Ματωμένες Ελπίδες (Κεφάλαιο 11)

Και τώρα τι πρέπει να κάνουμε; Πρώτα από όλα, πώς θα πάει στην κόλαση μόνη της; Γιατί θέλει να πάει στην κόλαση; Δε νομίζω ο χαμός των δύο «φίλων» της την έκανε να χάσει τα λογικά της. Εκτός αυτού, δεν μπορεί να πάει στην κόλαση! Και να μπορούσε... έχω μια αποστολή εκεί... Δεν μπορεί να μου τη χαλάσει. Ούτε μπορώ να έχω το μυαλό μου σε εκείνη. Βέβαια, δεν πρέπει να φανερωθούμε κιόλας. Αχ, Θεέ μου! Τόσα προβλήματα από τη μια στιγμή στην άλλη! 

Πάρε μερικές βαθιές ανάσες, Μαξ 

Δε χρειάζεται να απελπίζεσαι... Ηρέμησε και σκέψου όσο πιο σοφά μπορείς. Η αναφορά μου στο παλιό μου όνομα με κάνει να χαμογελάσω, καθώς με πλημμύρισε με αναμνήσεις και συναισθήματα. Ήταν η τέλεια ευκαιρία για να καταφέρω να ηρεμήσω χωρίς μεγάλη προσπάθεια.

«Σου φαίνεται κάτι αστείο;» μου λέει η Τερψιχόρη καθώς ψάχνει ένα συρτάρι. Συνέρχομαι από τις σκέψεις μου και σοβαρεύω.

«Όχι, απλώς για μια στιγμή σκέφτηκα ότι μόνο ένας τρελός θα ήθελε να επιστρέψει στην κόλαση» της λέω ειρωνικά για να μπορέσω να της τραβήξω την προσοχή. Και τα καταφέρνω. Σταματάει να ψάχνει ό,τι και αν ήταν αυτό που ήθελε να βρει και με πλησιάζει απειλητικά.

«Μόλις με είπες τρελή;» μου λέει σαν να προσπαθεί να μου δώσει μια δεύτερη ευκαιρία να πάρω πίσω τα λόγια μου.

«Δεν ξέρω... Είσαι;» της απαντάω με τον ίδιο τόνο. Κάνει ένα βήμα πίσω και μου απαντάει πιο ήρεμη.

«Μάλλον… Εσύ το λες τρελή, εγώ το λέω κουράστηκα-με-όλα-αυτά-τα-παιχνίδια συμπεριφορά!» Η τελευταία της πρόταση είναι επιθετική. Μάλιστα, με σπρώχνει από τον ώμο για να δείξει την απέχθειά της προς τα λόγια αυτά.

«Και λοιπόν; Πώς θα πας στην κόλαση;» τη ρωτάει ο Ηρακλής όσο εκείνη ανοίγει ένα κουτί με σφαίρες.

Του κάνει νόημα να σωπάσει, καθώς κάτι ψιθυρίζει στις σφαίρες στο χέρι της. Ένα μικρό φως βγαίνει από τη χούφτα της και μετά σβήνει. Είναι και αυτές ευλογημένες, όπως και το δαχτυλίδι της. Βάζει μερικές μέσα στα όπλα της και τις υπόλοιπες σε γεμιστήρες που τελικά πετάει μέσα στον σάκο. Ψάχνει ακόμα τα συρτάρια. Μέσα από το γραφείο της βγάζει ένα μικρό βιβλίο σαν σημειωματάριο, πολυκαιρισμένο και χρησιμοποιημένο και το βάζει και αυτό μέσα στην τσάντα της. Σειρά έχει ένα μπουκάλι νερό και μερικά πουγκιά που δεν έχω ιδέα τι έχουν μέσα. Όχι, τελικά δεν είναι νερό, αλλά αγίασμα. Αυτή η κοπέλα έχει πολλούς άσους στο μανίκι της. Πέρα από τα απλά, κοινά όπλα προς το σκοτάδι, έχει πάνω της και το κατάνα, που όπως έχω καταλάβει είναι το φωτεινό της όπλο, όπως του Ηρακλή ήταν η σπάθα. Βέβαια, σε λίγο καιρό, το αγγελικό του όπλο θα γίνει η ασπίδα της Αθηνάς. Μπορεί να την κέρδισε, αλλά προσπαθεί ακόμα να κατακτήσει την αθανασία, για να γίνει ένας με εμάς.

«Μίλησες;» ρωτάει τον Ηρακλή μετά από αρκετή ώρα. Είναι αναίσθητη και ο Ηρακλής φαίνεται να εκνευρίζεται, αλλά κρατάει ακόμα ουδέτερη τη στάση του.

«Ναι, ρώτησα! Πώς θα πας στην κόλαση;» επαναλαμβάνει εκείνος και η Τερψιχόρη βάζει τα γέλια.

«Όχι, όχι. Λάθος εντύπωση έδωσα. Με συγχωρείτε. Δεν έχω καμία δουλειά στην κόλαση. Εκεί θα πάνε οι χαζές ψυχές σας μια μέρα. Όχι εγώ» μας λέει καθώς βάζει σε μια τάξη τα πράγματα στην τσάντα της.

«Τι εννοείς;» τη ρωτάω φανερά απορημένος.

«Εννοώ ότι θα πάω στα Τάρταρα. Εκεί που δεν πατάει θνητός» μας απαντάει ήρεμη και νιώθω να μπερδεύομαι.

«Συγγνώμη, αλλά μάλλον δεν έχω καταλάβει κάτι καλά» της λέω και σκύβω προς το μέρος της, ακουμπώντας τα χέρια μου πάνω στα γόνατά μου και σταυρώνοντας τα δάκτυλά μου. Εκείνη απηυδισμένη κοιτάζει προς το ταβάνι και περνάει μια βαριά ανάσα.

«Η κόλαση είναι ένα άβατο μέρος, στο οποίο στέλνονται οι αμαρτωλές ψυχές, προκειμένου να πληρώσουν όλα όσα έπραξαν κατά την έμβια ζωή τους. Είναι το αντίθετο του παραδείσου. Δε σας λέω ακόμα κάτι που δεν ξέρετε. Πίσω από όλα αυτά όμως, ανάμεσα σε κόλαση και παράδεισο, βρίσκονται οι κόσμοι στους αναπτύσσονται και ζουν οι δαίμονες και οι άγγελοι. Οι άγγελοι που είναι υπεύθυνοι για τον κόσμο μας μένουν σε ένα μέρος που το αποκαλούμε Ουρανούς. Δε βρίσκεται εκεί ο παράδεισος. Είναι περισσότερο κάτι σαν το κέντρο ελέγχου αυτού του σύμπαντος από την καλή πλευρά. Τα Τάρταρα, από την άλλη, είναι η αντίστοιχη κακή πλευρά. Εκεί  χειρίζονται τα ηνία οι δαίμονες. Ο παράδεισος και η κόλαση, όπως τους ξέρετε, είναι μόνο για τους θνητούς, ενώ οι Ουρανοί και τα Τάρταρα είναι ένα αόρατο μέρος διαχείρισης των κόσμων από τις ανώτερες οντότητες, όπως άγγελοι, δαίμονες, εκλεκτά φωτισμένα άτομα ή και εκλεκτούς του κακού». Πάντα ήξερα ότι οι Ουρανοί δεν ήταν μόνο αυτό που έβλεπα, αλλά δεν είχα πραγματικά ενδιαφερθεί να μάθω όλη την αλήθεια.

Δεν είχα ψάξει να βρω τι είναι πάνω από εμάς. Η Spero μου είχε πει πως εμείς είμαστε οι ανώτερες οντότητες του σύμπαντος, αλλά υπάρχουν πολλά ακόμα. Δεν ασχολούμαστε με τα θέματα των άλλων, ούτε και εκείνοι με τα δικά μας. Η αλήθεια είναι πέρα από κάθε φαντασία. Μέχρι και εγώ, μετά από τόσους αιώνες, ακόμα μαθαίνω. Το μόνο που κάνω τόσο καιρό είναι να αφήνω τις ψυχές εκεί που με προστάζουν να τις πάω. Είτε στις πύλες του φωτός, είτε του σκότους. Ακόμα τις βοηθάω να βγουν ή να μπουν πίσω στο σώμα τους. Όταν ένας άνθρωπος είναι καταδικασμένος στην κόλαση για πολλούς λόγους, τότε εγώ δε χρησιμεύω καθόλου. Η ψυχή του κατασπαράζεται επιτόπου από ένα συνονθύλευμα δαιμόνων. Πολύ άσχημη εικόνα, αλλά και πολύ συχνή τον τελευταίο καιρό. Η δραματική παύση μας κάνει όλους να νιώθουμε αμήχανα, καθώς η Τερψιχόρη μας δίνει χρόνο για να σκεφτούμε όλα όσα λέει.

«Άρα εμάς δε μας νοιάζει να πάμε στην κόλαση, αλλά στα Τάρταρα...» λέει αργά ο Ηρακλής. Εμάς;

«Ακριβώς! Στην κόλαση δε θα βρούμε κάτι που μας βοηθάει ούτε θέλουμε να δούμε τα αξιοθέατα καζάνια...» λέει εκείνη ειρωνικά και κάνει μερικές αργές δρασκελιές. Τα μποτάκια της χτυπούν με δύναμη στο ξύλινο πάτωμα. Προς τι ο πληθυντικός; Ποιος συμφώνησε να πάμε όλοι μαζί σαν παρέα εκεί μέσα;

«Θα πάμε κατευθείαν μέσα στη φωλιά του δράκου και θα πάρουμε αυτό που ψάχνουμε...» συνεχίζει τις σκέψεις της.

«Ναι... Μόνο που τι είναι αυτό που ψάχνουμε;» τη ρωτάω διστακτικά και τότε σταματάει απότομα τους βηματισμούς της.

 «Κάτι που μου κλάπηκε πριν καιρό...» μου απαντάει και με καρφώνει με τα μάτια της. Δεν ξέρω τι μπορεί να της πήραν, τι μπορεί να έχασε, αλλά εμένα με βολεύει όλη αυτή η περίεργη ιστορία... Έτσι πιστεύω, τουλάχιστον.

«Και πώς θα πάμε στη φωλιά του δράκου, λοιπόν;» ρωτάει ο Ηρακλής και βάζει τη λέξη δράκου μέσα σε εισαγωγικά με τα χέρια του. Για μια στιγμή η Τερψιχόρη φαίνεται να το σκέφτεται.

«Για δύο οντότητες θα ήταν πολύ εύκολο. Για μερικά όμως φωτισμένα άτομα είναι σχεδόν αδύνατον, σωστά;» μας λέει και χαμογελάει σαρδόνια. Δεν είμαι σίγουρος εάν θέλω να ακούσω τη συνέχεια.

«Σωστά» απαντάει τελικά με θάρρος ο Ηρακλής.

«Θα σου φαινόταν ακόμη αδύνατον, εάν ανοίγαμε την πύλη με τη βοήθεια μερικών πανίσχυρων δαιμόνων;» Τι θέλει να πει με αυτό; Έχει τρελαθεί τελείως! Μήπως θέλει να μας καλέσουν και για καφέ;

«Ναι. Όσους δαίμονες και αν φέρεις, δεν έχουμε αρκετή φωτεινή ενέργεια» καταφέρνω να πω. Ψέμα.

«Ποιος σου είπε ότι θα τη βάλουμε εμείς την ενέργεια;» μου απαντάει και κοκκαλώνω. Τι έχει στο μυαλό της; Γιατί δε φεύγουμε από εδώ μέσα; Θα βρούμε την Εχεκράτεια μόνοι μας.

«Αν δεν τη βάλουμε εμείς, τότε ποιος θα τη βάλει;» τη ρωτάω φανερά εκνευρισμένος.

«Καλά. Θα βάλουμε λίγο και εμείς το χεράκι μας. Αλλά όλη την υπόλοιπη ενέργεια θα την πάρουμε». Κάνει μια δραματική παύση, αλλά κανείς δεν μιλάει. Τελικά αποφασίζει να μας εξηγήσει.

«Σε όλη τη Γη υπάρχουν μέρη με τεράστιες ενέργειες. Όπως μαντεία και αρχαίοι ναοί. Εάν μπορέσουμε να αισθανθούμε τις ενέργειες και να τις χρησιμοποιήσουμε προς όφελός μας, τότε θα βγούμε κερδισμένοι. Λοιπόν;» Περιμένει μια απάντηση αλλά δεν ξέρω τι να πω. Με απόγνωση χτυπάει το χέρι στο μέτωπό της και βγάζει έναν αναστεναγμό.

«Εάν φοβάστε, φύγετε. Απλό. Εάν είστε αρκετά δυνατοί για αυτό και θέλετε να ακολουθήσετε, απλώς κάντε το. Γρήγορα όμως, πρέπει να κάνω και μια επίκληση» μας λέει βιαστικά και εκνευρισμένα καθώς πηγαίνει προς την πόρτα και κοιτάζει το ρολόι του χεριού της. Για ποια επίκληση μιλάει; Ωχ ,Θεέ μου... Το ξέρω ότι θα το μετανιώσω αυτό...

«Είμαστε μέσα» της λέω σοβαρός και ένα σαρδόνιο χαμόγελο εμφανίζεται και πάλι στα χείλη της.

«Πολύ καλά αγόρια. Ετοιμαστείτε για ταξιδάκι». Θα ορκιζόμουν ότι είδα τα μάτια της να λάμπουν για μια στιγμή...

«Λυσίμαχε!» φωνάζει απότομα και ασυναίσθητα σηκώνομαι όρθιος. Μόλις με βλέπει ευχαριστιέται με τη στάση μου και μου χαμογελάει.

«Έχεις φωτεινό όπλο;» με ρωτάει και στρέφει την προσοχή της προς τα πάνω μου.

«Έχω το δόρυ, αλλά μπορώ να χειριστώ πολλά όπλα, όπως τόξο και σπαθί». Αυτό το χρωστάω στη Spero. Εκείνη ανέλαβε την εκπαίδευσή μου στη μάχη σώμα με σώμα, στη μάχη με τόξο, δόρυ, σπαθί και ασπίδα. Μου έμαθε άπειρα πράγματα, όπως το πώς να χρησιμοποιώ το φως που έχω μέσα μου και να διώχνω το σκοτάδι μου. Με δίδαξε πώς να βλέπω πράγματα που δε βλέπουν οι άλλοι και πώς να τα ερμηνεύω. Εάν συνεχίσω να σας λέω τι μου έμαθε, δεν πρόκειται να τελειώσουμε ποτέ νομίζω.

«Πολύ καλά. Ηρακλή;» τον ρωτάει και τον πλησιάζει.

«Σπαθί» λέει εκείνος και εμφανίζεται στη μέση του μια ζώνη με το σπαθί του. Εκείνη φαίνεται να ενδιαφέρεται για το όπλο του και απλώνει το χέρι της προς το μέρος του.

«Μου επιτρέπεις;» του λέει ευγενικά και εκείνος με τη σειρά του βγάζει το σπαθί από τη θήκη του και της το δίνει. Η Τερψιχόρη κάνει μερικές κινήσεις στον αέρα σαν να το δοκιμάζει και το ελέγχει με τρομερή ακρίβεια στην όψη και την κόψη του.

«Όχι και άσχημα» του λέει και του το δίνει πίσω.

«Όχι και άσχημα; Για το δικό σου τι έχεις να πεις δηλαδή;» της λέει γεμάτος ειρωνεία αλλά δε φαίνεται να πιάνει.

«Το δικό μου, εάν το ακουμπήσεις, θα κοπείς χωρίς ούτε καν να το καταλάβεις. Δεν είναι για τα μεγάλα χεράκια σου». Σφίγγομαι για να μην ξεσπάσω σε γέλια, ενώ ο Ηρακλής είναι έτοιμος να εκραγεί από τα νεύρα του.

«Ηρέμησε, μεγάλε. Έχεις πολύ καλό όπλο. Χρησιμοποίησέ το ανάλογα» του λέει για να τον ηρεμήσει και αμέσως μετά γυρνάει την πλάτη της. Βγάζει από τα ράφια μερικά κεριά και μια κιμωλία. Μου δίνει το ένα κερί και κρατάει ένα ακόμα στα χέρια της με την κιμωλία.

«Λυσίμαχε, θα με βοηθήσεις;» Όχι, μη ρωτήσεις... Δε θα είναι καλό... Αφού ξέρεις την απάντηση...

«Σε τι;» τη ρωτάω τελικά και περιμένω την τραγική απάντησή της.

«Στην επίκληση, φυσικά. Θα καλέσουμε τους δαίμονες Kiyohime και Ale» μου απαντάει ήρεμη, λες και είναι κάτι τελείως φυσικό! Δεν το πιστεύω ότι το κάνω αυτό! Δεν ήξερα καν ότι υπάρχουν αυτοί οι δαίμονες... Πόσα ακόμα θα μάθω για αυτόν τον σκοτεινό κόσμο;

«Θα βοηθήσεις ή ακόμα φοβάσαι;» με ρωτάει πιο επιθετικά και νεύω θετικά. Ελπίζω να κάνω το σωστό...

 Παρασκευή Γκύζη