Οι Ξεχωριστοί - Λάχεσις (Κεφάλαιο 16) [+18]

«Το σκέφτηκες, αγάπη μου; Θα γίνεις γυναίκα μου;»

Μιάμιση ώρα είχε περάσει από τη στιγμή που είχαν συναντηθεί. Ο Ανρί είχε τελειώσει τρεις φορές σε αυτό το διάστημα και είχε φέρει μια φορά σε οργασμό την Ενριέτα με τα δάχτυλα και τη γλώσσα του. Η Ενριέτα ανασηκώθηκε από την αγκαλιά του και τον κοίταξε στα μάτια με αγάπη και απογοήτευση.

«Δε γίνεται, μωρό μου. Είσαι πολύ καλό παιδί και σε αγαπώ πάρα πολύ για να το δεχτώ αυτό! Με τέτοιες επιδόσεις στο σεξ, είναι σίγουρο πως θα αναγκαστώ να σε απατήσω αργά ή γρήγορα. Και δε βρίσκω τον λόγο να σε παντρευτώ αν είναι να σε απατήσω!» του απάντησε η Ενριέτα και ξαναχώθηκε στην αγκαλιά του.

«Έχεις άλλον; Κάποιον Ξεχωριστό;» τη ξαναρώτησε δειλά ο Ανρί και το μετάνιωσε αμέσως.

Ήξερε πως είχε πει βλακεία.

Πάντα αυτή η ερώτηση είναι ανόητη και αδιέξοδη. Ό,τι και να απαντήσει ο άλλος δε θα σε κάνει να νιώσεις καλυμμένος. Αν πει ναι, είσαι σίγουρος πως ήθελες να το ακούσεις; Γιατί τώρα που το άκουσες, πρέπει να κάνεις κάτι. Αν δεν κάνεις τίποτα γιατί ρώτησες; Το μόνο που κατάφερες είναι να χάσεις και την αξιοπρέπειά σου. Αν απαντήσει όχι, τον πιστεύεις; Αν τον πιστεύεις γιατί ρώτησες εξαρχής;

Η σχέση της Ενριέτα με τον Ανρί ήταν ελεύθερη, για την ακρίβεια δεν είχαν καν σχέση με τη συνηθισμένη έννοια του όρου. Από την πρώτη φορά που έκαναν έρωτα –και είχε σιγουρευτεί ότι δεν ήταν Ξεχωριστός– είχε δεχτεί ότι η όποια σχέση τους θα είχε ημερομηνία λήξης. Για να αποφύγει δακρύβρεχτους χωρισμούς αργότερα,

του είχε ξεκαθαρίσει από την αρχή πως δε ζητούσε σχέσεις και σοβαρό δεσμό. Και οι δύο ήταν τυπικά ελεύθεροι να κάνουν ό,τι ήθελαν με όποιον ήθελαν. Αυτό είχαν συνεννοηθεί. Εν τω μεταξύ, όμως, τον είχε αγαπήσει και εκείνη και τα πάντα στη ζωή της είχαν περιπλακεί. Η εκπαίδευσή του ήταν μονόδρομος για εκείνη τώρα πια. Έπρεπε να τα καταφέρει. Αλλιώς, αν ο Ανρί δε μάθαινε πώς να της κάνει έρωτα, θα τον άφηνε. Δεν περνάς μια ζωή μ’ έναν σύντροφο, αν δεν έχεις εξασφαλίσει και την ερωτική ευτυχία σου. Είναι σίγουρο πως αργά ή γρήγορα ή θα υποφέρεις ή θα τον απατήσεις.

«Πίστεψέ με, Ανρί, αν είχα άλλον, δε θα είχα κανένα πρόβλημα να σ’ το πω και πιστεύω πως σ’ το έχω αποδείξει αυτό!» του απάντησε εκείνη αγριεμένη και σηκώθηκε από την αγκαλιά του.

«Μη φεύγεις, μωρό μου, δεν το ήθελα… Δεν το εννοούσα έτσι… Συγγνώμη!» Ο Ανρί την έπιασε από το χέρι προσπαθώντας να τη συγκρατήσει.

Μη μου το κάνεις αυτό, αγάπη μου! Μη με παρακαλέσεις, μην τρέξεις πίσω μου! σκεφτόταν η Ενριέτα, τη στιγμή ακριβώς που ο νεαρός εραστής της είχε ήδη αρχίσει να την παρακαλεί να τον συγχωρήσει.

Η Ενριέτα τράβηξε απότομα το χέρι της νευριασμένη περισσότερο. Σε κανέναν δεν αρέσουν οι αδύναμοι ψυχικά σύντροφοι και πολύ περισσότερο στις γυναίκες. Πιστεύουν στην ισότητα ειλικρινά, αλλά ταυτόχρονα θέλουν το άντρα να είναι αρσενικό. Το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Άλλο ίσα τα φύλα, άλλο ίδια. Το ίδιο ισχύει και για τις γυναίκες. Οι άντρες σέβονται περισσότερο τις δυνατές συναισθηματικά συντρόφους. Οι άντρες και γυναίκες- γραμματόσημα, θα φτύνονται σε όλη τους τη ζωή και πάντα θα κολλάνε!

«Θα τα πούμε στο τηλέφωνο όταν φτάσω στο ξενοδοχείο!» του πέταξε κλείνοντας πίσω της την πόρτα με δύναμη, αφήνοντάς τον Ανρί να μην ξέρει τι να κάνει.

«Αν θες να υποφέρεις για βλακείες, κάν’ το!» μονολόγησε η Ενριέτα γυρίζοντας το κλειδί του αυτοκινήτου.

Το είχαν ξανασυζητήσει με άλλη αφορμή. Ήταν πολύ κουραστικό κάθε φορά –για κάθε μικρό ή λίγο μεγαλύτερο λόγο– να πρέπει να μιλούν ώρες ολόκληρες για τα ίδια και τα ίδια. Αν οι σύντροφοι χώριζαν τόσο εύκολα, όσο φοβόταν ο Ανρί, δε θα υπήρχε κανένα ζευγάρι στον κόσμο.

Δύο ώρες αργότερα το κόκκινο Πεζό πάρκαρε έξω από το πολυτελές ξενοδοχείο στο κέντρο του Παρισιού, που διέμενε η Ενριέτα. Η νεαρή οδηγός έδωσε τα κλειδιά στον σοφέρ του ξενοδοχείου, που είχε σπεύσει να της ανοίξει την πόρτα χαμογελώντας ειρωνικά.

«Μίκρυνε λίγο η Άστον Μάρτιν ή είναι η ιδέα μου, δεσποινίς;» τη ρώτησε γελώντας.

Η Ενριέτα διέμενε πια τόσο καιρό στη σουίτα 1002, που όλοι οι εργαζόμενοι εκεί τη γνώριζαν προσωπικά και φρόντιζαν να αισθάνεται οικεία.

«Σκατά! Πάρ’ το από μπροστά μου, μην το σπάσω το γαμημένο!» του είπε γελώντας, δίνοντάς του ένα χαρτονόμισμα των δέκα ευρώ και κατευθύνθηκε στην είσοδο.

Πριν μπει μέσα, γύρισε και κοίταξε για άλλη μια φορά τον Πύργο του Άιφελ. Το σύμβολο του Παρισιού δέσποζε κατάφωτο στην πλατεία Κονκόρντ, δίπλα στον Σηκουάνα. Δύο χρόνια είχαν περάσει από την τοποθέτηση του πατέρα της ως πρεσβευτή στο Παρίσι. Η νεαρή Ολλανδέζα ήθελε τόσο πολύ να τον βλέπει, που νοίκιασε μόνιμα τη μία από τις δύο σουίτες του ξενοδοχείου που έβλεπαν προς τον Πύργο του Άιφελ. Καθώς γύριζε προς την είσοδο, η ματιά της έπεσε στο σκούρο TVR που ήταν παρκαρισμένο απέναντι από το ξενοδοχείο. Η Ενριέτα συνοφρυώθηκε απότομα. Είχε ένα προαίσθημα ότι δεν ήταν τυχαία εκεί.

«Καλησπέρα, δεσποινίς Βαν Νίλσεν. Κάποιος σας ζήτησε πριν από λίγο. Είναι στο λόμπι. Σας–» Η νεαρή ρεσεψιονίστ δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την πρότασή της και η Ενριέτα ένιωσε μια παρουσία πίσω της.

«Καλησπέρα, Ενριέτα, σε περίμενα!»

Η Ενριέτα δάγκωσε τα χείλη της ενοχλημένη. Το προαίσθημα είχε βγει αληθινό και τίποτα δεν προμήνυε ότι η συνάντηση θα ήταν ευχάριστη. Ο Ρόμπερτ Χάρπερ, ο Ξεχωριστός με τον οποίο είχε κάνει πράξη τη θεωρία που είχε διδαχθεί στα δεκαοχτώ της, ο μεγάλος της έρωτας που κατέληξε σε φιάσκο πριν τελειώσει η εκπαίδευσή της, ήταν εκεί και την περίμενε.

«Γεια σου, Ρόμπερτ. Τι κάνεις; Πώς από εδώ;» του απάντησε η Ενριέτα με απάθεια.

Πέντε χρόνια πριν θα έκανε ό,τι της ζητούσε. Ήταν ο Θεός της! Της είχε δώσει στην πράξη ότι η μητέρα της της εξηγούσε χρόνια πριν και ήταν υπέροχο από την πρώτη στιγμή. Μέχρι…

«Θα ήθελα να σου μιλήσω. Πάμε στο μπαρ για ένα ποτό;»

Η φωνή του την απέσπασε από τις στενάχωρες σκέψεις της. Όχι… δεν ήθελε. Έπρεπε να τον αποφύγει.

«Ξέρεις, Ρόμπερτ… Μόλις γύρισα. Είμαι κουρασμένη και θέλω να πάω για ύπνο νωρίς. Αύριο».

«Σε παρακαλώ, δε θ’ αργήσουμε. Δέκα λεπτά, ένα ποτό!» επέμεινε ο Ρόμπερτ τραβώντας την απαλά προς το μπαρ.

Η σκέψη της γύρισε πέντε χρόνια πίσω, την ημέρα που ανακάλυψε τυχαία την κρυφή πόρτα που οδηγούσε στο υπόγειο της έπαυλης του Ρόμπερτ στο Βερλαίν. Η περιέργεια την έκανε να συνεχίσει την εξερεύνηση. Κατεβαίνοντας την ξύλινη σκάλα που οδηγούσε σε έναν μισοφωτισμένο διάδρομο είχε δει μια βαριά διπλή πόρτα με βελούδινη επένδυση. Όταν την άνοιξε προσεκτικά, το θέαμα τη σόκαρε. Μες στο δωμάτιο βρίσκονταν άντρες και γυναίκες, ντυμένοι όλοι με ομοιόμορφες κόκκινες σατέν ρόμπες και λευκή μάσκα στο πρόσωπο. Κάθονταν σε μπορντό βελούδινους καναπέδες, τοποθετημένους σε ημικύκλιο στον χώρο. Μερικοί έκαναν ήδη έρωτα, ενώ άλλοι χαϊδεύονταν παρακολουθώντας την ταινία που πρόβλαλε ένας προτζέκτορας στηριγμένος από το ταβάνι του υπογείου. Η νεαρή Ξεχωριστή δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Στην ταινία η πρωταγωνίστρια ήταν γονατιστή στη μέση του δωματίου με τα χέρια επάνω από το κεφάλι της, ώστε να προεξέχουν περισσότερο τα όμορφα στήθη της σε μια κλασική στάση υποταγής.

Και ήταν εκείνη!

Πρωταγωνιστούσε εκείνη και ο Ρόμπερτ. Η Ενριέτα συντετριμμένη έκλεισε την πόρτα πίσω της και άρχισε να τρέχει στη σκάλα προς το δωμάτιό της. Πέταξε πρόχειρα σε μια βαλίτσα τα ρούχα της και έφυγε κλαίγοντας. Άφησε ένα γραπτό μήνυμα στον Ρόμπερτ να μην την ξαναενοχλήσει ποτέ. Αλλιώς θα τα μάθαιναν όλα οι αρχηγοί των Ξεχωριστών και η πρεσβεία της. Για την ώρα δε θα έλεγε τίποτα. Η ειδική υπηρεσία της πρεσβείας θα έκανε ερωτήσεις και θα έφτανε στο θέμα της εκπαίδευσης και τους Ξεχωριστούς κατ’ επέκταση. Και ήξερε καλά τι σήμαινε αυτό. Όπως και ο Ρόμπερτ.

«Πες μου γρήγορα. Δεν έχω πολλή ώρα και η παρουσία σου δεν είναι ευπρόσδεκτη!» του είπε σκληραίνοντας το ύφος της η Ενριέτα, καθώς τον ακολουθούσε σε μια απόμερη γωνιά του μπαρ.

«Πέρασαν πέντε χρόνια, μωρό μου. Ακόμη θυμάσαι εκείνη την άτυχη στιγμή μας; Στο κάτω κάτω ήσουν ενήλικη! Δε θυμάμαι να είχες παράπονο από τα παιχνίδια που κάναμε!» της είπε ο Ρόμπερτ, βάζοντας το χέρι του ψηλά στον γοφό της χαϊδεύοντάς τον.

«Ήμουν δεκαοκτώ… Σε αγαπούσα. Ήμουν εκπαιδευόμενη και εσύ με βιντεοσκοπούσες εν αγνοία μου, ηλίθιο κάθαρμα! Ευτυχώς σε κατάλαβα νωρίς και έφυγα. Από την αρχή είχα ως επιλογή να πάω για εκπαίδευση στην Ελλάδα και είχα προτιμήσει εσένα. Καλύτερα, λοιπόν, που αποδείχτηκες ανάξιος. Η Γιάννα ήταν πολύ καλύτερη ως δασκάλα και ως ερωμένη, αφού θέλεις να τα ακούσεις, Ξεχωριστέ του κώλου! Τώρα πάρε τα χέρια σου από πάνω μου, γιατί με το ζόρι κρατιέμαι να μην ουρλιάξω… Πες μου τι θέλεις και φύγε! Και φυσικά θέλω να μη σε ξαναδώ. Ακόμη μπορώ να τα πω όλα στην ασφάλεια της πρεσβείας και δεν το θέλεις αυτό!» του είπε καθώς προσπαθούσε να συγκρατήσει τα νεύρα της και να μη φωνάξει.

Ο Ρόμπερτ προσπάθησε να χαμογελάσει, για να μη δείξει την ενόχλησή του. Όταν έφυγε από κοντά του η Ενριέτα, έχασε τα ίχνη της και τώρα μάθαινε ότι είχε συνεχίσει την εκπαίδευση στην Ελλάδα. Στη Γιάννα Δεληπέτρου. Και ο Ρόμπερτ έβλεπε μπροστά του ότι η δασκάλα της είχε κάνει καλή δουλειά με τη μικρή. Η γυναίκα που έβλεπε μπροστά του δεν είχε καμιά σχέση με τη μικρή σκλάβα, που μπορούσε να την κάνει ό,τι ήθελε. Η Γιάννα… Ξανά η Γιάννα μπροστά του και πάλι σε αντίθετη πορεία.

Ακόμα καλύτερα. Η μοίρα επιμένει να διασταυρώνει τους δρόμους μας. Δε φταίω εγώ για ό,τι πάθει η σχεδιάστρια.

Και είχε σκοπό να κάνει πολλά! Ό,τι είχε ξεκινήσει από πείσμα και συμφέρον μες στη σκέψη του Ρόμπερτ εξελισσόταν σιγά σιγά σε μίσος.

«Και εγώ σε πληροφορώ ότι θα απαντήσεις σε ό,τι σε ρωτήσω και θα κάνεις ό,τι σου πω όταν σ’ το πω και ξέρεις γιατί; Γιατί εκείνη η κόπια που είδες όταν κατέβηκες στο υπόγειο ήταν ένα μικρό δείγμα του τι είχα βιντεοσκοπήσει την εποχή της εκπαίδευσής σου, μικρή! Και φυσικά δεν τις έχω καταστρέψει. Είναι ασφαλισμένες. Όχι η Ασφάλεια, ούτε ο Χουντίνι δεν μπορεί να τις βρει! Έχω τα άπαντα της Ενριέτα και δε χρειάζεται να σου πω τι επιτυχία θα έχουν σε DVD, ε; Για να μην αναφέρω στο ίντερνετ!» της απάντησε εκείνος επιμένοντας.

«Δε θα τολμήσεις! Αλλά και να το κάνεις, δε με νοιάζει. Ενήλικη ήμουν, όπως είπες και μόνος σου. Δεν έχεις ιδέα τι δακρύβρεχτο σενάριο μπορώ να σκαρφιστώ. Και θα τους αρέσει. Όλη η Γαλλία θα κλάψει με τη μικρή παραστρατισμένη που άφησε το αρσενικό κάθαρμα να την εκμεταλλευτεί λόγω αγάπης! Φαντάζεσαι χαρά οι φεμινίστριες; Πού ξέρεις… Μέχρι και η Πρώτη Κυρία μπορεί να ζητήσει να με συναντήσει! Και όσο για εσένα… Καλύτερα να εξαφανιστείς από τη Γαλλία τότε!» του απάντησε ειρωνικά η Ενριέτα και τράβηξε απότομα το χέρι της φεύγοντας.

«Και ο γερο-Βαν Νιλσεν; Τον σκέφτηκες εκείνον; Η Ολλανδία είναι ανεκτική χώρα, δε λέω. Δεν πιστεύω όμως ότι δε θα ενοχλούσε την κυβέρνησή σας ένα σκάνδαλο που είναι ανακατεμένη η κόρη πρέσβη της! Τς, τς, τς… Με τι αρχές τη μεγάλωσε άραγε! Οι δημοσιογράφοι θα ψάξουν τα πάντα. Θα γίνει η ζωή σας κόλαση και ο μπαμπάκας θα εξαναγκαστεί σε παραίτηση! Είτε από την κυβέρνηση, είτε από τους Ξεχωριστούς! Φύγε, αν θες, Ενριέτα. Ελπίζω ο συμπαθέστατος μπαμπάκας σου να το αντέξει!»

Το ύφος του Ρόμπερτ έδειχνε ότι μιλούσε σοβαρά. Θα το έκανε αν δεν είχε τίποτα να χάσει.

«Εκτός από όλα τα υπόλοιπα, έγινες και εκβιαστής τώρα;» τον ρώτησε απογοητευμένη από την επιλογή που είχε κάνει στο παρελθόν.

«Αν ήμουν εκβιαστής, θα σου είχα ζητήσει από καιρό χρήματα, Ενριέτα. Βλέπεις; Όσο και αν δεν το πιστεύεις, σε αγάπησα και εγώ. Αυτό που θέλω δεν έχει σχέση με χρήματα. Απλά θα με βοηθήσεις σε κάτι. Και εγώ θα σου δώσω τις ταινίες σου».

Η Ενριέτα χρειαζόταν χρόνο να σκεφτεί. Ίσως και να μην της ζητούσε και κάτι τόσο δύσκολο τελικά. Ίσως να ξεμπέρδευε εύκολα. Αποφάσισε να αλλάξει τακτική, κερδίζοντας όσο περισσότερο χρόνο μπορούσε. Η πίεση, άλλωστε, ποτέ δεν είναι καλός σύμβουλος, όπως έλεγε πάντα ο πατέρας της.

«Τι θέλεις επιτέλους; Πες μου και θα δούμε!» του απάντησε κοφτά.

«Στη φετινή συγκέντρωση η Δεληπέτρου θα μείνει πάλι στη σουίτα σου, όπως πέρυσι;» τη ρώτησε ο Ρόμπερτ.

«Η Γιάννα; Ναι. Όχι στη δική μου, μάλλον στη διπλανή. Γιατί; Τι σε ενδιαφέρει αυτό;» τον ρώτησε ξαφνιασμένη.

«Να μη σε νοιάζει. Όταν θα σε χρειαστώ θα σου πω. Και τότε θα κάνεις ό,τι ακριβώς ζητήσω, μικρή μου Ξεχωριστή… Έτσι;» της απάντησε ο Ρόμπερτ χαμογελώντας ειρωνικά και έφυγε προς την έξοδο του ξενοδοχείου χωρίς να περιμένει απάντηση.

Άφησε πίσω του μια μπερδεμένη Ενριέτα, που δεν ήξερε τι να σκεφτεί και προπαντός τι να κάνει. Τη Γιάννα.

Τι θέλει ο Ρόμπερτ από τη Γιάννα και τι έχει μαζί της;

Μήπως έπρεπε να την προειδοποιήσει; Μα δεν της είχε πει τι ακριβώς ήθελε να κάνει, ώστε να καταφέρουν να το προλάβουν. Εκτός αυτού, θα το καταλάβαινε ο Ρόμπερτ και ίσως δημοσιοποιούσε τα βίντεο. Έπρεπε να σκεφτεί. Έπρεπε να ηρεμήσει.