Κατά τις έξι το απόγευμα, ο Πιέρ επέστρεφε στο σπίτι του νωρίς για πρώτη φορά. Η Ελοντί είχε ειδοποιήσει πως θα αργούσε, καθώς είχαν πολλές νέες αφίξεις. Ο ίδιος, αισθανόταν σχετικά ανάλαφρος εξαιτίας των όμορφων στιγμών που είχε περάσει το πρωί μαζί της, ενώ είχε αποφασίσει να αφήσει πίσω του την παθιασμένη του έλξη για την χήρα. Τη στιγμή που ετοιμαζόταν να ανάψει τα φώτα, παρατήρησε πως τίποτε δεν λειτουργούσε και πως το σπίτι ήταν βυθισμένο στο σκοτάδι. Πίσω του, η πόρτα έκλεισε με έναν πάταγο κάνοντάς τον να αναπηδήσει φοβισμένος. Στο βάθος του σαλονιού, μία μαυροφορεμένη φιγούρα καθόταν στο ξύλινο τραπέζι της κουζίνας ανάβοντας ένα τσιγάρο. Ο μόνος φωτισμός που υπήρχε, ήταν η μικρή φλογίτσα του αναπτήρα, που κράτησε για μερικά δευτερόλεπτα.
«Θα σου έλεγα πως πρέπει να συζητήσουμε ως άνδρας προς άνδρα, ωστόσο δεν είμαι βέβαιος για το φύλο σου. Όλοι διαθέτουμε γεννητικά όργανα, ωστόσο δεν είναι αυτά που μας κάνουν άνδρες Πιέρ» ξεκίνησε ο Φιλίπ, ενώ ο νεαρός απέναντί του είχε αρχίσει να ιδρώνει εξαιτίας του φόβου του. Παραπατώντας λόγω της έλλειψης φωτισμού προσπάθησε να εντοπίσει το συρτάρι με τα μαχαίρια, πράγμα που ο Φιλίπ αντιλήφθηκε άμεσα. «Αυτά ψάχνεις;» τον ρώτησε χαιρέκακα πλησιάζοντας το τσιγάρο στη λάμα ενός μαχαιριού που βαστούσε ο ίδιος.
«Είσαι ψυχοπαθής. Θα φωνάξω την αστυνομία, θα το πω σε όλους να σε κάψουν ζωντανό..» ξεκίνησε να φωνάζει Ο Πιέρ, όταν ξαφνικά το τσιγάρο έσβησε, βυθίζοντάς τον στο σκοτάδι. Το επόμενο λεπτό, βρισκόταν αιχμάλωτος, με την λαβή του Φιλίπ να του σφίγγει τον λαιμό.
«Πώς τολμάς να απατάς αυτήν την κοπέλα; Μην τολμήσεις να το αρνηθείς γιατί σε είδα. Πώς τολμάς να την αγγίζεις, έχοντας πρώτα αγγίξει αυτό το μίασμα την Ατζέλικα που δεν θα καταδεχόμουν ούτε να την φτύσω; Σε είχα προειδοποιήσει να αλλάξεις, αλλά ως εδώ» τον απείλησε σφίγγοντάς του επιπλέον τον λαιμό.
Ο Πιέρ, πνιγμένος και σοκαρισμένος του απάντησε :
«Και εσένα τι σε νοιάζει; Τι σου είναι η Ελοντί; Μήπως γκόμενά σου τις στιγμές που λείπω; Ωστόσο, κάτι τέτοιο είναι αδύνατον, καθώς δεν είναι τερατολάγνος» του πέταξε και τότε ο Φιλίπ έχασε την ψυχραιμία του με αποτέλεσμα να τον κοπανίσει με φόρα στον τοίχο και να ξεκινήσει να τον χτυπά με μανία.
Τη στιγμή εκείνη, στο κατώφλι φάνηκε η Ελοντί, της οποίας η τσάντα κατέρρευσε ευθύς από τα χέρια της, ενώ ταυτόχρονα όλα τα φώτα άναψαν μίας που η ίδια θυμόταν πού βρισκόταν ο γενικός. Τότε, αντίκρυσε ένα θέαμα που την σόκαρε. Ο Πιέρ βρισκόταν πνιγμένος στο αίμα και ο Φιλίπ, τον παράτησε άμεσα και εξαφανίστηκε ανεβαίνοντας τις σκάλες για να χαθεί στον προσωπικό του λαβύρινθο.
Ένιωσε να ζαλίζεται και τον κόσμο της να καταρρέει. Δεν κατάλαβε πώς κατόρθωσε να βρει τη δύναμη να τρέξει δίπλα στον Πιέρ, ενώ οι γείτονες που άκουσαν τις φωνές και το κλάμα της, παρά τον απίστευτο φόβο τους για την μεταφυσική δραστηριότητα του σπιτιού, κατόρθωσαν να περάσουν το κατώφλι και να παλέψουν να την βοηθήσουν με όποιον τρόπο μπορούσαν. Το πρόσωπο του Πιέρ είχε δεχτεί αρκετά χτυπήματα, το ένα μάλιστα είχε προκαλέσει και ένα σκίσιμο ακριβώς επάνω από το αριστερό του φρύδι. Ο ίδιος βρισκόταν ακόμη σε μία κατάσταση απόλυτου σοκ, με τα αγκομαχητά να βγαίνουν με δυσκολία από το στόμα του.
Περίπου μισή ώρα αργότερα, ήρθε και η Ζακελίν από το σπίτι, η οποία χλόμιασε μόλις αντίκρισε την κατάσταση του Πιέρ. Πλησίασε με γοργά βήματα την φίλη της και πέρασε το χέρι της απαλά γύρω από τον λαιμό της αγκαλιάζοντάς την.
«Πόσο πολύ λυπάμαι για όλα αυτά..» της ψιθύρισε, ενώ η Ελοντί μαζί με μία ηλικιωμένη γειτόνισσα πάλευε να σκουπίσει το πρόσωπό του από τα αίματα.
«Κορίτσι μου είναι επικίνδυνα εδώ μέσα. Δεν ξέρω τι συμβαίνει, αλλά πρώτη μας φορά βλέπουμε το πνεύμα να επιτίθεται σε άνθρωπο. Μέχρι και σήμερα, ήταν μονάχα απειλές, ωστόσο στην ουσία δεν είχε αγγίξει κανέναν μας. Αυτό το σπίτι χρειάζεται εξαγνισμό, μην σου πω πως θα πρέπει επιτέλους να γκρεμιστεί. Αχ, πόσα ακόμη δεινά θα βρουν τον τόπο μας τον μαρτυρικό» ξεκίνησε η ηλικιωμένη το μοιρολόι, ωστόσο η Ζακελίν περίμενε την κατάλληλη στιγμή, ώστε να πλησιάσει τον Πιέρ που ακόμη ζαλιζόταν εξαιτίας των χτυπημάτων.
«Πες μου τι του έκανες..» γρύλισε η κοπέλα και εκείνος την κοίταξε ξέπνοα σαν να μην καταλάβαινε την ερώτησή της.
«Ειλικρινά κοπέλα μου, δεν σε καταλαβαίνω. Κόντεψα να χάσω τη ζωή μου εξαιτίας του τρελού και ψυχοπαθή που κυκλοφορεί εδώ μέσα» συνέχισε εκείνος, ωστόσο η Ζακελίν στένεψε τα μάτια της περισσότερο.
«Νομίζω με έχεις παρεξηγήσει. Εγώ δεν συμμερίζομαι τις απόψεις των υπόλοιπων χωριανών. Ξέρω πολλά περισσότερα από όσα νομίζεις. Για την ακρίβεια, σε είδα στο δάσος μαζί με την Ατζέλικα. Αν δεν θέλεις να τα πω όλα στην Ελοντί, το καλό που σου θέλω να μην κατηγορήσεις πουθενά τον Φιλίπ. Ελπίζω να έγινα κατανοητή» τελείωσε και όταν είδε την Ελοντί να πλησιάζει, ευθύς σώπασε.
«Πιέρ, θα μου πεις τι συνέβη;» τον ρώτησε η Ελοντί, η οποία ωστόσο είχε δει το σκηνικό με τον Φιλίπ να γρονθοκοπά τον δεσμό της.
«Είχαμε μία λογομαχία που απλώς κατέληξε σε καβγά. Σε παρακαλώ, δεν θέλω να μιλήσω άλλο γι' αυτό» τελείωσε ο Πιερ, ωστόσο αποφάσισαν να τον μεταφέρουν σε ένα από τα νοσοκομεία της περιοχής, με την Ελοντί να ακολουθεί.
Καθώς διαπιστώθηκε, είχε ένα ελαφρύ κάταγμα στα πλευρά του εξαιτίας του πεσίματός του στις σκάλες τη στιγμή που πάλευε με τον Φιλίπ. Η Ελοντί έμεινε για λίγες ώρες μαζί του και κατόπιν αποφάσισε να επιστρέψει μαζί με την Ζακελίν στο σπίτι της, η οποία την είχε ακολουθήσει μέχρι το νοσοκομείο για συμπαράσταση. Σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής τους μέχρι το σπίτι, η Ελοντί παρέμενε σιωπηλή, βυθισμένη σε ατελείωτες σκέψεις, ενώ που και που, βουβά δάκρυα αυλάκωναν το αλαβάστρινο πρόσωπό της.
«Όταν πήρα την απόφαση να έρθω εδώ, ήταν για να ξεφύγω από το άγχος της μεγαλούπολης. Τελικά κατάλαβα, πως αυτός ο τόπος δεν με σηκώνει. Δεν ξέρω ποια είναι η αλήθεια που κρύβεται πίσω από αυτή τη δραματική ιστορία του σκιερού συγκατοίκου μου, αλλά είναι επικίνδυνος. Ξυλοκόπησε τον Πιέρ σε πολύ άσχημο βαθμό» είπε στην Ζακελίν, η οποία πάλευε να βρει τις κατάλληλες λέξεις για να μπορέσει να εκφραστεί σωστά.
«Ειλικρινά, δεν μπορώ να κατηγορήσω σε τίποτε εσένα. Πράγματι, ήρθες σε ένα όμορφο χωριό της επαρχίας για να ξεκινήσεις μία νέα ζωή. Δυστυχώς, αυτός ο τόπος έχει σαθρά θεμέλια και αυτό γιατί οι άνθρωποι έχουν ακάθαρτες ψυχές. Επειδή με πνίγει το άδικο, είναι καιρός να σου μιλήσω για τον Φιλίπ, αλλά όχι μέσα στο σπίτι καθώς μπορεί και να μας ακούσει. Ο κήπος σου με τα οπωροφόρα, είναι μία καλή ιδέα. Θα καθίσουμε ξαπλωμένες κάτω από την τελευταία μυρωδάτη πορτοκαλιά και φυσικά αγκαλιά με τις ζακέτες μας γιατί το κρύο είναι αρκετό» της είπε και η Ελοντί δέχτηκε.
Είχε καιρό να ξαπλώσει με μία φίλη και να αφηγηθούν ιστορίες η μία στην άλλη. Κάποτε το έκανε με την Σοφί στο μπαλκόνι της, πίσω στο Παρίσι. Της είχαν λείψει οι καιροί αυτοί, μα πάνω από όλα της είχε λείψει υπερβολικά η φίλη της.
Οι δυο τους, έφτασαν στην αυλή του τελευταίου και πολυσυζητημένου σπιτιού του Λουρμαρέν. Η Ελοντί έστρωσε κάτω τη ζακέτα της και η Ζακελίν σκέπασε τις δυο τους με την δική της που ήταν χοντρή και σχετικά μεγάλη για μία κοπέλα τόσο αδύνατη, όσο εκείνη.
«Μία φορά και έναν καιρό λοιπόν, ζούσε σε αυτό το σπίτι ένα αγόρι διαφορετικό από τα υπόλοιπα. Εγώ και ο Φιλίπ, ήμασταν φίλοι, αν μπορούμε να πούμε με σιγουριά πως με θεωρούσε φίλη του. Έχω δει το πρόσωπό του. Έχω δει αυτό που όλοι αποκαλούν διάβολο από την μία πλευρά, ωστόσο, κανένας δεν έχει προσέξει την αγγελική του όψη από την άλλη. Σωστά υποθέτεις. Έχει δύο πρόσωπα, δύο όψεις σε ένα κεφάλι. Ο Φιλίπ, ποτέ του δεν πείραξε κανέναν. Μάλιστα, έχει δεχτεί τόσο ρατσισμό και εξευτελισμό στη ζωή του, που αν ήταν άλλος στη θέση του θα είχε σίγουρα σκοτώσει άνθρωπο μέχρι αυτή τη στιγμή που μιλάμε. Δίχως λόγο και αιτία, έβαλαν φωτιά στο σπίτι του και λίγο έλειψε να καεί ζωντανός, εξαιτίας των εικασιών πως ίσως και να ήταν μάγος επειδή κυκλοφορούσε αποκλειστικά τα βράδια. Κανένας τους δεν σκέφτηκε πως ο μοναδικός λόγος που η νύχτα ήταν ο σύντροφός του, ήταν εξαιτίας της παραμόρφωσής του. Οι γονείς του, τον παράτησαν και η γιαγιά του δεν τον ήθελε. Δεν τον έστειλε ποτέ της σχολείο, ωστόσο ο Φιλίπ από μικρός είχε ένα έμφυτο ταλέντο στη ζωγραφική. Μπορούσε να ζωγραφίσει οτιδήποτε και οπουδήποτε. Εκφραζόταν μέσα από αυτήν την τέχνη, καταλάγιαζε τον θυμό του. Δεν δικαιολογώ την πράξη του να χτυπήσει τον Πιέρ, ωστόσο αν ήμουν στη θέση σου, θα πάλευα να του αποσπάσω την πληροφορία του λόγου για τον οποίο το έκανε. Είναι δύσκολο και το γνωρίζω, μα προσπάθησε» την προέτρεψε η Ζακελίν και η Ελοντί παραμένοντας σιωπηλή την αγκάλιασε σφιχτά.
«Είσαι ένας πολύ καλός άνθρωπος και μία πολύ καλή φίλη. Σου υπόσχομαι να προσπαθήσω να τον ακούσω μιας που μέσα από τα λεγόμενά σου, έχεις καταλάβει και εσύ πως είναι ακόμη ζωντανός» της απάντησε η κοπέλα και η Ζακελίν χαμογέλασε.
«Ναι, γνωρίζω πως είναι ζωντανός μετά από τόσα χρόνια απουσίας του. Να ξέρεις πως για ό,τι χρειαστείς, θα είμαι δίπλα σου και μη διστάσεις να μου χτυπήσεις την πόρτα ό,τι ώρα και να είναι» τελείωσε η Ζακελίν και οι δυο τους σηκώθηκαν επάνω με λίγη προσπάθεια.
Ιφιγένεια Μπακογιάννη