Στην τρικυμία της μοίρας (Κεφάλαιο 13)

Όταν τα μάτια μου συνηθίζουν στο δυνατό φως κοιτάζω με την περιέργεια να με κατακλύζει γύρω μου. Βρίσκομαι σε ένα καταπράσινο λιβάδι, με διάσπαρτα μοβ λουλούδια, που πρέπει να είναι λεβάντες να φυτρώνουν ανεξέλεγκτα σε διάφορα σημεία του. Η γλυκιά μυρωδιά τους με κάνει να νιώθω όμορφα. Το έδαφος σε μεγάλη έκταση γύρω μου είναι πεδινό, με κάποιους λόφους να το υπερυψώνουν και να το καμπυλώνουν στο βάθος, σαν μικρά κυματάκια σε πράσινη θάλασσα και κάποια δάση και βουνά να απλώνονται σε μεγάλη απόσταση από το σημείο που βρίσκομαι. Ο ουρανός είναι καταγάλανος γύρω από τον λαμπερό ήλιο και η θερμοκρασία πιο ζεστή από αυτή στον Προύτον. Μάλλον εδώ δεν είναι φθινόπωρο, όπως προφανώς δεν είναι νύχτα, που είχαμε στον δικό μας πλανήτη. Από τη θέση του ήλιου συμπεραίνω πως πρέπει να είναι κοντά στις δώδεκα το μεσημέρι. Πέρα από την εξωπραγματική ομορφιά του τοπίου και την διαφορά στο χρόνο, δεν παρατηρώ συγκεκριμένες διαφορές από το περιβάλλον στον Προύτον προς το παρόν.

Αυτό όμως που μου κάνει εντύπωση, είναι πόσο ζωντανή και ενεργητική νιώθω, παρ’ όλο που στην πατρίδα μας η ώρα ήταν περασμένη και λογικά θα έπρεπε να είμαι κουρασμένη, καθώς η ώρα του ύπνου είχε περάσει πριν μερικές ώρες. Με μια γρήγορη ματιά στους συντρόφους μου από τον Προύτον βλέπω την ίδια φρεσκάδα και ζωντάνια και στα δικά τους πρόσωπα συμπεραίνοντας πως αυτό οφείλεται είτε στο πέρασμα της Πύλης, είτε στο ότι οργανισμός μας κατά έναν περίεργο τρόπο προσαρμόστηκε αμέσως στην αλλαγή περιβάλλοντος.

Μετά την παρατήρηση του τοπίου το βλέμμα μου πλανιέται στους ανθρώπους που με κυκλώνουν. Πέραν της ομάδας που με ακολούθησε από τον Προύτον βλέπω αρκετά καινούρια πρόσωπα που ανήκουν προφανώς σε Ιππότες του Άριτον. Ένας από αυτούς, ένας γκριζομάλλης άντρας γύρω στα 55 με αδρά χαρακτηριστικά και καστανά μάτια κάνει μερικά βήματα προς το μέρος μου και μου τείνει το χέρι.
« Γεια σου Λάιρα, καλώς ήρθες στον Άριτον. Είμαι ο επικεφαλής Ιππότης του Άριτον. Με λένε Έντουαρτ».
Πριν προλάβει καλά καλά να τελειώσει τη φράση του και εγώ να του δώσω το δικό μου χέρι μια αναιδής γυναικεία φωνή ακούγεται.
«Αυτή είναι; Αυτή εδώ βρήκε να επιλέξει η Προφητεία; Είναι κοκαλιάρα και πολύ μικρή, αμφιβάλλω αν θα μπορέσει να επιβιώσει και να τα καταφέρει».
Στρέφομαι έκπληκτη και ενοχλημένη προς το μέρος της φωνής. Ανήκει σε μια νεαρή γυναίκα γύρω στα 25. Είναι ψηλή και έχει όμορφο γυναικείο σώμα με ελαφρές καμπύλες, που δεν κρύβουν το πόσο δυνατή και γυμνασμένη είναι. Ολόκληρο το σώμα της διαγράφεται κάτω από τα ρούχα που φοράει. Το παντελόνι της είναι καφέ και εφαρμοστό, το ίδιο και η μπλούζα της, που περισσότερο θα τη χαρακτήριζα ως κορσέ που τονίζει τη λεπτή μέση της και το μπούστο της, παρά ως μπλούζα και από την οποία ξεφεύγουν μόνο τα μανίκια από μια λευκή πουκαμίσα που φορά από μέσα. Τα μαλλιά της είναι σκούρα καστανά και είναι πλεγμένα σε μια χοντρή πλεξούδα που φτάνει ως την πλάτη της. Το δέρμα της είναι σταρένιο, τα χείλη της γεμάτα και στην απόχρωση του ώριμου κερασιού και τα καστανά της μάτια με κοιτάζουν με αποδοκιμασία, με μια προκλητική και συνάμα βαρεμένη έκφραση, σαν η όλη διαδικασία και η αναμονή μιας αντάξιας των προσδοκιών της Φύλακα την κουράζει. Είναι αδιαμφισβήτητα όμορφη και πολύ εντυπωσιακή και φαίνεται θαρραλέα πέρα από την αγένειά της.
« Αυτή είναι η Κλαρίσσα. Είναι και αυτή Φύλακας, αλλά από τον Άριτον», μου λέει ο Έντουαρτ και στρεφόμενος προς την Κλαρίσσα της απαντά « Κλαρίσσα δεν είναι συμπεριφορά αυτή. Φτιάξε τους τρόπους σου σε παρακαλώ. Είμαστε όλοι στην ίδια ομάδα εδώ. Όλοι θέλουμε η Λάιρα να πετύχει, οπότε δε θα ανεχτώ τέτοιες συμπεριφορές και το καλό που σου θέλω να κάνεις ότι καλύτερο περνά από το χέρι σου για να πετύχουμε το στόχο μας. Από εδώ και πέρα όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας δεν έχουμε περιθώριο για να ανεχτούμε τέτοιες συμπεριφορές», λέει στρεφόμενος αρχικά στην Κλαρίσσα και έπειτα στον σιωπηλό κύκλο των Ιπποτών.
Η Κλαρίσσα πάει να πει κάτι, όταν ένας άντρας έρχεται από πίσω της και βάζοντας το χέρι του στον ώμο της της ψιθυρίζει κάτι. Είναι κοντός και μυώδης, με αυστηρά χαρακτηριστικά, ανοιχτά γκριζογάλανα μάτια στην απόχρωση, αλλά και την οξύτητα του πάγου. Και το δικό του βλέμμα δείχνει απογοητευμένο και απαξιωτικό καθώς πέφτει για μια μόνο στιγμή πάνω μου, πριν γυρίσει στη θέση του. Δεν ακούω τι της λέει, αλλά δείχνει να την κατευνάζει κι εκείνη εγκαταλείπει την προσπάθεια να μιλήσει,  μουρμουρίζοντας κάτι θυμωμένα, καθώς γυρνά στη θέση της.
Ρίχνω ένα δολοφονικό βλέμμα στην Κλαρίσσα. Ένα βλέμμα που δε θα έριχνε ποτέ μια πραγματική δεσποινίδα και θα έκανε σίγουρα τη δεσποινίδα Βικτόρια, την αυστηρή πενηντάρα γεροντοκόρη που μας δίδασκε το μάθημα του σαβουάρ βίβρ στην Ακαδημία να βγάλει μια απελπισμένη και αγανακτισμένη κραυγή και να λιποθυμήσει με χάρη. Εκείνη αφήνει ένα ειρωνικό και θαρρετό μειδίαμα να τραβήξει τα χείλη της.
 Ένας άλλος άντρας με πλησιάζει έπειτα. « Είμαι ο Γκράχαμ. Είμαι κι εγώ Φύλακας του Άριτον», λέει ο άντρας με βαθειά βελούδινη φωνή. Είναι ψηλός και λεπτός με σοβαρό ύφος κοντοκουρεμένα καστανό κόκκινα  μαλλιά και γένια και εντυπωσιακά γκρίζα μάτια με μια μελαγχολική έκφραση. Είναι γύρω στα 45 και διαθέτει μια αριστοκρατική γοητεία..
« Λάιρα εσύ, ο Χένρι, η Κλαρίσα και ο Γκράχαμ είστε οι μόνοι εναπομείναντες Φύλακες», μου λέει ο Έντουαρτ. « Και από εδώ ο βασιλιάς Ρίτζαρντ ο 3ος της Αλτέρα», συνεχίζει ο Έντουαρτ δείχνοντάς μου έναν επιβλητικό γηραιό άντρα με ζεστά μάτια στο χρώμα του σμαραγδιού, πυκνά κατάλευκα μαλλιά και γενειάδα και ευγενικό πρόσωπο γεμάτο ρυτίδες.
« Το βασίλειο της Αλτέρα βρίσκεται πίσω από εκείνα τα βουνά και είναι ο κύριος υποστηρικτής του έργου των Φυλάκων. Πάντοτε παράσχει το στρατό του για τις ανάγκες τους και είναι η κύρια πηγή Ιπποτών της Πύλης», λέει ο Έντουαρτ δείχνοντάς μου τα βουνά που εννοεί, μέχρι ο βασιλιάς Ρίτζαρντ να έρθει να σταθεί μπροστά μου με αργό αλλά στητό βήμα.
« Φύλακα Λάιρα» λέει ο βασιλιάς και κάνει μια ελαφριά υπόκλιση. « Ο στρατός μου και οι Ιππότες μου είναι στην υπηρεσία τη δική σου και των υπόλοιπων Φυλάκων», μου λέει.
Του ανταποδίδω την υπόκλισή του με μια βαθύτερη δική μου, λόγω του αξιώματός του και του σεβασμού που μου εμπνέουν οι τρόποι και η παρουσία του.
« Σας ευχαριστώ βασιλιά Ρίτσαρντ. Εκτιμώ τη συμβολή και τη στήριξή σας», του απαντώ.
«Ο στρατός μου κι εγώ θα ακολουθούμε λίγο πίσω από την αποστολή σας και θα επέμβουμε, αν χρειαστείτε τις υπηρεσίες μας», συνεχίζει.
Δε μπορώ να μην εκπλαγώ από την αποφασιστικότητα και την αφοσίωση αυτού του γέροντα που παρά την μεγάλη του ηλικία – δείχνει τουλάχιστον 63 ετών- έκανε ένα τόσο μεγάλο ταξίδι και είναι έτοιμος να πολεμήσει δίπλα στους στρατιώτες του.
Ο βασιλιάς Ρίτσαρντ μου χαμογελά καλόκαρδα δείχνοντας να διαβάζει τις σκέψεις μου. « Μπορεί να είμαι μεγάλος πλέον, αλλά δε μπορούσα να αφήσω άλλους να πολεμήσουν για έναν σκοπό που εγώ, περισσότερο από όλους πιστεύω. Θα ήταν κάπως υποκριτικό να τους βάλω να κάνουν κάτι τέτοιο, χωρίς να συμμετάσχω καθόλου ο ίδιος,  καθήμενος απλά και περιμένοντας από την ασφάλεια του παλατιού μου, δε νομίζεις ;» με ρωτά.
« Ενδεχομένως», του απαντώ μιμούμενη το μειδίαμα που εμφανίστηκε στα χείλη του.
 Ο βασιλιάς Ρίτσαρντ μας ζήτησε συγγνώμη και γύρισε στους άντρες του που είχαν στρατοπεδεύσει πρόχειρα γύρω στα πεντακόσια μέτρα μακριά μας και τότε ο Ρότζερ εμφανίστηκε μέσα από την Πύλη.
« Ρότζερ! Πως είσαι παλιέ μου φίλε;» ρώτησε ο Έντουαρτ υποδεχόμενος τον Ρότζερ μια σύντομη αγκαλιά συνοδευόμενη από ένα χτύπημα στην πλάτη.
«Μια χαρά. Το ίδιο κι εσύ από όσο βλέπω, παρ’ ότι ο χρόνος δεν είναι πια σύμμαχός μας», απάντησε ο Ρότζερ με ένα πλατύ χαμόγελο. Μετά οι δύο άντρες σα να θυμήθηκαν ξαφνικά την αποστολή τους σοβάρεψαν.
«Πολύ ησυχία επικρατεί εδώ. Κανένα ίχνος από την Αδελφότητα της Φλόγας; Έχουν αρχίσει να με απογοητεύουν με τη νωθρότητά τους», αστειεύτηκε ο Ρότζερ, δείχνοντας παραξενεμένος.
« Ω! Δεν είναι καθόλου νωθροί. Μια σημαντικά μεγάλη στρατιά τους ερχόταν προς τα εδώ. Είχαν φτάσει πολύ κοντά γύρω στα δύο χιλιόμετρα μακριά μας στην άλλη άκρη αυτής της πεδιάδας. Είχαν στρατοπεδεύσει εκεί και ήμασταν σίγουροι πως θα μας επιτίθονταν το σημερινό πρωί, αλλά καμία επίθεση δεν επιχειρήθηκε. Αντιθέτως, άρχισαν να μαζεύουν το στρατόπεδό τους και να φεύγουν προς την αντίθετη κατεύθυνση», αποκρίθηκε ο Έντουαρτ.
« Έμαθαν για την Πέτρα των Δακρύων, πως αν καταστραφεί, η Πύλη δε θα μπορέσει να σφραγιστεί μια για πάντα και ξεκίνησαν για να τη βρουν και να την καταστρέψουν, πριν προλάβουμε να την πάρουμε εμείς στα χέρια μας. Το να πιάσουν τον Φύλακα της Προφητείας ήρθε δεύτερο στα σχέδιά τους, αφού, αν η Πύλη δε σφραγιστεί με τη βοήθεια της Πέτρας οι δυνάμεις του πάνω της δεν θα ναι τόσο ισχυρές και θα μπορεί να κλείνει την Πύλη μόνο για λίγες μέρες, πριν αυτή να ξανανοίγει συνεχώς. Θα προσπαθήσουν να πιάσουν τον Φύλακα της Προφητείας, τη Λάιρα,  αφού εξαλείψουν την πιθανότητα να διακοπεί οριστικά ο δεσμός των κόσμων, καταστρέφοντας την Πέτρα των Δακρύων», συμπλήρωσε ο Γκράχαμ.
«Ναι, αλλά γνωρίζουν, όπως κι εμείς πως την Πέτρα μόνο ο Φύλακας της Προφητείας μπορεί να τη βγάλει από τη λίμνη των Δακρύων», αντέτεινε ο Ρότζερ μπερδεμένος.
« Έχουν σοβαρές υποψίες πως υπάρχει και άλλος τρόπος να βρουν και να καταστρέψουν την Πέτρα. Γι’ αυτό προτίμησαν αντί να μας επιτεθούν να ξεκινήσουν να βρουν τον κρύσταλλο πριν από εμάς, κερδίζοντας έτσι σημαντικό προβάδισμα», απάντησε ο Έντουαρτ.
« Πως τα μάθατε όλα αυτά για τα σχέδιά τους ρωτώ παραξενεμένη και συνάμα εντυπωσιασμένη.
« Η  δύναμη της Κλαρίσσα είναι να χειρίζεται τα ηχητικά κύματα. Μπορεί κατά κάποιον τρόπο να τραβήξει τα ηχητικά κύματα από πολύ μακριά, σαν νήματα προς αυτή και να ακούσει ήχους που απέχουν χιλιόμετρα μακριά. Με τη χρήση αυτής της  δύναμης  άκουσε μια συζήτηση των επικεφαλής της Αδελφότητας και μάθαμε τα σχέδιά τους», απάτησε ο Έντουαρτ με ένα χαμόγελο ικανοποίησης.
«Ακούς όλους τους ήχους που έρχονται από μακριά τώρα;», ρωτά ο Χένρι εντυπωσιασμένος.
«Όχι μικρέ, μόνο όταν συγκεντρωθώ και τραβήξω συγκεκριμένα κύματα. Γίνεται κατ’ επιλογή και ακούω μόνο όσους από τους μακρινούς ήχους θέλω και κλητεύσω», απαντά η Κλαρίσσα αναστενάζοντας αγανακτισμένα.
« Και ο Γκράχαμ μπορεί να ελέγξει τον άνεμο», επεμβαίνει πάλι ο Έντουαρτ για να ζεστάνει την εχθρότητα που δημιούργησε πάλι στην ατμόσφαιρα η Κλαρίσσα.
«Φτάνει όμως τώρα με όλα αυτά. Πρέπει να βιαστούμε αν θέλουμε να φτάσουμε στη Λίμνη των Δακρύων πριν από εκείνους. Παρ’ όλα αυτά δε μπορούμε να ακολουθήσουμε την ίδια διαδρομή που η Αδελφότητα ακολούθησε, γιατί τότε θα χρειαστεί να τους αντιμετωπίσουμε για να τους ξεπεράσουμε. Νομίζω πως είναι πιο συνετό να ακολουθήσουμε μια άλλη διαδρομή», συνεχίζει ο Έντουαρτ.
« Πίτερ, δείξε μας την πρότασή σου», λέει ο Έντουαρτ στρεφόμενος προς το μέρος κάποιων Ιπποτών.
Ένας άντρας γύρω στα σαράντα πέντε με μακριά γκριζοκάστανα μαλλιά και γαλάζια μάτια έρχεται προς το μέρος μας ανοίγοντας ένα χάρτη που κρατά στα χέρια του.
« Όουεν φέρε κάτι για να ακουμπήσουμε το χάρτη», φωνάζει ο άντρας κι ένα αγόρι με ξανθές στρογγυλές μπούκλες φέρνει βιαστικά ένα ψηλό ξύλινο κατασκεύασμα, όμοιο με κακότεχνο, πρόχειρο σκαμπό και το ακουμπά μπροστά μας.
Ο Μπράντον, ο Γκαστόν, ο Χένρι, ο Ρότζερ, η Σούζαν, ο Έντουαρτ, ο Πίτερ κι εγώ σκύβουμε πάνω από το χάρτη.
« Η Αδελφότητα ακολούθησε αυτή τη διαδρομή», μας εξηγεί ο Πίτερ σέρνοντας το δάκτυλό του πάνω στο χάρτη του Άριτον. Η διαδρομή που μας δείχνει περνά από ένα ποτάμι, μερικούς λόφους και το «βασίλειο των Κενταύρων», όπως γράφει ο χάρτης, πριν σκαρφαλώσει στο οροπέδιο που βρίσκεται η λίμνη. «Αναμφίβολα είναι η πιο εύκολη διαδρομή, αλλά όχι η πιο σύντομη. Παρ’ όλα αυτά τους δίνει σημαντικό προβάδισμα η ευκολία της διαδρομής και το γεγονός ότι ξεκίνησαν πριν από εμάς. Για να τους προσπεράσουμε προτείνω να ακολουθήσουμε αυτή τη διαδρομή», δείχνει και πάλι ο Πίτερ με το δάκτυλό του.
Η διαδρομή που προτείνει πηγαίνει λοξά προς τους πρόποδες ενός βουνού, διασχίζει μια μεγάλη πεδινή έκταση, περνά από το «βασίλειο του Όρεστεν» και μέσα από τους «Βάλτους του Θανάτου» και καταλήγει στο οροπέδιο που βρίσκεται η «Λίμνη των Δακρύων». Η διαδρομή φαίνεται πιο σύντομη από αυτή που ακολουθεί η Αδελφότητα, αλλά πολύ πιο επικίνδυνη. Ειδικά οι Βάλτοι του θανάτου ακούγονται τρομακτικοί και η σκέψη τους, ακόμη και αν δεν τους γνωρίζω, κάνει τις τρίχες στο σβέρκο μου να σηκωθούν.
«Τι γνωρίζουμε για το βασίλειο του Όρεστεν και για τους Βάλτους του Θανάτου;», ρωτά ο Μπράντον.
« Το βασίλειο του Όρεστεν είναι ένα ανθρώπινο βασίλειο που οι ηγέτες του φροντίζουν πάντοτε να παραμένει ουδέτερο ως το τέλος σε κάθε μάχη συμφωνία και δραστηριότητα μεταξύ των βασιλείων, μέχρι να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα, οπότε πηγαίνει και με το μέρος του νικητή ή αυτού που αποκομίζει τα περισσότερα οφέλη. Είναι ύπουλο βασίλειο, δε μπορείς να το εμπιστευτείς εύκολα γιατί κινείται συμφεροντολογικά και αλλάζει εύκολα στρατόπεδο για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς του, αλλά ο βασιλιάς Ρίτζαρντ έχει να προσφέρει στους Ορεστινούς μια συμφωνία που δε θα μπορέσουν να αρνηθούν κι έτσι θα συμπράξουν σίγουρα μαζί μας», απαντά ο Πίτερ.
« Και γιατί χρειαζόμαστε τη βοήθειά τους, έχουμε ήδη αρκετούς άνδρες», αντιτείνει ο Ρότζερ κοιτάζοντας προς το μέρος των Ιπποτών και στο βάθος στο στράτευμα του βασιλιά Ρίτσαρντ.
«Χρειαζόμαστε τη βοήθειά τους για να περάσουμε τους Βάλτους του Θανάτου. Οι κάτοικοι του Όρεστεν γνωρίζουν τα περάσματα των βάλτων καλύτερα και από το εσωτερικό της παλάμης τους. Το βασίλειό τους είναι πολύ κοντά στους βάλτους και οι έμποροί  τους  τους διασχίζουν συνέχεια. Οι βάλτοι είναι πολύ επικίνδυνοι για κάποιον που δε γνωρίζει τα μέρη εκείνα. Όσοι έχουν επιχειρήσει να τους περάσουν μόνοι τους ποτέ δεν έφυγαν από εκείνα τα μέρη, γι’ αυτό και ονομάζονται Βάλτοι του Θανάτου. Για όποιον όμως γνωρίζει τα μονοπάτια που τους διασχίζουν, είναι εύκολο να περάσει με ασφάλεια ανάμεσά τους», απαντά ο Έντουαρτ αυτή τη φορά.
« Και γιατί δεν ακολουθούμε αυτό το δρόμο; Δείχνει πιο σύντομος», ρωτώ, με το δάχτυλό μου να ταξιδεύει στο χάρτη, διατηρώντας την ίδια διαδρομή που πρότινε ο Πίτερ μέχρι ένα σημείο και αντικαθιστώντας το  πέρασμα από τους Βάλτους με πέρασμα μέσα από τον τόπο που ο χάρτης ονομάζει «Το δάσος των νεράιδων».
« Πράγματι είναι πιο σύντομος, αλλά αν υπάρχει κάτι πιο επικίνδυνο από τους Βάλτους του Θανάτου, αυτό είναι οι νεράιδες που κατοικούν σε εκείνο το δάσος. Είναι πανέμορφες, ανθρωπόμορφες, αλλά σατανικές, Δε συμπαθούν τους ανθρώπους και σκοτώνουν κάθε άντρα που περνά από το δάσος τους. Όταν κάποιος άνδρας τις κοιτάξει, αμέσως μαγεύεται από την απαράμιλλη ομορφιά τους και τις ακολουθεί παθητικά. Εκείνες τον  παρασύρουν και τον σκοτώνουν. Δε θα μπορούσαμε να περάσουμε μέσα από το δάσος χωρίς να χάσουμε όλους ή τους περισσότερους άνδρες μας», μου εξηγεί ο Πίτερ κι έτσι εγώ σιωπώ καταλαβαίνοντας πως έχει δίκαιο και πως η καλύτερη λύση είναι αυτή που προτείνει ο ίδιος. Η διαδρομή που μας έδειξε είναι πράγματι πιο σύντομη από αυτή που ακολουθεί η Αδελφότητα. Θα μπορούσαμε πράγματι να την ξεπεράσουμε έτσι.
« Με τη διαδρομή που προτείνει ο Πίτερ θα μπορούσαμε να βρεθούμε μια μέρα νωρίτερα από την Αδελφότητα στη Λίμνη των Δακρύων. Έχει κανένας αντιρρήσεις με αυτό το σχέδιο;», μας ρωτά ο Έντουαρτ κοιτάζοντάς μας έναν έναν.
«Όχι», απαντά ο Ρότζερ εκ μέρους όλων μας.
Όλγα Σ.