Αγάπη από Πέτρα (Κεφάλαιο 33)

Το κουδουνι χτυπουσε σαν τρελο και μονο και μονο απο αυτο καταλαβα οτι ειχαν φτασει τα παιδια. Εγω βρισκομουν μεσα στο δωματιο και στεκομουν μπροστα απο τον καθρεφτη εξεταζοντας τον εαυτο μου. Φορουσα ενα μαυρο παντελονι, ενα φαρδυ φουτερ και ειχα πιασμενα τα μαλλια μου σε εναν ανωμαλο κοτσο. Το προσωπο μου ηταν ατονο, κατω απο τα ματια μου ειχα μαυρους κυκλους και ειχα αδυνατησει αρκετα. Στον καθρεφτη εβλεπα μια αλλη. Δεν ημουν εγω αυτη.
Αφησα τα μαλλια μου κατω και περασα τα δαχτυλα μου αναμεσα τους για να τα φτιαξω. Καπως καλυτερα. Δεν ηθελα να κανω κατι αλλο και ετσι βγηκα στο σαλονι. Η Ρω μολις με ειδε στην αρχη παγωσε και μετα απο μερικα δευτερα που συνηλθε ετρεξε και επεσε στην αγκαλια μου. Την κρατησα σφιχτα με οση δυναμη μου ειχε απομεινει και καταλαβα οτι εκλαιγε. Με πονουσε ετσι οπως με κραταγε αλλα δεν ηθελα να της πω κατι.
"Ελα, ηρεμισε. Ειμαι ζωντανη."ειπα αναμεσα απο τις πρασινες μπουκλες της και τραβηχτηκε για να με κοιταξει.
"Δεν φαινεσαι ζωντανη. Ποιος σου το εκανε αυτο? Θυμασαι το προσωπο του?"
Ηταν ο πρωτος ανθρωπος που με ρωτουσε ευθεως μετα απο το συμβαν. Κοιταξα αλλου και υστερα πηγα και καθισα στον καναπε. Εκεινη με ακολουθησε και καθισε διπλα μου ενω ο Ελιοτ και ο Τζει μας κοιτουσαν. Νομιζω οτι ηρθε η ωρα να τους πω την αληθεια.
"Με βρηκε ο Μαικ. Το βραδυ που με ειχαν χτυπησει και με βρηκε ο Αλεξ ηταν εκεινος και ο Χιθ. Την ημερα που εξαφανιστηκα με βρηκε ο Μαικ μονος του στο σπιτι της μαμας μου και με βιαζε για ολο το βραδυ." ειπε και στο τελος η φωνη μου εβγαινε σας ψιθυρος. Ολοι τους ειχαν παγωσει και με κοιτουσαν. Η Ρω ειχε ακουσει για τον Μαικ αλλα δεν πιστευε οτι θα εφτανε σε τετοιο σημειο και ειδικα μετα απο τοσα χρονια. Αρχισα να νιωθω περιεργα με ολη αυτη την ησυχια. Ειμαι σιγουρη πως ο Ελιοτ και ο Τζει δεν περιμεναν οτι ηξερα ποιος μου τα ειχε κανει ολα αυτα ενω η Ρω ηταν απλα σοκαρισμενη.
"Και γιατι δεν εχουμε παει ακομα στην αστυνομια εφοσον ξερεις ποιος ειναι?" ρωτησε ο Τζει και κοιταξα αλλου.
"Γιατι με απειλησε πως αμα παω στους μπατσους θα με βρει και θα μου κανει πολυ χειροτερα πραγματα. Ξερω οτι θα το κανει γι' αυτο σας παρακαλω μην κανετε το οτιδηποτε. Δεν το αντεχω αλλο αυτο το πραγμα. Ηδη ζω με τον φοβο οτι θα ανοιξει μια μερα η πορτα και θα ειναι αυτος παλι."
Δακρυα αρχισαν να κυλανε απο τα ματια μου και ο Τζει τιναχτηκε και ηρθε για να με αγκαλιασει. Και μονο στην σκεψη ετρεμα ποσο μαλλον οταν μιλουσα γι' αυτο. Χαιδεψε απαλα το κεφαλι μου και εκεινη την στιγμη χτυπησε η πορτα. Κοιταχτηκαμε ολοι μεταξυ μας και ο Τζει πηγε να δει απο το ματακι ποιος ηταν. Αμεσως τσιτωθηκε και γυρισε προς το μερος μας με γουρλωμενα τα ματια.
"Ειναι ο Αλεξ." ψιθυρισε και ενιωσα την καρδια μου να χανει μερικους χτυπους. Αμεσως τιναχτηκα ορθια και ετρεξα προς το δωματιο. Εκλεισα την πορτα και σταθηκα απο πισω για να μπορω να ακουω. Συνεχισε να χτυπαει μεχρι που του ανοιξε.
"Που ειναι?" ρωτησε θυμωμενα.
"Τι θες εδω, Αλεξ? Ποιος σου εδωσε την διευθυνση μου?" τον ρωτησε ο Τζει με τον ιδιο τονο και ακουγα τα βηματα του που πηγαινε περα δωθε.
"Ακολουθησα τα παιδια ως εδω."
"Εχεις τρελαθει ΤΕΛΕΙΩΣ? Ποιος σου εδωσε το δικαιωμα να μας ακολουθεις?" φωναξε η Ρω και φανταζομουν το ποσο εξαλλη ειχε γινει. Τους ειχα κανει ολους ανω κατω και ενιωθα ασχημα γι΄αυτο.
"Μωρο μου, ηρεμησε. Δεν ειναι καλο στην κατασταση σου να ταραζεσαι. Αλεξ, η Καρολαιν δεν ειναι εδω. Σταματα να της δημιουργεις προβλημα. Εαν ηθελε να επικοινωνησει μαζι σου θα το ειχε κανει ηδη. Αν και δεν την αδικω υστερα απο αυτο που της εκανες." πηρε τον λογο ο Ελιοτ και εμεινα εκπληκτη. Για ποια κατασταση της Ρω ελεγε?
"Δεν μπορειτε να με κοροιδευεται. Ξερω οτι ειναι εδω. Ειδα την μηχανη της κατω. Οποιο και αν ειναι το προβλημα θα το λυσω μονος μου με εκεινη. Δεν εχετε καμια δουλεια να ανακατευεστε!" φωναξε εξαλλος και ξαφνικα ακουσα τα βηματα του να πλησιαζουν προς το μερος μου. Εκανα πισω και κρατησα το στομα μου ενστικτωδως για να μην φωναξω.
"Φυγε αυτη τη στιγμη!" φωναζε ο Τζει αλλα εκεινος τον παρακουσε και ανοιξε την πορτα του δωματιου διαπλατα. Ηρθαμε αντιμετωποι ο ενας απεναντι απο τον αλλον και εμοιαζε λες και για μια στιγμη παγωσε ο χρονος. Υστερα εκλεισε την πορτα δυνατα και την κλειδωσε. Η καρδια μου χτυπουσε παρα πολυ γρηγορα και οι αλλοι απο μεσα φωναζαν να με αφησει ησυχη.
"Ανοιξε την πορτα." ειπα εντονα οσο ειχα ακομα την ψυχραιμια μου αλλα εκεινος δεν εκανε καμια κινηση. Πηγα να τον προσπερασω για να φυγω αλλα με επιασε απο τα χερια και με κολλησε με δυναμη στον τοιχο. Αμεσως ξυπνησαν μεσα μου ασχημες αναμνησεις και αρχισα να τρεμω. Εκλεισα τα ματια μου σφιχτα και εσκυψα το κεφαλι μου προσπαθοντας να ηρεμισω.
"Καρολαιν, κοιταξε με. Τι σου συμβαινει?" ειπε και με ταρακουνησε.
"ΜΗ!" τσιριξα και τιναχτηκε πισω τρομαγμενος. Αμεσως μαζευτηκα σε μια γωνια και τυλιξα το σωμα μου σε μια μπαλα. Δεν το φανταζομουν ποτε οτι θα ειχα τετοια αντιδραση στο αγγιγμα του. Με κοιτουσε μαρμαρωμενος για λιγα λεπτα και φαινοταν οτι δεν ηξερε τι να κανει.
"Απλα φυγε." ειπα ψιθυριστα ενω μαζευα τα δακρυα μου. Κουνησε το κεφαλι του περα δωθε σα να ξυπνησε και αρχισε να πηγαινει πανω κατω. Δεν μπορουσα να τον κοιταζω και ετσι απλα περιμενα υπομονετικα.
"Τι αντιδραση ηταν αυτη? Γιατι δεν με αφηνεις να σε πλησιασω?" ρωτησε ταραγμενα και αντι να του απαντησω συνεχισα να κοιταζω το κενο. Με πλησιασε και επεσε στα γονατα, διπλα μου.
"Μωρο μου, τι συμβαινει. Παω να τρελαθω, γιατι με αποφευγεις?" ειπε πιο ηρεμα αυτη τη φορα και αγγιξε διστακτικα το μαγουλο μου. Εγω ακομα ετρεμα και ειχε αρχισει ηδη να με πιανει δυσφορια. Ξαφνικα επιασε το χερι μου και ανεβασε αποτομα το μακινι προς τα πανω. Ειδε οτι ειχαν πολλαπλασιαστει κατα πολυ οι πληγες μου και αμεσως με τραβηξε να σηκωθω. Με κρατουσε απο τους ωμους ενω εγω ειχα τυλιξει σφιχτα τα χερια στο στηθος μου επειδη πονουσα.
"Καρ, κοιταξε με. Τι στο διαολο γινεται εδω περα?"
Ηταν ετοιμος να χασει παλι τον εαυτο του και αυτη τη φορα σηκωσα το βλεμμα μου για να τον κοιταξω στα ματια. Αυτα τα ματια. . . Παρατηρησα πως ειχε να ξυριστει μερικες μερες και φαινοταν κουρασμενος. Στα χειλη του υπηρχαν αλλα δυο σκουλαρικια που σημαινει πως οι αλλοι του ειχαν πει για το στοιχημα. Ειχα νικησει λοιπον.
"Αλεξ. . . Αφησε με, σε παρακ-" ειπα ξεπνοα και πριν προλαβω να τελειωσω την προταση μου ενιωσα πως τα ποδια μου εγιναν σαν ζελες και αρχισα να πεφτω. Τα παντα γυρω μου σκοτεινιασαν και το τελευταιο πραγμα που ακουσα ηταν εκεινον να λεει το ονομα μου. Μετα με τυλιξε το σκοταδι.



Merian Shadows