Παιχνίδι Εμπιστοσύνης (Κεφάλαιο 19)


Είναι πρωί και ο ήλιος έχει βγει αν και κάνει ακόμα κρύο. Το πρωινό έχει σερβιριστεί στο σπίτι του Ρικ κι η Μέριλιν έχει μείνει άφωνη από τα πόσα φαγητά έφτιαξε ο αγαπημένος της. Τέσσερα είδη αβγών, τηγανίτες, φρούτα, δημητριακά, μπέικον, κρουασάν ζεστά και φρεσκοψημένα λουκάνικα στο γκριλ.
Κάθονται και τρώνε, ενώ η Μέριλιν αρχίζει να μιλάει για τον γάμο και πόσα πράγματα έχει να κάνει, όπως να βρει το κατάλληλο νυφικό και να φτιάξει τις προσκλήσεις. «Δύο μήνες, ελπίζω να είναι αρκετοί» σχολιάζει αυτή. «Είμαι σίγουρος. Πώς πήγε χθες το meeting με τον ατζέντη;» της λέει κι αυτή μπουκώνει το στόμα της, νευρικά, προσπαθώντας να σκεφτεί.
Όταν τελικά καταπίνει τη μπουκιά της, απαντάει: «Πολύ καλά, θα ξεκινήσω δουλειά σύντομα». Αυτός χαμογελάει ψεύτικα και τρώει ένα λουκάνικο. «Το κρουασάν να δοκιμάσεις, λιώνει το βούτυρο στο στόμα» της λέει καθώς την κοιτάει καχύποπτα.
Απόγευμα, ο Ρικ επισκέπτεται την μητέρα του στην ψυχιατρική κλινική όπου ακούει μουσική με την Χλόη και φαίνονται πολύ χαρούμενες. Αυτός χαμογελάει όταν τις βλέπει έτσι και κάθεται λίγο πιο δίπλα να της παρατηρεί. Η Λαρίσα γυρνάει το κεφάλι της και παρατηρεί τον Ρικ και φωνάζει το όνομά του ευτυχισμένη και τρέχει να τον αγκαλιάσει.
«Καλησπέρα» του λέει η Χλόη προτού πάει μέσα να ετοιμάσει το μπάνιο της Λαρίσα. Ο Ρικ με την Λαρίσα κάθονται στον κλειστό κήπο της κλινικής, σ’ έναν καναπέ-κούνια. Η μητέρα του καταλαβαίνει αμέσως ότι κάτι δεν πάει καλά απ’ το βλέμμα του.
«Τι συμβαίνει, αγόρι μου;» τον ρωτάει, τρίβοντας τα χέρια του. «Όπως σου πα, με τη Μέριλιν τα πάμε πολύ καλά και οι ετοιμασίες για τον γάμο προχωρούν με ρυθμούς ταχείς. Μέχρι που χθες…» εκεί σταματάει να καθαρίσει τον λαιμό του.
«Να, ε…είπε ότι θα πάει να συναντήσει τον ατζέντη της και τελικά πήγε και είδε τον φίλο της, τον Μάρτιν, ο οποίος μάλιστα ήταν ντυμένος Φάντασμα. Φορούσε δηλαδή λευκή στολή με λευκή μάσκα» της ομολογεί, ανήσυχος, και ξεφυσάει.
«Ο Μάρτιν Φάντασμα;» του λέει, έκπληκτη. «Τον θυμάμαι αυτόν στον αρραβώνα, που ήρθε απρόσκλητος» του λέει. «Ναι, τελευταία πετάγεται παντού χωρίς πρόσκληση. Δε το πίστευα αλλά τώρα που τον είδα και με τη στολή αυτήν, είμαι σίγουρος ότι μας κατασκόπευε όλον αυτόν τον καιρό και έτσι μάθαινε ο απαγωγέας της Μέριλιν τι λέμε και τι κάνουμε» της λέει.
«Το είπες στη Μέριλιν;» τον ρωτάει αυτή, φοβισμένη, κι αυτός κουνάει το κεφάλι του. «Ωραία, καλύτερα να μη της το πεις, Ρικ, γιατί είναι πολύ επικίνδυνο για σένα. Απ’ ό,τι φαίνεται, αυτή ήξερε ότι ήταν Φάντασμα ο Μάρτιν και μπορεί τελικά να ήταν κι αυτή στο κόλπο. Αλλά πρέπει να παριστάνεις ότι όλα πάνε καλά μέχρι να σιγουρευτείς και να έχεις αρκετά στοιχεία» του λέει και τον βλέπει που αρχίζει και βουρκώνει.
«Αγάπη μου…» του χαϊδεύει το μάγουλο. «Περάσαμε τόσο ωραία τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά που ήλπιζα ότι θα τα αφήναμε όλα πίσω, αλλά τώρα συνειδητοποιώ ότι αυτή είναι γεμάτη με μυστικά και ψέματα, και δεν γίνεται να υπάρχει υγιής σχέση χωρίς εμπιστοσύνη» της λέει, με δάκρυα στα μάτια.
«Η Ζωή το ξέρει;» τον ρωτάει και της λέει ότι ήταν μαζί του. «Την εμπιστεύεσαι;» τον ρωτάει κι αυτός την κοιτάει στα μάτια και γνέφει. «Σίγουρα περισσότερο απ’ την αδερφή της. Δε ξέρω, όταν η Μέριλιν έχει πει πόσα ψέματα, δε ξέρω καν αν και η αγάπη της για μένα ήταν ποτέ αληθινή. Ενώ η Ζωή…μπορεί να μου απέκρυψε πράγματα στο παρελθόν αλλά είμαστε ξανά συντονισμένοι τώρα» της λέει.
«Εσύ πώς είσαι;» ρωτάει ο Ρικ τη μητέρα του κι αυτή σιωπάει. «Καλά είμαι, να ‘ναι καλά η Χλόη που κάνει την εμπειρία αυτή πιο ανεκτή» του λέει κι αυτός χαμογελάει, κοιτώντας την Χλόη να εμφανίζεται στην πόρτα. «Ναι, είμαστε πολύ τυχεροί που την έχουμε στο πλάι μας τόσα χρόνια. Είναι ωραίο να ξέρουμε ότι έχουμε έστω και λίγα άτομα δίπλα μας που να εμπιστευόμαστε» της λέει και αυτή τον αγκαλιάζει ζεστά, όσο η Χλόη τους παρακολουθεί, συγκινημένη.  
Καθώς επιστρέφει σπίτι ο Ρικ βλέπει στο γραμματοκιβώτιο έναν ανώνυμο φάκελο. Τον παίρνει και μπαίνει μέσα. Προτού προλάβει να τον ανοίξει χτυπάει η πόρτα, ανοίγει κι είναι η Σιμόν με τον Ντάνι. «Σιμόν, πώς κι από δω; Συνέβη κάτι;» ρωτάει κι η Σιμόν μπαίνει μέσα. «Μάλωσα με την μαμά μου πάλι και δεν άντεχα άλλο!» απαντάει η Σιμόν κι ο Ρικ παίρνει τον Ντάνι στα χέρια του και τον αγκαλιάζει.
«Πού είσαι γλυκούλη μου; Θα γίνεις παικταράς εσύ!» του λέει χαϊδεύοντας τα ποδαράκια του κι ο Ντάνι γελάει. Η Σιμόν φαίνεται στεναχωρημένη. «Γιατί μαλώνετε;» την ρωτάει ο Ρικ. «Επιμένει ότι πρέπει να τον πάμε στο Κάπα-Ντι, το οικοτροφείο, λόγω των ψυχικών του προβλημάτων. Είναι δυνατόν να λέει κάτι τέτοιο μια γιαγιά για τον εγγονό της;» λέει η Σιμόν, εκνευρισμένη, προτού δει τον φάκελο στο τραπέζι.
«Τι είναι αυτό;» ρωτάει η Σιμόν. «Δε ξέρω, το βρήκα σήμερα, δεν το άνοιξα» απαντάει ο Ρικ και κοιτιούνται. «Να το ανοίξω;» ρωτάει η Σιμόν κι αφού ο Ρικ της γνέφει καταφατικά, αυτή το ανοίγει. Είναι ένα χαρτί νεκροψίας για τον Τομ, το οποίο λέει ότι την ώρα που πυροβολήθηκε από τον Λαρς αυτός ήταν υπό την επήρεια υπνωτικών χαπιών.
«Τι πράγμα; Μα πώς είναι δυνατόν να κοιμόταν;» αναρωτιέται ο Ρικ κι η Σιμόν φαίνεται πανικοβλημένη. «Δεν καταλαβαίνεις; Τον υπνώτισαν, τον έντυσαν Φάντασμα και τον σκότωσαν. Και φρόντισαν αυτό το χαρτί να μην βγει δημοσίως» λέει η Σιμόν με τρεμάμενα χέρια. «Το ξερα! Το ξερα ότι δεν ήταν Φάντασμα ο Τομ!» λέει και τότε μπαίνει η Μέριλιν, και την κοιτάνε κι οι δυο, προδομένοι.
  
ΣταύροςkS