όχι μόνο για τον εαυτό της και το μωρό της, αλλά και για εκείνον.

 Κάρφωσε τα μάτια της στο ξανθό κεφάλι της μάγισσας που περπατούσε μπροστά τους λες και θα μπορούσε να ανοίξει δυο τρύπες στο κρανίο της με το βλέμμα της.

«Έι, εσύ!» της φώναξε οργισμένα αλλά η μάγισσα την αγνόησε. «Εσύ είσαι η Νιλάι, σωστά; Εσύ είσαι η αρχηγός τους. Γιατί δε με σκοτώνεις να τελειώνουμε;»

Αυτό ήταν το πιο ανόητο πράγμα που θα μπορούσε να πει, αλλά ήταν τόσο θυμωμένη που το μυαλό της δεν επεξεργαζόταν τις λέξεις προτού τις ξεστομίσει. Τι νόημα είχαν όλα αυτά; Τι τους είχε κάνει; Αν ήθελαν να καταφέρουν ένα χτύπημα στον Αίρυς, τότε ας έβρισκαν το θάρρος να πάνε κατευθείαν σε εκείνον. Αυτή και το παιδί της δεν τους είχαν αδικήσει με κανέναν τρόπο, για να αξίζουν κάτι τέτοιο. Η Νιλάι γύρισε ελαφρά το κεφάλι της προς τα πίσω.

«Δεν είναι η δική σου ζωή που θέλουμε. Μόλις γεννηθεί το παιδί που κουβαλάς, είσαι ελεύθερη να φύγεις». Η Κίρα ένιωσε το αίμα να παγώνει στις φλέβες της και ασυναίσθητα τα χέρια της τυλίχτηκαν προστατευτικά γύρω από το στομάχι της.

«Τι σκοπεύετε να κάνετε με το μωρό μου;»

Η ξανθιά μάγισσα σταμάτησε, όπως και όλοι οι μάγοι της σαν να μιμούνταν τις κινήσεις της. Γύρισε για να την κοιτάξει. Το πρόσωπο της δεν αποκάλυπτε τίποτα και τα χλωμά πράσινα μάτια της ήταν -όχι ακριβώς ψυχρά, περισσότερο αδιάφορα.

«Είδα το παιδί σου σε ένα όραμα. Θα έχει τις δυνάμεις των Ντόγκομιρ και τη μαγεία που τρέχει στο αίμα των Σέλτιγκαρ. Η συνδυασμένη δύναμη από τη θυσία και μερικές αλλαγές στο ξόρκι του Μπράντον Σέλτιγκαρ θα μας επιτρέψει να κάνουμε την κατάρα μόνιμη».

Θυσία;

Το πρόσωπο της Κίρας παραμορφώθηκε από τη φρίκη.

«Είσαι τρελή!» της φώναξε. «Είναι μόνο ένα μωρό!»

Η Νιλάι αγνόησε τον χαρακτηρισμό της σαν να μην τον είχε ακούσει. Στράφηκε ξανά προς τα εμπρος και άρχισε να περπατάει, με τους υπόλοιπους μάγους να ακολουθούν το βήμα της σαν καλοκουρδισμένα παιχνίδια.

«Δεν υπάρχει λόγος για τέτοια ταραχή. Μπορείς να κάνεις άλλα παιδιά όταν η κατάρα δε θα μπορεί πλέον να σπάσει».

Αυτό το σχόλιο αποδείκνυε περίτρανα πως η μάγισσα ήταν παρανοϊκή. Πώς μπορούσε να της λέει ότι δεν πείραζε που θα σκότωνε το μωρό της, μόνο και μόνο επειδή μπορούσε να κάνει κι άλλα; Μια έντονη δυσφορία απλώθηκε μέσα της. Τι πίστευαν, πως θα περίμενε να γεννηθεί το μωρό και μετά θα καθόταν ήσυχη και θα τους άφηνε να το πάρουν μέσα από την αγκαλιά της, για να το θυσιάσουν στον βωμό μιας αρχαίας έχθρας που δεν είχε καμία σχέση με εκείνη, τον Ντέβαν ή το παιδί τους; Η ανάγκη να το σκάσει ήταν πιο επιτακτική από ποτέ. Το μαχαίρι που της είχε χαρίσει ο Ντέβαν ήταν ακόμα περασμένο στη ζώνη της, δεν είχαν μπει στον κόπο να της το πάρουν ίσως επειδή πίστευαν πως δε θα μπορούσε να κάνει πολλά με αυτό. Έφερε στο μυαλό της το μάθημα που είχε κάνει με την Ορόρα πριν από λίγους μήνες.

Αν ο αντίπαλος σου έχει γυρισμένη την πλάτη, μπορείς να τον τραυματίσεις αλλά το πιο πιθανό είναι η πληγή να μην είναι θανάσιμη. Προσπάθησε να στοχεύσεις τα νεφρά του, κάτω από τα σημεία που τελειώνουν τα πλευρά.

 Αν κατάφερνε να πλησιάσει αρκετά τη Νιλάι... Μπορεί να κατάφερνε να τη σκοτώσει αν και κατά πάσα πιθανότητα οι υπόλοιποι δε θα στεκόντουσαν απλά εκεί και θα την κοιτούσαν. Όμως έπρεπε να σκεφτεί κάτι πριν φτάσουν στην Οροσειρά. Θα ήταν πιο δύσκολο να ξεφύγει από μια ολόκληρη Σύναξη απ' ότι από έντεκα μάγους.

Ο ήλιος είχε αρχίσει να πέφτει όταν ένας έντονος πόνος την διαπέρασε. Ένα μικρό επιφώνημα ξέφυγε μέσα από τα χείλη της τραβώντας την προσοχή των μάγων. Η μικρή Θεραπεύτρια την πλησίασε και η Νιλάι της έριξε ένα περίεργο βλέμμα.

«Τι συμβαίνει;» απαίτησε να μάθει.

Ένας δεύτερος πόνος τη διαπέρασε, πιο δυνατός από τον πρώτο, κάνοντάς τη σχεδόν να διπλωθεί στα δυο πιάνοντας την κοιλιά της. Έσφιξε τα δόντια της, για να μην φωνάξει. Μπορούσε να νιώσει υγρά να τρέχουν ανάμεσα στα πόδια της. Το κοριτσάκι ακούμπησε το χέρι της πάνω στο στομάχι της και κοίταξε τη Νιλάι.

«Το μωρό έρχεται»

«Όχι» είπε πανικόβλητα η Κίρα κουνώντας το κεφάλι της. «Είναι πολύ νωρίς». Το μωρό της ήθελε άλλα δυο φεγγάρια για να γεννηθεί. Αυτό δεν έπρεπε να είχε συμβεί. Άλλος ένας πόνος χαμηλά στην κοιλιά της ήρθε για να επιβεβαιώσει τα λεγόμενα της νεαρής μάγισσας και αυτή τη φορά η Κίρα δεν μπόρεσε να μην ουρλιάξει.

Μια άλλη μάγισσα την έπιασε και μαζί με τη μικρή Θεραπεύτρια την έβαλαν να καθίσει στο έδαφος.

«Άφησε με!» φώναξε υστερικά η κοπέλα. Το μωρό της δεν μπορούσε να γεννηθεί ακόμα, ήταν πάρα πολύ νωρίς. Κάτι δεν πήγαινε καλά. Η Νιλάι στράφηκε προς έναν μάγο στα δεξιά της.

«Πήγαινε πίσω στο Κίρτον» τον διέταξε. Η φωνή της ήταν πιο ψυχρή και από το χειμωνιάτικο χιόνι. Πώς μπορούσε να είναι τόσο αδιάφορη όταν σκόπευε να δολοφονήσει ένα αθώο παιδί; «Πες τους να ξεκινήσουν τις προετοιμασίες. Φαίνεται πως θα πρέπει να κάνουμε τη θυσία πιο νωρίς απ' ότι υπολογίζαμε».

Φαίη