Lilith:The dark side of the moon (Κεφάλαιο 17) "Regret nothing"

Να θυμάσαι πως κάθε άνθρωπος που συναντάς
κάτι φοβάται,
κάτι αγαπά
και κάτι έχει χάσει.
~H. Jackson Brown, Jr

Η Έλενα ξύπνησε νωρίς το επόμενο πρωί για να βρει το χέρι του Ντέιμον τυλιγμένο γύρω από την μέση της. Ώστε αυτό ήταν το αίσθημα της τόσης ασφάλειας που της είχε χαρίσει τον πιο υπέροχο ύπνο που είχε κάνει εδώ και έναν χρόνο. Αναστέναξε αργά και ένα χαμόγελο φώτισε το πρόσωπό της. Κοιτάζοντας την κοιμισμένη μορφή του Ντέιμον δίπλα της θα ορκιζόταν ότι η νεκρή καρδιά της χτύπησε ξανά. Ήταν τόσο γαλήνιος. Σαν να είχαν εξαφανιστεί με έναν μαγικό τρόπο όλα τα προβλήματα και η καταστροφή που κουβαλούσε. Σηκώθηκε όσο πιο προσεχτικά μπορούσε ώστε να μην τον ξυπνήσει. Είχε τελειώσει με έναν Σαλβατόρε και τώρα ήταν η σειρά να εξηγήσει στον επόμενο. Σε εκείνον που στην ουσία χρωστούσε τις περισσότερες εξηγήσεις. Τον Στέφαν. Ρίχνοντας μια τελευταία ματιά στον Ντέιμον βγήκε αθόρυβα από το δωμάτιο αρπάζοντας τα ρούχα της στο μεταξύ. Φορώντας πρώτα το παντελόνι της κοίταξε αριστερά και δεξιά στον διάδρομο. Ψυχή. Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα και βάζοντας και την μπλούζα της κατέβηκε την σκάλα. Θα ετοίμαζε το γάλα του παιδιού πρώτα και μετά θα πήγαινε να συναντήσει τον Στέφαν. Αλλά και τα 2 την πρόλαβαν. Μπαίνοντας στην κουζίνα είδε την κόρη της στο κάθισμα φαγητού και τον Στέφαν καλυμμένο με την κρέμα της. Προσπάθησε να κρύψει ένα γέλιο αλλά ο Στέφαν της έκανε νόημα ότι μπορούσε να γελάσει ελεύθερα.

«Μπορώ να φανταστώ πόσο γελοίος πρέπει να δείχνω. Γέλα ελεύθερα.» Όμως η ευδιαθεσία της Έλενας είχε μαγικά εξαφανιστεί. Είχε την εντύπωση ότι ο Στέφαν δεν μιλούσε για την παιδική τροφή που στόλιζε το κεφάλι και την μπλούζα του. «Μην ανησυχείς. Δεν την πείραξα. Απλά πηγαίνοντας στο δωμάτιο μου την άκουσα να γυρίζει ανήσυχη στο κρεβάτι της και την κατέβασα να την ταΐσω.» Ο Στέφαν ξεφύσησε δυνατά. «Για την ακρίβεια Έλενα, μπορούμε να μιλήσουμε λίγο γι’ αυτό? Λυπάμαι για ότι έκανα εχθές. Έχασα τον έλεγχο και…»
«Ας μην το σκεφτόμαστε Στέφαν έτσι? Πέρασε. Είσαι θείος της και παρόλο που δεν το έμαθες με τον καλύτερο τρόπο και ξέρω ότι αυτό ίσως δεν σου φτάνει είμαι χαρούμενη που είσαι εσύ. Δεν θα μπορούσε να έχει καλύτερο. Ότι έγινε εχθές… Ας το ξεχάσουμε. Είσαι υπέροχος και ξέρω ότι την αγαπάς. Όπως ξέρω ότι και η Λίλιθ σε αγαπά πολύ.»
Ο Στέφαν σήκωσε το ένα του φρύδι ερωτηματικά.
«Ω, σωστά.» είπε η Έλενα. «Ο Ντέιμον αποφάσισε το όνομά της χθες βράδυ.» συνέχισε σκύβοντας το κεφάλι. Ένιωσε την ντροπή και τις τύψεις να την κατακλύζουν και μόνο στην αναφορά του ονόματος του Ντέιμον. Σήκωσε το κεφάλι να δει τον Στέφαν να την κοιτάζει γλυκά.
«Λυπάμαι τόσο, Στέφαν. Που σε πρόδωσα, που σου είπα ψέματα, που σε κορόιδευα όλο αυτόν τον καιρό. Ότι και να πω είναι λίγο για το μέγεθος της προδοσίας μου. Ξέρω ότι πιθανόν δεν θα με συγχωρήσεις ποτέ και καλά θα κάνεις, εγώ δεν θα με συγχωρούσα. Θέλω να ξέρεις όμως ότι ζήσαμε… Ήταν αλήθεια και για μένα. Σ’ αγάπησα τόσο πολύ. Με βοήθησες τόσο πολύ. Ήσουν ότι χρειαζόμουν για όσο το χρειαζόμουν. Ήσουν ο μεγάλος μου έρωτας και ο άνθρωπος που με βοήθησα να σταθώ ξανά στα πόδια μου μετά τον θάνατο των γονιών μου. Ο Ντέιμον απλά… Ω, Στέφαν πόσο λυπάμαι!» Η Έλενα έφερε τα χέρια στο πρόσωπό της για να κρυφτεί. Δεν άντεχε τον τρόπο που την κοιτούσε ο Στέφαν. Δεν άντεχε τον τρόπο που του είχε φερθεί και την δεδομένη στιγμή δεν άντεχε τον ίδιο της τον εαυτό. Η Έλενα ανασηκώθηκε ελαφρά όταν ένιωσε τα δάχτυλά του να αγγίζουν τα δικά της καθώς έρχονταν να σταθεί απέναντί της.
«Μην λυπάσαι. Θεέ μου, αυτό που μοιραστήκαμε Έλενα... ήταν υπέροχο. Σ' αγαπάω όσο δεν αγάπησα ποτέ κανέναν άλλο αλλά δεν είμαι αυτός που θες ή χρειάζεσαι. Εκείνος είναι. Σε καταλαβαίνει σε ένα επίπεδο που εγώ δεν μπορώ και ποτέ δεν μπορούσα.»
Η Έλενα σήκωσε το χέρι της να τον κάνει να σταματήσει αλλά ο Στέφαν απλά πίεσε τα χείλη του στα δάχτυλά της.
«Σσσςς, δεν πειράζει. Γιατί και εσύ τον καταλαβαίνεις ενώ εγώ ποτέ δεν τα κατάφερα.» Πήρε μια αχρείαστη ανάσα πριν συνεχίσει. «Ο Ντέιμον έκλεισε τον διακόπτη των συναισθημάτων του επειδή είναι πληγωμένος, Έλενα. Όχι επειδή του αρέσει να είναι ένας σατανικός μπάσταρδος αλλά για να ξεφύγει από τον πόνο που δημιούργησε η προδοσία της Κάθριν, η σκληρή και παγωμένη στάση του πατέρα και το να ζει μια ζωή που εγώ τον ανάγκασα να ακολουθήσει. Το έκανε σαν ένα μηχανισμό άμυνας. Εγώ? Δεν θα σου πω ψέματα, ούτε στον εαυτό μου πια. Διασκέδασα τον χρόνο που πέρασα με τον Κλάους. Ένιωθα τα πάντα και αυτή είναι η διαφορά μας με τον αδερφό μου. Εγώ έκλεισα τον διακόπτη για να εμποδίσω τον εαυτό μου να εξελιχτεί σε τέρας επειδή μου άρεσε. Εκείνος το έκανε για να ξεφύγει από την πραγματικότητα, αλλά δεν καταλαβαίνει ότι απέτυχε. Έχασε ότι αγαπούσε και παρόλα αυτά δεν έγινε κακός. Απλά κομμάτια.»
Η Έλενα τον κοίταξε γλυκά και χαμογέλασε. Αυτός ήταν ο Στέφαν που αγαπούσε. Έγειρε το κεφάλι της μπροστά και ακούμπησε το μέτωπό της στο δικό του αδιαφορώντας για το φαγητό που είχε κολλήσει εκεί.
«Και τώρα?» τον ρώτησε σιγανά. Εκείνος αναστέναξε και έκλεισε τα μάτια του.
«Τώρα αγαπημένη μου Έλενα, θα χωρίσουν οι δρόμοι μας. Θα πάω με την Κάθριν στην Βουλγαρία για λίγο.» Η Έλενα σήκωσε το κεφάλι της και τον κοίταξε.
«Ξέρω τι θα πεις. Η Κάθριν…»
«Θα σε κάνει ευτυχισμένο Στέφαν.» του είπε φέρνοντας τα χέρια της στο πρόσωπό του σκουπίζοντας ένα κομμάτι μήλου από το μάγουλο του με τον αντίχειρά της ταυτόχρονα. «Έχει αλλάξει. Όπως και εσύ. Θα είστε μια χαρά μαζί.»
«Και εγώ το πιστεύω. Εχθές… με ακολούθησε και με βοήθησε να καταλάβω τα λάθη μου.»
Χμ… από τον τρόπο που απέφευγε το βλέμμα της δεν τον βοήθησε μόνο σε αυτό, σκέφτηκε η Έλενα αλλά το κράτησε για τον εαυτό της. «Καλύτερα να πάω να κάνω μπάνιο. Θα πάρω και το μικρό τερατάκι να καθαριστούμε.» είπε καθώς σήκωνε το μωρό από το κάθισμα.
«Δεν θα φύγετε για πάντα έτσι? Σας χρειάζεται.» του είπε φοβισμένη η Έλενα λίγο πριν φτάσει στην πόρτα της κουζίνας. Γύρισε να την κοιτάξει.
«Όχι Έλενα. Δεν χρειάζεται μόνο εκείνη εμάς.» Με αυτά τα λόγια ο Στέφαν χάθηκε από το οπτικό της πεδίο. Δευτερόλεπτα αργότερα άκουσε το νερό να τρέχει και άλλον έναν αδιευκρίνιστο θόρυβο. Ανεβαίνοντας ανακάλυψε ότι ο θόρυβος προερχόταν από το δωμάτιο του Ντέιμον. Είχε το μαξιλάρι στο πρόσωπό του και ανέπνεε γρήγορα. Η Έλενα θορυβήθηκε και πήγε προς το μέρος του όμως εκείνος ήταν πιο γρήγορος και βρισκόταν στην άλλη άκρη του δωματίου πριν καν εκείνη φτάσει στο κρεβάτι.
«Πως πήγε η συζήτηση?» την ρώτησε ειρωνικά. Σκατά! σκέφτηκε η Έλενα. Φυσικά και άκουγε. Ένας Θεός ήξερε πως θα κατέληγε πάλι όλο αυτό.
«Ντέιμον εγώ…» ξεκίνησε αλλά την διέκοψε με ένα νεύμα.
«Ω, μην προσπαθήσεις καν Έλενα! Καταλαβαίνω απόλυτα. Φυσικά! Ο Στέφαν είναι ο επικός σου έρωτας και άλλες τέτοιες αηδίες. Όλες αυτές οι βλακείες που έλεγες εχθές ήταν μόνο και μόνο για να με ηρεμήσεις. Να μην πάρω την κόρη ΜΟΥ και εξαφανιστώ. Μάντεψε Έλενα. Αυτό ακριβώς θα γίνει. Έτσι θα μπορέσεις ανενόχλητη…» Η Έλενα τον έσπρωξε δυνατά προς την πόρτα του μπάνιου. Με έναν δυνατό γδούπο ο Ντέιμον έπεσε προς τα πίσω για να βρεθεί στα πόδια του σχεδόν αμέσως. Η Έλενα έφερε τα χέρια στα μαλλιά της και κούνησε το κεφάλι της.
«Πάψε!» του φώναξε ενοχλημένη. Ο Ντέιμον σταύρωσε τα χέρια στο γυμνό του στήθος και την κοιτούσε επίμονα. «Συνειδητοποίησα κάτι σήμερα Ντέιμον. Κάθε μορφασμός, ερωτικό σχόλιο, κάθε φορά που με έσωσες και με κράτησες στην αγκαλιά σου, και κάθε στιγμή μαζί σου με έκαναν να αποδεχτώ τα συναισθήματα μου για σένα. Σου συγχωρώ ότι άσχημο και κακό μου έχεις πει ή μου έχεις κάνει επειδή παραδέχομαι ότι υπάρχει κάτι τεράστιο ανάμεσά μας, Νόμιζα ότι αγαπώ τον Στέφαν όμως όταν τελείωσε δεν έχυσα ούτε ένα δάκρυ. Επειδή απλά ήθελα εσένα. Το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήσουν εσύ. Δεν θα είναι πάντα ο Στέφαν.» Το πρόσωπο του Ντέιμον ηρέμησε και έριξε τα χέρια του στο πλάι. Η Έλενα τον πλησίασε και έγειρε προς τα πίσω για να τον κοιτάξει στα μάτια. «Επειδή με καταλαβαίνεις. Κάθε πλευρά μου. Και ναι, θέλεις να μου σώζεις την ζωή κάθε φορά αλλά με αφήνεις να είμαι μέρος του. Δεν με βάζεις απλά σε μια φούσκα όταν τρέχεις να αδράξεις την μέρα. Κάνεις την παλιά Έλενα να θέλει να βγει έξω και να παίξει και να μην ντρέπεται γι' αυτό. Με κάνεις να θέλω να ξεριζώσω τα μαλλιά μου και να σε φιλήσω και όλα αυτά χωρίς να πάρω ούτε μια ανάσα. Είσαι ανυπόφορος, εγωιστής, αντιδραστικός ...» Η Έλενα γύρισε τα μάτια της καθώς απαριθμούσε και ο Ντέιμον ρουθούνισε.
«Ευχαριστώ…» της είπε ειρωνικά αλλά η Έλενα τον σταμάτησε χτυπώντας τον ελαφρά στο στήθος.
«Όχι, άκουσέ με! Αγαπώ κάθε έξυπνη παρατήρηση και την σαρκαστική αίσθηση του χιούμορ σου. Αγαπώ το πόσο πιστός είσαι, το πάθος σου. Λατρεύω τον τρόπο που με κοιτάς, σαν να είμαι το πιο πολύτιμο πράγμα σε όλο το σύμπαν...» συνέχισε απαλά.
«Είσαι για μένα..» της απάντησε ο Ντέιμον κοιτώντας την στα μάτια.
«Αγαπώ την προστατευτική και την ανιδιοτελή σου πλευρά και αγαπώ τον τρόπο που με αγαπάς. Κανείς ποτέ δεν με αγάπησε όπως εσύ... Σε κοιτάζω και το νιώθω... σε κάθε μέρος του κορμιού μου και της ψυχής μου...» Έβαλε τα χέρια της στα μάγουλά του, τα μάτια της γυάλιζαν από τα δάκρυα που προσπαθούσε να κρατήσει με τα δάχτυλά της να χαϊδεύουν απαλά το δέρμα του. «Σ' αγαπώ, Ντέιμον Σαλβατόρε... Αγαπώ τον άνθρωπο και τον βρικόλακα. Σ' αγαπώ ακριβώς όπως είσαι..» και μετά τον φίλησε, δείχνοντας του ακριβώς πόσο…





Στο δείπνο εκείνο το βραδύ, η ατμόσφαιρα ήταν ευχάριστη, αν εξαιρέσει κανείς ότι το καμένο κοτόπουλο.- Μεταξύ μας, η θεία Κάθριν δεν το έχει στην μαγειρική - Ο Ντέιμον και ο Στέφαν (έχοντας ξεπεράσει το σοκ και έχοντας κάνει μια μεγάλη συζήτηση) αστειεύονταν για το πώς ο Ντέιμον θα είναι σαν πατέρας
« Και αντί για γάλα, θα της δίνεις ουίσκι!» Ο Στέφαν κόντευε να πέσει από την καρέκλα αφού εδώ και ώρα στριφογυρνούσε και χτυπιόταν στο κάθισμά του από τα γέλια. Το έβρισκε τόσο διασκεδαστικό να κοροϊδεύει τον Ντέιμον.
«Τουλάχιστον εγώ δεν θα καταλήγω λουσμένος με την κρέμα της. Τουλάχιστον έκανε καλό στα μαλλιά σου Στέφαν?» τον ρώτησε ήρεμα ο αδερφός του ενώ στριφογυρνούσε τα παγάκια στο ποτήρι του.
«Ει!» είπε ενοχλημένος ο Στέφαν. «Υποθέτω ότι μου άξιζε. Είσαι έτοιμος να φερθείς σαν πατέρας?»
«Αν εννοείς ότι δεν θα αφήνω τα αγόρια να πλησιάζουν την κόρη μου στα 30 μέτρα ναι.» Ο Ντέιμον είδε τον αδερφό του να γυρίζει τα μάτια του και να κουνάει απελπισμένα το κεφάλι του. «Και ότι θα αφιερώσω κάθε μέρα της υπόλοιπης ύπαρξης μου να κάνω και τις 2 ευτυχισμένες τότε υποθέτω ότι είμαι έτοιμος.»
«Φοβάσαι μην γίνεις σαν τον μπαμπά?» Η ερώτηση έτρωγε τον Στέφαν από εχθές το βράδυ. Γιατί ότι και να είχε γίνει ο Ντέιμον ήταν αδερφός του. Το μόνο κομμάτι της οικογένειάς του που είχε μείνει. Και ήξερε καλά τα αισθήματά του προς τον πατέρα τους. Όπως και τον φόβο του αδερφού του να μην γίνει σαν εκείνον. Βέβαια αυτή η συζήτηση είχε γίνει κοντά 2 αιώνες πριν, όταν και οι 2 ήταν άνθρωποι, αλλά δεν έπαυε να τον προβληματίζει.
«Πάντα έλεγα ότι αν γινόμουν πατέρας θα έβαζα τα δυνατά μου να μην καταλήξω σαν εκείνον. Όταν αλλάξαμε, δεν ξανά ασχολήθηκα με αυτό το θέμα. Βλέποντας όμως την Λίλιθ, οι φόβοι μου επέστρεψαν. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω.» Ο Ντέιμον έσκυψε το κεφάλι και αναστέναξε βαθιά. Όταν έγινε βρικόλακας, ένα από τα πράγματα που τον ευχαριστούσε ήταν το ότι οι φόβοι του για να μην εξελιχθεί σαν τον πατέρα του ήταν πλέον μια ανάμνηση. Όμως τα γεγονότα τον είχαν προλάβει και τώρα ήταν χαμένος.
«Δεν θα είσαι μόνος σου. Η Έλενα θα είναι εδώ. Θα βοηθήσουμε και εμείς.» του είπε ο Στέφαν πιάνοντας τον από τον ώμο. Ήθελε ο αδερφός του να ξέρει ότι ήταν εδώ για αυτόν. Όπως ήταν κάθε φορά που τον χρειαζόταν. Όπως στεκόταν και ο Ντέιμον σε εκείνον.
«Από την Βουλγαρία?» Ο Ντέιμον μόρφασε. Δεν ήθελε να αποχωριστεί τον Στέφαν. Αν και ήξερε ότι ο αδερφός του χρειαζόταν ένα διάλειμμα από όλες τις νέες εξελίξεις που τους είχαν συμβεί το τελευταίο εικοσιτετράωρο.
«Δεν θα μείνουμε αιώνια εκεί, Ντέιμον.» του είπε χαμογελαστά ο Στέφαν. Και το εννοούσε. Είχε καταφέρει να μιλήσει λίγο με τον Κλάους εχθές το βράδυ. Ο Αρχικός τον είχε προειδοποιήσει να μην απομακρυνθεί από την οικογένειά του. Ήταν το μόνο που του είχε απομείνει πλέον και τον είχαν ανάγκη. Αυτή η συζήτηση ήταν και ένας από τους λόγους που αντιμετώπιζε πλέον την κατάσταση ήπια.
«Επιστροφή στις ρίζες της Πέτροβα?» τον ρώτησε ο Ντέιμον προσπαθώντας να ελαφρύνει το κλίμα.
«Γιατί όχι? Αν βοηθήσει να πετύχει αυτή τη φορά.» Ο Ντέιμον δεν ενέκρινε το να γυρίσει ο Στέφαν στην Κάθριν. Αλλά δεν μπορούσε να εκφέρει γνώμη. Η ζωή ήταν του αδερφού του, και αν πίστευε ότι η Κάθριν άξιζε μια δεύτερη ευκαιρία μάλλον θα ήξερε κάτι παραπάνω.
«Καλή επιτυχία, αδερφέ.» του είπε τελικά χαμογελώντας του και γεμίζοντας ξανά τα ποτήρια τους…
Στο μεταξύ, το κλίμα στην κουζίνα ήταν πιο βαρύ καθώς η Έλενα και η Κάθριν συζητούσαν και εκείνες το ταξίδι στην Βουλγαρία
«Έλενα, στο υπόσχομαι, θα επιστρέψουμε. Δεν θα την αφήσουμε μόνη.» είπε η Κάθριν στην Έλενα καθώς βάζανε τα πιάτα στο πλυντήριο. Η Κάθριν δεν ήξερε και πολύ βέβαια πώς να χειριστεί ότι οι απόγονοί της την χρειάζονταν ή ότι ήταν ευπρόσδεκτη ξανά στην οικογένεια Σαλβατόρε που είχε πλέον μεγαλώσει. Και αν φερόταν σωστά αυτή την φορά θα ήταν εκείνη η τελευταία προσθήκη. «Αλλά δεν νομίζω να μείνουμε στο Μίστικ Φολς. Δεν νομίζω να θέλεις να αρχίσουν να κάνουν ερωτήσεις πως μπορείς και είσαι σε 2 μέρη ταυτόχρονα και με τα 2 αδέρφια.» Η Κάθριν της έκλεισε το μάτι και η Έλενα γύρισε τα μάτια της. Ακόμα θυμόταν την αντίδραση της Τζένα όταν νόμιζε ότι φιλιόταν εκείνη με τον Ντέιμον στο κατώφλι του πατρικού της. «Και αν θες την γνώμη μου ούτε εσείς πρέπει να μείνετε. Ο κόσμος θα αναρωτιέται όταν εσείς δεν θα μεγαλώνετε μέρα.» Η Κάθριν είχε δίκιο σε αυτό αλλά η Έλενα δεν μπορούσε να φύγει. Ότι αγαπούσε ήταν εδώ.
«Θα το ρισκάρω. Δεν θα αφήσω την οικογένειά μου ξανά. Εξάλλου όσο μεγαλώνει η Λίλιθ, ίσως να αποφύγουμε τις ερωτήσεις.» είπε ελπιδοφόρα η Έλενα και είδε την Κάθριν να σηκώνει αδιάφορα τους ώμους…
«Θα τις προσέχεις έτσι αδερφέ?» τον ρώτησε ο Στέφαν καθώς απολάμβαναν το ποτό τους δίπλα στο τζάκι με το μωρό να παίζει μπροστά τους. Ο Ντέιμον γύρισε και κοίταξε τον αδερφό του. Ήταν από τις λίγες φορές αλλά τόσο ανεκτίμητες που ο Ντέιμον παραδεχόταν τον Στέφαν. Η αντίδρασή του τώρα ήταν τόσο… Στέφαν. Ανώτερη και ενδιαφερόταν για το καλό όλων. Ο Ντέιμον δεν θα μπορούσε ποτέ να το κάνει. Κούνησε το κεφάλι του καταφατικά.
«Φυσικά Στέφαν. Είναι η ζωή μου τώρα.» Είδε τον Στέφαν να χαμογελάει και να κουνάει το κεφάλι του.
«Επιτέλους η ζωή σου μπαίνει σε μια τάξη αδερφέ. Και γίνεται όμορφη. Σας εύχομαι ότι καλύτερο.»
Ο Ντέιμον γύρισε και έκανε τον Στέφαν μια δυνατή αγκαλιά.
«Επίσης μικρέ αδερφέ. Και να σε ξαναδούμε σύντομα έτσι?» Ο Στέφαν τον χτύπησε απαλά στην πλάτη.
«Φυσικά. Το μοναχοπαίδι των Σαλβατόρε θα μεγαλώσει με όλη την αγάπη της οικογένειας. Όχι όπως μεγαλώσαμε εγώ και εσύ. Και θα έχει και μια θεία επίσης.» του ψιθύρισε χαμογελαστά.
«Στέφαν. Ήρθε η ώρα.» του είπε η Κάθριν όταν απομακρύνθηκαν τα δυο αδέρφια από την αγκαλιά τους. Ο Στέφαν πήγε στην Έλενα και της έδωσε μια τρυφερή αγκαλιά και ένα φιλί στο μάγουλο.
«Να τον προσέχεις.» της ψιθύρισε και της έκλεισε το μάτι. Η Έλενα αναστέναξε και τον φίλησε και αυτή.
«Παράπονο δεν έχεις Ντέιμον. Ήμουν καλός σύμμαχος αυτή τη φορά.» είπε η Κάθριν στον Ντέιμον σφίγγοντάς του το χέρι.
«Σου χρωστάω.» της απάντησε εκείνος ψιθυριστά. Η Κάθριν γέλασε και έσκυψε να πάρει αγκαλιά το μωρό.
«Όσο για εσένα μικρή, ετοιμάσου να σε γεμίσω δώρα όταν επιστρέψουμε. Να είσαι καλό κορίτσι.» είπε χαρίζοντας ένα φιλί στα μαλλιά. Ο Στέφαν με την σειρά του φίλησε την ανιψιά του και ύστερα μπήκαν με την Κάθριν στο αυτοκίνητο. Η Έλενα και ο Ντέιμον με την κόρη τους στεκόντουσαν στην εξώπορτα αποχαιρετώντας τους.
«Θα μου λείψουν.» είπε στεναχωρημένη η Έλενα ενώ έσφιγγε το χέρι του Ντέιμον που στεκόταν δίπλα της.
«Και εμένα. Ας ελπίσουμε να τους δούμε ξανά σύντομα.» Ο Ντέιμον πήρε το παιδί από τα χέρια της Έλενας και μπήκε μέσα στο σπίτι ξανά.

«Ας ελπίσουμε να τα καταφέρουν.» είπε χαμηλόφωνα η Έλενα και έκλεισε την πόρτα….


Nadia