Ο ήλιος είχε αρχίσει να χάνεται ανάμεσα στα πανύψηλα δέντρα του πιο διάσημου πάρκου σε όλη την Ευρώπη. Με οκτώ χιλιάδες πεντακόσια τετραγωνικά χιλιόμετρα δάσους, το Δάσος της Βουλώνης στα δυτικά του Παρισιού αποτελούσε ταυτόχρονα και τον μεγαλύτερο οίκο ανοχής στον κόσμο. Οι πεταλούδες της νύχτας είχαν έρθει από νωρίς να πιάσουν την καλύτερη δυνατή θέση στην υπαίθρια αγορά έρωτα. Ούτε που έδιναν σημασία στο μικρό Πεζό και τη νεαρή οδηγό του, που περνούσε από μπροστά τους μουγκρίζοντας. Το μικρό αυτοκίνητο αγκομαχούσε, πασχίζοντας να ανταποκριθεί στο συνεχές πάτημα του δεξιού πεντάλ. Η νεαρή οδηγός του έβριζε συνέχεια –σε όλες τις γλώσσες που ήξερε– καθώς βιαζόταν πολύ. Ήθελε να φτάσει γρήγορα στο γραφικό Ville du Cheval – ένα μικρό χωριό με φάρμες αλόγων εκατόν ογδόντα χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα.
«Αναθεματισμένα ενοικιαζόμενα… Γαμημένοι μηχανικοί. Απατεώνες!» Η Ενριέτα χτυπούσε το τιμόνι νευρικά, αν και ήταν σίγουρη πως τα αυτοκίνητα δεν έτρεχαν γρηγορότερα μ’ αυτόν τον τρόπο.
Είχε αφήσει για σέρβις την DB9 που χρησιμοποιούσε συνήθως, όταν είχε σκοπό να μπει στους αυτοκινητόδρομους, που συνδέουν το Παρίσι με την υπόλοιπη Γαλλία. Οι μηχανικοί της Άστον Μάρτιν το είχαν κρατήσει παραπάνω από όσο είχαν συμφωνήσει και της είχαν δώσει το ταπεινό 206 να κάνει τις δουλειές της. Η Ενριέτα συνηθισμένη να κάνει τη διαδρομή σε λιγότερο από μία ώρα, τώρα κόντευε να τρελαθεί από τα νεύρα της. Η Ενριέτα Βαν Νίλσεν –όπως είναι το πλήρες όνομά της– δεν ήταν μια οποιαδήποτε εικοσιτριάχρονη γυναίκα.
Γεννημένη από μητέρα Ξεχωριστή, είχε μάθει από μικρή τις βασικές αρχές και την ιδεολογία της κοινότητας. Ήξερε πού έπρεπε να φτάσει, για να είναι ευτυχισμένη στη ζωή της, και ήταν αποφασισμένη να το βρει. Το σεξ είναι ανταλλαγή ευτυχίας μεταξύ δύο ανθρώπων. Δεν έπρεπε ποτέ να συμβιβαστεί με τίποτα λιγότερο από αυτό!
Η μητέρα της –παντρεμένη από έρωτα με τον εκπαιδευμένο από την ίδια σύζυγό της– είχε εξηγήσει στη μικρή Ενριέτα οτιδήποτε είχε σχέση με σεξ και άντρες. Είχε φροντίσει να είναι έτοιμη για τη δύσκολη εφηβεία. Και για τη μεγάλη αναζήτηση ενός άντρα –όχι απαραίτητα γεννημένου Ξεχωριστού– που να ενδιαφέρεται για την ικανοποίησή της. Ενός άντρα, που να μη φοβάται –και να έχει τη θέληση– να μάθει από μια γυναίκα. Να μην το θεωρεί ντροπή για τον ανδρισμό του.
Ένα από τα κύρια αξιώματα της εκπαίδευσης είχε αποτυπωθεί ανεξίτηλα στο μυαλό της. Και αυτό είχε διαμορφώσει την ερωτική της σχέση με το αντίθετο φύλο: «Το να μην ξέρει ένας άντρας το πώς να κάνει μια γυναίκα ευτυχισμένη ερωτικά είναι πταίσμα και συγχωρείται. Θα μάθει. Το να μην έχει όμως τη όποια θέληση να το κάνει είναι κακούργημα!»
Επιτέλους! Ενενήντα πέντε λεπτά –και τριάντα πέντε κατάρες αργότερα– έφτασε στο όμορφο παραδοσιακό χωριό. Πέρασε μέσα από τη στενή πλατεία με τα καφέ και έστριψε αριστερά στον παράδρομο. Λίγα λεπτά αργότερα έμπαινε στον αγαπημένο της αγροτικό δρόμο με τις πανύψηλες λεύκες. Άνοιξε την μπάρα που οδηγούσε στην είσοδο μιας τεράστιας φάρμας εκτροφής αλόγων και έφτασε στον προορισμό της. Ήθελε να προλάβει να είναι εκεί πριν νυχτώσει για τα καλά. Το σκοτάδι και οι σκιές των δέντρων γύρω της έφτιαχναν ένα σκηνικό που θα φόβιζε τον οποιονδήποτε. Κάθε φορά που ερχόταν εδώ βράδυ, ανατρίχιαζε, χωρίς ποτέ να μπορεί να προσδιορίσει το γιατί.
Η Ενριέτα σταμάτησε το μικρό αυτοκίνητο μπροστά από την είσοδο του σαλέ. Έπιασε τα μακριά μαλλιά της πίσω από το κεφάλι σε αλογοουρά και άνοιξε την τσάντα που ήταν πεταμένη στο πίσω κάθισμα. Έβγαλε από μέσα ένα μπουκάλι με φαρμακευτικό αντισηπτικό και το άνοιξε. Πήρε το πακέτο με τα μωρομάντιλα και πότισε κάμποσα φύλλα με το υγρό. Ύστερα έβγαλε τις ανοιχτές γόβες που φορούσε και άρχισε να καθαρίζει τα δάχτυλα και τις πατούσες των ποδιών της προσεκτικά. Όταν τελείωσε με το καθάρισμα, έριξε επάνω τους μερικές σταγόνες από το πανάκριβο άρωμά της. Φόρεσε ένα ζευγάρι μαύρα γάντια που έφταναν ψηλά μέχρι τους αγκώνες της, κοιτάχτηκε στον καθρέφτη και βγήκε από το αυτοκίνητο. Το κομψό πλατύγυρο καπέλο με τη μαύρη δαντέλα και το τούλι, που στερέωσε στο κεφάλι της με τσιμπιδάκια λίγο πριν κλείσει την πόρτα του αυτοκινήτου, ολοκλήρωσε τη «femme fatal» μεταμφίεσή της.
Το ίδιο ακριβώς τελετουργικό –διανθισμένο με αυθόρμητες παραλλαγές– ακολουθούσε τους τελευταίους έξι μήνες που γνώριζε τον Ανρί. Ήταν όμορφος, πλούσιος και –δυστυχώς για εκείνη– απόλυτα συνηθισμένος. Τουλάχιστον έδειχνε να προσπαθεί, αλλιώς η μικρή Ξεχωριστή θα τον είχε στείλει ήδη στη μάνα του.
Από τις πρώτες φορές που είχαν κάνει έρωτα, η Ενριέτα είχε ανακαλύψει το βίτσιο του νεαρού συντρόφου της με τα γυναικεία πόδια. Όπως επίσης και την ανάγκη του να υποτάσσεται σε γυναίκα με εξουσία. Η Ενριέτα ως γεννημένη Ξεχωριστή δεν είχε κανένα πρόβλημα να ικανοποιήσει το βίτσιο του. Και ο Ανρί ειλικρινά τη λάτρεψε από την πρώτη φορά που έκαναν έρωτα. Ο δικός του παράδεισος είχε πια όνομα και δύο υπέροχα, λεπτά, ολόισια πόδια.
«Επιτέλους, αγάπη μου! Είχα αρχίσει να ανησυχώ!» Ο Ανρί είχε φανεί στην πόρτα και –βλέποντάς τη να βαδίζει αγέρωχη προς το μέρος του– προσπάθησε να την αγκαλιάσει.
Ο Ανρί Σορλέν, ο γλυκός της Ανρί. Πάντα την έκανε να νιώθει σαν θεά. Πάντα ανησυχούσε για εκείνη και πάντα ήταν έτοιμος να της προσφέρει τα πάντα! Μόλις πριν από δύο ημέρες τής είχε ζητήσει –για τρίτη φορά ήδη– να παντρευτούν και εκείνη δεν του είχε απαντήσει ακόμη.
«Θα το σκεφτώ!» του είχε πει ψυχρά, μην αφήνοντάς του πολλά περιθώρια αισιοδοξίας.
Η Ενριέτα τον κοίταξε με περιφρόνηση καθώς έφτανε κοντά του. Χωρίς να σταματήσει, τον έσπρωξε απότομα παραμερίζοντάς τον και μπήκε μες στο πολυτελέστατο ξύλινο σαλέ. Ο Ανρί έτρεξε πίσω της προσπαθώντας να την αγκαλιάσει.
«Σου επέτρεψα εγώ να με αγγίξεις, βρομιάρη;» Η φωνή της, σκληρή και επιτακτική, έκανε τον νεαρό άντρα να ανατριχιάσει.
Έμεινε ακίνητος, καθώς η Ενριέτα πέρασε ξανά από μπροστά του, χωρίς να τον κοιτάξει καν. Κρατούσε ακόμη και την αναπνοή του προσπαθώντας να μη δείξει τον ερεθισμό που αισθανόταν κοιτάζοντας τη μελαχρινή αμαζόνα να τον εξουσιάζει. Το σενάριο είχε ήδη ξεκινήσει από τη στιγμή που η ερωμένη του είχε βγει από το αυτοκίνητο. Όταν έχεις σχέση με Ξεχωριστή, έχεις συμβιβαστεί με την υπέροχη ιδέα ότι τα σενάρια δε θα είναι υποχρεωτικά συμφωνημένα. Χάνεται η μαγεία του αιφνιδιασμού. Όταν το ζευγάρι χρειάζεται να κάνει συμβούλιο, για να παίξει σενάριο, κάτι συμβαίνει στη σχέση τους. Τα σενάρια απαιτούν να έχει κατοχυρωθεί εκ προοιμίου εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο συντρόφων.
Το μαύρο ελαστικό σούπερ μίνι φόρεμα που φορούσε τόνιζε απροκάλυπτα το σώμα που ήταν φτιαγμένο να κρύβει. Και ο παράδεισος του Ανρί, τα πόδια της! Η Ενριέτα τούς έκανε μασάζ με ελαιόλαδο, τα ξύριζε με ελαιόλαδο αντί για οτιδήποτε άλλο και μετά έβαζε απλώς κρέμα με διακριτικό άρωμα. Η Γιάννα τούς έστελνε –σε εκείνη και τη μητέρα της– από την Ελλάδα μεγάλες ποσότητες παρθένου ελαιόλαδου. Οι Ξεχωριστές σε όλη την Ευρώπη είχαν μάθει πια το απλό μυστικό που οι αρχαίες Ελληνίδες ήξεραν πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια. Και η Γιάννα τις είχε διδάξει να το χρησιμοποιούν δημιουργικά. Μισή κουταλιά ζάχαρη, τρίψιμο σε βρεγμένο πρόσωπο και απαλό μασάζ με ελαιόλαδο. Η καλύτερη απολέπιση. Ούτε χημικά, ούτε τίποτα. Ο Ανρί τα κοιτούσε σαν χαμένος. Μαυρισμένα, χωρίς ίχνος τρίχας, ήταν περασμένα με κρέμα σώματος και γυάλιζαν. Ο νεαρός άντρας ήθελε να τρέξει, να γονατίσει μπροστά της και να τα αγκαλιάσει. Αλλά συγκρατήθηκε. Το παιχνίδι το κατηύθυνε εκείνη. Εκείνος όπως πάντα θα υπάκουγε.
Η Ενριέτα κατέβηκε το μικρό σκαλοπάτι που χώριζε το σαλόνι από την τραπεζαρία και την κουζίνα. Με μια προκλητική κίνηση κάθισε αναπαυτικά στην πολυθρόνα απέναντι από την πόρτα. Ο Ανρί στεκόταν ακόμη ακίνητος κοιτάζοντάς τη με λατρεία.
«Έλα εδώ!» τον πρόσταξε και έβαλε το ένα πόδι της επάνω στο άλλο.
Το βασικό ένστικτο σε sequel γυρίζουμε; αναρωτήθηκε και με το ζόρι κρατήθηκε να μη γελάσει.
Όχι, έπρεπε να είναι αυστηρή. Αλλιώς δε θα πετύχαινε την ατμόσφαιρα που απαιτούσε το σενάριο. Ο σκλάβος της ήθελε την αφέντρα του και εκείνη θα του την έδινε. Ο Ανρί αναστέναξε και ξεκίνησε με αργά βήματα να πάει κοντά της όπως τον διέταξε.
«Πώς έρχεσαι έτσι; Στα τέσσερα, ηλίθιε! Θα έρθεις ως μέχρι εδώ με τα γόνατα!» του φώναξε η Ενριέτα χυδαία.
Ο Ανρί υπάκουσε αμέσως. Γονάτισε με αργές κινήσεις και συνέχισε να πηγαίνει κοντά της, φανερά ερεθισμένος. Η αμαζόνα του σήκωσε το αριστερό της πόδι και το ακούμπησε στο πλάι της πολυθρόνας. Δε φορούσε εσώρουχο και η κίνησή της αποκάλυψε τη φρεσκοξυρισμένη φωλιά καυτής ηδονής ανάμεσα στα πόδια της. Με μια επιδεικτικά κινηματογραφική κίνηση, έβγαλε αργά το δεξί της γάντι. Έπειτα σάλιωσε το μεγάλο της δάχτυλο και άρχισε να χαϊδεύει κυκλικά την κλειτορίδα της, κοιτώντας τον προκλητικά.
«Τι κάνεις εκεί; Σου επέτρεψα εγώ να με αγγίξεις, ηλίθιε;» ούρλιαξε η Ενριέτα.
Ο Ανρί είχε φτάσει ανάμεσα στα πόδια της και είχε αρχίσει ήδη να γλείφει με τη γλώσσα του τη ροδαλή ευαίσθητη σάρκα. Η Ενριέτα τον κοίταξε με περιφρόνηση. Ακούμπησε το δεξί της πόδι στο στήθος του και τον έσπρωξε βίαια προς τα πίσω, ρίχνοντάς τον ανάσκελα στο ξύλινο πάτωμα.
«Σήκω και έλα αμέσως εδώ!» ξαναπρόσταξε και χαμογέλασε σαρκαστικά, καθώς ο Ανρί υπάκουσε αμέσως, γυρνώντας γονατιστός στην προηγούμενη θέση του.
Σήκωσε αργά αργά το πόδι της και ακούμπησε τη γόβα της κάτω από το σαγόνι του.
«Σταμάτα να με κοιτάς σαν ηλίθιος και γύρνα! Τα χέρια πίσω!» τον διέταξε, κοιτάζοντάς τον αυστηρά μέσα από το τούλι του καπέλου της.
Πήρε το μακρύ γάντι που είχε βγάλει πριν από λίγο και έδεσε με αυτό το χέρια του Ανρί πίσω στην πλάτη του. Έπειτα τον διέταξε να γυρίσει ξανά.
«Αφού θες να γλείψεις, γλείψε αυτό!» του είπε σε αυστηρό ύφος και κούνησε το γυμνό πια πόδι της μπροστά στο στόμα του.
Ο Ανρί δεν περίμενε να του το ξαναπεί. Άρχισε να το φιλάει με λαχτάρα, γλείφοντας τα δάχτυλά της. Η Ενριέτα κοίταζε τον εραστή της και είχε ερεθιστεί με το θέαμα. Ήξερε πόσο σημαντικό ήταν το οπτικό ερέθισμα των αισθήσεων, πιο σημαντικό και από τα ίδια τα χάδια. Το εβδομήντα τοις εκατό του σεξ διεκπεραιώνεται από την αίσθηση της όρασης. Αν ικανοποιηθεί η όραση, η επιτυχία είναι σίγουρη.
Σιγά σιγά κατέβασε το φουστάνι της από τους ώμους, αποκαλύπτοντας δύο υπέροχα σοκολατί από τον ήλιο στήθη. Τώρα πια όλο το φουστάνι της είχε μαζευτεί στην κοιλιά της. Θα μπορούσε, βέβαια, να το βγάλει, αλλά έπρεπε για άλλη μια φορά να εξυπηρετηθεί το θέαμα. Και το θέαμα ενός ρούχου μαζεμένου στην κοιλιά προσθέτει αισθησιασμό και είναι ερεθιστικότερο από το τελείως γυμνό σώμα.
Η Ενριέτα είχε αρχίσει να ξεκουμπώνει και την άλλη γόβα της. Όταν την έβγαλε, επέτρεψε στον εραστή της να φιλήσει απαλά και ερεθιστικά το κουντεπιέ και τους αστραγάλους της. Το πέρασμα του ποδιού της με το αντισηπτικό στο αυτοκίνητο την είχε απαλλάξει από το άγχος της υγιεινής των ποδιών της στο στόμα του. Ήθελε να παίξουν σενάριο, όχι να τον βάλει να γλείφει όλη τη σκόνη της Γαλλίας!
Όλη αυτήν την ώρα, εκείνος τη κοίταζε πάντα στα μάτια, για να βλέπει τις αντιδράσεις της, όπως του είχε εκείνη μάθει από την αρχή της σχέσης τους. Με μια απαλή κίνηση, ο Ανρί έβαλε τα δάχτυλα του ποδιού της στο στόμα του κάνοντας τη να τιναχτεί ερεθισμένη. Αισθάνθηκε όλο της το κορμί να ανατριχιάζει και αναστέναξε βαθιά. Η αίσθηση μεταφέρθηκε ακαριαία στο κέντρο της, υγραίνοντάς το απότομα, ενώ οι θηλές της σκλήρυναν ακαριαία. Ο Ανρί βλέποντας τις αντιδράσεις της πήρε περισσότερο θάρρος και άρχισε να γλείφει τα δάχτυλά της ένα ένα σαν να ήταν η κλειτορίδα της. Κάθε άγγιγμα της γλώσσας του έκανε την υγρή φωλιά της να σκιρτάει ζητώντας περισσότερο. Η Ενριέτα τινάχτηκε στην πολυθρόνα, καθώς η ηδονή άρχισε να απλώνεται σε όλο της το σώμα της. Οποιαδήποτε άλλη συνηθισμένη γυναίκα θα του είχε ζητήσει να της κάνει έρωτα εδώ και τώρα. Αλλά όχι εκείνη. Εκείνη ήταν Ξεχωριστή. Άντεχε! Μπορούσε να επιβληθεί στον ερεθισμό της. Για ποιον λόγο; Μα για να αφεθεί αργότερα, όταν η ηδονή θα έχει φτάσει στο απροχώρητο. Όσο πιο πολύ αντέχεις στα παιχνίδια, τόσο πιο ψηλά ανεβαίνεις στην κλίμακα ερεθισμού. Είναι πολύ απλό.
Κατέβασε το αριστερό της πόδι από το πλαϊνό της πολυθρόνας και χάιδεψε απαλά το φουσκωμένο του πέος πάνω από το παντελόνι. Έπαιξε μαζί του για λίγο και έπειτα τον διέταξε να σηκωθεί, για να του λύσει τα χέρια. Εκείνος για άλλη μια φορά υπάκουσε χωρίς να πει τίποτα και ετοιμάστηκε να ξαναγονατίσει. Η Ενριέτα δεν τον άφησε· το παιχνίδι θα πήγαινε παρακάτω.
«Βγάλ’ τον έξω… Θέλω να τον δω!» του είπε με βραχνή από ερεθισμό φωνή.
Ο Ανρί δεν έφερε αντίρρηση. Έλυσε τη ζώνη του και κατέβασε το παντελόνι μαζί με το εσώρουχό του με μια κίνηση. Το πέος του ήταν ερεθισμένο, χωρίς όμως να έχει φτάσει σε πλήρη στύση. Η Ενριέτα ήξερε πως η στάση του σώματός του έφταιγε για αυτό. Ήταν όμως μια καλή ευκαιρία να συνεχίσει το σενάριο της αφέντρας.
«Τι είναι αυτό; Με αυτό θες να με πηδήξεις, άχρηστε;» του είπε με περιφρόνηση, απομακρύνοντάς τον με το πόδι της. «Σήκω όρθιος! Σου είπα εγώ να ξαναγονατίσεις;» τον διέταξε ξανά νευριασμένη.
Ο Ανρί υπάκουσε και στάθηκε όρθιος μπροστά της περιμένοντας την ανταμοιβή του. Η ερωμένη του άνοιξε την τσάντα της και έβγαλε από μέσα ένα μπουκαλάκι με παρθένο λάδι. Του έβαλε και στα δύο χέρια και τον διέταξε να το απλώσει στα δάχτυλα και τις πατούσες των ποδιών της. Ο νεαρός εραστής της υπάκουσε και πάλι μηχανικά κοιτάζοντάς τη με λατρεία.
Η Ενριέτα τού χαμογέλασε πονηρά. Ύστερα έβαλε το πέος του ανάμεσα στα λαδωμένα δάχτυλα των ποδιών της και άρχισε να το χαϊδεύει απαλά σε όλο του το μήκος. Ο Ανρί αναστέναξε ηδονικά. Τα άκρα των ποδιών της ήταν ευέλικτα και το πέος του γλιστρούσε ανάμεσα προκαλώντας του μικρούς σπασμούς. Η μικρή αφέντρα χαμογέλασε αυτάρεσκα. Το μόριό του είχε έρθει σχεδόν αμέσως σε πλήρη στύση και ο Ανρί είχε κλείσει τα μάτια του και απολάμβανε το ιδιότυπο αυτό μασάζ.
«Άνοιξε τα μάτια σου. Θέλω να βλέπεις! Και μη διανοηθείς να τελειώσεις… Αν το κάνεις θα φύγω!»
Θέαμα… Όλα ήταν θέαμα, όπως ακριβώς είχε διδαχθεί. Ο Ανρί άνοιξε τα μάτια του και κοίταζε μια εκείνη και μια το όργανό του, που χανόταν ανάμεσα στις πατούσες και στα δάχτυλά της. Δεν μπορούσε να κρατηθεί άλλο σ’ αυτό το πρόστυχο παιχνίδι. Ήθελε να της κάνει έρωτα αμέσως!
«Σε παρακαλώ, αγάπη μου… Άφησέ με… Άφησέ με να σου κάνω έρωτα!» την παρακάλεσε με βραχνή ερεθισμένη φωνή.
Η Ενριέτα κοίταξε βαθιά στα μάτια τον νεαρό εραστή της. Από την πρώτη στιγμή που τον συνάντησε στη δεξίωση που παρέθετε κάθε χρόνο ο πατέρα της –με την ιδιότητά του πρέσβη– για την ανεξαρτησία της Ολλανδίας, ήξερε ότι δεν ήταν Ξεχωριστός. Οι ολοκληρωμένοι Ξεχωριστοί καταλαβαίνουν μέσα σε δύο λεπτά συζήτησης, αν αυτός που είναι απέναντί τους έχει προοπτικές να γίνει δικός τους. Ο Ανρί τής άρεσε όμως τόσο πολύ! Δυστυχώς για εκείνη ο Ανρί δεν είχε τίποτε άλλο πέρα από τη θέληση. Η θέληση όμως είναι ένα από τα τρία βασικά συστατικά του καλού σεξ. Οπότε η Ενριέτα συντηρούσε ακόμη τις όποιες ελπίδες της να τον κάνει κάποτε Ξεχωριστό. Ό,τι δηλαδή είχε κάνει και η μητέρα της με τον πατέρα της.
Το στοίχημα –με τον εαυτό της– ήταν αν θα κατάφερνε να τον εκπαιδεύσει λόγω ηλικίας. Η μητέρα της είχε κάνει το ίδιο με τον πατέρα της, αλλά στην ηλικία των τριάντα δύο. Ήταν ήδη μια έμπειρη Ξεχωριστή γυναίκα. Η Ενριέτα ήταν μόνο είκοσι τρία. Ήταν, βέβαια, Ξεχωριστή, αλλά αυτό δε φτάνει για να εκπαιδεύσεις έναν άντρα. Είναι μεγάλη ευθύνη! Και η Ενριέτα τώρα πια δεν ήταν σίγουρη πως θα τα κατάφερνε με τον Ανρί. Είχε αρχίσει να φαίνεται δύσκολο εγχείρημα.
«Νομίζεις ότι είσαι ικανός να μου κάνεις έρωτα, βρομιάρη;» τον ρώτησε, συνεχίζοντας να κάνει μασάζ με τα πόδια της στο ορθωμένο σκληρό πέος του.
Φυσικά δεν περίμενε απάντηση. Ο Ανρί ήταν ήδη χαμένος στην ηδονή του. Η Ενριέτα ήταν σίγουρη πως αν το άφηνε να της κάνεις έρωτα τώρα, δε θα προλάβαινε ούτε μέσα της να μπει και θα τελείωνε. Αναστέναξε απογοητευμένη, καθώς σκεφτόταν πως η τύχη δεν της είχε χαμογελάσει. Ο άντρας που της άρεσε ήταν κλασικός. Με το «Άφησέ με να σου κάνω έρωτα» εννοούσε: «Άφησέ με να χύσω!»
Για άλλη μια φορά έναν άντρα τον κυβερνούσε ο ερεθισμός του. Καμιά εγκράτεια, καμιά σκέψη για παιχνίδι. Είχε ήδη χαθεί μες στην ηδονή του και δεν προσπαθούσε καν να την παρατείνει. Ήθελε μόνο να τελειώσει και η Ενριέτα –απογοητευμένη– αποφάσισε να του δώσει αυτό που ήθελε.
Σηκώθηκε από την πολυθρόνα, ανασήκωσε λίγο το καπέλο που ακόμη φορούσε προς τα πίσω και γονάτισε μπροστά του. Ο Ανρί βλέποντάς τη γονατιστή μπροστά του να ετοιμάζεται να του κάνει έρωτα με το στόμα της αισθάνθηκε τα πρώτα σημάδια του οργασμού. Η Ενριέτα ήταν σίγουρη ότι ο εραστής της δε θα αργούσε να ξεσπάσει. Έπιασε το πέος του με το χέρι που φορούσε ακόμη το γάντι, το πλησίασε στο στόμα της και το έφτυσε πρόστυχα. Έπειτα έβγαλε τη γλώσσα της έξω, την κράτησε σε μικρή απόσταση από την άκρη του του και άρχισε να το παίζει με το χέρι της. Ο Ανρί είχε τρελαθεί. Η αίσθηση του μεταξωτού υφάσματος που κινούνταν παλινδρομικά στο μόριό του τον είχε κάνει να χάσει την επαφή με την πραγματικότητα. Αισθάνθηκε τους σπασμούς του επερχόμενου οργασμού να δυναμώνουν και έκλεισε τα μάτια του.
«Άνοιξε τα μάτια σου αλλιώς σταματάω!»
Η διαταγή της Ενριέτα τον επανέφερε απότομα στην πραγματικότητα. Η Ενριέτα τον είχε πιάσει από τη βάση του και τον έσφιγγε με τα δάχτυλά της, μην αφήνοντάς τον να τελειώσει. Όταν υπάκουσε, τον έσπρωξε απαλά και τον ανάγκασε να καθίσει στην πολυθρόνα. Χώθηκε ανάμεσα στα πόδια του και άρχισε να παίζει με το πέος του με τα δύο της χέρια τώρα.
«Χύνω, μωρό μου… Χύνω στο στόμα σου!» πρόλαβε να πει ο Ανρί καθώς έφτανε σε οργασμό.
«Θα χύσεις, μωρό μου, αλλά όχι στο στόμα μου. Δεν το αξίζεις!» του απάντησε εκείνη. «Όταν πάψεις να είσαι απλά άντρας και γίνεις εραστής, θα σε αφήσω να χύσεις στο στόμα μου και να με πάρεις από πίσω!» του είπε η Ενριέτα και σήκωσε το κεφάλι της.
Συνέχισε το ερωτικό της παιχνίδι με το αριστερό της χέρι, οδηγώντας τον να τελειώσει με έναν βίαιο οργασμό πάνω στο μεταξωτό γάντι του δεξιού της χεριού.