Τα Βουνά πριν την Ανατολή (Σιν-Σι - Κεφάλαιο 16)

Ξημέρωσε και νύχτωσε κάμποσες φορές, ώσπου τελικά, εμφανώς ταλαιπωρημένοι και ξεπαγιασμένοι, οι έξι νυχτερινοί αποβιβάστηκαν στη Λούμπισα. Αν και είχαν φύγει με συννεφιασμένο ουρανό από την Κίσσε, τώρα πια χιόνιζε. Ακριβώς έξω από το σταθμό τους υποδέχθηκαν τρεις άντρες, που φορούσαν γκρίζες κάπες, γούνινα καπέλα και πέτσινα γάντια στα χέρια.

«Αρχόντισσα Σιν-Σι!» υποκλίθηκε ο ένας από τους τρεις. «Καλωσορίσατε στην παγωμένη Λούμπισα! Το όνομα μου είναι Μπόραν και μαζί με τους συναδέλφους μου θα σας συνοδέψουμε στη διαδρομή σας προς τα βουνά…» είπε δείχνοντας αρχικά τους άλλους δυο άντρες και στη συνέχεια τρία ξύλινα έλκηθρα, που ήταν σταματημένα στο λευκοντυμένο δρόμο.

Στον Εσκόλτα φάνηκε πολύ σοφή ιδέα το έλκηθρο με τα σκυλιά, καθώς ο δρόμος προς τα Μούλτιμε είχε σημεία πραγματικά άγρια και δύσβατα. Οι υπόλοιποι απόρησαν με την κίνηση αυτή του Πρίγκιπα.

«Πώς και έλκηθρα;» ρώτησε ο Λίον Νοξ.

«Είναι δύσκολος ο δρόμος και έχει χιόνι απόψε… οπότε καλό είναι να μην καθυστερούμε» εξήγησε ο Μπόραν. «Θα περιμένουμε κι άλλον έναν; Σας μετράω έξι» ρώτησε.

Ο Εσκόλτα πλησίασε τη Σιν-Σι.

«Καλύτερα να μείνουμε εδώ απόψε… Θα είναι επικίνδυνο να ανέβουμε τα Μούλτιμε με χιόνι. Προτείνω να περιμένουμε να μαλακώσει ο καιρός πριν ξεκινήσουμε…».

Η Σιν-Σι έδειξε να το σκέφτεται μα ο Εσκόλτα επέμεινε, ρωτώντας τον Μπόραν αν υπήρχε κάποιο ασφαλές μέρος να διημερεύσουν.

«Δε χρειάζεται να απαντήσετε σε αυτό, κύριε Μπόραν. Θα φύγουμε απόψε…» απάντησε η Σιν-Σι. «…Και δεν περιμένουμε άλλον. Εμείς οι έξι είμαστε. Ας μην καθυστερούμε λοιπόν!».

Ο Μπόραν έγνεψε στους άλλους δυο οδηγούς και ανέβηκαν όλοι στα έλκηθρα. Στο δικό του έλκηθρο, ανέβηκαν ο Εσκόλτα με τη Σιν-Σι. Στο δεύτερο, ο Λίον Νοξ με τον Χαράμ και στο τελευταίο οι δυο τσιγγάνοι.

Ταξίδευαν πάνω στο χιόνι για περισσότερες από πέντε ώρες, έχοντας διαρκώς πλάι τους ψηλούς και ολόλευκους κέδρους.

Όσο προχωρούσαν, το χιόνι πάνω στο δρόμο τους ολοένα και πύκνωνε, δυσκολεύοντας τον Μπόραν και τους άλλους οδηγούς. Κόντευαν να φτάσουν στο πρώτο χωριό, όταν κατάλαβαν πως δεν μπορούσαν να οδηγήσουν παραπέρα.

«Δε γίνεται να προχωρήσουμε άλλο!» φώναξε ο Μπόραν, που είχε κατέβει να ελέγξει την κατάσταση του δρόμου, ενώ το χιόνι έπεφτε ασταμάτητα.

«Τι κάνουμε τώρα;» ρώτησε ο Τζάρβις κατεβαίνοντας κι αυτός από το τελευταίο έλκηθρο. Ο Μπόραν έτριψε δυνατά τα χέρια του για να τα ζεστάνει και του απάντησε:

«Δεν υπάρχουν και πολλά να κάνουμε… Μαντεύω πως θα γυρίσουμε πίσω…»

Ο ένας μετά τον άλλο κατέβηκαν από τα έλκηθρα.

«Δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω!..» είπε ο Ραμόν τουρτουρίζοντας. «…Σε λιγότερο από τέσσερις ώρες ξημερώνει και δεν ξέρω τι μέρα θα μας ξημερώσει εδώ στην ερημιά…»

Η Σιν-Σι, που δεν μπορούσε να μη συμφωνήσει με τα λόγια του Ραμόν, στράφηκε προς τον οδηγό

«Κύριε Μπόραν, πόσο μακριά είμαστε από το χωριό που μας πηγαίνατε;»

«Με τα πόδια;» τη ρώτησε.

«Με τα πόδια…» επιβεβαίωσε η Σιν-Σι.

«Πάνω από δύο ώρες περπάτημα… αλλά στη θέση σας δεν θα διακινδύνευα μια τέτοια βόλτα μες τη νύχτα στην καρδιά του δάσους…»

Η Σιν-Σι δεν ευχαριστήθηκε καθόλου με αυτά που της είπε ο οδηγός. Ούτε και οι άλλοι ένοιωθαν πολύ χαρούμενοι, καθώς ξεπάγιαζαν και ήταν ήδη πολύ ταλαιπωρημένοι από τα πολύωρα ταξίδια τους. Άρχισαν να γκρινιάζουν μεταξύ τους και να κατηγορούν τον Μπόραν που τους έφερε με τέτοιο καιρό στο βουνό. Η Σιν-Σι, όμως δε μιλούσε. Είχε καθίσει με τα χέρια ακουμπισμένα στο πρόσωπό της, στην άκρη του δρόμου και προσπαθούσε να σκεφτεί. Τότε, θυμήθηκε πως στο χάρτη που της είχε δώσει ο πατέρας της, είχε παρατηρήσει κάτι. Γρήγορα, τον έβγαλε από την τσέπη του πανωφοριού της και τον άνοιξε. Με τη βοήθεια του Τζάρβις, κατάφεραν να ανάψουν φωτιά σε ένα παχύ κομμάτι ξύλο και το χρησιμοποίησαν για δαυλό. Επεξεργάστηκαν το χάρτη για μερικά δευτερόλεπτα.

«Κύριε Μπόραν!» φώναξε και σηκώθηκε όρθια. Ο οδηγός την πλησίασε.

«Κύριε Μπόραν, εδώ, στο χάρτη, λίγο πριν το πρώτο χωριό, υπάρχει ένα σηματάκι. Τι είναι ακριβώς;» ρώτησε γεμάτη ελπίδα.

«Α! Μα βέβαια!» θυμήθηκε ο Μπόραν «Είναι ένα μοναστήρι του παλαιού καιρού! Ούτε μισή ώρα δεν πρέπει να απέχει από εδώ…»

«Θα είναι ασφαλές να μείνουμε εκεί απόψε;» ρώτησε ο Τζάρβις.

«Πιστέψτε με, είναι το πιο ασφαλές μέρος σε ολόκληρα τα Μούλτιμε!» χαμογέλασε ο Μπόραν.

«Υπέροχα!..» είπε η Σιν-Σι και στράφηκε προς τους συνταξιδιώτες της.

«…Κύριοι, πάρτε τα πράγματά σας από τα έλκηθρα! Κύριε Μπόραν, θα προπορευθείτε και θα μας δείξετε το δρόμο… Πείτε στους οδηγούς σας να επιστρέψουν στη Λούμπισα ή όπου αλλού θέλουν… Κύριε Νοξ, ας έχετε έτοιμη την πυξίδα σας, μπορεί να τη χρειαστούμε… Εμπρός νυχτερινοί μου φίλοι! Ας πατήσουμε λίγο χιόνι…»

Κυριάκος Μαυροειδέας