Lilith:The dark side of the moon (Κεφάλαιο 15/Μέρος Α) "A dangerous Secret"

Και κάπως έτσι κυλούσε η ζωή μας στο σπίτι. Ήρεμη δεν θα την χαρακτήριζες, αλλά για εμάς ήταν φυσιολογική. Ώσπου, όταν ήμουν 6 μηνών και η μαμά έλειπε από το σπίτι ένα τυχαίο περιστατικό θα οδηγούσε τα αδέρφια στο να μάθουν πια είμαι πραγματικά. Με το χειρότερο τρόπο. Η μαμά δεν άφηνε τον μπαμπά και τον θείο μόνους μαζί μου φοβούμενη μην ανακαλύψουν το μυστικό της. Πράγμα που, μέχρι σήμερα, απορώ πως δεν έγινε νωρίτερα. Εννοώ, είχα ήδη αρχίσει να μοιάζω πολύ στον μπαμπά μου. Πως μπορούσαν να είναι τόσο τυφλοί? Υποθέτω ότι δεν θέλανε να το παραδεχτούν. Καλύτερα ένα ψέμα που δεν πονάει παρά μια αλήθεια που θα σε γεμίσει θλίψη. Τέλος πάντων...
«Είναι πραγματικά μικροσκοπική.» είπε σιγανά ο Ντέιμον ξέροντας ότι ο αδερφός του μπορούσε να τον ακούσει.
«Μωρό είναι Ντέιμον, τι περίμενες?» του απάντησε ο Στέφαν βγαίνοντας από την κουζίνα και κρατώντας ένα ποτήρι με αίμα.
«Μα είναι πόσο? 7 μηνών? Θα έπρεπε να είναι μεγαλύτερη.» συνέχισε ο Ντέιμον.
«Δεν το πιστεύω ότι έχεις κολλήσει σε αυτό το ζήτημα.» Απελπισμένος ο Στέφαν του έδωσε το ποτήρι ενώ καθόταν δίπλα του και παίρνοντας την μικρή από την αγκαλιά του αδερφού του. Η μικρή όμως είχε καρφώσει το βλέμμα της στο ποτήρι που κρατούσε ο Ντέιμον. Άπλωσε το χεράκι της προς εκείνο και 2 μικρά μυτερά εξογκώματα πρόβαλαν από τα ούλα της. Και τα 2 αδέρφια τα έχασαν, έχοντας παγώσει στις θέσεις τους. Η μικρή κουνήθηκε απότομα από την αγκαλιά του Στέφαν και έχωσε το χέρι της μες στο κόκκινο υγρό. Όταν έφερε το χέρι της στο στόμα της και την είδαν να γλύφει το αίμα από τα δάχτυλά της και τους κυνόδοντές την να αποσύρονται ο Ντέιμον πετάχτηκε όρθιος προς τα πίσω ενώ ο Στέφαν έμεινε παγωμένος.
«Το είδες αυτό? Τι στο διάολο?» φώναξε ο Ντέιμον περνώντας το ένα του χέρι από τα μαλλιά του. Ο Στέφαν ήταν ανίκανος να δώσει μια απάντηση. Αποκλείεται, σκεφτόταν. Έχω παραισθήσεις. Δεν μπορεί η κόρη της Έλενας να έβγαλε μόλις κυνόδοντες και να ήπιε αίμα. Οι βρικόλακες δεν γεννιούνται. Ονειρεύομαι. Ω, μα ναι! Φυσικά και ονειρεύομαι. Σε λίγο θα ξυπνήσω και όλα θα είναι καλά!
«Στέφαν!» του φώναξε ξανά ο Ντέιμον χτυπώντας τον στον ώμο. Και με αυτό, ο Στέφαν κατάλαβε ότι δεν ονειρευόταν. Αυτή ήταν η διεστραμμένη πραγματικότητα. Η κόρη της Έλενας ήταν βρικόλακας!
«Δεν ξέρω τι ήταν αυτό. Ντέιμον δεν μπορεί να είναι βρικόλακας?» Η ερώτηση του ήταν χαζή και το ήξερε. Αλλά δεν μπορούσε να σκεφτεί καθαρά. Το μυαλό του ήταν σε σύγχυση.
«Δεν είδες ότι μόλις είδα? Έχεις άλλη εξήγηση?» τον ρώτησε ο Ντέιμον τρελαμένος.
«Πάρε την Έλενα.» είπε ο Στέφαν. Είδε τον αδερφό του να γνέφει καταφατικά και να πηγαίνει προς την κουζίνα και έστρεψε πάλι την προσοχή του στο παιδί. Της έδωσε το ποτήρι αλλά αυτή την φορά χτυπώντας το δυνατά, η μικρή έριξε το περιεχόμενο όλο πάνω της.
«Έλενα, έλα αμέσως εδώ.» άκουσε την φωνή του Ντέιμον από την κουζίνα ενώ μιλούσε στο τηλέφωνο.
«Ντέιμον τι έγινε? Έπαθε κάτι το παιδί μου?» Η φωνή της Έλενας ήταν τρομαγμένη από την άλλη γραμμή.
«Έλενα, έλα τώρα!» της είπε ο Ντέιμον προσπαθώντας να κρατήσει την αυτοσυγκράτησή του.
Στο μεταξύ ο Στέφαν στο σαλόνι είχε ξαπλώσει την μικρή πίσω στον καναπέ και της άλλαζε τα ρούχα. Προσπαθούσε τουλάχιστον καθώς δεν καθόταν καθόλου ήσυχη. Είχε καταφέρει τουλάχιστον να της περάσει το φόρεμα από τους ώμους της και ήταν έτοιμος να το κατεβάσει όταν το είδε. Ένα μικρό σημαδάκι στο εσωτερικό του μηρού της. Δεν μπορούσε να καταλάβει όμως τι ακριβώς ήταν. Σταθεροποιώντας την με το ένα χέρι σήκωσε το ποδαράκι της με το άλλο και κοίταξε ξανά. Το μικρό σημαδάκι είχε πέντε ακτινωτές γωνίες και 2 παράλληλες που ξεκινούσαν λίγα χιλιοστά πιο πέρα και χάνονταν καθώς γίνονταν ένα με το χρώμα του δέρματός της. Ένα πεφταστέρι. Το ίδιο σημάδι που είχε και ο αδερφός του χαμηλά στην μέση του. Ο Στέφαν δεν μπορούσε να το πιστέψει. Κοίταξε τον Ντέιμον στην κουζίνα και κούνησε το κεφάλι του αρνητικά. Όχι, δεν μπορούσε. Όλο αυτό το διάστημα του λέγανε ψέματα. Τον κορόιδευαν και τον είχαν να φροντίζει το παιδί του αδερφού του. Έπρεπε να βεβαιωθεί. Αφήνοντας το μωρό στο πάρκο και τρέχοντας στην κουζίνα σήκωσε το πίσω μέρος της μπλούζας του αδερφού του. Όμως δεν πρόλαβε να βεβαιωθεί καθώς ο Ντέιμον γυρνούσε κα τον έσπρωχνε μακριά.
«Τι στο καλό νομίζεις ότι κάνεις?» τον ρώτησε έξαλλος ο Ντέιμον ρίχνοντας το ακουστικό στο πάτωμα.
«Γιατί η κόρη της Έλενας έχει το ίδιο σημάδι γέννησης με εσένα?» Ο Στέφαν δεν ήταν έξαλλος. Ήταν κάτι παραπάνω. Αισθανόταν προδομένος, θυμωμένος, κορόιδο και πάνω από όλα, κομμάτια. Τον είχαν κοροϊδέψει με τόσο φρικτό τρόπο. Δεν το περίμενε.
«Τι έχει?» ρώτησε έκπληκτος ο Ντέιμον.
«Μην μου κάνεις τον χαζό!» του φώναξε και τον πέταξε στον απέναντι τοίχο. Πήρε στον Ντέιμον περίπου τρία δεύτερα να ξεπεράσει το σοκ, να σταθεί στα πόδια του και να επιτεθεί πίσω.
Η Έλενα έχοντας ακόμα το ακουστικό στο αυτί της άκουγε τα πάντα. Όχι! Δεν μπορούσε να γίνει αυτό τώρα. Γυρνώντας προς την μεριά του Κλάους του έριξε ένα τρομοκρατημένο ύφος.
«Μάγια, πρόσεχε τον Ντέιμιεν.» φώναξε ενώ έπιανε την Έλενα από το χέρι και την τραβούσε έξω από το σπίτι του.
«Θα αλληλοσκοτωθούν.» του είπε μην μπορώντας να ελέγξει τα καυτά δάκρυα που έτρεχαν από τα μάτια της.
«Το ήξερες αυτό όταν ήρθες. Αυτό που με νοιάζει τώρα είναι να μην πειράξουν ούτε τρίχα από τα μαλλιά της. Αλλιώς δεν θα προλάβουν να αλληλοσκοτωθούν. Θα τους ξεριζώσω τις καρδιές πρώτος.» της είπε γρήγορα βάζοντας την στο αυτοκίνητο και μπαίνοντας και εκείνος στην θέση του οδηγού βάζοντας γρήγορα μπροστά.
«Βάλε τους ανοιχτή ακρόαση.» της είπε ενώ έκανε γρήγορα όπισθεν και έφυγε με ταχύτητα κατευθυνόμενος στο σπίτι των Σαλβατόρε.
Στο μεταξύ ο Ντέιμον είχε πιάσει τον αδερφό του από τον λαιμό και τον έριξε πάνω στα πλαϊνά ντουλάπια ως απάντηση στο χτύπημα. Ο Στέφαν απάντησε και σε λίγα λεπτά η κουζίνα έμοιαζε με πεδίο μάχης ενώ τα δυο αδέρφια στέκονταν το ένα απέναντι στο άλλο με τον Ντέιμον να κρατάει ένα μεγάλο κομμάτι γυαλί και τον Στέφαν ένα κομμάτι ξύλο έτοιμοι να αλληλοσκοτωθούν για μια ακόμα φορά. Μόνο που τώρα, ο λόγος ήταν πολύ πιο σοβαρός. Ο Ντέιμον επιτέθηκε πρώτος καταφέρνοντας να χτυπήσει τον Στέφαν χαμηλά στην κοιλιά ενώ με την σειρά του ο Στέφαν βρήκε το στόχο του στα πλευρά του αδερφού του. Ο Ντέιμον έπεσε κάτω βογκώντας ενώ ο Στέφαν στεκόταν από πάνω του, καλυμμένος με αίμα και κοιτώντας τον αδερφό του με άδειο βλέμμα. Το κλάμα του μωρού όμως τον έκανε να στρέψει την προσοχή του αλλού. Αυτό το μωρό ήταν ότι συνέδεε τον Ντέιμον με την Έλενα. Αυτό ήταν το μόνο εμπόδιο που τον χώριζε από την Έλενα. Ε, τότε θα το έβγαζε από την μέση. Έτσι και τον αδερφό του και την Έλενα θα πλήγωνε για την προδοσία τους και η Έλενα ψάχνοντας παρηγοριά θα έπεφτε στην αγκαλιά του. Χαμογέλασε στην σκέψη και γυρνώντας στον αιμόφυρτο αδερφό του είπε:
«Αυτό το πράγμα είναι το μόνο εμπόδιο ανάμεσα στην Έλενα και εμένα. Και αφού υποστηρίζεις ότι δεν ήξερες θα σκοτώσω πρώτα την κόρη σου. Με εσένα να βλέπεις το κάθε λεπτό. Και επειδή είμαι μεγαλόψυχος, μετά θα σκοτώσω και εσένα.» Είδε τον τρόμο να ζωγραφίζεται στο πρόσωπο του ανήμπορου αδερφού του και ετοιμάστηκε για την επίθεσή του…
«Όχι!» φώναξε η Έλενα από την ανοιχτή πόρτα ενώ ο Κλάους είχε μπει μπροστά στον Στέφαν σταματώντας την επίθεσή του και ακινητοποιώντας τον στο πάτωμα κρατώντας τον από τον λαιμό. Ο Στέφαν προσπαθούσε να ξεφύγει από το κράτημά του χτυπώντας τον μανιασμένα όμως με αιώνες εμπειρίας από μεριά του Κλάους τις απέφευγε γυρνώντας πάντα το κάθε χτύπημα εναντίον του.
«Ηρέμησε.» του είπε με σταθερή φωνή κοιτώντας τον στα μάτια και ο Στέφαν ανοιγοκλείνοντας μια φορά τα βλέφαρά του σταμάτησε να παλεύει. Η Έλενα πάλι αφού βεβαιώθηκε ότι η κόρη της ήταν καλά έτρεξε στην κουζίνα. Εκεί βρήκε τον Ντέιμον ακόμα ξαπλωμένο στο πάτωμα. Απομάκρυνε το ξύλο από το σώμα του, όμως όταν προσπάθησε να τον βοηθήσει να σταθεί όρθιος, εκείνος απομάκρυνε βίαια τα χέρια της και έτρεξε στο σαλόνι αρπάζοντας το παιδί -το δικό του παιδί- στα χέρια του και πήγε και στάθηκε στην άλλη άκρη του δωματίου.
«Τι στο καλό συμβαίνει?» φώναξε στην Έλενα που έβγαινε τώρα αργά από την κουζίνα. «Τι κάνεις εδώ?» ρώτησε βλέποντας τον Κλάους. «Και τι στο καλό έλεγε ο Στέφαν ότι το παιδί είναι δικό μου?» Η Κάθριν αποφάσισε να κάνει τότε την εμφάνιση της και βλέποντας όλο το σκηνικό μπροστά της, σούφρωσε τα χείλη της.
«Υποθέτω ότι κάποιοι μάθανε τίνος είναι το παιδί?» ρώτησε με σηκωμένο φρύδι και ειρωνικό τόνο.
«Το ήξερες?» την ρώτησε άγρια ο Στέφαν, στα πόδια του τώρα, πηγαίνοντας προς το μέρος της. Ο Κλάους όμως τον πρόλαβε σφίγγοντας του τον ώμο.
«Στέφαν, ήσυχα. Η Έλενα θα σας εξηγήσει.» του είπε ήρεμα.
«Και εσύ ξέρεις? Τι στο διάολο συμβαίνει εδώ?» φώναξε ο Ντέιμον ξεχνώντας στιγμιαία το μωρό στα χέρια του, προκαλώντας την σύγχυση και άρχισε να κουνιέται ασταμάτητα.
«Φέρτη μου.» του είπε η Κάθριν με απλωμένα χέρια.
«Όχι, ξέχνα το.» της κούνησε αρνητικά το κεφάλι.
«Δώσε το παιδί στην Κάθριν να το πάει πάνω. Σε παρακαλώ Ντέιμον.» του είπε κουρασμένα η Έλενα. Ο Ντέιμον υποχωρώντας έδωσε το κορίτσι στην Κάθριν και την παρακολουθούσε καθώς ανέβαινε πάνω ψιθυρίζοντας κάτι σε μια άγνωστη γλώσσα.
«Θέλω κάποιες εξηγήσεις Έλενα.» της είπε θυμωμένα ο Ντέιμον.
«Δεν ήξερες?» τον ρώτησε δύσπιστα ο Στέφαν.
«Όχι βέβαια. Δεν είχα ιδέα μέχρι να μου το πεις εσύ και να μου επιτεθείς.»
«Και γιατί μου επιτέθηκες πίσω?»
«Για άμυνα! Ήσουν εκτός ελέγχου!» του φώναξε ο Ντέιμον.
«Απλά ακούστε με εντάξει? Θα σας εξηγήσω τα πάντα το υπόσχομαι. Απλά ηρεμήστε και καθίστε κάτω.» τους είπε με απελπισμένο τόνο η Έλενα σηκώνοντας τα χέρια της σε επιφυλακτική στάση. Θύμισε σε όλους την παλιά Έλενα. Εκείνη που μπορούσε να ηρεμήσει και τους δυο με μια λέξη και αυτό το θλιμμένο βλέμμα. Ο Ντέιμον ήταν ο πρώτος που συμμορφώθηκε στην παράκληση της Έλενας και κάθισε κάτω περιμένοντας τις εξηγήσεις της και πως στο καλό είναι δυνατό να είναι εκείνος ο πατέρας του μωρού της Έλενας. Τις ίδιες απαντήσεις και περίμενε και ο Στέφαν που κάθισε επίσης έχοντας τον Κλάους πίσω του για κάθε ενδεχόμενο και για πρώτη φορά ήταν ευγνώμων που υπήρχε κάποιος να τον συγκρατεί. Η Έλενα παίρνοντας θέση απέναντι από τον Στέφαν και αποφεύγοντας την οπτική επαφή με τα αδέρφια άρχισε να τους αφηγείται την ιστορία της...


Nadia