Ματωμένες Πύλες Κεφάλαιο 16

Διάβασε κατευθείαν τις σκέψεις μου και δε δίστασε να το φανερώσει. Για ποιον λόγο το έκανε αυτό; Βάζει παιχνιδιάρικα το χέρι της στα χείλη της και κάνει ότι σκέφτεται. Μας μετράει ξανά και ξανά και πάλι από την αρχή. Όλο κάτι σκέφτεται, αλλά δεν είναι το τέλειο σχέδιο για εκείνη. Τα μάτια της τότε φωτίζονται και, εάν ήταν καρτούν, μια λάμπα θα άναβε πάνω από το κεφάλι της. Δε μου αρέσει καθόλου η ιδέα να παλέψω με κάποιον από εδώ μέσα. Πρώτα από όλα επειδή θα χάσω κατευθείαν… Μπορεί όμως, εάν δεν πάνε τα πράγματα καλά, να καταλάβουν κάτι. Είναι οντότητες με μεγάλη ορατότητα και το μόνο που με κρύβει αυτή τη στιγμή είναι το μικρό ποσοστό της ενέργειάς μου που τους μπερδεύει. Αλλιώς θα με έβρισκαν.

Η γυναίκα μπροστά μας έρχεται απειλητικά προς το μέρος μας. Χαμογελάει ευχαριστημένη, μάλλον από το σχέδιό της, και με μια κίνηση των χεριών της φώτα πέφτουν στο κέντρο της αίθουσας σαν μεγάλοι προβολείς. Της αρέσουν τα θεαματικά πράγματα φαίνεται. Μας κοιτάζει χωρίς να μιλάει. Η Εχεκράτεια δίπλα μου φαίνεται πως εκνευρίζεται, διότι τη νιώθω να σφίγγει δυνατά τις γροθιές της.

«Οι κανόνες είναι απλοί. Τρία ζευγάρια. Τρεις νικητές. Τρία όπλα. Μάχη σώμα με σώμα. Καθαρή, χωρίς δυνάμεις. Όσο βασιστήκατε στις δυνάμεις σας ήταν καλά. Το παιχνίδι τώρα όμως αλλάζει και πρέπει να μου δείξετε τι αξίζετε ως πολεμιστές» μας λέει και πίσω της εμφανίζεται ένας πίνακας με τα πρόσωπά μας.

Εγώ διαγωνίζομαι τρίτος με τον Άδμητο. Για μια στιγμή νιώθω ανακούφιση. Για μια στιγμή νιώθω σιγουριά. Χαίρομαι πολύ που δεν πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τις δυνάμεις μας. Έκανα πολεμικές τέχνες στο παρελθόν και θέλω να πιστεύω ότι θα με βοηθήσει αρκετά αυτό. Η γυναίκα εξαφανίζεται ξανά μέσα στο σκοτάδι και ρίχνουμε λίγες ανήσυχες ματιές ο ένας στον άλλον. Τα πρόσωπα της Εχεκράτειας και του Αμφιτρύωνα εμφανίζονται στην οθόνη. Ο τελευταίος πηγαίνει στο σημείο που θα παλέψουν, αλλά η Εχεκράτεια φαίνεται να διστάζει. Γιατί όμως; Αφού είδα τι μπορεί να κάνει. Ξέρω ότι μπορεί να κερδίσει σκέφτομαι μπερδεμένος, μέχρι που καταλαβαίνω τι συμβαίνει. Το δεξί της πόδι, παρά τη θεραπεία, είναι αδύναμο και η ίδια φαίνεται εξαντλημένη. Έδωσε πολλή ενέργεια και δεν έχει άλλη.

«Είναι τραυματισμένη! Δεν το βλέπεις; Δεν μπορεί να διαγωνιστεί!» ακούω από πίσω μου τον Ηρακλή να φωνάζει, δείχνοντας το πόδι της Εχεκράτειας. Κοιτάζουμε όλοι στο σημείο που έδειξε και παρατηρώ πάνω στο λευκό της φόρεμα μια κηλίδα αίματος. Δε θεραπεύτηκε τελείως. Πώς άντεξε τόσες ώρες με χτυπημένο πόδι; Η φωνή της μελαχρινής γυναίκας αντηχεί σε όλη την αίθουσα.


«Ακόμα καλύτερα. Θα δούμε τι πραγματικά αξίζει. Ένας πολεμιστής δεν πέφτει κάτω από μια γρατζουνιά» λέει εκείνη και γελάει.

«Σου φαίνεται αυτό για -» αρχίζω να φωνάζω, αλλά με διακόπτουν απότομα.

«Μπορώ να το κάνω!» αποκρίνεται η Εχεκράτεια και παίρνει θέση μάχης στο «ρινγκ».

«Αυτή είναι πολεμίστρια. Συγχαρητήρια!» συνεχίζει η φωνή γύρω μας και ησυχία αντηχεί στο δωμάτιο.

Ο Αμφιτρύων κοιτάζει με λύπηση το πόδι της Εχεκράτειας για μια στιγμή και μετά σοβαρεύει ξανά. Ένας βαθύς ήχος σαν σάλπιγγα ακούγεται, που μάλλον είναι το σημάδι έναρξης της μάχης. Εκείνος κινείται κυκλικά αλλά η Εχεκράτεια δεν μπορεί να τον ακολουθήσει με γρήγορα βήματα. Δεν τον αφήνει να πλησιάσει πολύ και επιτίθεται πρώτη. Οι κινήσεις της είναι τρομερά γρήγορες και ακούω μόνο τα χτυπήματα μεταξύ των χεριών τους. Ένα χτύπημα της παλάμης της στο κεφάλι του είναι αρκετό για να τον κάνει να ζαλιστεί. Τι τεχνική είναι αυτή; Δεν είναι πυγμαχία. Δεν είναι μποξ. Δεν μπορώ να την πω κουνγκ φου ή κάτι παρόμοιο. Η Εχεκράτεια εκμεταλλεύεται την προσωρινή ζαλάδα του και αρπάζει την ευκαιρία να τον κλωτσήσει στο κεφάλι. Ο Αμφιτρύων παραδόξως είναι πολύ γρήγορος και έτσι την αποφεύγει, ενώ βρίσκει την ευκαιρία να τη χτυπήσει στο πληγωμένο πόδι, το οποίο ήταν κολλημένο στο δάπεδο.

Η Εχεκράτεια πέφτει κάτω και μορφάζει από τους πόνους, αλλά μερικά δευτερόλεπτα αργότερα σηκώνεται ξανά. Όλα γίνονται τόσο γρήγορα! Εάν όλοι κινούνται έτσι, δεν πρόκειται να κάνω ούτε βήμα! Η Εχεκράτεια επιτίθεται και χτυπάει ξανά και ξανά σαν κοφτερός άνεμος σε όλο του το σώμα. Δεν προλαβαίνει τις συνεχόμενες κινήσεις της και τελικά απλώς διπλώνεται για να προστατευτεί όσο μπορεί. Με την άκρη των δαχτύλων της τον χτυπάει κάθετα στο στομάχι. Ο Αμφιτρύων ζορίζεται και προσπαθεί να πάρει τον έλεγχο. Άλλο ένα χτύπημα στα πλευρά, με το πλάι του χεριού της, τον κάνει να χάσει τον συντονισμό του και βρίσκει ένα ελεύθερο σημείο του. Ξανά με μια απότομη κίνηση της παλάμης της τον καρφώνει στον λαιμό. Εκείνος πέφτει κατευθείαν κάτω και με το ζόρι κουνιέται. Βήχει και φτύνει αίμα στο πάτωμα. Προσπαθεί να κουνηθεί αλλά δεν μπορεί. Και έτσι ο αγώνας τελειώνει.

Δεν πρέπει να πέρασαν πάνω από τρία λεπτά. Παρόλα αυτά, ήταν τρομερή μάχη. Σχεδόν φαινόταν σαν να χορεύουν επιθετικά ο ένας απέναντι στον άλλον. Η Εχεκράτεια κατευθύνεται προς τον σωριασμένο αντίπαλό της. Σκύβει από πάνω του και περνάει το χέρι της πάνω από τα τρία σημεία που τον χτύπησε, για λίγα δευτερόλεπτα κάθε φορά. Εκείνος συνέρχεται σχεδόν αμέσως και σηκώνεται όρθιος. Φαίνεται λίγο ζαλισμένος, αλλά κατά τα άλλα είναι εντελώς καλά. Παρά τα χτυπήματα, δεν του έκανε ζημιά στα ζωτικά του όργανα και έτσι της ήταν πολύ εύκολο να τον βοηθήσει να ανακτήσει τις δυνάμεις του. Ο Αμφιτρύων την πιάνει από το χέρι και τη βοηθάει να περπατήσει έξω από την αρένα. Σιγά σιγά έρχονται δίπλα μας και την ακουμπάει κάτω. Η Εχεκράτεια μορφάζει από τον πόνο στο πόδι της. Σηκώνει λίγο το φόρεμά της για να ελέγξει το τραύμα και αυτό που βλέπω με σοκάρει. Όλο της το μπούτι είναι μελανιασμένο! Μέσα σε όλο αυτό το συνονθύλευμα από αίμα και δέρμα φαίνεται μια πληγή, σχεδόν σάπια,. Βάζει τρεμάμενη το χέρι της πάνω από το πόδι της και ένα πολύ αχνό φως βγαίνει από μέσα του. Είναι τόσο πολύ εξαντλημένη που δεν μπορεί να βοηθήσει τον ίδιο της τον εαυτό. Μα θα ορκιζόμουν ότι την τελευταία φορά που είδα το πόδι της δεν είχε τίποτα απολύτως! Δεν μπορώ να τη βοηθήσω. Δεν ξέρω πώς. Είμαι έτοιμος να πάω δίπλα της όταν οι σάλπιγγες για την έναρξη του δεύτερου γύρου ηχούν.

Ο δεύτερος αγώνας μου αποδεικνύει ότι δεν είναι τυχαία τα ζευγάρια. Αυτή η μάχη ήταν τελείως διαφορετική. Ο Ηρακλής παλεύει εναντίον του Αναξιμάνδρου και τώρα δεν υπάρχουν ευαίσθητα σημεία ή γρήγορες κινήσεις. Όλα είναι καθαρά θέμα δύναμης. Αυτός ο αγώνας δε μου φαίνεται τόσο θεαματικός όσο μακάβριος, καθώς ο ένας χτυπάει επανειλημμένα τον άλλον, μέχρι κάποιος να καταρρεύσει. Η τεράστια αντοχή τους μου κάνει μεγάλη εντύπωση. Δεν είναι φυσικό κάποιος να αντέχει σε τόσο δυνατά χτυπήματα. Η σύγκρουσή τους με κάθε χτύπημα ηχεί σε όλη την αρένα. Νιώθω το σώμα μου να πονάει μόνο που τους βλέπω. Τελικά ο Αναξίμανδρος πέφτει αναίσθητος στο κέντρο της πίστας. Ο Ηρακλής στέκεται από πάνω του γεμάτος αίματα και τον κοιτάζει λαχανιασμένος. Μόλις οι σάλπιγγες σημαίνουν το τέλος της μάχης, ο Ηρακλής σηκώνει με προσοχή τον φίλο του και τον κουβαλάει στην άκρη.

«Μπορείς να βοηθήσεις;» ρωτάει την Εχεκράτεια και τον ακουμπάει απαλά δίπλα της. Εκείνη τον κοιτάζει έκπληκτη και αμέσως μετά το πρόσωπό της μαλακώνει και νεύει θετικά Τα χέρια της σαρώνουν όλο του το σώμα και σταματούν κυρίως στην περιοχή του στομαχιού και στο γόνατό του.

«Έχει εσωτερική αιμορραγία και μερικά σπασμένα κόκαλα, αλλά πιστεύω ότι σε λίγο θα είναι μια χαρά» λέει η Εχεκράτεια και χαμογελάει πονεμένα, καθώς το δικό της σώμα δε θεραπεύτηκε ακόμα. Παρόλο αυτά, δίνει τη λίγη ενέργειά της για να βοηθήσει κάποιον άλλον. Δε θα πω ότι δεν το περίμενα, αλλά είναι πραγματικά μεγάλη θυσία αυτό που μόλις έκανε. Το βλέμμα της σοβαρεύει και κοιτάζει τον Ηρακλή εξεταστικά στα μάτια. Γουρλώνει τα μάτια της και το επόμενο δευτερόλεπτο ο Ηρακλής καταρρέει ενώ η Εχεκράτεια είναι ήδη όρθια για να τον πιάσει. Τρέχουμε όλοι προς το μέρος τους και προσπαθούμε να καταλάβουμε τι στο καλό έγινε.

«Έχει κρανιοεγκεφαλική κάκωση! Εάν δεν τον βοηθήσουμε τώρα θα πεθάνει!» λέει τρέμοντας η κοκκινομάλλα και τον ακουμπάει κάτω. Με κοιτάζει και μου κάνει νόημα να πάω κοντά της γρήγορα. Έπειτα βάζει τα χέρια της πάνω στο κεφάλι του.

«Βάλε τα χέρια σου πάνω από τα δικά μου και βάλε όσο πιο πολλή θέληση έχεις». Θέληση; Μήπως εννοεί ενέργεια;

«Όχι, Μαξ. Εννοώ θέληση για ζωή... Τον χάνουμε» την ακούω να μου λέει μέσα στο κεφάλι μου και με κοιτάζει σοκαρισμένη μέσα στα μάτια.

«Οι υπόλοιποι! Κρατήστε υπό έλεγχο την κατάσταση του
Αναξιμάνδρου, εφόσον δεν μπορείτε να τον θεραπεύσετε» τους προστάζει και οι άλλοι δύο τρέχουν υπάκουα πάνω από τον Αναξίμανδρο.

Η Εχεκράτεια κλείνει τα μάτια της και συγκεντρώνεται. Νιώθω αμέσως θερμότητα να δημιουργείται μεταξύ μας. Κλείνω τα μάτια και ακολουθώ το παράδειγμά της. Η θερμότητα αυξάνεται ραγδαία.

Ζήσε...

Μπορεί να μη σε συμπαθώ και πολύ, αλλά δε χρειάζεται να πεθάνει κανείς. Ζήσε... Ζήσε, προσεύχομαι βαθιά μέσα μου και νιώθω την Εχεκράτεια να τρέμει. Ανοίγω τα μάτια μου και την κοιτάζω. Κόκκινα δάκρυα τρέχουν σαν ποτάμι από τα κλειστά της μάτια ενώ η μύτη της ξεκίνησε να ματώνει.

«Μη σταματάς!» μου φωνάζει, καθώς ένιωσε την ταραχή στην ενέργειά μου.

Δεν το πιστεύω ότι φτάσαμε σε τέτοιο σημείο. Γιατί; Για την αρχηγία; Για ποιον; Πώς τα δέχονται όλα αυτά; Τα χέρια της Εχεκράτειας ηρεμούν και τα δάκρυά της σιγά σιγά γίνονται κρυστάλλινα. Τα μάτια της ανοίγουν και με κοιτάζει σαν να κέρδισε μια από τις μεγαλύτερες μάχες. Ο Ηρακλής κάτω από τα χέρια μας ανοίγει τα μάτια του. Είναι ήρεμος.

Την επόμενη στιγμή η κοκκινομάλλα καταρρέει πάνω του, καθώς οι δυνάμεις της δεν την κρατούν άλλο. Θυμός και λύπη έρχονται στην επιφάνεια. Αυτό δεν είναι δοκιμασία… Είναι βαρβαρότητα! Δεν το πιστεύω! Φίλος εναντίον φίλου. Αδερφός εναντίον αδερφού. Δεν μπορώ να το δεχτώ. Ο Ηρακλής μόλις συνειδητοποιεί τι συμβαίνει, τραβάει την Εχεκράτεια από πάνω του και την ακουμπάει με ευλάβεια δίπλα του. Σαρώνει με το χέρι του το σώμα της και χαμογελάει.

«Τελικά είσαι πολύ σκληρό καρύδι για γυναίκα» τον ακούω να ψιθυρίζει και σκύβει από πάνω της. Φέρνει το κεφάλι του κοντά στο δικό της και κάτι της λέει στο αυτί. Δεν ακούω τι λέει και δεν ξέρω εάν τον ακούει και η ίδια. Ο Ηρακλής σηκώνεται απότομα και πάει στον αναίσθητο φίλο του. Σαρώνει και το δικό του σώμα και χτυπάει χαρούμενος τον Άδμητο στην πλάτη, σαν να του λέει ότι είναι καλά.

«Μα τι γλυκιά εικόνα» ακούγεται μια φωνή από το πουθενά γεμάτη ειρωνεία. Κοιτάζουμε όλοι μαζί οργισμένοι γύρω μας.

«Ας τελειώνουμε με αυτούς τους αγώνες επιτέλους!» λέει απότομα και ο πίνακας γράφει το όνομά μου. Δεν πρόκειται να το κάνω. Ο Άδμητος σηκώνεται όρθιος και πάει στο κέντρο της αίθουσας. Εγώ όμως δεν κουνιέμαι από τη θέση μου.

«Έλα τώρα, καλέ μου! Δε θες να κερδίσεις; Για αυτό δεν είσαι εδώ; Θα αφήσεις έτσι απλά την ευκαιρία να γλιστρήσει μέσα από τα χέρια σου;» Είναι όμως άραγε το όπλο πιο σημαντικό από τη ζωή ή την υγεία κάποιου αναρωτιέμαι. Όμως μετά σκέφτομαι πόσες θυσίες έκανα εγώ και όλοι γύρω μου. Θα αφήσω τις θυσίες της Μαρίας, της Ντόροθη, ακόμα και της Εχεκράτειας να πάνε χαμένες; Σηκώνομαι όρθιος και παίρνω θέση απέναντι από τον αντίπαλό μου. Παίρνουμε και οι δύο θέσεις μάχης και χειροκροτήματα ακούγονται στην αίθουσα.

«Ανυπομονούσα πολύ για αυτή τη μάχη!» ακούγεται η τρελή γυναίκα και οι σάλπιγγες ηχούν ξανά...

Τι είναι αυτό που ανυπομονούσε τόσο πολύ να δει; Ο αντίπαλος μου φαίνεται να ξέρει τι κάνει και είναι πολύ σίγουρος για τον εαυτό του. Δεν ξέρω τι κοινό θα μπορούσα να έχω στη μάχη μαζί του. Κινούμαστε κυκλικά ο ένας απέναντι από τον άλλον, αλλά κανείς δεν κάνει επίθεση. Κάνουμε αρκετούς κύκλους και μετράμε ο ένας τον άλλον. Κάνει κίνηση για να με χτυπήσει και αμύνομαι. Χτυπάει ξανά και ξανά, με δύναμη, κάθε φορά και πιο δυνατά. Βρίσκω αρκετές φορές την ευκαιρία να τον χτυπήσω πίσω, αλλά δεν το κάνω. Δεν ξέρω αληθινά τι πρέπει να κάνω. Τι αξίζει περισσότερο; Δεν έχουμε κανέναν να μας σώσει αυτή τη φορά. Η μάχη δε σταματάει μέχρι κάποιος να μείνει αναίσθητος, να βγει νοκ άουτ. Τα χτυπήματα έρχονται συνεχώς κατά πάνω μου και νιώθω όλο μου το σώμα να τραντάζεται. Το μυαλό μου τρελαίνεται τελείως. Νιώθω λες και βρίσκομαι μέσα σε έναν τυφώνα συναισθημάτων. Όλα γύρω μου γυρίζουν και μου μιλούν ταυτόχρονα. Τι είναι σωστό; Τι θέλω; Τι αξίζει; Τι να κάνω; Θυμός. Αγωνία. Θέληση. Ελπίδα. Αγάπη. Οργή. Φόβος. Όλα μαζί. Όλα μαζί βουίζουν στα αυτιά μου και με μαστιγώνουν, καθώς το σώμα μου καταρρέει σιγά σιγά από τα χτυπήματα του Αδμήτου.

«Αρκετά!» φωνάζω και νιώθω ένα τεράστιο κύμα φωτός να βγαίνει από μέσα μου διώχνοντας όλες αυτές το σκέψεις μακριά. Το μυαλό μου ηρεμεί και ξέρω τι πρέπει να κάνω. Ο Άδμητος εκτοξεύεται μερικά μέτρα μακριά μου και πέφτει με δύναμη στο πάτωμα.

«Κανείς δεν παραβιάζει τους κανόνες!» λέει η γυναίκα και εμφανίζεται επιθετικά μπροστά μου.

«Δεν πρόκειται να κάνω κακό σε κανέναν μόνο και μόνο για να ευχαριστήσω κάποιον!» της φτύνω τις λέξεις μου με δύναμη και θάρρος.

«Νομίζεις ότι μπορείς να πας ενάντια στους κανόνες και σ’ εμένα; Νομίζεις ότι είσαι ξεχωριστός;» με ρωτάει και νιώθω όλο τον κόσμο γύρω μου να τραντάζεται.

Η αύρα της γίνεται μαύρη και τρομερά επιθετική. Υπό άλλες συνθήκες, θα έτρεμα με αυτό το θέαμα. Αλλά αυτή τη φορά είναι διαφορετικά. Δε θα φύγω τρέχοντας. Όχι αυτή τη φορά. Της γυρνάω την πλάτη και κατευθύνομαι προς τους συμπαίκτες μου, δύο από τους οποίους είναι ακόμη αναίσθητοι. Ευτυχώς ο Άδμητος δε χτύπησε καθόλου και τώρα βοηθάει στην ίαση του Αναξιμάνδρου. Πιάνω την Εχεκράτεια στα χέρια μου και τη σηκώνω όσο πιο απαλά μπορώ. Φεύγουμε από εδώ μέσα. Δε θα αφήσω να συνεχιστεί αυτό. Ποιος ξέρει τι άλλο θα μας ζητήσουν να κάνουμε; Νιώθω μια απειλητική κίνηση πίσω από την πλάτη μου και γυρνάω να δω από πού έρχεται. Η γυναίκα στέκεται ακόμα στο ίδιο σημείο αλλά γύρω της υψώνονται χιλιάδες σπαθιά που κοιτούν απειλητικά προς το μέρος μας. Αυτή η κατάσταση παρατράβηξε.

«Αφού είσαι τόσο γενναίος, για να δούμε τι θα κάνεις τώρα. Όλοι οι φίλοι σου θα την πληρώσουν για την ύβρη που έδειξες. Πώς σου φαίνεται η ιδέα;» με ρωτάει ενώ τα σπαθιά της είναι έτοιμα να πεταχτούν πάνω μας. Αφήνω την Εχεκράτεια στα χέρια του Ηρακλή και πάω μπροστά από όλους. Φαίνονται τρομαγμένοι αλλά δεν πρόκειται να αφήσω κανέναν άλλον να τραυματιστεί. Ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι θα χαθώ εγώ...

«Διάλεξες λάθος, μικρέ μου» λέει η τρελή γυναίκα και με μια κίνηση των χεριών της όλα τα σπαθιά έρχονται κατά πάνω μας.

Σηκώνω το χέρι μου αυτόματα και ένα τεράστιο χρυσό τοίχος υψώνεται μπροστά μας. Για πρώτη φορά νιώθω σίγουρος για αυτό που κάνω. Για πρώτη φορά δε θα τρέξω. Το τοίχος σταματάει όλες τις επιθέσεις και, ένα ένα, τα σπαθιά πέφτουν κάτω και εξαφανίζονται. Όλο και περισσότερα έρχονται κατά πάνω μας, αλλά κανένα δε μας ακουμπάει. Η γυναίκα τρελαίνεται και βάζει ακόμη περισσότερη δύναμη. Νιώθω το χέρι μου να τρέμει και να σφίγγεται από την πίεση που βάζω. Ένα ρίγος με διαπερνάει στη σπονδυλική στήλη και σταματάει στη βάση του κρανίου μου, όπου και με καρφώνει βαθιά μέσα στο κεφάλι μου. Μορφάζω από τον πόνο αλλά ξαφνικά ο πόνος σταματάει. Νιώθω και πάλι δύναμη και φως να με περικυκλώνουν. Ανοίγω τα μάτια μου και βλέπω τον Ηρακλή, τον Άδμητο και τον Αμφιτρύωνα να στέκονται δίπλα μου και να βάζουν και εκείνοι τα χέρια τους στο τοίχος. Τα σπαθιά γίνονται σκόνη και θρύψαλα. Μετά από λίγη ώρα, η αίθουσα ηρεμεί και φωτίζεται ξανά. Η γυναίκα μπροστά μας μας πλησιάζει με γλυκό πρόσωπο.

«Δεν περίμενα ότι θα περνούσατε τη δοκιμασία... Στην αρχή νόμιζα ότι είχατε χάσει όλοι. Ηρακλή, Λυσίμαχε και Εχεκράτεια είστε οι νικητές των αγώνων. Συγχαρητήρια σε όλους» μας λέει με καθόλου χλευαστική φωνή και κόσμος έρχεται τρέχοντας, για να περιποιηθεί τους τραυματίες.

Δεν ήταν δοκιμασία δύναμης και αντοχής… Ήταν μια δοκιμασία αδελφικότητας, πίστης και αγάπης, κάτι που πρέπει πάντα να έχει ένας ηγέτης. Την κοιτάζω με ανοικτό το στόμα, μαρμαρωμένος στη θέση μου. Δεν το πιστεύω ότι τα καταφέραμε... Τα καταφέραμε, όλοι μαζί. Ηγέτης δε σημαίνει μόνο ισχυρός και επιβλητικός. Τα λόγια είναι περιττά. Ξέρουμε όλοι πλέον τι θα πει πραγματικός αρχηγός. Η γυναίκα με πλησιάζει και με ακουμπάει στον ώμο.

«Οι νικητές ανταμείβονται με τη δική τους σουίτα στο όρος των ηρώων, δίπλα από τον ναό του Δία. Μπορείτε να ξεκουραστείτε και να ανακτήσετε τις δυνάμεις σας. Αύριο θα περάσετε από το τελευταίο στάδιο. Τα όπλα θα σας επιλέξουν μόνα τους, εάν είστε πράγματι οι εκλεκτοί για αυτά» μας λέει. Πριν φύγει, ακουμπάει στοργικά στο μέτωπο την Εχεκράτεια, την οποία παίρνουν οι τραυματιοφορείς.

«Περίμενε!» τη σταματάω και με κοιτάζει με απορία ζωγραφισμένη στα μάτια της. Μετά από λίγο μου χαμογελάει. Μάλλον κατάλαβε...

«Μην ανησυχείς. Θα γίνει καλά. Είναι πολύ δυνατή» Χα... Για καινούριο μου το λες αυτό;

«Θέλω να είναι κοντά μου» της απαντώ ήρεμος και βάζει για μια στιγμή το χέρι στο στόμα της για να σκεφτεί.

«Πήγαινε να ξεκουραστείς και θα τη βρεις κοντά σου» μου λέει και απομακρύνεται.

Ελπίζω να το εννοεί και να μην είναι κάποιος χαζός γρίφος.

Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω τι μόλις συνέβη... Ήταν πραγματικά απίστευτο...

Μαρία, Ντόροθη, Εχεκράτεια... Δε θα σας απογοητεύσω ξανά…

Το υπόσχομαι!

Παρασκευή Γκύζη