Crown of blood (Κεφάλαιο 9)

Στη μικρή – σε σχέση με την Αγγλία – Ελλάδα, τα Χριστούγεννα κάνουν την εμφάνισή τους με τελείως διαφορετικό τρόπο. Όπως σχεδόν κάθε χρόνο, υπάρχει ελάχιστο χιόνι σε μερικές βόρειες μονάχα περιοχές. Το χριστουγεννιάτικο πνεύμα το φέρνουν οι κάτοικοι. Οι άντρες του κάθε σπιτιού πηγαίνουν στα μικρά δάση της περιοχής τους και κόβουν έλατα, ώστε να μπορέσουν να δώσουν στις οικογένειές τους ακόμα και αυτήν τη μικρή χαρά που τόσο χρειάζονται. Από τότε που ο αγγλικός στρατός εισέβαλλε στην Ελλάδα, η οικονομία της και οι καταστάσεις πείνας και εξαθλίωσης του λαού κορυφώθηκαν. Έχουν ανάγκη τη χαρά!

Τα μικρά παιδιά μαζί με τη μητέρα τους πηγαίνουν σε διάφορα μέρη της πόλης, για να βρουν διάφορα πράγματα να βάλουν πάνω στα έλατα που θα φέρει ο πατέρας τους. Ψάχνουν να βρουν λουλούδια, μπιχλιμπίδια και βάσεις, ώστε να τοποθετήσουν κεριά πάνω στα έλατα. Έτσι, την παραμονή των Χριστουγέννων, όταν τα ανάψουν, θα δημιουργήσουν ένα ευχάριστο αίσθημα στο σπίτι και θα περάσουν ωραία, ξεχνώντας όλα τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματά τους.

Τα Χριστούγεννα πρέπει να είναι μια εποχή χαράς, αγάπης, δώρων και ξεκούρασης. Στην Ελλάδα όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Μόνο τα μικρά παιδιά μπορούν να αισθάνονται χαρά, και αυτά όχι όλες τις φορές, γιατί συνειδητοποιούν τις καταστάσεις εξαθλίωσης που περνούν τα ίδια, τα αδέρφια και οι γονείς τους. Τα δεινά που περνούν οι κάτοικοι αυτής της δυστυχισμένης χώρας δεν τους επιτρέπουν να χαρούν, να αγαπήσουν όπως θέλουν. Κυρίως όμως δεν τους επιτρέπουν να έχουν χρήματα, ώστε να αγοράσουν στα παιδιά τους έστω ένα μικρό δώρο και να πουν το ψέμα ότι τους το έφερε ο Άγιος Βασίλης. Και έτσι τα παιδιά σιγά σιγά καταλαβαίνουν ότι ο παχύς ηλικιωμένος άντρας με τα λευκά σαν χιόνι μούσια δεν υπάρχει. Η παιδική ηλικία τελειώνει γρήγορα.


Ο στρατηγός, που πριν από καιρό πήρε όρκο για τη χώρα του, με την πάροδο του χρόνου συνειδητοποιεί όλο και πιο πολύ πόσο δύσκολο είναι να φέρει εις πέρας την αποστολή του με επιτυχία. Δεν τα παρατάει όμως. Κάθε μέρα περνάει ατελείωτες ώρες πάνω από τον χάρτη και πάνω από τις σημειώσεις του και σκέφτεται σχέδια, στρατηγικές και εναλλακτικές για να νικήσει τον πόλεμο. Τα Χριστούγεννα θα πρέπει να περιμένουν˙ ακόμα και τώρα αυτός κάθεται και σπάει το κεφάλι του για να βρει το τέλειο σχέδιο. Μα, ναι, μια πρωτόγνωρη έμπνευση τον χτυπά. Ίσως είναι τα Χριστούγεννα που τον ευλόγησαν, ίσως ο ίδιος ο Θεός. Η Αγγλία θα έχει σίγουρο τέλος.
Βγαίνει με γρήγορες κινήσεις από το αρχοντικό που με τόσο κόπο έχτισε και γρήγορα φτάνει σ’ ένα μικρό, σχεδόν κατεστραμμένο σπίτι. Χτυπάει επίμονα την πόρτα και μια νέα, ταλαιπωρημένη από τα κλάματα κοπέλα ανοίγει την πόρτα και κάνει νόημα στον στρατηγό να εισέλθει στο ακατάστατο σπίτι.


«Έλενα, σε παρακαλώ, κορίτσι μου. Όλη η χώρα μας, η Ελλάδα μας, κρέμεται στα δικά σου χέρια» λέει ο στρατηγός στην κοπέλα που κάθεται δίπλα του χωρίς να χάσει χρόνο. Η Έλενα είναι ένα όμορφο, ξανθό κορίτσι με καταγάλανα μάτια. Παρά τον πόνο για τον χαμό των γονιών της που την κατέστρεψε ψυχολογικά αλλά και εμφανισιακά, η ομορφιά της είναι ακόμη εμφανής.


«Σε παρακαλώ να με βοηθήσεις με το σχέδιο μου, θα μας σώσεις, κοπέλα μου».


«Πείτε μου, κύριε στρατηγέ. Αν μπορώ θα σας βοηθήσω» λέει κουρασμένα. Η φωνή της βγαίνει με δυσκολία, αλλά φαίνεται πως εννοεί αυτά που λέει.


«Θα ξεκινήσουμε να πηγαίνουμε στην Αγγλία. Μόλις φτάσουμε, θα σε δώσω στον βασιλιά ως κρατούμενη και θα του ζητήσω να σε κρατήσει εκεί για λίγο καιρό, για να έχουμε ειρήνη, μέχρι να σε πάρουμε πίσω» εξηγεί ο στρατηγός και κάνει μια παύση, ώστε να κοιτάξει την Έλενα στα μάτια, για να δει αν καταλαβαίνει όσα της λέει.
Αυτό όμως που συνειδητοποιεί είναι πως η κοπέλα που βρίσκεται μπροστά του είναι ταλαιπωρημένη και δε θα αντέξει πολλά. Δεν παύει παρόλα αυτά να ελπίζει ότι θα τον βοηθήσει. Ο στρατηγός δίνει στην Έλενα λίγο ακόμη χρόνο, και όταν εκείνη παραμένει σιωπηλή, συνεχίζει:
«Θα σε ντύσουμε σαν να είσαι μια σημαντική κοπέλα στην Ελλάδα, ώστε να σιγουρευτούμε πως σε κρατήσει. Όσο θα μένεις εκεί, θέλω να μάθεις τα πάντα για αυτόν τον νέο βασιλιά, τον Αλφ. Έτσι όταν σε φέρω πίσω, θα μπορείς να μου πεις τα πάντα για αυτόν, και εγώ τότε θα ξέρω σίγουρα πώς θα τους νικήσουμε» ολοκληρώνει απλοϊκά το σχέδιο του και περιμένει την αντίδρασή της. Η Έλενα δεν αντιδρά. Είναι σαν να κοιμάται όρθια με ανοιχτά τα μάτια της.


«Εντάξει. Θα το κάνω» λέει η κοπέλα με φωνή έτοιμη να ξεψυχήσει. Σηκώνεται όρθια και δίνει τη συγκατάθεσή της στον στρατηγό να κάνει ό,τι χρειάζεται.


Ο στρατηγός την πιάνει αμέσως από το χέρι και την πηγαίνει στο αρχοντικό του. Της δίνει άφθονο φαγητό και αφού χορταίνει, την καθοδηγεί για το πού είναι το μπάνιο. Όσο η Έλενα πλένεται, οι καλύτερες μοδίστρες που έκλεισε ο στρατηγός καταφθάνουν φέρνοντας ένα λευκό φόρεμα με χρυσές λεπτομέρειες για την Έλενα. Μαζί τους φέρνουν διάφορα κοσμήματα και αρώματα για τη νεαρή. Όταν είναι έτοιμη, της φορούν το λευκό φόρεμα. Με τα ξανθά μαλλιά και τα γαλανά της μάτια, μοιάζει με άγγελο. Της φτιάχνουν τα μαλλιά της και της φορούν δύο πανάκριβα διαμαντένια σκουλαρίκια. Ο στρατηγός στο τέλος της ρίχνει λίγο από ένα ακριβό άρωμα τριαντάφυλλο, για να μυρίζει όμορφα.


Όταν ο στρατηγός αντικρύζει τη νεαρή Έλενα, μένει έκπληκτος. Η Έλενα μεταμορφώθηκε από μια ταλαιπωρημένη χωριατοπούλα σε μια όμορφη βασίλισσα, πραγματική καλλονή.
«Έξοχα!» λέει ο στρατηγός και το αίσθημα χαράς τον περικυκλώνει. «Είσαι έτοιμη, μικρή μου, για το μεγάλο μας ταξίδι σε μια από τις πιο όμορφες και ισχυρές χώρες του κόσμου;»


«Είμαι» λέει η Έλενα. Η φωνή της, που ήταν μέχρι πρότινος βραχνή και χαμηλόφωνη από την πείνα και την εξαθλίωση, είναι ξανά όμορφη και βελούδινη.


«Προηγούνται οι κυρίες» λέει ο στρατηγός, κάνοντας ένα ευγενικό νεύμα στην κοπέλα να περάσει πρώτη. Αφού περνάει, βγαίνει και αυτός και κατευθύνονται μαζί προς μια χρυσή άμαξα, που τη σέρνουν δύο πανέμορφα, λευκά άλογα.

Γιάννης Θεοδωρόπουλος