Αστρόπλοιο (Στη Βασιλεύουσα, μέρος 1ο)

Στη Βασιλεύουσα, η ζωή συνέχιζε το πέρασμά της στον ίδιο τόνο της μονοτονίας και της ρουτίνας. Το ίδιο δε θα μπορούσε να ειπωθεί και για το επιστημονικό ινστιτούτο, το μέρος που η «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» άρχισε να μετατρέπεται από ένας σωρός σκέψεων και υπολογισμών καλά στοιβαγμένων στα κεφάλια πολλών ανθρώπων σε μια γλαφυρή πραγματικότητα.

Προθεσμίες που κόντευαν να εκπνεύσουν πίεζαν πολλούς λογισμούς. Ουκ ολίγοι από αυτούς εκείνη την ημέρα εξέταζαν τη λειτουργικότητα των ρομποτικών μονάδων στο Εξεταστικό Κέντρο ΑΛΦΑ στην αριστερή περιφερική πτέρυγα του κτίσματος. Οι ρομποτικές μονάδες ήταν αυτόματα ανδροειδή ποικίλης μορφολογίας και λειτουργικότητας έχοντας κατά κύριο λόγο, υποστηρικτικό ρόλο για το πλήρωμα.

Στα πλαίσια μιας τέτοιας δοκιμής, ένα ανδροειδές του οποίου η εξωτερική ανατομία έμοιαζε πολύ με αυτή των Δελτανιανών βρισκόταν μέσα σε ένα μεγάλο λευκό θάλαμο και σήκωνε ένα μεγάλο αντικείμενο που έμοιαζε με κύβο.

«Η ρομποτική μονάδα Βήτα-1WW-098 φαίνεται να αντιμετωπίζει πρόβλημα με το ισοζύγιο ισορροπίας της κατά δύο μοίρες» παρατήρησε ο εξεταστής που παρακολουθούσε πίσω από το ειδικό πλεξιγκλάς του παρατηρητηρίου.

«Εντάξει, θα αναπρογραμματίσω τις βασικές μήτρες με διορθωτικά δεδομένα» απάντησε μια γνώριμη φωνή.

«Επίσης εντοπίζω σφάλμα ταχύτητας. Η ταχύτητα διεκπεραίωσης είναι τρία δευτερόλεπτα πιο πίσω από ότι προβλέπει ο αρχικός προγραμματισμός».

«Θα επιληφθώ του θέματος» απάντησε αδιάφορα η γνώριμη φωνή.

«Πότε θεωρείς ότι θα δρομολογηθούν οι διορθωτικές επεμβάσεις, Γκορ;»

«Θέλω να πιστεύω ότι μέχρι αύριο θα είναι στη διάθεσή σας!»

Ο παρατηρητής χαμογέλασε κάπως προσποιητά. Ήταν σαφές ότι επιθυμούσε τις διορθώσεις σε πιο άμεσο χρόνο αλλά δεν ήταν και διατεθειμένος να πιέσει τον άσσο που διέθετε στη διάθεσή του το δυναμικό που ασχολούνταν με τα μηχανολογικά ζητήματα και την επίλυση των θεμάτων που αντιμετώπιζαν με την επιτυχή λειτουργία του Κυκλοφορικού Πυρήνα.

Ξαφνικά ένας προειδοποιητικός μελωδικός ήχος ακούστηκε από μια μικρή συσκευή τοποθετημένη στον αριστερό του καρπό με ένα λουρί. Αυτό σήμαινε μόνο ένα πράγμα: ο δικός του άσσος μόλις είχε καταφτάσει στη Βασιλεύουσα.

«Παιδιά, ήρθε η ώρα να φύγω».

«Θα πας στον αερολιμένα όπως μας είχες πει χθες;» ρώτησε ο συνάδελφος που βρισκόταν ακριβώς από πίσω του. Το ύφος στο πρόσωπό του είχε φορέσει το μορφασμό της ενόχλησης.

«Ακριβώς».

Ο Γκορ απομακρύνθηκε από το παράθυρο, έβγαλε τη ρόμπα του και έκανε να πάει στην έξοδο. Μια ακόμα ερώτηση όμως τον ανάγκασε να κόψει ταχύτητα.

«Ποιος είναι αυτός ο τύπος που για χάρη του θα πας στον αερολιμένα, για να τον υποδεχθείς υποχρεώνοντας παράλληλα και μένα να σου καλύψω τις ώρες που θα είσαι απών;»

« Κατά πάσα πιθανότητα, η τελευταία μας ελπίδα!»

-.-

Εκείνες τις ώρες ο διάδρομος υποδοχής του αερολιμένα της πόλης δεν ήτα γεμάτος. Ο Ντάσερ βγήκε από την πύλη του διαδρόμου που οδηγούσε από το αερόοχημα και στάθηκε ακίνητος.

Πρέπει να είχαν περάσει δύο με τρία τέταρτα της ώρας μέχρι τη στιγμή που έκανε την εμφάνισή του ο Γκορ στο προσκήνιο. Οι δύο φίλοι εντόπισαν πολύ εύκολα ο ένας τον άλλο και ξεκίνησαν να αλληλοπροσεγγίζονται.

«Καλωσόρισες στα εργατικά εδάφη» του είπε λαχανιάζοντας και έχοντας κλειστά τα μάτια. «Ελπίζω να μην περίμενες πολλή ώρα» .

«Όχι, μόλις έφτασα».

Αφού πήρε μια ικανοποιητική εισπνοή, ο Γκορ σήκωσε το κεφάλι έτσι ώστε να έρθει σε οπτική επαφή με τον Ντάσερ. Όταν επιτέλους τον κοίταξε βρέθηκε σε μια πολύ ξαφνική αλλά και ευχάριστη έκπληξη. Μπροστά του στεκόταν ένας νέος, κομψός Ντάσερ Χολσόι.

Τα περίσσεια κιλά του παρελθόντος είχαν δώσει τη θέση τους σε ένα πιο προσεγμένο, εμφανώς πιο αδυνατισμένο και σίγουρα πιο γοητευτικό παρόν. Αναρωτήθηκε προς στιγμήν αν αυτός που στεκόταν μπροστά του ήταν όντως ο παλιός του φίλος ή αν ο παλιός του φίλος είχε υποστεί κάποια μετάλλαξη προς χάρη κάποιου ιδιαίτερου λόγου.

«Ν-Ντάσερ;» ρώτησε με ιδιαίτερη προσπάθεια για να κρύψει την έκπληξή του. «Εσύ είσαι;»

«Ναι» απάντησε εκείνος. «Εγώ είμαι!»

Ο Γκορ έκανε ένα γύρο. Έπρεπε να σιγουρευτεί ότι δεν είχε πέσει θύμα κάποιας φάρσας.

Αφού κατάφερε και έπεισε τον εαυτό του ότι όντως μπροστά του στεκόταν ο παλιός του φίλος σε μια νέα εκδοχή, έριξε ένα βαθύ γέλιο και αγκαλιάστηκαν. Πολύ γρήγορα όμως ήρθε η τελεία σε αυτή την έκφανση φιλικής οικειότητας και συγχρόνως η τελική απόδειξη ότι όντως ο κύριος που στεκόταν μπροστά του ήταν ο Ντάσερ Χολσόι.

«Να πηγαίνουμε;» δήλωσε μια τραχιά απαίτηση.

Ένα καταφατικό, γλαφυρό νεύμα ήταν η απάντηση που έλαβε.

-.-

Οι δυο φίλοι, αφού πρώτα κάλεσαν ένα ταχυόχημα από το γραφείο υποδοχής απομακρύνθηκαν από την αίθουσα αναμονής και κατευθύνθηκαν προς την πύλη εξόδου. Για να φτάσουν πιο γρήγορα εκεί, ακολούθησαν τον οπίσθιο διάδρομο που ξεκινούσε από μια πόρτα στη δεξιά άκρη της αίθουσας αναμονής. Με αυτόν τον τρόπο κατάφεραν να σώσουν ένα λεπτό δίνοντάς τους το περιθώριο να πραγματοποιήσουν μια μικρή στάση στο κυλικείο και να παραγγείλει ο καθένας από ένα αναψυκτικό γλυκόζης.

Το ταχύ-όχημα τούς περίμενε στο προκαθορισμένο σημείο. Επιβιβάστηκαν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν και μια νέα διαδρομή ξεκίνησε.

Μέσα στο ταχύ-όχημα, μια συζήτηση ποικίλης θεματολογίας είχε λάβει χώρα ανάμεσα στους δυο άντρες. Επαγγελματικά ζητήματα κατά κύριο λόγο αλλά και πιο προσωπικά θέματα. Ένα από αυτά αφορούσε και τη Λόρι. Ο Γκορ τη συμπαθούσε αφάνταστα. Μια συμπάθεια που γεννήθηκε και εδραιώθηκε ανάμεσά τους στο μεσοδιάστημα που είχε προκύψει εξαιτίας των διαδικασιών αναστήλωσης της Ακαδημίας.

Τελικά, η συζήτηση έφτασε και στο κρίσιμο σημείο που άκουγε στο όνομα, νάνο-νευροχημικός καταλύτης.

Ο Ντάσερ, χαμογελαστός και σιωπηλός, πολύ απλά αρκέστηκε στο να του δείξει τη βαλίτσα που κρατούσε στην αγκαλιά του. Ο Γκορ κοίταξε την αποσκευή με τον ίδιο τρόπο που θα κοίταζε ένα μικρό παιδί το δώρο που του έφερε ο θείος του.

«Εδώ είναι!» του είπε κάνοντάς του νόημα να σταματήσει την οπτική βολιδοσκόπηση.

«Και είσαι σίγουρος ότι θα έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα;»

«Για να είμαι ειλικρινής, δεν είμαι σίγουρος, Θα σου απαντήσω με βεβαιότητα σε… δύο ωρίτσες από τώρα, όταν φτάσουμε στο προορισμό μας».

«Δηλαδή, δεν πρόκειται να γλυτώσουμε το επικείμενο μαρτύριο; Θα πάμε στο εργαστήριο του δρος Πρετόριους;»

«Ακριβώς» τον διαβεβαίωσε. «Θυμάμαι ότι σου το είχα ξεκαθαρίσει ότι θα πηγαίναμε εκεί όταν μιλήσαμε για τελευταία φορά δια μέσου της συσκευής επικοινωνίας».

«Το θυμάμαι» ξεφύσησε σκεπτικός ο Γκορ. « Απλώς προσπαθώ να το ξεχάσω».

Ο μηχανικός δεν μπόρεσε να κρύψει τη δυσανασχέτησή του για αυτή την επικείμενη επίσκεψη ακόμα και να το ήθελε. Ήξερε πολύ καλά τη φήμη και τον χαρακτήρα του ατόμου που θα συναντούσαν σύντομα και δεν παραλληλιζόταν σε καμία περίπτωση με το προσωπικό του γούστο και την ανοχή του.
 
Μηνάς Τσαμπάνης