Lilith:The dark side of the moon (Κεφάλαιο 14) "Sexual Frustration"

Ήταν ένα θαύμα που ο Ντέιμον κατάφερε να βρει την πόρτα του σπιτιού του. Αφού είχε ανοίξει την καρδιά του στον Άλαρικ είχε νιώσει καλύτερα όμως δεν είχε σταματήσει να πίνει. Τώρα ήταν πλέον τύφλα και ανίκανος να νιώσει το οτιδήποτε. Και το απολάμβανε. Καθώς λοιπόν έπεφτε βαρύς στον καναπέ και ακουμπούσε το κεφάλι του πίσω στα μαξιλάρια δεν περίμενε να νιώσει ένα αίσθημα ζεστασιάς να κυλάει στο κορμί του. Τι συνέβαινε?
«Ντέιμον?» άκουσε την φωνή της Έλενας πριν την δει να εμφανίζεται από πάνω του κρατώντας το μωρό στην αγκαλιά της.
«Δεν κοιμάσαι?» κατάφερε να ψελλίσει προσπαθώντας να συγκεντρωθεί στην φιγούρα από πάνω του.
«Δεν μπορούσα να κοιμηθώ.» του είπε σιγανά. Ο Στέφαν και η Κάθριν δεν κοιμόντουσαν πάνω, δεν μπορούσε να ακούσει τις ανάσες τους και έτσι δεν χρειαζόταν να μιλάνε σιγά. Άρα, μάλλον για να μην ανησυχήσουν το παιδί μιλούσε σιγά. «Ούτε εκείνη.» είπε και έδειξε το κορίτσι στα χέρια της που έπαιζε με ένα μικρό μαλακό γατάκι.
«Χμ... τουλάχιστον κάποια εκτιμά το γούστο μου.» ψιθύρισε βλέποντας την μικρή να απολαμβάνει το παιχνίδι της.
«Σχετικά με αυτό…» ξεκίνησε η Έλενα αλλά ο Ντέιμον την σταμάτησε.
«Δεν θέλω να το συζητήσω.» Αμήχανη σιωπή απλώθηκε στο σπίτι με τον Ντέιμον να κάθεται κανονικά και την Έλενα να κάθεται δίπλα του. Και των δυο το βλέμμα είχε καρφωθεί στην μικρή που είχε η Έλενα αγκαλιά. Γυρίζοντας να κοιτάξει την μητέρα της, η Έλενα σηκώθηκε βάζοντας το παιδί στα χέρια του έκπληκτου Ντέιμον και κατευθύνθηκε στην κουζίνα.
«Τι κάνεις?» την ρώτησε σιγά ο Ντέιμον καθώς προσπαθούσε να κρατήσει όσο πιο σταθερά μπορούσε το μικρό πλασματάκι στα χέρια του.

«Πεινάει Ντέιμον. Και αν θυμάμαι καλά είπατε ότι θα με βοηθήσετε μαζί της, έτσι? Κράτα την λοιπόν όσο της φτιάχνω το γάλα της.» Το παιδί είχε κουρνιάσει τώρα στο στήθος του Ντέιμον κρατώντας το χνουδωτό παιχνίδι σφιχτά με τα μικρά χεράκια της. Ο Ντέιμον αισθανόταν ένα περίεργο αίσθημα παράδοσης κάθε φορά που την κρατούσε. Σαν να μην μπορούσε να ελέγξει τον εαυτό του. Σαν να μην ήθελε να το κάνει. Απλά να πει και να κάνει το πρώτο πράγμα που του ερχόταν στο μυαλό εκείνη την στιγμή. Και αυτός ο αυθορμητισμός θα ήταν καταστροφικός. Ο ήχος των βημάτων της Έλενας πάνω στο ξύλινο πάτωμα τον έβγαλαν από τις σκέψεις του. Τον πλησίασε κρατώντας το πλαστικό μπιμπερό αλλά απελπίστηκε όταν είδε το μωρό της να ανασαίνει ρυθμικά στην αγκαλιά του Ντέιμον. Κοιμόταν. Πλησίασε προς το τρέιλερ και άδειασε το χρυσό περιεχόμενο του κρυστάλλινου μπουκαλιού σε δυο ποτήρια. Έδωσε το ένα στον Ντέιμον, προσεχτικά για να μην ξυπνήσει το παιδί και κάθισε δίπλα του.
«Πως πέρασες στης Τζένας?» την ρώτησε προσπαθώντας να σπάσει την σιωπή.
«Ήσυχα. Ήταν ωραία για την μικρή να γνωρίσει την οικογένειά της.» του απάντησε φέρνοντας το ποτήρι στα χείλη της. «Που ήσουν?»
«Στο Grill με τον Άλαρικ.» Αυτή ήταν η ευκαιρία του Ντέιμον να της μιλήσει. «Του είπα για τότε που κοιμήθηκες μαζί μου.» Κοιτάζοντάς την τώρα μπορούσε να την δει να σφίγγει το σαγόνι της και να καρφώνει το βλέμμα της μπροστά.
«Ήδη ξέρει.»
«Μπήκα σε λεπτομέρειες.» Η Έλενα τον κοιτούσε με τρόμο.
«Γιατί?» τον ρώτησε θυμωμένα. Ε, δεν ήταν και ότι καλύτερο ο θείος σου να ξέρει για την σεξουαλική σου ζωή.
«Γιατί δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς!» της φώναξε και σηκώθηκε απότομα ξυπνώντας την μικρή αλλά συνεχίζοντας να την έχει στην αγκαλιά του. «Ο Στέφαν ήρθε στο δωμάτιο μου με έναν μονόλογο για το πως να μην σε αφήσουμε να μπεις ανάμεσά μας και ότι θέλει να το παίξει μπαμπάκας στο παιδί σου και ήθελα τόσο απελπισμένα να του το πω και δεν μπορούσα! Έπρεπε να μιλήσω πρώτα μαζί σου για να ξέρω αν του έχεις αναφέρει το παραμικρό που, προφανώς, δεν έχεις κάνει!» Η Έλενα κατέβασε το κεφάλι. Όντως δεν το είχε κάνει. Δεν είχε καν προσπαθήσει. Δεν είχε βρει το κουράγιο τότε, πως θα μπορούσε να το έχει τώρα? Αλλά ήξερε ότι ήταν το σωστό.
«Δεν ξέρει τίποτα. Θα του μιλήσω Ντέιμον. Δεν είμαι η Κάθριν. Θα του εξηγήσω τα πάντα, μόνο δώσε μου λίγο χρόνο.» τον παρακάλεσε σιγανά. Ο Ντέιμον έφερε το ένα χέρι του στα μαλλιά του και της γύρισε την πλάτη.
«Μιας και μιλάμε για εκείνη.... ξέρει.» Ήταν η σειρά του να ψιθυρίσει.
«Τι ξέρει?» τον ρώτησε καχύποπτα.
«Για εμάς.»
«Της το είπες?» Τον ρώτησε αρπάζοντάς τον από τον ώμο και γυρίζοντάς τον να την κοιτάξει.
«Μου ξέφυγε. Ήμουν μεθυσμένος.» της είπε απλά σηκώνοντας τους ώμους του αδιάφορα.
«Καλή ώρα...» Η Έλενα γύρισε τα μάτια της. Πήρε το παιδί από τα χέρια του Ντέιμον και ανέβηκε την σκάλα. Ο Ντέιμον πήρε μια βαθιά ανάσα ελπίζοντας ότι η συζήτηση είχε λήξει. Καλύτερα η Έλενα να ήταν θυμωμένη μαζί του παρά να ερχόταν για δεύτερο γύρο ερωτήσεων -απαντήσεων. Όμως ήταν μια ερώτηση που ήθελε να κάνει.
«Που είναι ο Στέφαν?» την ρώτησε καθώς την άκουσε καθώς κατέβαινε, μόνη τώρα, την σκάλα.
«Δεν ξέρω. Δεν ήταν εδώ όταν γύρισα. Ούτε η Κάθριν.» του απάντησε ειλικρινά ενώ καθόταν στην πολυθρόνα απέναντί του.
«Μπορεί να ενέδωσε στον έρωτά της.» της είπε χαμογελώντας και εκείνη του γύρισε τα μάτια. Ο Ντέιμον ξάπλωσε πίσω στον καναπέ και έκλεισε τα μάτια. Ήταν έτοιμος να τον πάρει ο ύπνος όταν άκουσε την φωνή της ξανά.
«Ντέιμον?»
«Μμμ...»
«Λυπάμαι. Για όλα. Που σε πλήγωσα τότε. Που σου φώναξα τώρα. Καταλαβαίνω ότι όλα τα έκανες μόνο για να βοηθήσεις εμένα. Ευχαριστώ.» Η απάντηση της ήταν ειλικρινέστατη. Ο Ντέιμον το καταλάβαινε από τον τόνο της φωνής της. Της χάρισε ένα ζεστό χαμόγελο.
«Όλοι κάποτε δικαιώνονται. Ευτυχώς που δεν περίμενες μετά τον θάνατό μου να μου δώσεις τα εύσημα.» της απάντηση κλείνοντάς της το μάτι. Στην Έλενα όμως δεν άρεσε η απάντησή του. Ένας νεκρός Ντέιμον ήταν από τους χειρότερους εφιάλτες της. Δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς τα αδέρφια και, όσο και αν είχε προσπαθήσει είχε αποτύχει. Προτιμούσε πάντως να είναι μακριά της και ζωντανοί παρά μαζί της και οι ζωές τους να είναι στην κόψη του ξυραφιού κάθε μέρα. Ήλπιζε ότι τώρα που είχε μάθει πως να είναι βρικόλακας θα τους έβαζε σε λιγότερο κίνδυνο από πριν.
Ο Ντέιμον είδε το προβληματισμένο ύφος της και αποφάσισε να την πιέσει λίγο περισσότερο.
«Ποιός σε άλλαξε?» Η ερώτηση βρήκε την Έλενα απροετοίμαστη.
«Δεν θα σου πω.» του απάντησε κοιτώντας τον στα μάτια.
«Ποιός είναι ο πατέρας της?» προσπάθησε ξανά ο Ντέιμον.
«Δεν θα σου πω.» του είπε χαμογελαστά.
«Θα μου πεις τίποτα?»
«Ότι δεν χρειάζεται να ανησυχείς για τίποτα. Ούτε εσύ, ούτε ο Στέφαν. Όποιος και αν με άλλαξε με φρόντισε στις αρχές, έμαθα να το ελέγχω και με αυτό να ελέγχω και την κόρη μου.» Ο Ντέιμον σηκώθηκε και την πλησίασε. Γονάτισε μπροστά της και η Έλενα είχε ένα μικρό deja-vu από την νύχτα που είχε μοιραστεί μαζί του. Άπλωσε το χέρι του και της χάιδεψε το μάγουλο. Η Έλενα έκλεισε τα μάτια της στην επαφή.
«Μήπως σε αναστατώνω Έλενα?» της είπε σιγανά.
«Έχεις πιεί.» του απάντησε μη μπορώντας όμως να απομακρυνθεί από το άγγιγμα του
«Ναι. Αλλά ακόμα και μεθυσμένος μπορώ να δω πως ανατριχιάζεις όταν είμαι κοντά σου.» της είπε σέρνοντας τα χείλη του στον λαιμό της. «Άμα δεν ήσουν βρικόλακας πάω στοίχημα ότι θα άκουγα τους ξέφρενους χτύπους της καρδιάς σου.»
«Ντέιμον...» Η φωνή της ξέπνοη τώρα.
«Ναι, Έλενα?» Η φωνή του ήταν τόσο απαλή. Τόσο χαμηλή και σαγηνευτική και η Έλενα δεν μπορούσε να ελέγξει τον εαυτό της. Η σεξουαλική ένταση της τώρα, που ήταν βρικόλακας, ήταν αδύνατο να ελεγχθεί. Έτσι πιάνοντάς του το πρόσωπο και μετά 2 της χέρια τον τράβηξε και τον φίλησε.




- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -


«Ω Στέφαν έλα!» Η Κάθριν είχε ξαπλώσει τώρα πάνω στον καναπέ και τον κοιτούσε. Τόσες ώρες η Έλενα και ο αδερφός του τον είχαν αφήσει μόνο με την Κάθριν στο σπίτι και κόντευε να τον τρελάνει.
«Κάθριν, σταμάτα επιτέλους!» της φώναξε περπατώντας πάνω- κάτω στο σαλόνι.
«Έλα, είναι βαρετά! Ας βγούμε έξω.» του είπε με δραματικό τόνο. Για την Κάθριν δεν ήταν το καλύτερό της να μένει τόσες ώρες μες στο σπίτι. Ήταν κυνηγός και το περιβάλλον της ήταν το δάσος. Δεν θα ερχόταν το θύμα της εδώ. Δηλαδή, θα ερχόταν αλλά δεν θα είχε τόση πλάκα.
«Κάθριν, δεν πάω πουθενά. Θα περιμένω την Έλενα. Θέλω να μιλήσουμε.» Προσπάθησε να ακουστεί απειλητικός αλλά μάλλον απέτυχε. Η ενόχλησή του για ότι είχε μάθει, ή μάλλον δεν είχε μάθει για την περίοδο που η Έλενα ήταν μακριά του ήταν εμφανή. Είχε ψάξει. Και είχε ψάξει πολύ. Αλλά δεν είχε βρει τίποτα. Ούτε αρχεία γέννησης, ούτε εισαγωγή σε κανένα νοσοκομείο της χώρας, ούτε ενοικιαστήρια, μισθωτήρια, αγορά και η λίστα συνεχιζόταν.
«Θα αργήσει, είναι στο πατρικό της. Πάμε Στέφαν. Τόσο πολύ φοβάσαι να βρεθείς μόνος μαζί μου?» Είχε και την Κάθριν πάνω από το κεφάλι του να τον πρήζει. Στεκόταν τώρα στον τοίχο απέναντί του κοιτώντας τον αποπλανητικά. Δεν θα έπαιζε το παιχνίδι της.
«Τώρα δεν είμαι μόνος μαζί σου?» της πέταξε νευριασμένα.
«Ε, τότε γιατί δεν εκμεταλλευόμαστε τον χρόνο μόνοι μας?» Ήταν μπροστά του τώρα και έσερνε το δάχτυλό της στο στήθος του.
«Κάθριν, σταμάτα πια!» Χτύπησε το χέρι της και απομακρύνθηκε από εκείνη. «Κατάλαβέ το! Δεν σε θέλω.»
«Θες την Έλενα.» Αναστέναξε ειρωνικά και προχώρησε αργά προς την αντίθετη κατεύθυνση από εκείνον.
«Ναι.» της είπε με ειλικρίνεια.
«Δεν θα την έχεις.» του είπε χαμογελώντας και ξανακάθισε στον καναπέ.
«Τι είπες?» την ρώτησε με τα χέρια του να σφίγγουν την πλάτη της πολυθρόνας. Η Κάθριν σηκώθηκε ξανά και τον πλησίασε αργά. Έφερε τα γόνατά της στο κάθισμα της πολυθρόνας και το πρόσωπό της απέναντι από το δικό του.
«Δεν θα την έχεις Στέφαν. Την έχασες την μέρα που έδωσες τον εαυτό σου στον Κλάους. Ή μάλλον, την ημέρα που το βλέμμα της συναντήθηκε με του Ντέιμον.» του είπε κοιτάζοντάς τον επίμονα και ο Στέφαν πισωπάτησε μην θέλοντας να πιστέψει τα λόγια της. «Το ξέρεις ότι δεν λέω ψέματα Στέφαν. Αρνήσου το όσο θέλεις αλλά ξέρεις ότι είναι αλήθεια.»
«Πάψε.» της είπε χτυπώντας το χέρι του στον τοίχο.
«Ποτέ δεν άντεχες την αλήθεια Στέφαν. Ακόμα και τότε που ήμουν και με τους δυο σας, ήξερα ότι δεν θα μπορούσες να διαχειριστείς ποια ήμουν. Τι ήμουν. Ήσουν, και είσαι, τόσο αθώος...» τον πλησίασε και άλλο και ο Στέφαν την άρπαξε από το λαιμό χτυπώντας την στον τοίχο πίσω της. Οι κυνόδοντές του εκτεθειμένοι τώρα και οι φλέβες στα μάτια του ορατές.
«Πάψε.» της φώναξε στο πρόσωπό της.
«Ω, μικρέ μου Στέφαν. Ακόμα και μετά από τόσα χρόνια, δεν μπορείς να μου αντισταθείς.» του είπε χαμογελώντας και τον φίλησε άγρια. Ο Στέφαν δεν αντιστάθηκε. Την φίλησε πίσω σε μια προσπάθεια να την κάνει να σταματήσει να μιλάει. Ένιωσε την γλώσσα της στα χείλη του και απομακρύνθηκε γρήγορα αηδιασμένος.
«Ήθελες να βγούμε? Προχώρα.» της είπε ενώ άρπαζε το μπουφάν του και προχωρούσε έξω. Η Κάθριν χαμογέλασε όταν έμεινε μόνη της στο σαλόνι και έβγαλε το κινητό από την τσέπη της. Πληκτρολόγησε το μήνυμά της και άρπαξε και εκείνη το μπουφάν της. Φτάνοντας στην πόρτα ξανακοίταξε το μήνυμα της:
-O Στέφαν είναι εκτός. Θα τον κρατήσω μακριά για λίγο. Κάνε την κίνησή σου.
Πληκτρολόγησε τον αριθμό του Ντέιμον, πάτησε αποστολή και προχώρησε προς το μέρος του Στέφαν...




- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -






Η Έλενα είχε ήδη χάσει κάθε έλεγχο όταν άκουσε το αυτοκίνητο του Στέφαν να παρκάρει στην είσοδο. Είχε ξαπλώσει τον Ντέιμον στο χαλί και βρισκόταν από πάνω του μην μπορώντας να απομακρύνει τα χείλη της από τα δικά του. Για καλή της τύχη ο Ντέιμον ήταν σε καλύτερη κατάσταση. Έχοντας δώσει μάχη να κρατήσει τα ρούχα τους στην θέση τους, γνωρίζοντας ότι ο Στέφαν θα επέστρεφε ξεκόλλησε απρόθυμα την Έλενα από πάνω του και τίναξε τα ρούχα του. Βρισκόντουσαν καθισμένοι στον καναπέ κοιτώντας την φωτιά όταν όρμησε ο Στέφαν μέσα.
«Έλενα!» φώναξε. Ο Ντέιμον και η Έλενα γύρισαν να τον κοιτάξουν ταυτόχρονα.
«Πιο σιγά αδερφέ. Δεν είσαι μόνος σου. Ένα βρέφος κοιμάται πάνω και αν δεν θες να σπάσει και τα δικά μας τζάμια, χαμήλωσε τον τόνο σου.» του είπε ειρωνικά ο Ντέιμον όμως ο Στέφαν τον αγνόησε.
«Πόση ώρα είσαι εδώ?» την ρώτησε ενώ η Κάθριν έμπαινε στο σπίτι χαμογελώντας.
«Αρκετή για να μην δω εσάς παιδιά. Που ήσασταν?» τους ρώτησε με χαμόγελο.
«Στην γειτονική πόλη. Φαντάζομαι δεν θέλεις να αρχίσουν να ρωτάνε πως γίνεται να είσαι σε 2 μέρη ταυτόχρονα.» της απάντησε η Κάθριν πηγαίνοντας στην κουζίνα.
«Ήσουν μόνη με τον Ντέιμον?» την ρώτησε καχύποπτα.
«Βασικά όταν γύρισα η Έλενα ήταν ήδη εδώ. Δεν είχε μεγάλη διάρκεια το πάρτι έτσι?» ρώτησε ο Ντέιμον κοιτάζοντας την Έλενα.
«Δεν ήταν πάρτι...» προσπάθησε να εξηγήσει η Έλενα αλλά ο Στέφαν την διέκοψε.
«Δηλαδή ήσουν εδώ μόνη σου?» την ρώτησε με τρόμο ο Στέφαν
«Δεν είναι ανήλικο Στέφαν. Και είναι βρικόλακας. Μπορεί να φροντίσει τον εαυτό της.» του είπε ειρωνικά ο Ντέιμον.
«Ντέιμον!» είπε αυστηρά ο Στέφαν αλλά ο αδερφός του τον αγνόησε. «Θέλω να σου μιλήσω.» συνέχισε κοιτώντας την Έλενα. Το κλάμα της μικρής όμως τον διέκοψε.
«Πάω, πάω!» είπε η Κάθριν τρέχοντας με ανθρώπινη ταχύτητα αρπάζοντας το μπιμπερό που είχε αφήσει η Έλενα στο τραπέζι. Η Έλενα χαμογέλασε. Είχε αρχίσει να συμπαθεί την Κάθριν έτσι όπως φερόταν στην κόρη της. Άμα δεν είχε κάνει ότι είχε κάνει θα μπορούσαν να γίνουν και φίλες.
«Την αφήνεις με την κόρη σου?» της είπε καχύποπτα ο Στέφαν.
«Αν ήσουν εδώ σήμερα αντί για εκεί που ήσουν θα ήξερες ότι της έχει φερθεί άψογα. Το ίδιο και ο Ντέιμον που έφτιαξε όλο το δωμάτιο της μόνος του. Αν θέλεις να γίνεις πατέρας της, ορίστε μια ιδέα. Φρόντισέ την αντί να μου κάνεις υποδείξεις.» του είπε θυμωμένα η Έλενα. Ο Στέφαν γύρισε και κοίταξε τον αδερφό του που είχε γείρει στη κάσα της πόρτας και παρακολουθούσε τον καυγά τους.
«Ουπς, μου ξέφυγε.» του είπε χαμογελώντας εννοώντας φυσικά την συζήτησή τους λίγες ώρες πριν.
«Δεν σου κάνω υποδείξεις και θέλω να γίνω πατέρας της όπως και να είμαι μαζί σου. Αλλά είναι άνθρωπος Έλενα. Τι θα γίνει αν δεν μπορώ να ελέγξω τον εαυτό μου κοντά της? Αν την βλάψω?» Η Έλενα τρομοκρατήθηκε στην ιδέα του Στέφαν να πειράξει το μοναχοπαίδι της. Συνήλθε γρήγορα όμως και πήρε μια έκφραση που θύμισε στα αδέρφια την Κάθριν. Κακιά και επικίνδυνη.
«Τότε φέρσου σαν βρικόλακας. Πιες ανθρώπινο αίμα, Στέφαν. Και αν προτιμάς το αίμα των ζώων φρόντισε ο Ντέιμον ή η Κάθριν να είναι μαζί σου πάντα όταν είσαι κοντά της να σε ελέγχουν, γιατί αν την βλάψεις...» τον πλησίασε σε απόσταση αναπνοής και τον κοίταξε στα μάτια δείχνοντάς του τους κυνόδοντές της. «Θα σε σκοτώσω.» Χαμογέλασε και κάνοντας μεταβολή κατευθύνθηκε προς την σκάλα. «Καληνύχτα Ντέιμον, Στέφαν.» τους είπε πριν αρχίσει να ανεβαίνει πάνω.
Ο Ντέιμον είχε εντυπωσιαστεί από την αντίδραση της Έλενας.
«Φαίνεται ότι έχεις άλλον έναν λόγο να αποδεχτείς την φύση σου, μικρέ αδερφέ.» του είπε γελώντας και χτυπώντας τον απαλά στον ώμο. «Άντε καληνύχτα Στεφ.» συμπλήρωσε και ανέβηκε πάνω στην κρεβατοκάμαρά του.
Ο Στέφαν έμεινε μόνος στο σαλόνι με τις σκέψεις του. Δεν ήθελε να το παραδεχτεί αλλά ίσως είχαν δίκιο. Όλοι. Αν ήθελε να είναι με την Έλενα έπρεπε να αναθεωρήσει μερικά πράγματα. Ήταν νέα βρικόλακας και ήδη μπορούσε να ελέγξει τα ένστικτά της, εκείνος με τόσα χρόνια εμπειρίας και θα αποτύχαινε? Θα έκανε μια προσπάθεια για χάρη της. Κούνησε το κεφάλι του καταφατικά παίρνοντας την απόφαση να προσπαθήσει και ανέβηκε πάνω...




Nadia