Η μάχη του έρωτα (Κεφάλαιο 13)

Άνοιξε τα μάτια του και ένα αμυδρό φως τον έκανε να τα κλείσει ξανά ενοχλημένος. Έκανε μια δεύτερη προσπάθεια και αυτή τη φορά κατάφερε να κρατήσει τα βλέφαρά του ανοιχτά. Ένα μεγάλο μηχάνημα δίπλα του, έκανε έναν συνεχή θόρυβο και ένα σωληνάκι κρεμόταν στην μύτη του. Γύρισε το βλέμμα του δεξιά κι αριστερά, μήπως εντοπίσει κάποιον γνωστό του, να του εξηγήσει τι συνέβη.

Δεν θυμόταν τίποτα. Μόνο ο πόνος στα πλευρά του, του θύμιζαν κάτι αλλά κι πάλι η μνήμη του δεν βοηθούσε. Άφησε κάθε προσπάθεια και προσπάθησε να συγκεντρωθεί στις ανάσες του.
«Καλώς τον!» άκουσε μια αντρική φωνή και λίγα δευτερόλεπτα αργότερα αντίκρισε έναν ψηλό ξανθομάλλη κύριο να του χαμογελά. «Κύριε Μέγα, είμαι ο Μιχάλης Ανδρόγιαννος και ο θεράπων ιατρός σας. Ξεκουραστείτε και θα περάσω σε λίγο να τα πούμε», του είπε και έφυγε από το δωμάτιο.
Δεν πρόλαβε να ψελλίσει ούτε ένα καλημέρα, τον άφησε μόνο του με τις ερωτήσεις του. Η μνήμη του δεν ήταν στα καλύτερά της και οι εικόνες που ερχόταν στο μυαλό του ήταν μπερδεμένες και ξεθωριασμένες. Μόνο μια κοπέλα να φωνάζει θυμόταν και μάλιστα θυμόταν με κάθε λεπτομέρεια τα χαρακτηριστικά της. Ήταν όμορφη, πολύ όμορφη, ίσως κι επικίνδυνα όμορφη. Χαμογέλασε στην θέα της και για μια στιγμή άφησε τις σκέψεις του να περιπλανηθούν στα υπέροχα μάτια της.
«Που αγναντεύει η σκέψη σου;» άκουσε μια γνώριμη παιχνιδιάρικη φωνή να τον τραβά πίσω στην πραγματικότητα.
Η Χριστίνα τώρα στεκόταν πάνω από το κεφάλι του και του χαμογελούσε γεμάτη συμπόνια. Άφησε την τσάντα της πάνω στην καρέκλα και σταύρωσε τα χέρια της χαμογελώντας.
«Μας έκανες την τιμή να ξυπνήσεις;» τον πείραξε, αφήνοντας ένα ρουφηχτό φιλί στο μέτωπο.
«Έτσι ακριβώς με φιλούσε κι η γιαγιά μου», την πείραξε με όσο σαρκασμό του είχε απομείνει.
«Σκάσε ρε βλάκα!» τον αποπήρε γλυκά και του έσφιξε το χέρι. «Πως αισθάνεσαι;»
«Πυροβολημένος»
«Μπορείς να σοβαρευτείς;»
«Μπορείς να ρωτάς λιγότερο ηλίθιες ερωτήσεις;»
«Με κέφια ξύπνησες μου φαίνεται! Μήπως να ξανάπεφτες για ακόμα έναν υπνάκο;» γέλασε με τα χαλιά του και βολεύτηκε στην καρέκλα της.
«Δεν θυμάμαι πολλά, τι έγινε;»
«Μακάρι να ήξερα!» αναστέναξε προβληματισμένη.
«Τι θέλεις να πεις;»
«Το Μαντείο των Δελφών ήταν κλειστό και έτσι δεν πήρα χρησμό», τον ειρωνεύτηκε και μετά από ένα άγριο βλέμμα του σοβαρεύτηκε. «Ντίνο κάποιος σε πυροβόλησε»
«Σοβαρά; Αυτό το θυμάμαι!»
«Ναι, αλλά υπάρχουν μερικά σοβαρά ερωτήματα και προβλήματα»
«Τι έγινε;»
«Πήραν κατάθεση από την μικρή που σε βρήκε αμέσως μετά τον πυροβολισμό. Μας διαβεβαίωσε πως σε πυροβόλησαν σπίτι κι αφού είχε κλείσει η πόρτα. Επίσης, μας διαβεβαίωσε πως δεν είδε κανέναν μέσα στο σπίτι μαζί σου, ούτε κάποια σκιά», προσπάθησε να του εξηγήσει όσο πιο ομαλά μπορούσε.
«Χριστίνα υπήρχε περίπτωση να καθίσει να πιούν καφέ;» το μυαλό του Ντίνου αν και ζαλισμένο δεν στεκόταν σε τέτοιες λεπτομέρειες που του ήταν γνώριμες. Κάτι άλλο ήθελε να μάθει!
«Μην βιάζεσαι Ντίνο να βγάλεις συμπεράσματα! Στο σώμα σου δεν υπήρξε ποτέ σφαίρα», ο Ντίνος γούρλωσε τα μάτια και την κοίταξε γεμάτος απορία. Αν δεν τον είχαν πυροβολήσει, εκείνος γιατί πονούσε; «Η μικρή αν και άπειρη σε πυροβολισμούς ανακάλυψε πως αντί για σφαίρα, υπήρχε μια μικρή βελόνα στο σώμα σου»
«Τι;»
«Ηρέμησε! Η βελόνα περιείχε μέσα ένα φάρμακο χωρίς δηλητήριο, το οποίο απλά σε νάρκωσε»
«Κι τότε εγώ γιατί πονάω;»
«Ο γιατρός είπε πως το συγκεκριμένο φάρμακο το παραχωρούν σε ανάπηρους για να κάνουν τα νεύρα τους να δυναμώσουν, με αποτέλεσμα να δημιουργούν μια παραίσθηση πόνου ή κάτι παρόμοιο. Δεν είναι επικίνδυνο και η επίδραση περνάει μέσα σε δώδεκα ώρες»
«Δεν καταλαβαίνω», μουρμούρισε απελπισμένος ο Ντίνος, ο οποίος για πρώτη φορά είχε παραλύσει το μυαλό του.
«Μάλλον ήταν προειδοποίηση!» κατέληξε η Χριστίνα σχεδόν σίγουρη για το συμπέρασμά της.
«Κάτσε», έλαμψε για μια στιγμή το πρόσωπό του. «Το σπίτι είναι γεμάτο κάμερες!»
«Τις είδαμε! Τζίφος!»
«Χριστινάκι δεν ξέρω τι θα κάνεις, αλλά θέλω να δω τις κάμερες και άσε να πω εγώ το τζίφος», της έκλεισε πονηρά το μάτι και εκείνη αμέσως κατάλαβε.

«Εντάξει κύριε Μέγα, όπως ζητήσατε!» του είπε με μια ψεύτικη τυπικότητα και εξαφανίστηκε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα από το δωμάτιο. 

Βασιλική Κυργιαφίνη